Συνεχης ενημερωση

    Πέμπτη, 06-Μαρ-2025 00:02

    Μετα-Πολίτευση

    • Εκτύπωση
    • Αποστολή με email
    • Προσθήκη στη λίστα ανάγνωσης
    • Μεγαλύτερο μέγεθος κειμένου
    • Μικρότερο μέγεθος κειμένου

    Του Γεωργίου Ι. Μάτσου*

    Αν τα Συντάγματα αναπτύχθηκαν στη Δυτική Ευρώπη για να τεθεί φρένο στην αυθαιρεσία της απόλυτης μοναρχίας, το σημερινό Σύνταγμα πρέπει να προστατεύει τους πολίτες από τον σημερινό απόλυτο άρχοντα: Το πολιτικό σύστημα.

    Η σύγχρονη κρίση εμπιστοσύνης προς μια Δικαιοσύνη, η ηγεσία της οποίας διορίζεται από το πολιτικό σύστημα, αποτελεί την κορυφή μόνον του παγόβουνου. Η ορατή και αόρατη σύγκλιση των πολιτικών δυνάμεων, ακόμη και των πρώην αντισυστημικών δυνάμεων της δεκαετίας του 2010, άφησε μεγάλο κενό εκπροσώπησης, τόσο των συμπολιτευομένων, όσο και των αντιπολιτευομένων πολιτών. Λίγοι μόνον ψηφοφόροι των υφισταμένων κομμάτων είναι ικανοποιημένοι με αυτά. Σχεδόν όλοι θα ήθελαν κάτι καλύτερο. Το έλλειμμα εκπροσώπησης αφορά συνεπώς το σύνολο των πολιτών και του πολιτικού συστήματος.

    Το ότι κανένας σήμερα δεν ζητά "έναν συνταγματάρχη" να "σώσει το έθνος", συνιστά μεν θεσμική και κοινωνική πρόοδο. Όμως δεν επιλύει το έλλειμμα εκπροσώπησης ως πρόβλημα πολιτειακό, πρόβλημα δημοκρατίας.

    Η μεταπολίτευση του 1974 λειτούργησε με δύο τρόπους. Πρώτον, αποστέρησε τον στρατό από κάθε πολιτικό ρόλο. Δεύτερον αποστέρησε το πολιτικό σύστημα από τον "διαιτητή" του, το Παλάτι, που απώλεσε τον ρόλο του, όχι μόνον διότι δεν έπαιζε "50-50" το πολιτικό παιχνίδι, αλλά ήταν και φορέας βλαπτικών ξένων επιρροών σε πολλά στάδια της σύγχρονης ιστορίας.

    Το πολιτικό σύστημα όμως "σπατάλησε" άδοξα τον απογαλακτισμό του από τον στρατό και τα Ανάκτορα. Μαζικοποίησε και εμβάθυνε τις πελατειακές δομές, ενώ δεν μετουσίωσε την απαλλαγή από τα Ανάκτορα σε γνήσια εθνική ανεξαρτησία. Το πρώιμο ΠΑΣΟΚ τού "η Ελλάδα ανήκει στους Έλληνες" είχε αντιληφθεί τη σημασία του αιτήματος ουσιαστικής ανεξαρτησίας, όμως το εκφύλισε εξαρχής, μη κατανοώντας ότι μπορούσε να υλοποιηθεί και μέσα στους ευρωπαϊκούς θεσμούς. Έκτοτε δεν αναδιατυπώθηκε το αίτημα ανεξαρτησίας του 1974, αν και βιώσαμε ταπεινώσεις εξάρτησης, στα όρια της δουλικότητας.

    Η ανάδειξη της Ελλάδας σε αυθύπαρκτο διεθνές πολιτικό υποκείμενο συναρτάται όμως άμεσα με την απόσειση των πελατειακών σχέσεων: Διότι το ζητούμενο είναι, οι πολιτικοί που βρίσκονται σε θέσεις ευθύνης να μεριμνούν για τα συμφέροντα της χώρας και όχι για ιδιοτελή τους συμφέροντα, εκ των οποίων το αθωότερο (και δομικότερο) όλων είναι η επανεκλογή τους.

