Συνεχης ενημερωση

    Τρίτη, 06-Μαϊ-2025 00:04

    Ο "ψηφιακός εφιάλτης" του Compliance: Πόσο φιλόξενη είναι η Ελλάδα για τις επιχειρήσεις;

    • Εκτύπωση
    • Αποστολή με email
    • Προσθήκη στη λίστα ανάγνωσης
    • Μεγαλύτερο μέγεθος κειμένου
    • Μικρότερο μέγεθος κειμένου

    Του Νίκου Σιακαντάρη

    Την τελευταία δεκαετία, η Ελλάδα έχει κάνει σημαντικά βήματα στον εκσυγχρονισμό των φορολογικών και λογιστικών διαδικασιών. Από το καθεστώς της χειρόγραφης θεώρησης βιβλίων και στοιχείων, το οποίο συντηρούσε ένα τεράστιο γραφειοκρατικό βάρος με συχνά αμφίβολα αποτελέσματα στον τομέα της συμμόρφωσης, περάσαμε σταδιακά σε ένα ψηφιακό περιβάλλον. Ένα περιβάλλον που υπόσχεται διαφάνεια, έλεγχο, απλοποίηση διαδικασιών και μείωση της φοροδιαφυγής. Ωστόσο, το ψηφιακό compliance που πλέον εφαρμόζεται σε πλήρη έκταση έχει αναδειχθεί σε έναν νέο τύπο κόστους – όχι απλώς οικονομικού, αλλά και επιχειρησιακού.

    Η εφαρμογή του myDATA, του ψηφιακού δελτίου αποστολής, του e-τιμολογίου και η υποχρεωτική διασύνδεση των ταμειακών μηχανών με τα πληροφοριακά συστήματα της ΑΑΔΕ είναι μόνο μερικά παραδείγματα της ψηφιακής συμμόρφωσης. Πρόκειται για μέτρα που απαιτούν συνεχή τεχνολογική προσαρμογή, εξειδικευμένη υποστήριξη και ανασχεδιασμό των εσωτερικών διαδικασιών των επιχειρήσεων. Όλα αυτά μεταφράζονται σε αυξημένα κόστη και σε μεγαλύτερο χρόνο διοικητικής διαχείρισης.

    Το παράδοξο είναι πως η ψηφιοποίηση δεν συνοδεύτηκε πάντα από απλοποίηση. Αντίθετα, για πολλές επιχειρήσεις – ιδίως μικρομεσαίες – η νέα πραγματικότητα μοιάζει πιο περίπλοκη και λιγότερο διαχειρίσιμη. Χρειάζονται εξειδικευμένοι σύμβουλοι, νέες πλατφόρμες, διαρκής τεχνική υποστήριξη και συνεχής εκπαίδευση. Ακόμα και για έμπειρους λογιστές και φοροτεχνικούς, η καθημερινή διαχείριση του myDATA αποτελεί πρόκληση. Ένα λάθος στην υποβολή ή καθυστέρηση στην αποστολή παραστατικών μπορεί να επιφέρει πρόστιμα, ενώ η απόκλιση μεταξύ των στοιχείων που βλέπει ο φορολογούμενος και η ΑΑΔΕ έχει δημιουργήσει νέα ερωτήματα νομικής φύσης.

    Η κατάσταση γίνεται ακόμη πιο περίπλοκη για τις ξένες επιχειρήσεις που επιθυμούν να δραστηριοποιηθούν στην Ελλάδα. Το ψηφιακό compliance δεν αποτελεί απλώς ένα λειτουργικό βήμα, αλλά έναν φραγμό εισόδου. Μια πολυεθνική που λειτουργεί σε πολλές χώρες της ΕΕ ενδέχεται να εκπλαγεί από το επίπεδο λεπτομέρειας και τον όγκο των απαιτήσεων στην Ελλάδα – και όχι θετικά. Σε αντίθεση με άλλες ευρωπαϊκές χώρες όπου οι λογιστικές υποχρεώσεις είναι περισσότερο βασισμένες σε ετήσια ή τριμηνιαία reporting, στην Ελλάδα έχουμε σχεδόν real-time παρακολούθηση τιμολογίων, αποστολών και πληρωμών.

