00:04 09/09
Τα Πάντα Όλα ή Βάλτε τώρα που γυρίζει
Χάος, χάσμα και χυλός: τα τρία Χαρακτηριστικά του σύγχρονου έλληνα.
Καταλυτική αδυναμία του σύγχρονου ανθρώπου το άγχος. Καταλυτικός παράγοντας του άγχους, ο χρόνος που περνά. Θα προλάβουμε να κάνουμε όσα θέλουμε; Θα προλάβουμε να κάνουμε όσα πρέπει; Και από τι εξαρτώνται τα "πρέπει"; Ποιο είναι το όριο μεταξύ "πρέπει" και "θέλω"; Κι αν περάσει ο χρόνος και δεν κάνουμε αυτά που "πρέπει";
Δεν υπάρχει άνθρωπος που να μην ευχήθηκε μία φορά έστω στη ζωή του να γύριζε ο χρόνος πίσω. Δεν υπάρχει άνθρωπος που να μην ευχήθηκε κάποια στιγμή να είχε περισσότερο χρόνο στη διάθεσή του. Από όλους τους πόρους, ο χρόνος είναι ο πιο πολύτιμος, ο πιο αναντικατάστατος, ο πιο εύκολος να χαθεί.
Ο Αϊνστάιν μας είπε ότι όσο η ταχύτητά μας πλησιάζει την ταχύτητα του φωτός, τόσο πιο αργά περνάει ο χρόνος. Όμως, όσο ένα υλικό σώμα πλησιάζει την ταχύτητα του φωτός, τόσο αυξάνεται η μάζα του, η οποία στην ταχύτητα του φωτός θεωρητικά γίνεται άπειρη. Γι’ αυτό τα υλικά σώματα είναι αδύνατον να φθάσουν την ταχύτητα του φωτός και έτσι ούτε σταματά για αυτά ο χρόνος, ούτε "επιστρέφουν" στον χρόνο.
Άρρηκτα συνδεδεμένος με το φαινόμενο του χρόνου, ο θάνατος του ανθρώπου. Διότι κυρίως εξαιτίας του θανάτου έχουμε περιορισμένο χρόνο. Η κοσμοθεωρία καθενός για τον θάνατο επηρεάζει αποφασιστικά το πώς θα χρησιμοποιήσουμε τον χρόνο. Άλλος θεωρεί ότι προτεραιότητα έχει να περάσει καλά. Άλλος, να αφήσει παιδιά και εγγόνια. Άλλος, να φτιάξει περιουσία. Άλλος, υστεροφημία. Άλλος πιστεύει στη μετά θάνατον ζωή και ετοιμάζεται για αυτήν.
Υπάρχει μετά θάνατον ζωή; Σε έναν τοίχο γράφτηκε κάποτε υπό αγνώστου το αντίστροφο: "Υπάρχει ζωή ΠΡΙΝ τον θάνατο;". Η νοηματοδότηση της συμβατικής ζωής, της ζωής "πριν τον θάνατο" βασανίζει όλο και περισσότερο τον σύγχρονο άνθρωπο. Όσο διευκολύνεται η επιβίωση, τόσο περισσότερο δυσκολεύεται ο άνθρωπος να βρει το νόημα της ζωής.
Πριν πολλά χρόνια είχα διαβάσει τον εξής διάλογο μεταξύ ενός Δυτικοευρωπαίου και ενός Ινδού. Περπατούσαν οι δυο τους παρέα και συνάντησαν έναν ζητιάνο. Ο Δυτικοευρωπαίος του έδωσε ελεημοσύνη, ο Ινδός όχι. Ο Ινδός είπε τότε στον Ευρωπαίο: "Γιατί έδωσες χρήματα σε αυτόν τον άνθρωπο; Για να είναι τώρα ζητιάνος, άρα στην προηγούμενη ζωή του ήταν κακός άνθρωπος. Συνεπώς τώρα πρέπει να ζήσει φτωχός.".
