00:04 25/09
Ο σκιώδης στόλος των ρωσικών πετρελαιοφόρων
Υπάρχουν εκατοντάδες γερασμένα δεξαμενόπλοια, ηλικίας άνω και των 50 ετών, με αμφιλεγόμενο αξιόπλοο, τα οποία τον απαρτίζουν.
Το 2025 βρίσκει την ελληνική οικονομία αισθητά πιο ισχυρή σε σύγκριση με την κατάσταση στην οποία βρισκόταν πριν από 6 χρόνια. Παρά το ασταθές διεθνές περιβάλλον, η χώρα έχει επιτύχει την αναβάθμισή της στην επενδυτική βαθμίδα, διαθέτει υγιή δημόσια οικονομικά, ενώ έχει μειώσει κατά πολύ το δημόσιο χρέος της. Παράλληλα, εμφανίζει ρυθμό ανάπτυξης που υπερβαίνει σημαντικά τον ευρωπαϊκό μέσο όρο και έχει επαναφέρει την ανεργία σε επίπεδα προ κρίσης, σε χαμηλά δεκαπενταετίας, σταθερά πλέον κάτω του 10%.
Η δυναμική αυτή οικονομική ανάπτυξη της χώρας σε συνδυασμό με τη μείωση της ανεργίας, συντελούν στο γεγονός ότι η απασχόληση έχει αυξηθεί κατά 500.000 νέες θέσεις εργασίας, ο κατώτατος μισθός είναι υψηλότερος κατά, σχεδόν, 28% και ο μέσος μισθός κατά, περίπου, 20% σε σχέση με το 2019. Αναζητούνται πλέον εργαζόμενοι και όχι δουλειές.
Πλέον, όμως, προσεγγίζουμε τον πυρήνα της διαρθρωτικής ανεργίας, η οποία αποτελεί διαχρονικό πρόβλημα της οικονομίας μας και δεν μπορεί να αντιμετωπιστεί με οριζόντια μέτρα. Χαρακτηριστικά, η Ελλάδα παρουσιάζει υψηλή ανεργία και ταυτόχρονα υψηλό ποσοστό κενών θέσεων εργασίας, γεγονός που οφείλεται στην αναντιστοιχία ανάμεσα στις θέσεις εργασίας που δημιουργούνται από τις επιχειρήσεις και στις δεξιότητες του ανθρώπινου κεφαλαίου. Αντιθέτως, η Ισπανία, για παράδειγμα, εμφανίζει υψηλό ποσοστό ανεργίας με χαμηλό ποσοστό κενών θέσεων εργασίας, γεγονός που υποδεικνύει ότι υπάρχει ζήτημα κυκλικής ανεργίας με σχετικά χαμηλότερη ενεργή ζήτηση εργασίας από την πλευρά των επιχειρήσεων.
Προκειμένου, λοιπόν, να πετύχουμε την αύξηση της απασχόλησης –κυρίως κοινωνικών ομάδων που υπo-εκπροσωπούνται στην αγορά, όπως νέοι, γυναίκες, ΑΜΕΑ, άτομα μεγαλύτερης ηλικίας, επαναπατριζόμενοι και μετανάστες–, την κάλυψη των κενών θέσεων εργασίας καθώς και την ενδυνάμωση της σύνδεσης μεταξύ εκπαίδευσης, κατάρτισης και αγοράς εργασίας, οφείλουμε να αναπτύξουμε στοχευμένες δημόσιες πολιτικές που βασίζονται σε αξιόπιστα δεδομένα και σε προηγμένες μεθόδους ανάλυσης.
Ειδικά εάν λάβουμε υπ’ όψιν τον παράγοντα των πιέσεων που ασκεί το δημογραφικό στο εργατικό δυναμικό, αντιλαμβανόμαστε ότι είναι επιτακτική η ανάγκη αξιοποίησης του ανθρώπινου κεφαλαίου της χώρας με τον βέλτιστο δυνατό τρόπο, αλλά και η αύξηση της παραγωγικότητας μέσω της ανάπτυξης των κατάλληλων δεξιοτήτων και της αντιμετώπισης των αναντιστοιχιών μεταξύ προσφοράς και ζήτησης στην αγορά εργασίας.
Συνεπώς, στη σύγχρονη πραγματικότητα, η κατανόηση των αναγκών της αγοράς δεν είναι απλώς επιλογή αλλά αναγκαιότητα ζωτικής σημασίας – και είμαστε περήφανοι που το Υπουργείο Εργασίας διαθέτει ένα εργαλείο ακριβείας το οποίο εντοπίζει τις τρέχουσες και μελλοντικές ανάγκες της ελληνικής αγοράς εργασίας.
