Συνεχης ενημερωση

    Πέμπτη, 29-Μαϊ-2025 00:03

    Κόμμα Σαμαρά: Η προσφορά δημιουργεί τη ζήτηση

    • Εκτύπωση
    • Αποστολή με email
    • Προσθήκη στη λίστα ανάγνωσης
    • Μεγαλύτερο μέγεθος κειμένου
    • Μικρότερο μέγεθος κειμένου

    Του Γεωργίου Ι. Μάτσου* 

    Οι μετρήσεις για ένα πιθανό κόμμα Σαμαρά ξεκίνησαν, χωρίς να δείχνουν πολύ ενθαρρυντικές για το φημολογούμενο εγχείρημα του πρώην πρωθυπουργού. Τούτο έχει εξήγηση: Παρότι ο αστικός πολιτικός χώρος (σήμερα ίσως ακόμη περισσότεροι) αναγνωρίζει την αποτελεσματικότητα με την οποία κυβέρνησε ο Αντ. Σαμαράς, εντούτοις η δημοφιλία του ουδέποτε ήταν υψηλή μετά το 1993.

    Ένα κόμμα Σαμαρά θα προσφέρει πάντως στο υποβόσκον μέτωπο κατά της κυβέρνησης αυτό που του λείπει: Κυβερνητική αντιπρόταση. Κάτι που, για διαφορετικούς λόγους το καθένα, δεν μπορεί σήμερα να προσφέρει κανένα άλλο κόμμα. Ο Σαμαράς όμως κυβέρνησε για δυόμιση χρόνια, έχοντας παραλάβει την Ελλάδα στο χείλος της αβύσσου. Με επιδεξιότητα και απροσδόκητη ταχύτητα την έφερε προ της εξόδου από τη μεγαλύτερη οικονομική κρίση της ιστορία της. Δεν είναι διαφήμιση του πιθανού του εγχειρήματος, αλλά η αναντίρρητη πραγματικότητα ότι η πρωθυπουργία του διέψευσε όλες τις τότε απαισιόδοξες οικονομικές εκτιμήσεις. Η χώρα ξαναβγήκε στις αγορές δύο μόνον χρόνια μετά τη συνταρακτική χρεωκοπία του PSI. Η πραγματική οικονομία είδε χρήμα που ουδείς ανέμενε και που έκτοτε ξαναείδε μόνον στην ειδικών χαρακτηριστικών περίοδο της πανδημίας. Η οικονομία λοιπόν εμπιστεύεται τον Σαμαρά για την οικονομική διαχείριση, όπως αντίστροφα δεν εμπιστεύεται τις εξαλλοσύνες που υπόσχεται η Ζωή Κωνσταντοπούλου. 

    Όμως ούτε η αντιπολιτευτική αναγκαιότητα ενός κόμματος Σαμαρά, ούτε η προηγούμενη επιτυχής πρωθυπουργική θητεία αρκούν για να διασφαλίσουν εκλογική επιτυχία στο φημολογούμενο εγχείρημα. 

    Πρώτο μειονέκτημα είναι η σχετικά προχωρημένη ηλικία του κ. Σαμαρά, που πριν από μερικές ημέρες έκλεισε τα 74 του χρόνια.

    Εντούτοις για αυτό που χρειάζεται σήμερα η ελληνική κοινωνία, η ηλικία Σαμαρά μπορεί να είναι και πλεονέκτημα: Το διαφορετικό που καλείται να εισφέρει ο 74χρονος πολιτικός απέναντι στην παρούσα κατάσταση, είναι η αποδόμηση των προσωποπαγών χαρακτηριστικών που έχει αποκτήσει η διακυβέρνηση κατά την περίοδο Μητσοτάκη: Η κοινωνία ούτε αναζητά, ούτε χρειάζεται πολιτικό που θα γίνει "Μητσοτάκης στη θέση του Μητσοτάκη". Το ότι η νομή του προσωποπαγούς αυτού εξουσιαστικού μηχανισμού είναι η ανομολόγητη επιθυμία πολλών αντιπάλων τού εν ενεργεία πρωθυπουργού είναι ο αδιόρατος λόγος που αυτοί δεν πείθουν την κοινωνία. Θέλουν απλώς να αναλάβουν οι ίδιοι το πανίσχυρο προσωποπαγές σύστημα που επιδέξια εγκαθίδρυσε ο Κυρ. Μητσοτάκης υπό τον εύσχημο τίτλο "επιτελικό κράτος".