    Ένα χαρακτηριστικό παράδειγμα είναι μια πολυεθνική εταιρεία logistics με έδρα την Ολλανδία, η οποία επιχείρησε να ανοίξει υποκατάστημα στην Ελλάδα. Η εταιρεία χρησιμοποιεί ενιαίο ERP σύστημα για όλο τον ευρωπαϊκό της δίκτυο. Ωστόσο, διαπίστωσε ότι η υποχρέωση έκδοσης ψηφιακού δελτίου αποστολής μέσω της πλατφόρμας της ΑΑΔΕ δεν μπορούσε να καλυφθεί χωρίς επιπλέον ανάπτυξη custom interface, με κόστος δεκάδων χιλιάδων ευρώ. Το project τελικά "πάγωσε" και η εταιρεία επέλεξε να καλύπτει τις ελληνικές μεταφορές μέσω τρίτων συνεργατών.

    Οι συνέπειες είναι ορατές: αρκετές ξένες εταιρείες είτε αποφεύγουν την εγκατάσταση μόνιμης παρουσίας στην Ελλάδα, είτε αναγκάζονται να προσλάβουν τοπικούς φορολογικούς αντιπροσώπους και να δημιουργήσουν εξωτερικές δομές αποκλειστικά για την κάλυψη των συμμορφώσεων – με δυσανάλογο κόστος σε σχέση με το μέγεθος της δραστηριότητας. Ακόμα και εγχώριες επιχειρήσεις με εξαγωγικό προσανατολισμό ή θυγατρικές στο εξωτερικό δυσκολεύονται να εναρμονίσουν τα ελληνικά συστήματα με διεθνή ERPs και πρακτικές.

    Σε πρόσφατη έκθεση του Ελληνογερμανικού Εμπορικού και Βιομηχανικού Επιμελητηρίου (Μάρτιος 2024), επισημάνθηκε ότι το κόστος έναρξης και λειτουργίας θυγατρικής στην Ελλάδα είναι έως και 40% υψηλότερο λόγω των ψηφιακών απαιτήσεων συμμόρφωσης, συγκριτικά με άλλες χώρες της Νότιας Ευρώπης. Η έκθεση υπογράμμιζε ότι αν και η ψηφιακή πρόοδος είναι αναγκαία, η ταχύτητα και πολυπλοκότητα εφαρμογής της στην Ελλάδα δημιουργεί σημαντικά εμπόδια εισόδου για νέες επενδύσεις.

    Δεν τίθεται αμφιβολία ότι η ψηφιοποίηση είναι μονόδρομος. Οι προθέσεις είναι ορθές, το αποτέλεσμα όμως έχει δημιουργήσει ένα περιβάλλον που αντί να διευκολύνει την επιχειρηματικότητα, συχνά την επιβαρύνει. Η πολιτεία οφείλει να σταθμίσει όχι μόνο τα φορολογικά έσοδα αλλά και το κόστος συμμόρφωσης των επιχειρήσεων. Η υιοθέτηση περισσότερων εργαλείων αυτοματισμού, η ενίσχυση της διαλειτουργικότητας των συστημάτων, αλλά και η δημιουργία ενιαίων ευρωπαϊκών προτύπων, θα μπορούσαν να συμβάλλουν σε ένα πραγματικά φιλικότερο πλαίσιο.

    Το ζητούμενο δεν είναι να επιστρέψουμε στο χαρτί και τη σφραγίδα. Είναι όμως κρίσιμο να αναγνωρίσουμε ότι η νέα εποχή του compliance δεν είναι ούτε ουδέτερη ούτε ανέξοδη – και πως η προσέλκυση επενδύσεων και η ενίσχυση της επιχειρηματικότητας περνούν πλέον και από την απλοποίηση του ψηφιακού περιβάλλοντος.

    * Ο Νίκος Σιακαντάρης είναι Managing Partner της Andersen Greece

    ΣΑΣ ΑΡΕΣΕ ΤΟ ΑΡΘΡΟ;

    ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