    Το πρόβλημα της πελατειακότητας δεν είναι μόνον των πολιτικών. Είναι και των πολιτών. Πόσοι από εμάς δεν ψηφίζουμε με κριτήριο το προσωπικό συμφέρον; Πόσοι ψηφίζουμε με κριτήριο το ποιος θα διορίσει το παιδί μας; Πόσοι ψηφίζουμε με κριτήριο αν είναι φίλος ή συγγενής ο υποψήφιος, ελπίζοντας στην υποστήριξή του "αν προκύψει ποτέ κάτι"; Πόσοι ψηφίζουμε με κριτήριο αν πάρει δουλειές η εταιρία στην οποία είμαστε μέτοχοι ή εργαζόμαστε; Η πελατειακότητα θέλει δύο. Πρώτοι μεν οι πολιτικοί εκμαυλίζουν τους πολίτες, όμως και οι πολίτες συχνότατα εκλιπαρούν τον εκμαυλισμό τους.

    Πώς μπορεί λοιπόν να σπάσει ο φαύλος κύκλος της πελατειακότητας;

    Μα απλούστατα να… απαγορευτεί! Να οριστεί η ψήφος, στην επόμενη μεταρρύθμιση του Συντάγματος, ως θεσμός που υποχρεωτικώς υπηρετεί τα συμφέροντα του συνόλου. Ότι ψηφίζουμε με αποκλειστικό κριτήριο τι πιστεύουμε ως καλύτερο για το σύνολο, και όχι για τον εαυτό μας. Και ότι εάν διανοηθούμε να ψηφίσουμε με κριτήριο ποιος θα διορίσει το παιδί μας, τότε να χάνουμε (μαζί και το παιδί μας) δια παντός τόσο το δικαίωμα ψήφου, όσο και το δικαίωμα σε οποιοδήποτε δημόσιο αξίωμα. Κι αν τυχόν λάβαμε, εμείς ή το παιδί μας, το ζητηθέν δημόσιο αξίωμα, να εκπέσουμε αυτού.

    Αντίστοιχα, ο πολιτικός που θα διανοηθεί να υποσχεθεί ή, ακόμη περισσότερο, να υλοποιήσει "ρουσφέτι" σε οποιονδήποτε ψηφοφόρο, να χάνει άμεσα το δικαίωμα του εκλέγεσθαι και να εκπίπτει του αξιώματός του, με απαγόρευση να καταλάβει στο μέλλον οποιοδήποτε δημόσιο αξίωμα.

    Οι υποθέσεις δε, στις οποίες πολίτες ή πολιτικοί θα κατηγορούνται για παραβίαση της απαγόρευσης ιδιοτελούς χρήσης του δικαιώματος ψήφου, να εκδικάζονται από ειδικά δικαστήρια "πολιτειακών αδικημάτων", τα οποία θα συγκροτούνται με ευρεία πλειοψηφία ενόρκων (5 ένορκοι – 2 δικαστές καριέρας ή 6 ένορκοι – 1 δικαστής καριέρας). Ενόρκων που θα επιλέγονται με απόλυτα διαφανή κλήρωση μεταξύ όλων των πολιτών που θα έχουν κάποιο επίπεδο εκπαίδευσης και άνω, διασφαλίζοντας ότι όποιος πολιτικός ή πολίτης κάνει κακή χρήση του δικαιώματος του εκλέγειν ή του εκλέγεσθαι, θα μπορεί θεωρητικώς να δικαστεί από οποιονδήποτε τυχαίο πολίτη.

    Μια πρώτη ένσταση εδώ μπορεί να είναι: Τι θα γίνει, αν οι ένορκοι δεν κάνουν σωστή χρήση της εξουσίας τους; Γνωρίζουμε ήδη από τη σημερινή εποχή κυριαρχίας των δικαστών καριέρας, ότι ο ανθρώπινος παράγοντας είναι συνυφασμένος με αδικίες. Ωστόσο, το μείζον στο προτεινόμενο σύστημα κρίσης των "πολιτειακών αδικημάτων" κυρίως από ενόρκους είναι άλλο: Η παύση της αλληλεξάρτησης μεταξύ πολιτικού συστήματος και Δικαιοσύνης. Η απόδοση της εξουσίας αφαίρεσης του δικαιώματος εκλέγειν ή εκλέγεσθαι λόγω πελατειακής συμπεριφοράς σε δικαστήριο αποτελούμενο κυρίως από κληρωτούς λαϊκούς δικαστές, αποσκοπεί πρωτίστως στην αποτροπή και στην πρόληψη, παρά την καταστολή. Η επίγνωση για τον πολιτικό ότι η απόπειρα πελατειακών σχέσεων ενδέχεται να ισοδυναμεί με τον πολιτικό του "θάνατο", κρινόμενη μάλιστα από οποιονδήποτε τυχαίο πολίτη, αρκεί για να αποτρέψει τη μαζικότητα του φαινομένου, που καταδυναστεύει την ελληνική δημοκρατία από τα χρόνια της Επανάστασης.