Ιδού πώς επηρεάζει την ανθρώπινη συμπεριφορά η μεταφυσική προσδοκία. Ο Δυτικοευρωπαίος, έχοντας διαμορφώσει τη συνείδησή του από τη δυτική εκδοχή του Χριστιανισμού (καθολικισμό και προτεσταντισμό), θεωρεί ότι υπάρχει λίστα με "καλές πράξεις". Η ελεημοσύνη κατέχει κεντρική θέση στη λίστα, είτε ο Δυτικοευρωπαίος πιστεύει στον Θεό είτε όχι. Ο Ινδός αντίθετα, που πιστεύει στη μετενσάρκωση, έχει άλλου είδους συνειδησιακές προτεραιότητες.
Η ινδουιστική πίστη στη μετενσάρκωση είναι τυπική περίπτωση θρησκευτικής πίστης, στην οποία ο χρόνος σχετικοποιείται: Εάν πιστεύεις ότι θα ξαναζήσεις την ζωή σου, βλέπεις τα πάντα διαφορετικά. Ίσως έχεις δεύτερη ευκαιρία για όλα. Έχεις λιγότερη ηθική ευθύνη για τη "σημερινή" ζωή. Δεν φοβάσαι μια "κόλαση" ή έναν "παράδεισο" υπό τη δυτική εκδοχή της μετά θάνατον ζωής ως οριστική "τιμωρία" ή "ανταμοιβή", αντίστοιχα, για την επίγεια συμπεριφορά σου.
Τελείως διαφορετική είναι η ορθόδοξη θεώρηση της μετά θάνατον ζωής από την ως άνω δυτική, που πολλοί εσφαλμένα νομίζουμε και για ορθόδοξη. Η "κόλαση" στην Ορθοδοξία δεν είναι χώρος τιμωρίας, αλλά διαιώνιση του θανάτου χωρίς τα γήινα αγαθά, έτσι ώστε ο άνθρωπος να μην δύναται να ικανοποιήσει την αθανάτη ψυχή του, με όσα είχε μάθει να την ευχαριστούν όσο ζούσε. Ο δε θάνατος επετράπη από τον Θεό μετά την πτώση του Αδάμ όχι ως τιμωρία, αλλά "ἵνα μή τό κακόν ἀθάνατον γένηται". Με την Ανάσταση του Χριστού, όμως, ο άνθρωπος εισήλθε σε μια νέα μορφή ζωής, όπου το κακό δεν υπάρχει. Ο άνθρωπος ενώνεται με τον Χριστό και δι’ Αυτού μετέχει όχι σε ζωή "μετά τον θάνατο", αλλά σε ζωή "που νικά τον θάνατο". Το ερώτημα λοιπόν αν "υπάρχει ζωή πριν τον θάνατο" είναι το ορθό ερώτημα: Χρειάζεσαι ζωή τέτοια, που να νικά τον θάνατο. Έτσι, στο ερώτημα του τίτλου, η απάντηση είναι: Αν νικιέται ο θάνατος και ο άνθρωπος ανασταίνεται και ζει αιώνια, τότε δεν υπάρχει χρόνος. Δεν έχει νόημα ο χρόνος. Και καθώς με βάση τους Πατέρες της Εκκλησίας, η αναστάσιμη ζωή θα υπερβαίνει τους νόμους της φύσης, δεν θα δεσμεύεται από τους φυσικούς νόμους του Αϊνστάιν για τον χρόνο, αλλά ούτε και θα χρειάζεται τον χρόνο όπως τον γνωρίζουμε σήμερα.