Ο Μηχανισμός Διάγνωσης Αναγκών της Αγοράς Εργασίας (mdaae.gr) λειτουργεί ως "φάρος" για τον σχεδιασμό πολιτικών απασχόλησης. Ειδικότερα, δε, τα τελευταία χρόνια, μετά και τη σημαντική αναβάθμισή του, ενσωματώνοντας ολοένα και περισσότερα δεδομένα, όπως είναι η περιφερειακή διάσταση και οι δεξιότητες, αποτελεί το σημαντικότερο εργαλείο συλλογής, ανάλυσης και παρουσίασης δεδομένων για την αγορά εργασίας μέσο-μακροπρόθεσμα.
Ο εν λόγω Μηχανισμός είναι σε θέση να καταγράφει το πλήθος των θέσεων εργασίας σε επίπεδο Επικράτειας, Περιφερείας, ακόμα και Δήμου, ανά κλάδο ή και ανά επάγγελμα, ενώ παράλληλα παρέχονται και τα ανάλογα δημογραφικά χαρακτηριστικά της απασχόλησης. Για παράδειγμα, χάρη σ’ αυτόν γνωρίζουμε ότι στον Δήμο Ηρακλείου δημιουργήθηκαν 397 νέες θέσεις εργασίας –περισσότερες από το προηγούμενο έτος– για μισθωτούς ιδιωτικού δικαίου αλλά και ότι οι περισσότερες από αυτές ήταν θέσεις υψηλού επιπέδου δεξιοτήτων και πλήρους απασχόλησης. Οι θέσεις για τις γυναίκες αυξήθηκαν κατά 724 ενώ για τους άντρες μειώθηκαν κατά 327 θέσεις. Επίσης, τα επαγγέλματα με τη μεγαλύτερη αύξηση ήταν αυτά του ιατρού και του πωλητή σε κατάστημα, ενώ εκείνο που παρουσίασε τη μεγαλύτερη μείωση, ήταν το επάγγελμα του χειριστή τηλεφωνικών κέντρων. Στον τομέα των δεξιοτήτων βλέπουμε, για παράδειγμα, ότι οι δεξιότητες αιχμής που συνδέονται με θέσεις εργασίας οι οποίες απαιτούν υψηλό επίπεδο κατάρτισης, και επομένως παρέχουν και υψηλότερες αμοιβές, συνδέονται κυρίως με τα αντικείμενα STEM.
Η χρήση εργαλείων τέτοιου τύπου, όπως είναι ο Μηχανισμός, ανοίγει νέες οδούς για την αξιοποίηση δεδομένων που μπορούν να συμβάλουν στην σωστότερη διασύνδεση μεταξύ εκπαιδευτικού συστήματος και αγοράς εργασίας, στη διαμόρφωση αποτελεσματικών πολιτικών κατάρτισης και επαγγελματικής εκπαίδευσης, καθώς και στη γεφύρωση του χάσματος μεταξύ προσφοράς και ζήτησης εργασίας.
Αυτό, με τη σειρά του, εξασφαλίζει ότι το Εθνικό Σχέδιο Δράσης του Υπουργείου Εργασίας και οι πολιτικές μας δεν βασίζονται σε υποθέσεις αλλά σε διεγνωσμένες ανάγκες.
Το 2025 αποτελεί για το Υπουργείο Εργασίας και Κοινωνικής Ασφάλισης χρονιά συνέχειας και ολοκλήρωσης σημαντικών αλλαγών που υπηρετούν τον διττό στόχο της κυβέρνησης: αφ’ ενός, συνεχής ενίσχυση της απασχόλησης, αφ’ ετέρου, ολοένα και μεγαλύτερη ανταπόκριση στις πραγματικές ανάγκες της κοινωνίας.
Σ’ αυτό το πλαίσιο, ο Μηχανισμός Διάγνωσης Αναγκών Αγοράς Εργασίας αποτελεί ένα από τα σημαντικότερα εργαλεία που διαθέτουμε και που μας επιτρέπουν να προσαρμοζόμαστε στις απαιτήσεις του αύριο, ώστε να δημιουργήσουμε μία συμπεριληπτική αγορά εργασίας που προσφέρει ίσες ευκαιρίες, ασφάλεια και επαρκή εισοδήματα.
(*) Γενικός Γραμματέας Υπουργείου Εργασίας και Κοινωνικής Ασφάλισης