    Με τον Σαμαρά αντιθέτως τα πράγματα θα είναι διαφορετικά. Δεν είναι μόνον ότι έχει κυβερνήσει ήδη και άρα διαθέτει δικό του εξουσιαστικό μοντέλο. Είναι και ότι, ακριβώς, η προχωρημένη του ηλικία καθιστά την παρουσία του στην εξουσία φυσιολογικώς μεταβατική. Τηρουμένων των αναλογιών, μια μελλοντική κυβέρνηση Σαμαρά θα μοιάζει μάλλον με κυβέρνηση Παπάγου, υπό την οποία "αποσύρθηκε" το προπολεμικό πολιτικό σύστημα, για να αναδειχθεί στη συνέχεια το τρίπολο Καραμανλή, Παπανδρέου και Μητσοτάκη στη δεξιά και στο κέντρο, οι απόγονοι του οποίου κυβερνούν έως σήμερα.

    Σημαντικότερο πρόβλημα για τον πρώην πρωθυπουργό παραμένει η αρνητική εικόνα που έχει για αυτόν η πλειονότητα του εκλογικού σώματος. Και σε αυτό το πεδίο όμως τα πράγματα δεν είναι μονοσήμαντα.

    Καταρχάς πηγή αρνητικής γνώμης της μεγάλης πλειονότητας των κεντροδεξιών κατά του κ. Σαμαρά ήταν η πτώση της κυβέρνησης Κων. Μητσοτάκη το 1993. Εάν όμως σήμερα, σύμφωνα με τις δημοσκοπήσεις, οι μισοί ψηφοφόροι ΝΔ του Μαΐου-Ιουνίου 2023 είναι δυσαρεστημένοι με την κυβέρνηση και είτε έχουν αποφασίσει να την καταψηφίσουν, είτε ψάχνουν να την καταψηφίσουν, συνάγεται ότι για αυτή την κατηγορία ψηφοφόρων το παλιό αυτό μειονέκτημα είναι πια πλεονέκτημα. Όσοι αντιθέτως θέλουν να παραμείνει ο Μητσοτάκης δεν είναι ούτως ή άλλως δυνητικοί ψηφοφόροι ενός κόμματος Σαμαρά, άρα η περί τούτου γνώμη τους είναι άνευ εκλογικής επιρροής.

    Οι αναμνήσεις σκληρών μέτρων της μνημονιακής διακυβέρνησης των ετών 2012-2015 αποτελούν άλλη πηγή αρνητικών γνωμών για τον κ. Σαμαρά. Όμως η επίβλεψη της τρόικας και η υποχρέωση εφαρμογής μέτρων της περιόδου 2010-2012 αποτελούν σήμερα πια ισχυρό άλλοθι.

    Μείζονα ρόλο στις αρνητικές γνώμες κατά του πρώην πρωθυπουργού παίζει ο πόλεμος που δέχεται διαρκώς από το 1992 από τον διαχρονικά ισχυρό επικοινωνιακό μηχανισμό της οικογένειας Μητσοτάκη. Ποικίλες πλάνες περί τον πρώην πρωθυπουργό δεν αποκλείεται να έχουν ενισχυθεί "όσο χρειάζεται" από τον επικοινωνιακό αυτόν μηχανισμό. Έτσι, αν σήμερα ερωτηθούν δέκα τυχαίοι περαστικοί για τα "Ζάππεια", είτε οι εννέα στους δέκα, είτε και οι δέκα, θα αναφερθούν σε αυτά περιφρονητικά. Ελάχιστοι γνωρίζουν ότι το Ζάππειο 1 ήταν η ευστοχότερη κριτική του πρώτου Μνημονίου που, εκτός του ότι δικαιώθηκε πλήρως από τα πράγματα, υιοθετήθηκε στον πυρήνα της από το ΔΝΤ το 2012 (οι "λάθος πολλαπλασιαστές" που αυτό παραδέχθηκε). Το δε Ζάππειο 2 ήταν περίπου το προεκλογικό πρόγραμμα με το οποίο κυβερνήθηκε επιτυχώς η χώρα το 2012-15.

