00:04 08/09
Το φορολογικό σύστημα ακυρώνει την εφαρμογή της τεχνητής νοημοσύνης
Σύμφωνα με τα σχέδια της ΑΑΔΕ, η Τεχνητή Νοημοσύνη (ΑΙ) θα ενσωματωθεί στον Ελεγκτικό και Εισπρακτικό Μηχανισμό.
Πολιτική ριζοσπαστικοποίηση της κοινωνίας, νέες "πλατείες", κατάρρευση της εμπιστοσύνης προς τους θεσμούς, ιδίως προς τη Δικαιοσύνη, κρίση εκπροσώπησης. Η κυβέρνηση Μητσοτάκη, προτού καλά-καλά κλείσει δύο χρόνια από τη θριαμβευτική επανεκλογή της τον Μάιο-Ιούνιο 2023, βρίσκεται αντιμέτωπη με λαϊκή αμφισβήτηση που μεταπολιτευτικά μόνον με την αμφισβήτηση της κυβέρνησης Γ. Παπανδρέου το 2011 μπορεί να συγκριθεί.
Κορωνίδα της αμφισβήτησης αποτελεί η διερεύνηση της σιδηροδρομικής τραγωδίας των Τεμπών, ιδίως οι αιτιάσεις περί συγκάλυψης της μεταφοράς μη δηλωμένου και, συνεκδοχικά, λαθρεμπορικού φορτίου πτητικών υδρογονανθράκων. Το ζήτημα συνεγείρει την κοινωνία περισσότερο από ό,τι θα ανέμενε οιοσδήποτε παρατηρητής, κι ας είχαν προηγηθεί άλλες σημαντικές θεσμικές αμφισβητήσεις στη σχέση κυβέρνησης και Δικαιοσύνης, ιδίως στις υποκλοπές, όπου η παρακολούθηση του αρχηγού ΓΕΕΘΑ και άλλων ανώτατων κρατικών αξιωματούχων σχετιζομένων με την ασφάλεια της χώρας από απλούς ιδιώτες, δεν διώχθηκε καν ως κατασκοπία. Η διογκούμενη οργή, ουχ ήττον και σε σημαντική μερίδα πρώην ψηφοφόρων του κυβερνώντος κόμματος, υπερβαίνει αυτό που θα ανέμενε κανείς να συμβαίνει σε συνθήκες δημοκρατικής εκπροσώπησης.
Γιατί λοιπόν η κυβέρνηση δείχνει ευάλωτη σε ζητήματα που φαίνονταν να είχαν κριθεί στις διπλές εκλογές Μαΐου-Ιουνίου 2023;
Διότι ακριβώς το βασικό πρόβλημα της κυβέρνησης δεν είναι τα Τέμπη. Τα Τέμπη είναι το αποκορύφωμα της ταχύτατης απομάκρυνσης της κυβέρνησης από τις συνθήκες θριάμβου του Μαΐου-Ιουνίου 2023. Στο χρονικό εκείνο σημείο η υποστήριξη στο κυβερνών κόμμα ήταν σαρωτική, πολύ ευρύτερη του 41%. Τόσο σαρωτική, όσο είναι σήμερα η αποξένωση που αισθάνονται πολλοί από αυτούς που τότε είχαν ψηφίσει ή έστω εύχονταν επανεκλογή της ΝΔ.
Πηγαίνοντας πίσω σε εκείνες τις εκλογικές ημέρες, θυμόμαστε ότι τη χαριστική βολή στον κάποτε κυβερνητικό ΣΥΡΙΖΑ είχαν δώσει οι δηλώσεις Κατρούγκαλου, προπαραμονή των εκλογών, περί επαναφοράς του αναλογικών συνταξιοδοτικών εισφορών των αυτοαπασχολουμένων. Λόγω κατακραυγής, ο Αλ. Τσίπρας είχε αναγκαστεί να "αποπέμψει" τον κ. Κατρούγκαλο από τα ψηφοδέλτια του κόμματός του, βάζοντάς τον να δηλώσει ότι θα παρέδιδε τη βουλευτική έδρα, εάν εκλεγόταν. Φυσικά, ο κ. Κατρούγκαλος δεν εξελέγη καν.