    Το ζητούμενο είναι λοιπόν η αλλαγή "παραδείγματος" (με την αγγλική έννοια του όρου): Η κάθοδος στην πολιτική πρέπει να έχει αποκλειστικά τη φιλοδοξία υπηρέτησης του κοινωνικού συνόλου. Ο παράνομος πλουτισμός πολιτικών – μακριά από το σημερινό, εξωφρενικά γραφειοκρατικό πόθεν έσχες που κανένα πρόβλημα διαφθοράς δεν έλυσε στον δημόσιο βίο – πρέπει κι αυτός να εκδικάζεται από τα ίδια δικαστήρια "πολιτειακών αδικημάτων", με ισχυρή πλειοψηφία ενόρκων. Ο πολιτικός πρέπει να γνωρίζει ότι θα λογοδοτεί θεσμικά στον απλό λαό, στον τυχαίο πολίτη, για οτιδήποτε διαπράξει κατά παράβαση των καθηκόντων του.

    Μόνον έτσι θα εγκαθιδρυθεί γνήσια δημοκρατία. Δεν αρκεί η ολοσχερής κατάργηση του "νόμου περί ευθύνης υπουργών" (άρθρου 86 Συντ.). Δεν αρκεί η αντιμετώπιση του υπουργού ως απλού πολίτη, διότι η υπαρκτή και, εν τινί μέτρω, φυσιολογική διαπλοκή κυβέρνησης και Δικαιοσύνης, ακόμη κι αν καταργηθεί η επιλογή των προέδρων και αντιπροέδρων των ανωτάτων δικαστηρίων από την κυβέρνηση (επ’ αυτού περισσότερα σε επόμενο άρθρο), αρκεί για ευνοϊκότερη μεταχείριση των πολιτικών από τους δικαστές καριέρας.

    Ασφαλώς και υπάρχουν πλείστα νομοτεχνικά ζητήματα να συζητηθούν και να ρυθμιστούν σε ένα τέτοιο πρωτοφανές στη σύγχρονη εποχή (αλλά όχι για την αρχαία Αθήνα) σύστημα Δικαιοσύνης κατά πολιτειακών αδικημάτων, στα οποία θα συμπεριλαμβάνεται και η πελατειακή χρήση των δικαιωμάτων εκλέγειν και εκλέγεσθαι επί ποινή αφαίρεσης των δικαιωμάτων αυτών. Αν όμως θέλουμε ένα Σύνταγμα που θα διασφαλίζει ότι ο σύγχρονος "βασιλιάς", δηλαδή το πολιτικό σύστημα, δεν θα καταχράται την εξουσία του και θα την χρησιμοποιεί αποκλειστικά για το κοινό καλό, ίσως το προτεινόμενο σύστημα να είναι μονόδρομος.

    Αντιπροτάσεις και αντιρρήσεις είναι βέβαια ευπρόσδεκτες. Το ζητούμενο παραμένει να λυθεί ο πυρήνας του πολιτικού προβλήματος της χώρας, που εκκινεί από τη βαθύτατη πελατειακότητα των σχέσεων πολιτών και πολιτικών. Αυτή που οδηγεί εντέλει στα φαυλοκρατικά χαρακτηριστικά του σημερινού συστήματος και στη σημερινή κρίση εκπροσώπησης. Ήρθε η ώρα, η ημιτελής δημοκρατία που βιώνουμε από το 1974 μέχρι σήμερα, να εξελιχθεί σε γνήσια, αντιπροσωπευτική δημοκρατία.

    *Δ.Ν., Δικηγόρος

    ΣΑΣ ΑΡΕΣΕ ΤΟ ΑΡΘΡΟ;

    ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