Συνεχης ενημερωση

    Δευτέρα, 07-Απρ-2025 00:04

    Μισθοί και αγοραστική δύναμη

    • Εκτύπωση
    • Αποστολή με email
    • Προσθήκη στη λίστα ανάγνωσης
    • Μεγαλύτερο μέγεθος κειμένου
    • Μικρότερο μέγεθος κειμένου

    Του Παναγιώτη Ψαριανού

    Από 1ης Απριλίου, ο κατώτατος μικτός μισθός για τους εργαζόμενους χωρίς προϋπηρεσία στον ιδιωτικό τομέα αυξάνει από 830 σε 880 ευρώ, δηλαδή κατά 50 ευρώ ή 6%. Η αύξηση αυτή ανάλογα με τον πληθωρισμό, που κυμαίνεται γύρω στο 3%, φαίνεται μεγάλη, αφού είναι σχεδόν διπλάσια. Συνεπώς, θα πρέπει οι 575.684 εργαζόμενοι που τους αφορούν οι αυξήσεις αυτές να είναι απόλυτα ικανοποιημένοι. Το καθαρό ποσό που θα εισπράξουν θα ανέλθει στα 742,98 ευρώ, λόγω της αφαίρεσης των 117,66 ευρώ των ασφαλιστικών εισφορών και του Φ.Μ.Υ. των 19,36 ευρώ (δηλαδή του συνόλου των κρατήσεων των 137,02 ευρώ ή του 15,57%). 

    Βέβαια, οι βασικός μισθός των δημοσίων πολιτικών υπαλλήλων με τεχνολογική εκπαίδευση την ίδια χρονική περίοδο, θα είναι 1.137 ευρώ, δηλαδή μεγαλύτερος κατά 257 ευρώ ή 29,20% από αυτόν του ιδιωτικού τομέα. Αυτή η διαφορά μεταξύ των Ελλήνων εργαζομένων φαίνεται φυσιολογική, γι’ αυτό κανείς δεν αντιδρά ούτε προσφεύγει στο Συνταγματικό Δικαστήριο για κατάφωρη διάκριση των εργαζομένων (εδώ οι συνδικαλιστές κλείνουν τα μάτια ή τους διαφεύγει το θέμα). Ίσως γιατί συνηθίσαμε πια τις διακρίσεις αυτές, αφού και στην περίοδο που συνταράχθηκε συθέμελα η ελληνική οικονομία και μειώθηκε μέσα σε τέσσερα χρόνια κατά 25% το ΑΕΠ (πρωτοφανής κατάρρευση σε παγκόσμιο επίπεδο, εκτός των εμπόλεμων περιόδων), δεν απολύθηκε κανείς δημόσιος υπάλληλος, όταν από τον ιδιωτικό τομέα έχασαν τη δουλειά τους σχεδόν ένα εκατομμύριο άνθρωποι! Αυτό θα πει σύγχρονη Ελληνική Δημοκρατία. Παλιά είχαμε τη διάκριση: Αριστερός - Δεξιός. Τώρα η διάκριση αυτή περιορίστηκε, τουλάχιστον, στον τομέα της εργασίας και έγινε: Δημόσιος Υπάλληλος - Ιδιωτικός Υπάλληλος. Είναι κι αυτή μια πρόοδος στα πενήντα χρόνια που πέρασαν. 

    Όμως, εδώ θα άξιζε να προσέξουμε, ακόμα και στην κατηγορία των δημοσίων υπαλλήλων, το εξής παράδοξο, που εξηγεί πολλά: Ο μικτός μισθός, μετά από δέκα χρόνια προϋπηρεσίας, ανέρχεται στο ποσό των 1.327 ευρώ. Δηλαδή, μετά από δέκα χρόνια δουλειάς, η μισθολογική διαφορά είναι μόλις 190 ευρώ! Κι ακόμα, ο μισθός, μετά από δεκαπέντε χρόνια εργασίας, φτάνει στο ποσό των 1.492 ευρώ, μικτά παρακαλώ.  Αυτά και μόνο εξηγούν την παράλληλη, μα αναγκαστική εργασία των εκπαιδευτικών στα φροντιστήρια, μα και άλλων εργαζομένων αλλού, αφού ένας άνθρωπος 35 - 40 ετών είναι αδύνατο να ζήσει μ’ αυτά τα χρήματα και, βέβαια, δεν μπορεί ούτε να διανοηθεί να δημιουργήσει οικογένεια μέσα σ’ αυτές τις συνθήκες. Και, φυσικά, είναι κι αυτή μια απ’ τις πολλές αιτίες που μειώνεται ο πληθυσμός της χώρας μας και χάνεται μια ολόκληρη πόλη των 55.000 ατόμων κάθε χρόνο. 

    Επιπλέον, θα πρέπει να επισημάνουμε, ότι οι αυξήσεις των βασικών ειδών διατροφής υπερβαίνουν κατά πολύ τις αυξήσεις των μισθών (αφού αυτές πλησιάζουν το 35% τα τελευταία δυο χρόνια) και των ενοικίων, αλλά και των τιμών αγοράς κατοικιών, που έχουν εκτιναχτεί στα ύψη, καθιστώντας, ουσιαστικά, αδύνατη την απόκτηση κατοικίας, ακόμα κι από ένα ζευγάρι εργαζόμενων.

