Συνεχης ενημερωση

    Τετάρτη, 12-Μαρ-2025 00:05

    Πίσω στα βασικά του Πολιτεύματος και το "αναδευτήρι" του ανασχηματισμού

    • Εκτύπωση
    • Αποστολή με email
    • Προσθήκη στη λίστα ανάγνωσης
    • Μεγαλύτερο μέγεθος κειμένου
    • Μικρότερο μέγεθος κειμένου

    Του Νίκου Κασκαβέλη

    Στον αστερισμό ταραγμένων εποχών, στο εσωτερικό μα και στο εξωτερικό (γι’ αυτό, το ενδιαφέρον μας δυστυχώς εξαντλείται προσώρας σε καθαρά θεωρητικό επίπεδο και μόνο μεταξύ μιας μικρής "ελίτ" διανοούμενων), η πολιτική ζωή βιώνει κλυδωνισμούς. Η σταθερότητα που γνωρίσαμε για σειρά ετών, με μια παγιωμένη εικόνα όσον αφορά στους συσχετισμούς και μια συγκεκριμένη ροή γεγονότων, αμφισβητείται. Καταλύτης φυσικά, η τραγωδία των Τεμπών και όλα όσα την περιβάλλουν. Ένα γεγονός αναμφίβολης σημασίας, που έχει πληγώσει τη χώρα ως σύνολο, αποτελώντας πλέον ένα ανοικτό τραύμα, το οποίο όμως, παραδόξως ίσως, προκαλεί πολιτικές αναταράξεις ετεροχρονισμένα. 

    Γιατί το ίδιο το γεγονός, η σύγκρουση δύο τρένων που από σειρά λαθών και παραλείψεων (ακόμα αναζητούμε τη συνολική αλυσίδα, ώστε να αποδοθούν ορθώς οι πράξεις και η ενοχή γι’ αυτές) βρέθηκαν στην ίδια γραμμή, συνέβη πριν από δύο χρόνια. Τότε, υπό το σοκ ίσως του ίδιου του γεγονότος, όπως και σε άλλα γεγονότα τραγικού χαρακτήρα εδώ και αλλού, οι αντιδράσεις ήταν σχετικά περιορισμένες. Η χώρα μάλιστα οδηγήθηκε σε εκλογές, οι οποίες έδωσαν συγκεκριμένα αποτελέσματα και εντολή. Βάση αυτής της εντολής διαμορφώθηκαν οι κοινοβουλευτικοί συσχετισμοί και προχωρούμε έκτοτε. Με βάση λοιπόν συγκεκριμένες εξελίξεις αλλά και πρωτοβουλίες που μπορούν να αποδοθούν σε πρόσωπα και πατώντας προφανώς σε ένα υπαρκτό κοινωνικό υπόβαθρο, το θέμα, από υπαρκτό μεν, αλλά σε δευτερεύουσα θέση στην επικαιρότητα, κατέστη το απολύτως πρωτεύον και μάλιστα εκτοπίζοντας για μήνες κάθε άλλη συζήτηση. 

    Όσοι μάλιστα είχαν προεξοφλήσει ή ακόμα και επενδύσει στην τελεσιδικία του, βρέθηκαν προ εκπλήξεως και απ’ ό,τι προέκυψε και απροετοίμαστοι. Δεν θα μπούμε εδώ στις όποιες λεπτομέρειες έχουν ανακύψει και βρίσκονται υπό διαρκή δημόσια αντιπαράθεση, αλλά κυρίως υπό δικαστική έρευνα. Δεν έχουμε άλλωστε το τεκμήριο της ειδικής γνώσης ή της αρμοδιότητας για να αποφανθούμε για παρόμοια ζητήματα. Όσοι σπεύδουν να το κάνουν κι ενώ οι επίσημες διαδικασίες είναι ακόμα σε εξέλιξη, προφανώς κρίνουν διαφορετικά ή διαθέτουν άλλες ιδιότητες που το επιτρέπουν. Όλοι φυσικά δικαιούνται να θέτουν ερωτήματα, να έχουν απαιτήσεις από το Κράτος και να πιέζουν για απαντήσεις. Για Αλήθεια και Δικαιοσύνη. Με αυτό το αίτημα, κάθε νουνεχής και δημοκράτης πολίτης, προφανώς και συντάσσεται. 

