08:00 06/09
Οι μαύρες αγκινάρες επιστρέφουν
Ο Αλ. Τσίπρας επανήλθε δριμύτερος, απειλώντας να μας… ξανασώσει!
Δεν υπάρχει ελληνικός όρος για το αγγλικό "credit crunch", οπότε η αποτολμηθείσα στην επικεφαλίδα μετάφραση ως "φαινόμενο της δαγκωμένης πίτσας" ανάγεται στην αρχική ετυμολογία του όρου:
Το χρήμα δημιουργείται κυρίως μέσω του τραπεζικού δανεισμού, που πολλαπλασιάζει τις χρηματικές καταθέσεις επιχειρήσεων και νοικοκυριών με το να τις δανείζει ενόσω αυτές παραμένουν κατατεθειμένες αμέσως μετά το δάνειο. Αντίστροφα λοιπόν, η απότομη αδυναμία αποπληρωμής δανείων κατά την αμερικανική κρίση των subprimes του 2007-2008 (ήδη πριν την πτώχευση της Lehman Brothers) κατέστρεψε απότομα ισόποση ποσότητα χρήματος.
Το φαινόμενο ονομάστηκε "credit crunch", κατά λέξη δηλαδή "πιστωτικό τραγάνισμα" ή ορθότερα "πιστωτική δαγκωνιά": Σαν να δάγκωσε δηλαδή κάποιος ξαφνικά ένα κομμάτι πίτσα και αυτό να έμεινε δαγκωμένο.
Εντέλει δηλαδή credit crunch σημαίνει απότομη έλλειψη κρίσιμης ποσότητας χρήματος από την οικονομία, οι επιπτώσεις της οποίας οδηγούν αλυσιδωτά σε ακόμη μεγαλύτερη μείωση της κυκλοφορίας χρήματος.
Στο διαδίκτυο δύσκολα βρίσκει κανείς αυτή την ερμηνεία του όρου (εγώ πάντως δεν τα κατάφερα). Όμως την ερμηνεία αυτή μού την ανέφερε καλός φίλος, που εκείνον τον καιρό (Ιούλιος 2008) ήταν υψηλόβαθμο στέλεχος της, ακόμη υπαρκτής τότε, Lehman Brothers. Συνεπώς κάτι παραπάνω θα γνώριζε για την ετυμολογία του όρου.
Μόνον αυτός ο όρος εκφράζει πάντως, τι συμβαίνει στην οικονομία όταν λείψει κρίσιμη ποσότητα χρήματος. Η οικονομία δεν είναι πια "ολόκληρη", είναι σαν κομμάτι πίτσα που της έχει δαγκώσει κάποιος ένα κομμάτι.
Πόσο μεγάλη ποσότητα χρήματος πρέπει να λείψει για να είναι κρίσιμη; Αυτό διαφέρει κατά περίσταση. Στο παλιό παράδειγμα με τον ξενοδόχο και τον ευρύτερο συναλλακτικό κύκλο γύρω του, στην οποία κάθε προμηθευτής οφείλει στον άλλον π.χ. 100 ευρώ, μόλις εισπράξει ο ξενοδόχος 100 ευρώ από τον τουρίστα και εξοφλήσει τον προμηθευτή του, όλοι εξοφλούν όλους με τα ίδια 100 ευρώ και στο τέλος τα 100 ευρώ καταλήγουν στον ξενοδόχο από δικό του πελάτη. Χωρίς τα αρχικά 100 ευρώ του τουρίστα, λείπει από όλους κρίσιμη ποσότητα χρήματος. Κλιμακώνοντας το παράδειγμα σε περιπλοκότερες και μεγαλύτερες χρηματικές σχέσεις, αποκτά κανείς εικόνα, πότε καθίσταται κρίσιμη η έλλειψη χρήματος σε αλληλοσυνδεόμενους συναλλακτικούς κύκλους.
Πλήθος μερικότερων φαινομένων δείχνουν πάντως ότι, σταδιακά, η ελληνική οικονομία κινδυνεύει να εισέλθει σε περίοδο credit crunch.
Στις εκλογές του 2023 η ΝΔ σάρωσε εν πολλοίς χάρη στον φόβο που προξένησε ο Γ. Κατρούγκαλος την Παρασκευή προ των πρώτων εκλογών για επαναφορά των αναλογικών εισφορών ΕΦΚΑ. Οι προσδοκίες που είχε δημιουργήσει η καλή πρώτη τετραετία ήταν υψηλές. Αμέσως όμως μετά τις δεύτερες εκλογές εξαγγέλθηκε η φορολογική δίωξη της μεσαίας τάξης, υπό το πρόσχημα της "πάταξης της φοροδιαφυγής", σε κραυγαλέα αντίθεση με τις αιτίες του εκλογικού θριάμβου της ΝΔ.
Το ελάχιστο τεκμαιρόμενο εισόδημα από μόνο του δεν θα προξενούσε credit crunch. Ήταν όμως η θρυαλλίδα μετά την οποία δεν υπήρξε επιστροφή στις καλές ημέρες της πρώτης τετραετίας για τους μικρομεσαίους. Αντιθέτως.
Είδαμε σε προηγούμενο άρθρο την Κομισιόν να αναφέρει το προφανές: Ότι το υψηλό διοικητικό κόστος συμμόρφωσης στους φορολογικούς κανόνες (MyDATA κλπ.) αποτελεί μείζον εμπόδιο στις επενδύσεις. Αντίστοιχη είναι όμως η επίδραση του κόστους συμμόρφωσης στη συμπεριφορά των λειτουργουσών επιχειρήσεων: Κλείνουν καταστήματα, αναστέλλουν επενδυτικές αποφάσεις, περιορίζουν τα ανοίγματά τους.
