Συνεχης ενημερωση

    Τρίτη, 15-Απρ-2025 00:03

    Πώς η εξαγγελία "πάταξης" της φοροδιαφυγής ενισχύει τη φοροδιαφυγή

    • Εκτύπωση
    • Αποστολή με email
    • Προσθήκη στη λίστα ανάγνωσης
    • Μεγαλύτερο μέγεθος κειμένου
    • Μικρότερο μέγεθος κειμένου

    Του Γεωργίου Ι. Μάτσου

    Ήταν μόλις 28 Ιουνίου 2023, τρεις ημέρες μετά τη μεγαλειώδη δεύτερη εκλογική νίκη του Κυριάκου Μητσοτάκη, όταν μια φαινομενικά ανώδυνη δήλωση του Κ. Χατζηδάκη ως νέου, τότε, υπουργού Οικονομικών έδειχνε ότι η κυβέρνηση δεν επρόκειτο να διατηρήσει καλή σχέση με τον σκληρό πυρήνα των ψηφοφόρων της. Ήταν η δήλωση ότι προϋπόθεση για νέες μειώσεις φόρων θα ήταν η λεγόμενη "πάταξη" της φοροδιαφυγής.

    Το πόσο ισχυρή αποδείχθηκε εκείνη η πρώτη ένδειξη αποδείχθηκε περίτρανα στη συνέχεια, το απέδειξε το αποτέλεσμα των ευρωεκλογών και το αποδεικνύουν καθημερινά οι δημοσκοπήσεις.

    Γιατί όμως η φαινομενικά αθώα εκείνη εξαγγελία να αποτελούσε τόσο σημαντικό προάγγελο κακής πορείας; Κακής όχι μόνον για την πολιτική τύχη της κυβέρνησης, αλλά κυρίως για την οικονομία, που αδυνατεί να επιτύχει τους ρυθμούς ανάπτυξης που θα έπρεπε να φέρει το Ταμείο Ανάκαμψης. Κατά τον κ. Ντέκλαν Κοστέλο που γνωρίζει όσο ελάχιστοι τη χώρα μας, η ανάπτυξη θα έπρεπε να ανέρχεται στο 6% του ΑΕΠ ετησίως.

    Ο λόγος είναι ότι, εάν η φοροδιαφυγή αποτελεί αυτοτελή στόχο της οικονομικής πολιτικής, συμβαίνουν τα εξής αρνητικά στην οικονομική πολιτική:

    α) Η λεγόμενη "πάταξη" (ορθότερα: αντιμετώπιση) του φαινομένου αυτού ανάγεται σε εξαιρετική και άρα ανακοινώσιμη ενέργεια και όχι σε συνηθισμένη δραστηριότητα των φορολογικών υπηρεσιών.

    β) Τυχόν εξαγγελία της "πάταξης" μιας μορφής παραβατικότητας σημαίνει ότι αυτή έχει ξεφύγει από τα ειωθότα. Θα ήταν νοητό π.χ. να εξαγγελθεί "πάταξη του οργανωμένου εγκλήματος", εάν συμμορίες σκοτώνονται κάθε μέρα στους δρόμους. Αν όμως το πρόβλημα δεν είναι τέτοιας έντασης, τότε η εξαγγελία "πάταξης" σημαίνει ότι πιθανότατα κάποια άλλη, αφανής προτεραιότητα εξυπηρετείται. Διότι αν μια μορφή παραβατικότητας αντιμετωπίζεται με τα συνηθισμένα μέσα (όπως αποδεικνύει η μείωση του λεγόμενου "κενού ΦΠΑ" στην Ελλάδα στο ιστορικό χαμηλό του 13,7% για το 2022 από 29,1% το 2017), τότε η εξαγγελία δημιουργεί σοβαρές απορίες.

    γ) Ειδικά η Ελλάδα, που υποτίθεται ότι είχε μεγαλύτερο πρόβλημα φοροδιαφυγής από ό,τι άλλες οικονομίες, έκανε συγκεκριμένες και πολύ οργανωμένες μεταρρυθμίσεις για το ζήτημα αυτό υπό διεθνή εποπτεία την περίοδο των Μνημονίων. Όπως αποδεικνύει η προαναφερόμενη τεράστια μείωση του κενού ΦΠΑ, οι μεταρρυθμίσεις αυτές απέδιδαν. Η νέα εξαγγελία "πάταξης" της φοροδιαφυγής, πέραν του ότι δεν εξηγούσε τι δεν κάναμε καλά τη δεκαετία του 2010 με τις τόσες μεταρρυθμίσεις για τη φοροδιαφυγή, παραβίαζε και τον θεμελιώδη κανόνα του "don’t touch it, if it’s working".

