00:04 10/09
Ναυτιλία & Εμπόριο Καυσίμων: Μπροστά σε μια Παγκόσμια Μετάβαση
Η ναυτιλία βρίσκεται σήμερα στο σταυροδρόμι μιας πολυδιάστατης μετάβασης.
Η αναδρομή στις εκλογές των Προέδρων της Βουλής της μεταπολίτευσης εμπεριέχει ενδιαφέροντα πολιτικά μηνύματα, αποκαλυπτικά για την εξέλιξη και την ποιότητα της δημοκρατίας μας. Από το 1974 μέχρι σήμερα οι εκλογές των Προέδρων της Βουλής έχουν καθαρά κομματικά χαρακτηριστικά. Το κόμμα της πλειοψηφίας που αναλαμβάνει την ευθύνη της διακυβέρνησης της χώρας προτείνει για Πρόεδρο της Βουλής κάποιον βουλευτή του κόμματος, κατά κανόνα κάποιον από τους αρχαιότερους και μετριοπαθέστερους που δεν διαθέτει συγκρουσιακή ιδιοσυγκρασία. Βασικός στόχος της εκάστοτε επιλογής είναι η διασφάλιση της εύρυθμης λειτουργίας των εργασιών της Βουλής και η αποφυγή οξέων διαλογικών παραταξιακών και προσωπικών συγκρούσεων.
Με βάση τη στόχευση αυτή, τα δύο κόμματα που είχαν την ευθύνη διακυβέρνησης της χώρας στο μεγαλύτερο χρονικό διάστημα της μεταπολίτευσης, η Ν. Δ και το ΠΑΣΟΚ, πρότειναν πρόσωπα που τύγχαναν μερικής αποδοχής από την εκάστοτε αντιπολίτευση. Στο πλαίσιο αυτό η Ν.Δ. πρότεινε για Προέδρους της Βουλής τους Κ. Παπακωνσταντίνου, Δ. Παπασπύρου, Αθ. Τσαλδάρη, Άννα Ψαρούδα- Μπενάκη, Δ. Σιούφα, Ε. Μεϊμαράκη και Κ. Τασούλα και το ΠΑΣΟΚ τους Ι. Αλευρά, Απ. Κακλαμάνη και Φ. Πετσάλνικο. Την πρακτική αυτή ακολούθησε και ο ΣΥΡΙΖΑ, εκλέγοντας τον Ν. Βούτση, αφού όμως κατά την πρώτη ανάληψη της εξουσίας , τον Φεβρουάριο του 2015, βίωσε μια σκληρή εμπειρία έχοντας εκλέξει ως Πρόεδρο της Βουλής την συγκρουσιακή Ζ. Κωνσταντοπούλου.
Από την εξέταση των αποτελεσμάτων των ψηφοφοριών για την εκλογή Προέδρου της Βουλής προκύπτουν ορισμένα αξιοσημείωτα συμπεράσματα. Το κυριότερο όλων είναι ότι οι εκλογές διακρίνονται σε δύο περιόδους. Η πρώτη αρχίζει το 1974 και λήγει το 2012 και η δεύτερη αρχίζει το 2012 και φθάνει μέχρι σήμερα. Την πρώτη περίοδο, οι κυβερνητικές παρατάξεις εκλέγουν για Προέδρους της Βουλής τα προτεινόμενα πρόσωπα μόνο με τις παραταξιακές τους ψήφους, ενώ στη δεύτερη οι Πρόεδροι της Βουλής εκλέγονται συναινετικά και με ψήφους κομμάτων της αντιπολίτευσης. Έτσι, οι Κ. Παπακωνσταντίνου και Δ. Παπασπύρου εκλέχθηκαν το 1974 και το 1977 μόνο με τις ψήφους της Ν.Δ., λαμβάνοντας 217 ψήφους ο πρώτος (Η Ν.Δ. είχε λάβει ποσοστό 54% στις εκλογές) και 157 ψήφους ο δεύτερος. Ο Ι. Αλευράς εκλέχθηκε δύο θητείες μόνο με τις ψήφους του ΠΑΣΟΚ, λαμβάνοντας 170 ψήφους το 1981 και 161 το 1985. Ο Αθ. Τσαλδάρης εκλέχθηκε με 146 ψήφους το 1989 και με 151 το 1990. Είναι ο μόνος Πρόεδρος Βουλής της μεταπολίτευσης που εκλέχθηκε με σχετική και όχι με απόλυτη πλειοψηφία. Ο Απ. Κακλαμάνης εκλέχθηκε δύο φορές μόνο με τις ψήφους του ΠΑΣΟΚ , λαμβάνοντας 165 ψήφους το 1993 και 154 το 1996. Η Ά. Μαρούδα-Μπενάκη και ο Δ. Σιούφας εκλέχθηκαν το 2004 και το 2007 με 163 και 158 παραταξιακούς ψήφους αντίστοιχα και ο Φ. Πετσάλνικος το 2009 με τους 168 ψήφους των βουλευτών του ΠΑΣΟΚ.