    Μακριά λοιπόν από οποιαδήποτε "εργαλειοποίηση" ενός τέτοιου ζητήματος, που αφενός είναι βαθιά ανθρώπινο και αφετέρου αγγίζει τον πυρήνα της ορθής λειτουργίας του Κράτους και των θεσμών του, συντασσόμαστε κι εμείς στο αίτημα για πλήρη διαλεύκανση του συγκεκριμένου, αλλά και εξασφάλιση πως κάτι παρόμοιο δεν θα επαναληφθεί, τουλάχιστον όσο αφορά σε συστημικές και δομικές αδυναμίες του κρατικού μηχανισμού. Γιατί, ατυχήματα και τραγωδίες, σε έναν κόσμο δομημένο από ανθρώπους, ίσως είναι ουτοπία να θεωρήσει κάποιος πως γίνεται να μηδενιστούν. Αλλά, επειδή αλλού λόγω της ιδιαίτερης φόρτισης και αλλού λόγω ακριβώς της πολιτικής εκμετάλλευσης από συγκεκριμένες πλευρές αυτής της τραγωδίας, ακούστηκαν πολλά και τελικά επικίνδυνα, καλό είναι να ξεκαθαρίζονται οι έννοιες. 

    Σε ζητήματα πολιτειακά και θεσμικά, δεν είναι αυτονόητο πως υπάρχει πλήρης γνώση, σε επίπεδο κοινωνίας. Και γι’ αυτό, ιδίως σε στιγμές έντασης, βρίσκουν πρόσφορο έδαφος διάφορες παρα-θεωρίες ή ακραίες ερμηνείες, που ελάχιστη ή καμία σχέση έχουν με το θεσμικό και νομικό μας οικοδόμημα. Το είδαμε και σε παλαιότερες εποχές, στη μεγάλη οικονομική κρίση, με τις διάφορες θεωρίες που κυκλοφορούσαν τότε (με αρκετά μαζική απήχηση), όπως για το "επονείδιστο χρέος", για τις "παράνομες συμφωνίες" (στις οποίες όλοι προσχώρησαν τελικά) και άλλα παρόμοια. Συγκυριακά, όσοι τα διακινούσαν (πρόσωπα που ίσως έχουμε ακόμα και ξεχάσει) απέκτησαν τη σχετική τους δημοσιότητα και αναγνωρισιμότητα, επευφημήθηκαν από πολλούς, ακόμα και ανέλαβαν αξιώματα. Τελικά όμως, πλην εξαιρέσεων, επέστρεψαν σε πιο…περιθωριακές δραστηριότητες. 

    Σήμερα, κάτι που υποστηρίζεται, ακόμα και από θεωρούμενα ως σοβαρά κόμματα και πρόσωπα, είναι διάφορες καινοφανείς θεωρίες περί νομιμοποίησης της (εκάστοτε) Κυβέρνησης. Έτσι, ακούσαμε περί της λαϊκής νομιμοποίησης που έχει χαθεί λόγω της ύπαρξης ογκωδών είναι η αλήθεια διαδηλώσεων. Κάποιοι μάλιστα, στην τεκμηρίωση του ισχυρισμού αυτού, μέσα στη Βουλή, επικαλέστηκαν έως και το Σύνταγμα, και το άρθρο 1 περί λαϊκής κυριαρχίας. Μα φυσικά, πάνω σε αυτό το άρθρο και την έννοια είναι δομημένο όλο το οικοδόμημα. Μόνο που η λαϊκή αυτή κυριαρχία, έχει ένα συντεταγμένο και αυστηρά ορισμένο τρόπο που εκφράζεται και μετριέται. Από ποιον έχει αυτό οριστεί; Μα, από το ίδιο το Σύνταγμα. Τον υψηλότερο δηλαδή Νόμο, που έχει συντάξει η Πολιτεία και κοινωνία μας, ώστε να βασίζεται πάνω του σε μακρόχρονο ορίζοντα. Πέραν της συγκυρίας. Κι αυτή ακριβώς είναι η αξία του. Πάνω σε αυτό βασίζουμε όλες μας τις ελευθερίες και την προστασία τους και την εύρυθμη λειτουργία του Πολιτεύματος, ώστε αυτό να μην καταστεί τυραννία. 