    Η πραγματική δοκιμασία για ένα κόμμα Σαμαρά θα λάβει χώρα μόλις αυτό ιδρυθεί. Τότε θα φανεί εάν η διαχρονική ικανότητα του πρώην πρωθυπουργού να επαναλαμβάνει λάθη πολιτικής τακτικής, σπαταλήσει για τρίτη φορά στην πολιτική του καριέρα μια ευνοϊκή για αυτόν συγκυρία. Διότι ενώ θα είναι ο μόνος που θα απαντά αξιόπιστα το ερώτημα "ποιος άλλος εκτός από τον Μητσοτάκη", θα συνεχίσει να απειλείται από όλα αυτά που διαχρονικά τον κατέστησαν χαμηλής δημοφιλίας πολιτικό πρόσωπο.

    Αν δεν κυριαρχήσουν οι ικανότητες Σαμαρά να κλωτσά την καρδάρα με το γάλο, ένα νέο κόμμα του θα ήταν ο καταλύτης του αντιμητσοτακικού μετώπου που σήμερα υποβόσκει, χωρίς να έχει ακόμη συγκροτηθεί. Ούτε ο Κυρ. Μητσοτάκης ήταν ιδιαιτέρως δημοφιλής, αλλά όταν ηγήθηκε της ΝΔ συγκροτήθηκε την ίδια στιγμή το αντι-ΣΥΡΙΖΑ μέτωπο, που διατηρήθηκε κραταιό μέχρι την αποχώρηση Τσίπρα. Το 2016-2023 βάση του αντι-ΣΥΡΙΖΑ μετώπου ήταν η σύμπνοια της πλειοψηφίας στην ανάγκη εξοβελισμού του ΣΥΡΙΖΑ από την εξουσία. Σήμερα, από την ψήφιση του ελάχιστου τεκμαιρόμενου εισοδήματος και εντεύθεν, η κοινωνική πλειοψηφία ομονοεί στο να λήξει η τρέχουσα προσωποπαγής εξουσιαστική κατάσταση.

    Σε αυτό το πλαίσιο μικρή σημασία θα έχει το ακριβές εκλογικό ποσοστό ενός κόμματος Σαμαρά. Διότι ο Σαμαράς θα μπορεί να είναι επικεφαλής κυβέρνησης συνεργασίας κομμάτων της αντιπολίτευσης εκ δεξιών και εξ αριστερών. Ήδη συγκυβέρνησε με κόμμα της κομμουνιστογενούς αριστεράς και με μια προσωπικότητα του βεληνεκούς ενός Ευάγγελου Βενιζέλου. Αδιανόητο για οποιονδήποτε άλλον πολιτικό. Η πολυσυλλεκτικότητα Σαμαρά είχε αποδειχθεί ήδη όταν η Πολιτική Άνοιξη είχε συμπεριλάβει μορφές του αντιδικτατορικού αγώνα από την αριστερά και το κέντρο, όπως τον τελευταίο αρχηγό της ΕΔΑ, Ανδρέα Λεντάκη, και τον εμβληματικό υπουργό του Ανδ. Παπανδρέου, Στάθη Γιώτα.

    Για του λόγου το αληθές, ας αναλογιστούμε: Αν αύριο το ΠΑΣΟΚ έχει δίλημμα με ποιον θα συγκυβερνήσει, θα επιλέξει τον Μητσοτάκη ή τον Σαμαρά;

    Ακόμη και για τη διαλεύκανση των Τεμπών, ο κόσμος προτιμά συστημική λύση. Είναι ο υπαρκτός τρόμος απέναντι στη Ζωή Κωνσταντοπούλου που εξαναγκάζει τη συνείδηση όσων δεν επιθυμούν περιπέτειες, να μισο-πιστεύει την κυβερνητική εκδοχή περί ελαίων σιλικόνης.

    Στο πολύ ρευστό πολιτικό σκηνικό που βιώνουμε, το κόμμα Σαμαρά θα αποτελέσει την κεντρική αντιπολιτευτική σταθερά και τη συστημική εναλλακτική που ζητεί μια κοινωνία που, όπως ήδη αναλύσαμε, έχει απορρίψει τις αριστερές λύσεις. Θα αποδειχθεί η αντιδημοφιλία που κατορθώνει ο Αντ. Σαμαράς να συντηρεί διαχρονικά για το πρόσωπό του ισχυρότερη από το πολιτικό κενό που μπορεί να καλύψει το κόμμα που φέρεται να σκοπεύει να ιδρύσει; Κοντός ψαλμός αλληλούια.

    *Δ.Ν., Δικηγόρος

    ΣΑΣ ΑΡΕΣΕ ΤΟ ΑΡΘΡΟ;

    ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