    Οπότε τίθεται το θέμα της πραγματικής μισθολογικής αύξησης και της δυνατότητας των πολιτών να διαβιώνουν μέσα σε πραγματικά δύσκολες συνθήκες. Οι αρμόδιοι παραμένουν μόνο στην ονομαστική αύξηση των μισθών, που πράγματι υπερβαίνει εκείνη των χωρών της Ε.Ε, όμως δεν γίνεται καθόλου λόγος για την αγοραστική δύναμη των μισθών στην Ελλάδα, που είναι σε δραματικά επίπεδα, αφού ούτε η Επιτροπή Ανταγωνισμού επεμβαίνει (λόγω οργανωτικής και λειτουργικής αδυναμίας), πλην ελαχίστων περιπτώσεων, ούτε η κυβέρνηση, αλλά ούτε και η Τράπεζα της Ελλάδος, όταν τα κέρδη των τραπεζών είναι πρωτοφανή και ίσως τα υψηλότερα του κόσμου, αφού το Μικτό Κέρδος της εμπορίας χρήματος είναι 1.000%, περίπου, ή και μεγαλύτερο, αν υπολογίσουμε ότι τα επιτόκια καταθέσεων είναι γύρω στο 0,55% και εκείνα των δανείων κυμαίνονται στο 5% ή και περισσότερο. 

    Είναι σημαντικό, ότι από 1/1/25 μειώθηκαν κατά μία μονάδα οι ασφαλιστικές εισφορές, αλλά η μείωση αυτή σήμαινε καθαρά 3,5 ευρώ για το βασικό μισθό των 830 ευρώ και 6 ευρώ για το μισθό των 1.500 ευρώ, οπότε επιβάλλεται η βαθμιαία και η περαιτέρω μείωσή τους.

    Συμπληρωματικά με τα προαναφερόμενα, θα είχε ενδιαφέρον να παραθέσουμε κάποια στοιχεία που δείχνουν την αγοραστική δύναμη και τις διαφορές των μισθών μεταξύ των άλλων κρατών της Ε.Ε.

    Σύμφωνα με την Έκθεση του Ινστιτούτου Εργασίας (ΙΝΕ) της ΓΣΕΕ, στη χώρα μας, το 2023 το μέσο ετήσιο εισόδημα από μισθούς ήταν 17.013 ευρώ, (τρίτη χαμηλότερη θέση μεταξύ των 26 χωρών μελών της Ε.Ε.) και σε όρους αγοραστικής δύναμης ήταν 21.004 ευρώ, (το χαμηλότερο ποσό της Ε.Ε.).

    Επίσης, σύμφωνα με την ίδια Έκθεση, το 2023 το στεγαστικό κόστος υπερέβαινε το 40% του διαθέσιμου εισοδήματος του 28,5% του πληθυσμού, το υψηλότερο μεταξύ των χωρών μελών της Ε.Ε. Ενώ στα μονοπρόσωπα νοικοκυριά, ανερχόταν στο 50,4%, το υψηλότερο μεταξύ των χωρών μελών της Ε.Ε., υπερβαίνοντας κατά 19,7 ποσοστιαίες μονάδες του αντίστοιχου μ.ο. της Ε.Ε. 

    Οι διαφορές αυτές είναι τεράστιες και η θέση της χώρας μας - όπως και σε άλλους τομείς, όπως της ανταγωνιστικότητας, της παραγωγικότητας, αλλά και της παιδείας - βρίσκεται στα τελευταία κλιμάκια. Επιβάλλεται, λοιπόν, οι αρμόδιοι να κοιτάξουν το πρόβλημα των αμοιβών σε βάθος και να λάβουν τα απαραίτητα διαρθρωτικά μέτρα, που χρειάζονται τόλμη και γενναιότητα, μα και πολιτική συνείδηση του χρέους τους απέναντι στους πολίτες, αντί να χορηγούν διαρκώς κουπόνια και επιδόματα, που λόγω της τεράστιας φοροδιαφυγής και της αλλοίωσης των στοιχείων σχετικά με το ύψος των εισοδημάτων, πολλά απ’ αυτά δίνονται καταχρηστικά. 

    Η χώρα μας έχει μετατραπεί σε χώρα επιδομάτων και σπαταλιούνται άσκοπα πόροι που θα μπορούσαν να είναι παραγωγικοί. Ουδέποτε υπήρξε παρόμοια έλλειψη επιδότησης των υγιών δράσεων και επενδύσεων των επιχειρήσεων, όπως τώρα, αν και εισέρρευσαν και εισρέουν πρωτοφανή ποσά από το Ταμείο Ανάκαμψης και το ΕΣΠΑ. Και είναι η πρώτη φορά που τα ποσά αυτά εξαφανίζονται μόλις εισπραχθούν (γνωστή τακτική του κράτους με τις καταθέσεις στην ΤτΕ κ.λπ.). Πάντα υπήρχαν ανοιχτές προσκλήσεις για δημόσια έργα, που περίμεναν τις προτάσεις των δημόσιων Οργανισμών. Σήμερα, μόνο το 25% των πόρων αυτών διοχετεύονται στις επιχειρήσεις του ιδιωτικού τομέα, σύμφωνα και με την ομολογία του διοικητή της ΤτΕ. Κι από τα λίγα αυτά ποσά που διατίθενται για την ανάπτυξη, τα πιο πολλά τα καρπούνται οι ημέτεροι. Ελλάδα! 

    *Ο κ. Παναγιώτης Ψαριανός είναι Managing Director - CEO της ΓΡΑΦΕΙΟ ΨΑΡΙΑΝΟΥ ΑΕ ΕΤΑΙΡΙΑ ΦΟΡΟΛΟΓΙΚΩΝ ΚΑΙ ΣΥΜΒΟΥΛΕΥΤΙΚΩΝ ΥΠΗΡΕΣΙΩΝ

    ΣΑΣ ΑΡΕΣΕ ΤΟ ΑΡΘΡΟ;

    ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