Τούτο μάλιστα κυρίως οι μικρομεσαίοι, που έχουν αναλογικά υψηλότερο κόστος συμμόρφωσης: Αν μια επιχείρηση των 250 ατόμων μπορεί θεωρητικα να προσλάβει ακόμη ένα άτομο για να "χτυπά" τις ψηφιακές κάρτες εργασίας των ξεχασιάρηδων εργαζομένων του, μια καφετέρια ακόμη και 8 ή 10 ατόμων προσωπικό δεν μπορεί να πράξει το ίδιο.
Το υπουργείο Εργασίας και η κυβέρνηση πανηγυρίζουν για τον πολλαπλασιασμό των δηλούμενων υπερωριών στην εστίαση και στον τουρισμό. Δεν προβληματίζονται όμως, εάν αυτές οι υπερωρίες ήταν απλά αδήλωτες ή εάν προέρχονται έστω εν μέρει από υπαλλήλους, που ξεχνούν να χτυπήσουν την κάρτα τους φεύγοντας. Ενδείξεις από την αγορά συνηγορούν πλήρως υπέρ της τελευταίας εκδοχής, ωστόσο η κυβέρνηση την αποσιωπά ολοκληρωτικά, προκειμένου να πείσει για την ορθότητα της πολιτικής της.
Ακόμη και στο κομμάτι εκείνο της πραγματικότητας που ανταποκρίνεται στον κυβερνητικό ισχυρισμό – στη δήλωση επιπλέον υπερωριών και κυρίως στην αποτροπή αδήλωτών υπερωριών – το οικονομικώς σημαντικό είναι ότι χρήμα όντως αρχίζει να λείπει από τις επιχειρήσεις: Η ανάγκη για επιπλέον προσωπικό, αφού οι παλιοί δεν μπορούν πια να κάνουν απλήρωτες υπερωρίες, το κόστος των απλήρωτων έως τώρα υπερωριών, η μείωση του ωραρίου λειτουργίας αν δεν αντέχουν τα παραπάνω, έχουν καταλυτικές συνέπειες εις βάρος των επιχειρήσεων. Τούτο είναι η σκληρή πραγματικότητα, ασχέτως ηθικών πτυχών.
Το ίδιο συμβαίνει με τη φοροδιαφυγή. Μια μικρομεσαία επιχείρηση "έβγαινε" με φοροδιαφυγή π.χ. 20% στον κύκλο εργασιών της. Αν η κυριαρχία των ψηφιακών συναλλαγών την αναγκάζει να κόβει αποδείξεις ακόμη και για εισπράξεις σε μετρητά, αυτό μειώνει τη διαθέσιμη ρευστότητά της κατά το μισό του παραπάνω ποσού (10%), αν ο μισός κύκλος εργασιών αντιστοιχεί σε φορολογικές επιβαρύνσεις. Η επιχείρηση αναγκάζεται έτσι να αυξήσει τις τιμές της. Η καφετέρια μάλιστα πληρώνει 24% του ΦΠΑ από τα μέσα του 2024. Ο καφές για δύο άτομα ξεπερνά το ψυχολογικό όριο των 10 ευρώ, και έτσι οι πελάτες των σερβιριζόμενα καφέ μειώνονται.
Επιπλέον, η εκρηκτική ανάπτυξη που είχε τεθεί σε κίνηση το 2022 και το πρώτο μισό του 2023 δημιούργησε προσδοκίες, που εκτόξευσαν τα ενοίκια. Αυτό συνδυάζεται με την απληστία ή έστω την κατανοητή ανυπομονησία πολλών ιδιοκτητών που ήλπισαν να φθάσει η αγορά και πάλι σε προμνημονιακά επίπεδα και περιμένουν απλά να τους έρχονται όσο γίνεται περισσότερα χρήματα από τα ακίνητά τους. Δεν αντιλαμβάνονται ότι η εκμίσθωση επαγγελματικών χώρων είναι κι αυτό ένα άλλου είδους επάγγελμα. Έτσι φθάσαμε σε απαιτήσεις υπέρογκων μισθωμάτων.
Ήδη από το 2024 και πολύ περισσότερο το 2025 η αγορά αδυνατεί να ανταποκριθεί στα υπέρογκα μισθώματα που ζητούνται, Η τάση όμως δεν έχει ακόμη αναστραφεί. Ίσως διότι οι μεγαλύτερες επιχειρήσεις έχουν επί του παρόντος ακόμη τη δυνατότητα να καταβάλλουν υψηλότερα μισθώματα. Οι μικρότερες επιχειρήσεις, πάντως, απλά κλείνουν.
Έτσι οδηγούμαστε σε σταδιακή μείωση της κυκλοφορίας του χρήματος στην αγορά. Δεν βρισκόμαστε ακόμη σε συνθήκες credit crunch, αλλά όταν αυτό συμβεί, θα είναι αργά για να αποτραπεί το ξέσπασμα γενικότερης κρίσης, με απαρχή τη σημερινή έλλειψη χρήματος στη μικρομεσαία οικονομία.
Εκατό χρόνια μετά, η σοφία του Χένρυ Φορντ, που είχε καταλάβει ότι για να αναπτυχθεί η εταιρία του, έπρεπε οι εργαζόμενοί του να μπορούν να αγοράζουν τα αυτοκίνητά του, δεν έχει γίνει ακόμη κατανοητό. Στη δική μας περίπτωση, μια χώρα που δεν πληρώνει υψηλούς μισθούς, έχει απόλυτη ανάγκη τη μικρομεσαία επιχειρηματικότητα.
* Δ.Ν., Δικηγόρος