    Έτσι λοιπόν, τη λαϊκή κυριαρχία δεν την ερμηνεύει ο οποιοσδήποτε τρίτος με το "μάτι". Επειδή έτσι του φάνηκε. Ούτε ερμηνεύοντας αυθαίρετα τη βούληση του λαού, που δημοκρατικά τυχόν διαδηλώνει, για ποικίλα αιτήματα. Η λαϊκή κυριαρχία, εκφράζεται επίσημα δια των οργανωμένων εκλογών, που και πάλι σύμφωνα με το Σύνταγμα, γίνονται κάθε τέσσερα χρόνια (άρθρο 53). Ο λαός εκφράζεται, δίνει την κυρίαρχη εντολή του και αυτή ισχύει για τέσσερα χρόνια. Γι’ αυτό και είναι τόσο σημαντική η συμμετοχή μας στη διαδικασία. Από εκεί και μετά, η νομιμοποίηση μπορεί να απωλεσθεί, μόνο εφόσον, στο πλαίσιο του Κοινοβουλευτισμού, που έχουμε επιλέξει, η Κυβέρνηση χάσει την εμπιστοσύνη της Βουλής. Αν αυτό δεν συμβαίνει, η πτώση της εκάστοτε Κυβέρνησης με άλλο τρόπο, θα συνιστούσε εκτροπή. Έτσι λοιπόν, η όποια έννοια "δυσαρμονίας" της βούλησης του λαού με την όποια κοινοβουλευτική-κυβερνητική πραγματικότητα, δεν υφίσταται πλέον, με την έννοια πως μπορεί μόνο να διαπιστωθεί εάν η Βουλή καταψηφίσει. 

    Παλαιότερα, στο Σύνταγμα του 1974, ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας μπορούσε να εκτιμήσει μια τέτοια "δυσαρμονία" και να διαλύσει τη Βουλή. Ήταν μια "υπερεξουσία" του Προέδρου που δεν ασκήθηκε ποτέ και έπαψε να ισχύει, ορθώς, στην αναθεώρηση του 1986. Επομένως, κανένα μεμονωμένο πρόσωπο δεν μπορεί να ζητήσει την πτώση εκλεγμένης Κυβέρνησης, πλην μόνο με την ανωτέρω διαδικασία, ακόμα και αν υπάρχουν ενδείξεις πως οι συσχετισμοί έχουν μεταβληθεί. Αυτό πάντα συμβαίνει σε μια περίοδο και μετράται ξανά επίσημα, στην επόμενη εκλογική διαδικασία που θα δώσει τη νέα εντολή. Τα ανωτέρω δεν συνιστούν ερμηνεία, αλλά απλή καταγραφή του ισχύοντος πλαισίου του Πολιτεύματός μας. 

    Από εκεί και μετά, σε περιόδους έντασης ή ακόμα και αίσθησης πως οι εξελίξεις έχουν "βαλτώσει", οι Κυβερνήσεις και δη οι Πρωθυπουργοί, διαθέτουν μέσα, προκειμένου να αλλάξουν κάπως τη ροή των εξελίξεων. Ένα παραδοσιακό εργαλείο είναι και ο ανασχηματισμός. Ένα εργαλείο που αγαπούν τα Μέσα Ενημέρωσης, για όλο το παρασκήνιο που κουβαλά, και που σε πολλές περιστάσεις έχει αποδειχθεί υπερεκτιμημένο. Γιατί ακριβώς, συχνά μεγιστοποιεί τις προσδοκίες σε τέτοιο βαθμό, ώστε το πραγματικό αποτέλεσμα, από πρόσωπα ήδη γνωστά, να είναι πάντα χαμηλότερο εκείνων. Ίσως αποτελεσματικότερη μέθοδος θα ήταν η ουσιαστική προσήλωση στις πολιτικές και στην αποτελεσματικότητά τους. Στην πραγματική αντιμετώπιση των καθημερινών προβλημάτων, στην πρόοδο συστημάτων και διαδικασιών και στην ανακούφιση των πολιτών από την πληθώρα βαρών. Και τα πρόσωπα όμως έχουν την αποδεδειγμένη σημασία τους, τόσο πρακτικά, όσο και σε επίπεδο συμβολισμών. 

    Ο επικείμενος ανασχηματισμός, είναι μια ουσιαστική ευκαιρία, για να δώσει το πολιτικό της στίγμα η Κυβέρνηση, βασικά και ως αντίδραση στα πιεστικά αιτήματα της κοινωνίας, που ακόμα δεν έχουν βρει άλλον κυρίαρχο δυνητικό αποδέκτη. Με τις κινήσεις που θα γίνουν, την τόλμη και την ευρύτητά τους, τους συμβολισμούς, τις κοινωνικές δυνάμεις που θα εκφράσουν ή θα απευθυνθούν, θα φανεί, χωρίς περίοδο χάριτος, αν η κατάσταση μπορεί να επανέλθει σε μια σχετική κανονικότητα, ή αν η πορεία μας προς αχαρτογράφητα νερά ή την κινούμενη άμμο της ασυνεννοησίας, είναι χωρίς επιστροφή. 

    *Δικηγόρος (ΜΔΕ, ΜSc)

    ΣΑΣ ΑΡΕΣΕ ΤΟ ΑΡΘΡΟ;

    ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