    δ) Η ίδια η περίοδος των Μνημονίων θα έπρεπε να θυμίζει, ότι η τελευταία φορά που είχε διακηρυχθεί σε κυβερνητικό επίπεδο ως στόχος η "πάταξη" της φοροδιαφυγής, ήταν επί πρώτου Μνημονίου. Όλοι γνωρίζουμε όμως την κραυγαλέα αποτυχία της χώρας την περίοδο του πρώτου Μνημονίου. Σήμερα βλέπουμε για πρώτη φορά με την περίοδο των Μνημονίων ξενοίκιαστα καταστήματα επί μήνες σε κεντρικούς εμπορικούς δρόμους της Θεσσαλονίκης. Ζηλέψαμε άραγε εκείνη την περίοδο;

    ε) Επειδή η φοροδιαφυγή δεν αντιμετωπίζεται σε χρόνο ενός εκλογικού κύκλου, η κυβερνητική ανάγκη για επίδειξη έργου στο συγκεκριμένο τομέα θα συνίσταται σε σπασμωδικά μέτρα, συνήθως οριζόντιας απόδοσης, που μάλλον πλήττουν παρά ωφελούν τη φορολογική συνείδηση. Το βιώσαμε το 1986 με τα "τεκμήρια βιωσιμότητας", το 1994 με τα "αντικειμενικά κριτήρια", αλλά και το 2023 με το "ελάχιστο τεκμαιρόμενο εισόδημα". Το μόνο που κατάφεραν οι δύο πρώτοι θεσμοί ήταν να πλήξουν τη φορολογική συνείδηση. Το ίδιο συμβαίνει και τώρα, που οι επαγγελματίες κλείνουν μαζικά τα βιβλία τους και εξωθούνται στην ολική παραοικονομία – πιθανότατα τώρα πια και ως δικαιούχοι παχυλών εισοδημάτων.

    στ) Κυρίως: Η εξαγγελία "πάταξης" της φοροδιαφυγής συνήθως μεταφράζεται στην πράξη είτε με διώξεις κατά δικαίων και αδίκων, είτε με θέσπιση διαδικασιών που, στο όνομα της δήθεν "πάταξης" της φοροδιαφυγής θέτουν σημαντικά εμπόδια στην οικονομική δραστηριότητα. Αυτό συμβαίνει διότι όταν αναλαμβάνουν να κυβερνήσουν την οικονομία οι εφοριακοί (όπως συμβαίνει όταν τίθεται η φοροδιαφυγή ως κυβερνητική προτεραιότητα), αυτοί συνήθως αδιαφορούν για τις επιπτώσεις των νομοθετικών επιλογών τους επί της οικονομικής δραστηριότητας.

    Σχετικά με τα παραπάνω, θα ήθελα να αναφέρω και την προσωπική εμπειρία μου από συγκεκριμένες συνομιλίες με διάφορους ξένους επιχειρηματίες ή ειδικούς. Όλες αρκετά χρόνια πριν.

    Η πρώτη, με Αμερικανό επιχειρηματία, που μεταξύ άλλων πλεονεκτημάτων του να είσαι επιτηδευματίας στις ΗΠΑ, απαριθμούσε ότι "μπορεί να περνάς ως δαπάνη το φαγητό σου σε εστιατόρια". "Το φαγητό σου;", ρώτησα έκπληκτος. "Κάθε μέρα;". "Ναι, κάθε μέρα, έτσι κάνουμε". "Μα", επέμεινα, "αφού είναι προφανές ότι το καθημερινό φαγητό δεν αποτελεί επιχειρηματική δαπάνη". "Κοίτα", μου λέει, "σιγά μην καθίσει το IRS να μαλώνει μαζί σου για τα τιμολόγια του εστιατορίου. Έχει σημαντικότερα πράγματα να σου ψάξει, αν σου κάνει έλεγχο".

    Η δεύτερη, με ελβετική μητρική εταιρία που ζητούσε συγκεκριμένο λογιστικό χειρισμό σε θυγατρική της που δεν μπορούσε να γίνει στην Ελλάδα. Αδύνατον να πεισθούν ότι εδώ δεν γινόταν. "Μα επιτέλους, αφού σας το ζητάει η μητρική σας, γιατί επιμένετε να λέτε όχι", είπαν στο τέλος. "Μα… τι θα μας πει η ελληνική εφορία;", ανέφεραν οι Έλληνες λογιστές ως κατά τη γνώμη τους προφανούς ορθότητας ένσταση. "Η εφορία;", απάντησαν σχεδόν σκωπτικά οι Ελβετοί. "Φοβάστε την εφορία;". "Ε, ναι, εσείς δεν την φοβάστε, δεν σας ελέγχουν;", είπαν οι Έλληνες λογιστές. "Εμάς η τελευταία φορά που ήλθε σε εμάς φορολογικός έλεγχος ήταν το 1972", ήταν η απάντηση της μητρικής.