Ελέω Κατρούγκαλου λοιπόν, η ΝΔ θριάμβευσε στις εκλογές. Μόνον που έκτοτε λησμόνησε τη βασική αιτία του θριάμβου της, που δεν ήταν μια μεμονωμένη πολιτική στιγμή προπαραμονή των εκλογών, αλλά το σύνολο της πρώτης κυβερνητικής τετραετίας Μητσοτάκη: Δεν ήταν μόνον η επαναφορά των υποχρεωτικών εισφορών των αυτοαπασχολούμενων σε σταθερό, όχι δυσβάστακτο ποσό, αλλά και π.χ.:
Μείωση της εταιρικής φορολογίας στο 22% και φόρου μερισμάτων στο 5%.
Μείωση εισαγωγικού φορολογικού συντελεστή αυτοαπασχολουμένων στο 9% και οριακή μείωση λοιπών συντελεστών φορολογίας εισοδήματος.
Ολοσχερή κατάργηση της "έκτακτης εισφοράς".
Μείωση του ΕΝΦΙΑ κατά περίπου 30%.
Μείωση του ΦΠΑ στην εστίαση στο 13%.
Έτσι, παρά τη διπλή κρίση πανδημίας και πολέμου στην Ουκρανία, η Ελλάδα είχε πολύ καλύτερες οικονομικές επιδόσεις από τους Ευρωπαίους εταίρους. Για πρώτη φορά μετά τα Μνημόνια η χώρα επετύγχανε εκ νέου συσσώρευση κεφαλαίου.
Η δεύτερη κυβέρνηση Μητσοτάκη ξεκίνησε όμως με παράδοξη ρητορική "καταπολέμησης της φοροδιαφυγής", που μάλιστα έθεσε ως προϋπόθεση για νέες μειώσεις φόρων. Το brain gain ξεχάστηκε. Επί ένα εξάμηνο βιώσαμε έντονη επικοινωνιακή επίθεση κατά της φερόμενης φοροδιαφυγής των αυτοαπασχολουμένων, όμως εντέλι ουδεμία σημασία είχε η φοροδιαφυγή: Όπως παραδέχθηκε ο τότε υφυπουργός Οικονομικών, Χ. Θεοχάρης, ο λόγος επιβολής του ελάχιστου τεκμαιρόμενου εισοδήματος, δεν ήταν η καταπολέμηση της φοροδιαφυγής, αλλά το "μίνι ξεκαθάρισμα" των μη βιώσιμων (!) αυτοαπασχολουμένων, όπως χαρακτηριστικά είχε παραδεχθεί.
Και ενώ το μέτρο μόνον συμπτωματικά θα έπιανε κάποια (όχι τη μεγάλη) φοροδιαφυγή, θα ωθούσε μεγάλο μέρος των επαγγελματιών στην εντελώς αδήλωτη οικονομία ("κλείσιμο βιβλίων"), θα ήταν οικονομική καταστροφή για τους μερικά απασχολούμενους (ιδίως μητέρες ανηλίκων) και τους στο όριο της βιωσιμότητας επαγγελματίες, η κυβέρνηση ενέμεινε στην επιλογή της.
Άλλες αυξήσεις φόρων, όπως η επαναφορά του ΦΠΑ στον καφέ στο 24% (που η ίδια κυβέρνηση είχε μειώσει στο 13%), επιβεβαίωσαν τη σαφή αλλαγή κατεύθυνσης.
Η χειρότερη πτυχή της φορολογικής πολιτικής ήταν όμως η ανελαστική επιβολή μιας αδυσώπητης ηλεκτρονικής γραφειοκρατίας στις επιχειρήσεις ("MyDATA", "κλειδωμένες" δηλώσεις κ.α.), που περνιέται για εκσυγχρονισμός, ενώ στην πραγματικότητα συνιστά τεράστιο εμπόδιο στην επιχειρηματικότητα. Μετά βεβαιότητας δε πουθενά αλλού στον πλανήτη δεν εφαρμόζεται.
