Συνεχης ενημερωση

    Τετάρτη, 23-Απρ-2025 00:03

    Η τεχνητή νοημοσύνη μέσα από το Tractatus του Wittgenstein

    • Εκτύπωση
    • Αποστολή με email
    • Προσθήκη στη λίστα ανάγνωσης
    • Μεγαλύτερο μέγεθος κειμένου
    • Μικρότερο μέγεθος κειμένου

    *Του Κώστα Τσερμενίδη

    Μια από τις αιτίες που μεγάλα γλωσσικά μοντέλα (Large Language Models – LLM) αποτελούν βασική μεθοδολογία εκπαίδευσης παραγωγικής Τεχνητής Νοημοσύνης (ΤΝ), είναι ότι η γλώσσα κωδικοποιεί με αποτελεσματικό τρόπο την ανθρώπινη γνώση και λογική. Συνεπώς, θα μπορούσαμε να πούμε πως η ΤΝ ακολουθεί κάποια ανθρωπομορφικά χαρακτηριστικά με σκοπό να γίνει χρήσιμη στην ανθρώπινη διάνοια. Στο βαθμό που η ανθρώπινη γλώσσα βελτιώνεται στην ακρίβεια της έκφρασης νοήματος, στον ίδιο βαθμό αυξάνονται και οι ικανότητες της ΤΝ που έχει αναπτυχθεί πάνω σε αυτή τη γλώσσα. Εδώ γίνεται επίκαιρο το έργο του Ludwig Wittgenstein, Tractatus (Logico-Philosophicus). 

    Το Tractatus αποτελεί μια θεμελιώδη προσπάθεια να καθοριστούν τα όρια του νοήματος μέσα από τη δομική συγκρότηση της γλώσσας. Το έργο εστιάζει στην ιδέα ότι η αξία της γλώσσας, έγκειται στην ικανότητά της να απεικονίσει την πραγματικότητα. Ο κόσμος, η πραγματικότητα, είναι ένα σύνολο γεγονότων, όχι πραγμάτων. Τα γεγονότα είναι οι υπάρχουσες καταστάσεις πραγμάτων, δηλαδή συνδυασμοί αντικειμένων, σχέσεις. Η γλώσσα, για να είναι ουσιαστικά έγκυρη, πρέπει να αναπαριστά αυτές τις δυνατές καταστάσεις πραγμάτων μέσω προτάσεων που έχουν την ίδια δομή με την πραγματικότητα που περιγράφουν. Η πρόταση, σύμφωνα με τον Wittgenstein, λειτουργεί ως "εικόνα" του κόσμου αντιστοιχώντας τα μέρη της με τα δομικά στοιχεία της κατάστασης των πραγμάτων που περιγράφει. Μια πρόταση έχει νόημα, όταν περιγράφει κάτι που είναι δυνατόν να ισχύει στον κόσμο, ακόμη κι αν τελικά δεν ισχύει. Δεν είναι δηλαδή το αληθές που καθορίζει την ύπαρξη νοήματος σε μια πρόταση, αλλά η δυνατότητα καθαυτή της διαπίστωσης αν είναι αληθής ή ψευδής. Ο έλεγχος της δυνατότητας αυτής, προϋποθέτει την ύπαρξη λογικής. 

    Οι σύνθετες προτάσεις προκύπτουν από λογικούς συνδυασμούς βασικών θεμελιωδών συστατικών στοιχείων της γλώσσας, τα οποία είναι ανεξάρτητα μεταξύ τους, δεν περιγράφουν σχέσεις και δεν επιδέχονται έλεγχο αλήθειας. Αντίθετα, οι σύνθετες προτάσεις, έχοντας λογική μορφή, περιγράφουν σχέσεις και γεγονότα (αληθή ή ψευδή). Οποιαδήποτε πρόταση δεν ακολουθεί λογική μορφή, είναι χωρίς νόημα, αφού η αλήθεια της δεν μπορεί να ελεγχθεί. 