Το σημείο καμπής της διακομματικής, συναινετικής διαδικασίας καταγράφηκε για πρώτη φορά τον Ιούνιο του 2012, όταν Πρόεδρος της Βουλής εκλέχθηκε ο Β. Μεϊμαράκης με 223 ψήφους. Ακολούθησαν οι εκλογές της Ζ. Κωνσταντοπούλου με 235 ψήφους, του Κ. Τασούλα με 283 ψήφους το 2019, 270 τον Μάιο του 2023 και 249 τον Ιούλιο του 2023 και τώρα του Νικήτα Κακλαμάνη με 247 ψήφους. Από το 2012 μέχρι σήμερα, η μόνη εκλογή Προέδρου Βουλής που δεν έτυχε ευρείας διακομματικής συναίνεσης ήταν αυτή του Ν. Βούτση, ο οποίος εκλέχθηκε μόνο με τις κυβερνητικές ψήφους των ΣΥΡΙΖΑ και ΑΝΕΛ. Η αλλοπρόσαλλη διακυβέρνηση των ΣΥΡΙΖΑ και ΑΝΕΛ που χαρακτηρίσθηκε από πολιτική και θεσμική ανωριμότητα, γκροτέσκο εθνικολαϊκισμό, ηθογραφικές υπερβολές επαρχιωτικού επιπέδου, ζηλοφθονία, μνησικακία και αναξιοκρατία θρυμμάτισαν το συναινετικό κλίμα που είχε διαμορφωθεί και επανέφεραν την τοξικότητα στην πολιτική σκηνή.
Τον υψηλότερο διακομματικό βαθμό συναίνεσης συγκέντρωσαν οι τρεις εκλογές του Κ. Τασούλα με 283, 270 και 249 ψήφους, η εκλογή του Νικ. Κακλαμάνη με 247 ψήφους, η εκλογή της Ζ. Κωνσταντοπούλου με 235 ψήφους και η εκλογή του Β. Μεϊμαράκη με 223 ψήφους. Αξιοσημείωτο είναι το γεγονός, ότι με εξαίρεση τη Ζ. Κωνσταντοπούλου, της οποίας η θητεία δεν ευδοκίμησε για μεγάλο χρονικό διάστημα, οι υπόλοιποι τρεις, παρότι στελέχη της Λαϊκής και πατριωτικής Δεξιάς, έτυχαν γενικής αποδοχής! Αυτό δείχνει ότι η Δημοκρατία μας τείνει να ωριμάσει. Ίσως η συναίνεση αυτή να οφείλεται στη χρεοκοπία του 2010 και στην πολύχρονη οικονομική κρίση. Ωστόσο, η πραγματική ωρίμανση του πολιτεύματος θα στοιχειοθετηθεί όταν οι πολιτικοί σχηματισμοί θα μπορέσουν να συνεργασθούν συναινετικά και να συγκυβερνήσουν στη βάση προγραμματικών συγκλίσεων, προς το συμφέρον της χώρας. Όταν διαγράψουν το "δεν συγκυβερνώ με…" από το πολιτικό τους λεξιλόγιο. Όταν συμβεί, δηλαδή, αυτό που υλοποιείται στη Β. Ευρώπη εδώ και δεκαετίες.
Προσδοκώ, πως ο Νικήτας Κακλαμάνης, ως έμπειρος, μετριοπαθής και φιλόπατρις πολιτικός, θα βάλλει, από τη θέση του Προέδρου της Βουλής, το δικό του λιθαράκι στην καλλιέργεια και προαγωγή επίτευξης ευρύτερων διακομματικών συγκλήσεων στο πολιτικό σκηνικό. Δεν πιστεύω πως θα διαψεύσει τις προσδοκίες των 247 Βουλευτών που τον ψήφισαν. Η δική μου προσδοκία πηγάζει από το γεγονός ότι είχα την τύχη να έχω μαζί του μια πολύχρονη συνεργασία σε θέσεις ευθύνης και να γνωρίζω εκ του σύνεγγυς το απόθεμα της πολιτικής του εργαλειοθήκης.
*Ο Ανδρέας Μήλιος είναι διδάκτωρ του πανεπιστημίου της Φρανκφούρτης, συγγραφέας