Την κατάσταση επιδείνωσαν κι άλλο: α) Ο άκαμπτος και μη έχων επαφή με την πραγματικότητα δογματισμός στις προθεσμίες δηλώσεων, που έπληξε κυρίως τους εξωτερικούς λογιστές των μικρών και μεσαίων επιχειρήσεων. β) Ο υπερσυγκεντρωτισμός των φορολογικών υπηρεσιών, δήθεν στο όνομα της ηλεκτρονικής εξυπηρέτησης. Σε συνδυασμό με τα προηγούμενα, η λειτουργία μικρών και μεσαίων επιχειρήσεων καθίσταται υπέρμετρα δυσχερής. Μόνον οι μεγάλες επιχειρήσεις με πολυπληθή οργανωμένα λογιστήρια καταφέρνουν μετά βίας να ανταποκριθούν, ενώ δεν έχει καν ξεκινήσει να εφαρμόζεται το ηλεκτρονικό δελτίο αποστολής, που θα φέρει ακόμη περισσότερα, ίσως ανυπέρβλητα προβλήματα.
Η υπερεντατική ηλεκτρονικοποίηση των διαδικασιών πλήττει λοιπόν δυσανάλογα μικρές και μεσαίες επιχειρήσεις. Ακριβώς όπως – ομολογημένα, από τον κ. Θεοχάρη – συμβαίνει και με το ελάχιστο τεκμαιρόμενο εισόδημα.
Για ποιο λόγο συμβαίνει αυτό; Δεν θα αναπαράγουμε ποικίλες ερμηνείες που δίδουν οι άμεσα πληττόμενοι, πολλές από τις οποίες τείνουν στα όρια αυτού που η κυβέρνηση αποκαλεί σήμερα "συνωμοσιολογία". Οι άμεσα πληττόμενοι ήταν όμως η κύρια εκλογική βάση του κυβερνώντος κόμματος, καθώς υπολογίζεται ότι 52% των αυτοαπασχολουμένων ψήφισε ΝΔ στις τελευταίες βουλευτικές εκλογές.
Πώς συνδυάζονται τα παραπάνω με τα Τέμπη: Αν η φορολογική πολιτική εξακολουθούσε να είναι ευνοϊκή έναντι της εκλογικής βάσης του κυβερνώντος κόμματος, αυτή δεν θα ήταν πρόθυμη να υιοθετήσει τις διαμαρτυρίες των συγγενών των θυμάτων των Τεμπών και δεν θα διάκειτο τόσο ευνοϊκά έναντι της ριζοσπαστικά αντικυβερνητικής ρητορικής του κινήματος των Τεμπών.
Δεν θα αναφερθούμε καν σε άλλες κινήσεις της κυβέρνησης που έπληξαν τη σχέση της με την παραδοσιακή δεξιά εκλογική βάση της ΝΔ (γάμος ομοφύλων, χαλάρωση έναντι της λαθρομετανάστευσης κλπ.). Ενώ κι αυτά έπαιξαν ρόλο, η εκλογική βάση της ΝΔ διερράγη πρωτίστως από τη φορολογική πολιτική που βιώνουν ιδίως μικρομεσαίες επιχειρήσεις και ελεύθεροι επαγγελματίες. Αυτή οδήγησε τα δυναμικότερα στοιχεία της πρώην εκλογικής βάσης της ΝΔ στην αγκαλιά ενός νέου και ίσως πρωτόγνωρου για ομαλή πολιτική περίοδο πολιτικού ριζοσπαστισμού.
Για την εξέλιξη αυτή η κυβέρνηση δεν έχει να οικτίρει παρά μόνον τον εαυτό της. Το πολιτικό κεφάλαιο του 41% σπαταλήθηκε αφρόνως σε αλλαγές πολιτικής που εξόργισαν την εκλογική της βάση. Ας μην εκπλήσσεται σήμερα με την ευρύτητα της απήχησης που έχουν οι αιτιάσεις των συγγενών των θυμάτων των Τεμπών. Οι απαντήσεις βρίσκονται όλες στον καθρέφτη της.
*Δ.Ν., Δικηγόρος