    Η τρίτη, με διακεκριμένο Γερμανό καθηγητή του φορολογικού δικαίου, ο οποίος ανέφερε προς τους προπτυχιακούς φοιτητές του Πανεπιστημίου του (με εμένα παρόντα στο ακροατήριό του) ότι "ο μέσος όρος ελέγχων μιας μικρομεσαίας επιχείρησης στη Γερμανία είναι, ένας έλεγχος ανά πενήντα χρόνια. Αυτό θα μπορούσαμε να το αποκαλέσουμε μέχρι και απαγορευμένη για το ευρωπαϊκό δίκαιο κρατική ενίσχυση". Αξίζει να σημειωθεί ότι το μάθημα λάμβανε χώρα την περίοδο των Μνημονίων.

    Τρεις δηλαδή από τις πιο προηγμένες οικονομικά και φορολογικά χώρες θεωρούν: α) ανάξιο λόγου να ασχολούνται με "πενταροδεκάρες", β) δεν έχουν την παραμικρή ανησυχία ότι η εφορία θα φέρει αντίρρηση στους λογιστικούς χειρισμούς τους, εφόσον βεβαίως δεν κρύβουν κάποια απάτη και γ) γνωρίζουν ότι η εφορία ενδέχεται να έλθει μεν κάποτε για έλεγχο, αλλά πολύ σπάνια.

    Εδώ αντιθέτως όχι: Θα ασχοληθούμε με πενταροδεκάρες. Θα πιστέψουμε ότι η φορολογική συμμόρφωση θα έλθει μέσα από "εντατικούς ελέγχους" που θα διώξουν επιχειρήσεις και επαγγελματίες είτε από τη χώρα, είτε από τη δηλωμένη οικονομία. Θα νομίσουμε ότι οι βαρύτατες διαδικασίες εξαναγκάζουν τους ανθρώπους να πληρώσουν φόρους και ότι χωρίς αυτές δεν θα λειτουργήσει τίποτε. Και λησμονούμε ότι υπάρχει ο τεράστιος χώρος της ολωσδιόλου αδήλωτης παραοικονομίας, τον οποίο καθόλου δεν αγγίζουν οι θεσμοθετημένες διαδικασίες, πολύ σπάνια αγγίζουν οι φορολογικοί έλεγχοι, ενώ εξίσου σπάνια επηρεάζονται από τα τεκμήρια.

    Ο καλύτερος τρόπος για να κάνεις κάποιον εγκληματία, είναι να τον αντιμετωπίσεις εξ υπαρχής ως εγκληματία. Αυτή είναι διαχρονικά η μεγαλύτερη αιτία της αδυναμίας καταπολέμησης της φοροδιαφυγής.

    Η δε βαθύτερη ρίζα της φοροδιαφυγής ευρίσκεται στην έλλειψη σεβασμού στο δημόσιο χρήμα εκ μέρους του ίδιου του κράτους και η σπατάλη του σε πελατειακές σχέσεις. Αυτού του χρήματος, που σε χώρες με ανεπτυγμένη φορολογική συνείδηση ονομάζεται "χρήματα των φορολογουμένων" και όχι χρήματα ενός απρόσωπου "δημοσίου" που ενδεχομένως διαθέτει και λεφτόδεντρο.

    Η κυβέρνηση αυτή θυσίασε για τα 223 εκατομμύρια ευρώ που βεβαιώθηκαν με το ελάχιστο τεκμαιρόμενο εισόδημα τη σχέση της με το εκλογικό της κοινό, αλλά και αυτή ακόμη την ομαλή πορεία αντιμετώπισης της φοροδιαφυγής που είχε σταθεροποιηθεί από τα ύστερα μνημονιακά χρόνια. Ας μην εκπλαγούμε αν το 2024 και το 2025 παρουσιαστεί υστέρηση στη μείωση του κενού ΦΠΑ ή ακόμη και αύξησή του.

    *Δ.Ν., Δικηγόρος

    ΣΑΣ ΑΡΕΣΕ ΤΟ ΑΡΘΡΟ;

    ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