Ασχέτως πάντως τι πιστεύει κανείς, η σχέση του ανθρώπου με τον χρόνο έχει άμεση σχέση με την προσωπική μεταφυσική του προσέγγιση. Αν ο άνθρωπος πιστεύει ότι όλα τελειώνουν εδώ, επιδιώκει να προλάβει να περάσει καλά, να κάνει όσα έχει προγραμματίσει, να πάει π.χ. τα ταξίδια που θέλει κλπ. Αν ο άνθρωπος πιστεύει ότι για τη ζωή του εδώ θα ανταμειφθεί ή θα τιμωρηθεί, τότε αναπτύσσει ηθικολογία, αναμεμειγμένη με τον πυρήνα του άγχους που κατεξοχήν εκδηλώνει ο σύγχρονος δυτικός άνθρωπος. Αν ο άνθρωπος πιστεύει ότι την καλύτερη θέση στην άλλη ζωή θα έχουν οι πολεμιστές του Αλλάχ, απλά γίνεται τζιχαντιστής. Αν πιστεύει στη μετενσάρκωση, η "σημερινή" του ζωή αποκτά μικρότερη σημασία. Και αν πιστεύει στην Ανάσταση και ότι η αληθινή ζωή δεν έχει τέλος, τότε προσπαθεί να γίνει μέτοχος της Αναστάσεως, να αποκτήσει το "περίσσευμα ζωής" που υποσχέθηκε ο Χριστός και νικά τον θάνατο ("ἐγὼ ἦλθον ἵνα ζωὴν ἔχωσι καὶ περισσὸν ἔχωσιν", Ιω, ι΄, 10).
Της Αναστάσεως όμως προηγείται η Σταύρωση. Η Σταύρωση είναι η επιτυχέστερη σχηματική αποτύπωση των βασάνων που περνά ο άνθρωπος σε αυτή τη ζωή. Πλήθος φιλοσοφικών και κοινωνικών συστημάτων αναπτύχθηκαν ανά τους αιώνες για να επιτευχθεί η ιδανική κοινωνία. Εις μάτην. Υπό οιοδήποτε σύστημα η ζωή του ανθρώπου συνέχισε να είναι διαρκές βασανιστήριο, με μικρά μόνον ευχάριστα διαλείμματα. Γιατί; Είναι αδύνατον να βρεθεί το τέλειο κοινωνικό και οικονομικό σύστημα έτσι ώστε ο άνθρωπος να ζει για πάντα ευτυχισμένος;
Η ιστορία έχει αποδείξει πως ναι, είναι αδύνατον. Από ορθόδοξης οπτικής, θα μπορούσε να πει κανείς ότι η αναζήτηση του ιδανικού σε αυτήν εδώ τη ζωή είναι κατά κάποιο τρόπο η αναζήτηση του χαμένου παραδείσου του Αδάμ. Αυτός ο παράδεισος όμως πάει, χάθηκε. Τον κατέστρεψε η ανθρώπινη κακία, η επιθυμία του ανθρώπου να γνωρίσει και να διαπράξει το κακό. Γι’ αυτό και ο αρχικός εκείνος παράδεισος δεν ξαναφτιάχνεται.
Φτιάχνεται όμως κάτι πολύ καλύτερο από εκείνον τον παράδεισο. Μια ζωή στην οποία το κακό θα το έχει σβήσει εντελώς ο άνθρωπος μέσα του με την ανιδιοτελή, αυτοθυσιαστική αγάπη της Σταύρωσης. Αγάπη που δεν έχει σκοπό να διορθώσει τους άλλους, ούτε "την κοινωνία", παρά μόνον ο άνθρωπος να διορθώνει αποκλειστικά τον εαυτό του. Το κακό πεθαίνει έτσι μέσα στον άνθρωπο. Θάνατος δεν θα χρειάζεται πια να υπάρχει και έτσι ο άνθρωπος ελευθερώνεται και μετέχει της αναστάσεως.
Μαζί με την κατάργηση του θανάτου δεν θα χρειάζεται να υπάρχει και χρόνος όπως τον γνωρίζουμε σήμερα, η αδυσώπητη αυτή, αμέτρως κοπιώδης και κατεξοχήν αγχωτική παράμετρος της ζωής μας. Διότι μόνον ως "άχρονη" μπορεί η "πραγματική" ζωή να είναι απολύτως ευτυχισμένη και γνησίως ξέγνοιαστη. Με την Ανάσταση νικιέται, μαζί με τον θάνατο, και ο χρόνος που περνά. Δεν μπορεί να νοηθεί διαφορετικά η Ανάσταση.
Χριστός ανέστη!
*Δ.Ν., Δικηγόρος