    Το παραπάνω φιλοσοφικό σχήμα θα μπορούσε να προσφέρει μία μέθοδο καθοδήγησης της διαδικασίας εκμάθησης των LLMs φιλτράροντας κείμενα που πάσχουν νοήματος και συνεπώς, βελτιώνοντας τη λογική ικανότητα της ΤΝ. Τα LLMs δεν βασίζονται στον χειρισμό λογικών δομών, αλλά σε πιθανοτικά μοντέλα συνάφειας λέξεων. Δεν "κατανοούν" τον κόσμο, αλλά αναπαράγουν μορφές λόγου βάσει των σχέσεων λέξεων και συμφραζόμενων που προέκυψαν από το υλικό πάνω στο οποίο εκπαιδεύτηκαν. Συνεπώς, έχοντας αφιλτράριστα δεδομένα ως προς την ύπαρξη νοήματος, είναι δυνατό να συνθέτουν φράσεις που είναι φαινομενικά έγκυρες, αλλά δεν αναφέρονται σε κάποια κατάσταση πραγμάτων που θα μπορούσε να δειχθεί ως αληθής ή ψευδής. 

    Το πρόβλημα που περιγράφει το παρόν άρθρο, δεν είναι η δημιουργία προτάσεων οι οποίες συγκρινόμενες με την πραγματικότητα αποδεικνύονται ψευδείς. Το πρόβλημα αυτό, συναφές με το σύγχρονο φαινόμενο των fake news, έχει ήδη αναδειχθεί με τον όρο "AI hallucinations". Αυτό ευελπιστούμε πως με τον καιρό θα λυθεί μέσω βελτίωσης της αποτελεσματικότητας των μηχανισμών ελέγχου αλήθειας, σε διαφορετική περίπτωση τα αποτελέσματα της ΤΝ θα χάσουν την αξιοπιστία τους ακόμη και απέναντι στους πιο αφελείς. Το θέμα που περιγράφεται εδώ, είναι ίσως κάτι που θα έπρεπε να προβληματίσει σε προγενέστερη φάση, αλλά και σε επόμενο στάδιο εξέλιξης. Σε προγενέστερη φάση, διότι είναι αδύνατον να ελέγξεις την αλήθεια ή το ψεύδος μιας πρότασης, αν καταρχάς αυτή δεν έχει λογική δομή και νόημα. Σε επόμενο στάδιο, διότι όταν η ΤΝ αποκτήσει τη δυνατότητα να λαμβάνει ένα εύρος αποφάσεων μεγαλύτερης βαρύτητας, η ανάγκη ελέγχου των εσωτερικών διαδικασιών λήψης τους θα καταστεί επιτακτικότερη. Σε εκείνη την περίπτωση, παραγόμενες προτάσεις με νόημα, που έχουν τη δυνατότητα να διαψευσθούν, θα δείχνουν με πιο διαφανή τρόπο τη διαδικασία που δημιουργήθηκαν και θα μπορούν να αποδώσουν λογική συνοχή, ενισχύοντας την εμπιστοσύνη προς το αποτέλεσμα και αποτρέποντας μεταφυσικές προεκτάσεις. Κάτι αντίστοιχο είχε διατυπώσει και ο Καρλ Πόπερ περιγράφοντας τις προϋποθέσεις διαψευσιμότητας που μια θεωρία πρέπει να πληροί για να είναι έγκυρη. 

    Μια πρόταση όπως "Ο Αϊνστάιν έγραψε την Οδύσσεια", μπορεί να είναι ψευδής, αλλά περιέχει νόημα και μπορεί να ελεγχθεί. Αντίθετα, προτάσεις όπως "Ο Θεός είναι καλός", "Η αγάπη θα κερδίσει", "το μπλε είναι όμορφο", "ο πόλεμος είναι κακός", είναι άνευ νοήματος, διότι δεν μπορούν να αναλυθούν σε λογικές σχέσεις μεταξύ στοιχειωδών προτάσεων, οι οποίες να αναπαριστούν δυνατές καταστάσεις πραγμάτων. Εδώ, ο Wittgenstein έχει ήδη τοποθετηθεί: Τέτοια ζητήματα δεν μπορούν να αποτελέσουν αντικείμενο γλώσσας. Η ηθική, η αισθητική, το μυστικιστικό δεν μπορούν να διατυπωθούν σε προτάσεις με νόημα. Οτιδήποτε υπερβαίνει τα όρια της γλώσσας, μπορεί μόνο να δείχνεται, να υπονοείται, όχι να λέγεται. Αν δεν μπορούν καν οι άνθρωποι να διατυπώσουν νοηματικά τέτοια ζητήματα, πώς είναι δυνατόν να τα αναθέσουμε σε υπολογιστικά μοντέλα χωρίς συνείδηση, τα οποία έχουν εκπαιδευτεί σε ατελή λόγο; 

    Στο σημείο αυτό, μια αναφορά στον μεταγενέστερο Wittgenstein είναι αναγκαία. Όταν σκέφτηκα να γράψω κάτι με ΤΝ και Wittgenstein, κοίταξα αν υπάρχει ήδη κάτι σχετικό. Μου έκανε εντύπωση ότι το υλικό που εντόπισα μιλούσε για την επιρροή του μεταγενέστερου Wittgenstein στα πρώτα στάδια ανάπτυξης της ΤΝ. Ο λόγος έμφασης στην ώριμη φάση του Wittgenstein, ήταν ότι στο στάδιο αυτό, ο ίδιος εγκατέλειψε τη φορμαλιστική αυστηρότητα του Tractatus και ανέπτυξε τη θεωρία των γλωσσικών παιχνιδιών. Αυτό κρίθηκε μάλλον πιο συναφές με την ανάπτυξη της ΤΝ, στο πλαίσιο απόδοσης ενός πιο συναισθηματικού και μεταφυσικού προσώπου σε αυτήν, άρα και πιο ανθρώπινου. Παρόλα αυτά σήμερα, εν όψει της διαφαινόμενης ανάδειξής της σε βασικό παράγοντα της ανθρώπινης εξέλιξης, οφείλουμε να αναρωτηθούμε, τη θέλουμε έναν αποτελεσματικό υπηρέτη της ανθρώπινης διάνοιας, θεματοφύλακα της λογικής σε ένα ανθρώπινο ατελές περιβάλλον, ή μάλλον προσβλέπουμε στην επικράτησή της πάνω στο ανθρώπινο είδος, ως ενός νέου μοντέλου μηχανικού ανθρώπου, συνοδευόμενου όμως από τα παράλογα χαρακτηριστικά του; Στην πρώτη περίπτωση, είναι ίσως οι πρώτες, αυστηρές θέσεις του Tractatus που έχουν την πιο άμεση πρακτική αξία. 

    Η δυνατότητα από μέρους της ΤΝ λήψης αποφάσεων ή ακόμη και απλού δημόσιου σχολιασμού σε θέματα ηθικής, αισθητικής, θρησκείας, δικαιοσύνης, θα μπορούσε ίσως να διαχωριστεί με σαφήνεια από δυνατότητες επίλυσης σύνθετων, τεχνολογικών, ή επιστημονικών θεμάτων. ΤΝ όμως που στοχεύει σε υπηρεσίες τέχνης, αισθητικής, ψυχαγωγίας, πολιτισμού και ηθικής θα μπορούσε να εκπαιδεύεται σε κείμενα που διέπονται από τις αρχές του ύστερου Wittgenstein, αυτού των γλωσσικών παιχνιδιών. Παρόλα αυτά, αυτό που θα λείπει από τον άνθρωπο του μέλλοντος, δεν είναι ένας υπεράνθρωπος που θα κουβαλάει όλες τις ανθρώπινες ατέλειες. Είμαστε οι ίδιοι ήδη αρκετά συναισθηματικοί, με λατρεία προς το μεταφυσικό για να επιθυμούμε να κατασκευάσουμε και συναισθηματικές μηχανές. Ίσως θα ήταν καλύτερο, να διατηρήσουμε για αυτές τον ρόλο ενός θεματοφύλακα της λογικής.

    *Οικονομολόγος, PhD, PRM

    ΣΑΣ ΑΡΕΣΕ ΤΟ ΑΡΘΡΟ;

    ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