00:04 10/09
Ναυτιλία & Εμπόριο Καυσίμων: Μπροστά σε μια Παγκόσμια Μετάβαση
Η ναυτιλία βρίσκεται σήμερα στο σταυροδρόμι μιας πολυδιάστατης μετάβασης.
Για πρώτη το 1957 σαν φοιτητής στη Νομική του ΕΚΠΑ άκουσα από τον καθηγητή μου Ξ. Ζολώτα το παραπάνω ρητορικό ερώτημα, που κατά καιρούς επαναλαμβάνεται, χωρίς έκτοτε να πάρω από κανέναν πειστική απάντηση. Με αφορμή τις διάφορες συλλήψεις αστυνομικών για εγκληματικές πράξεις και την επισύνδεση του τηλεφώνου του κ. Ανδρουλάκη, επανήλθε στην επικαιρότητα το παραπάνω ερώτημα, που είναι διαχρονικό και παγκόσμιο, στο οποίο έχουν δοθεί πολλές κυρίως θεωρητικές απαντήσεις, όπως να διασφαλίζεται η προστασία μας από τους φύλακες με άλλους φύλακες που φυλάνε τους φύλακες και ούτω καθεξής, με κατάληξη absurdum ή με καθεστώς που θυμίζει το1984 του Orwell με τον Μεγάλο Αδελφό.
Τηρώ πάντα με ευλάβεια τη βασική αρχή μου να μη σχολιάζω κατά το ουσιαστικό και όχι νομικό μέρος περιπτώσεις, όταν αυτές εκκρεμούν σε οποιοδήποτε στάδιο ποινικής διαδικασίας, ακόμα και ενώπιον της εξεταστικής επιτροπής της Βουλής, γιατί δεν γνωρίζω όλα τα στοιχεία και γιατί πιστεύω ότι πρέπει τα αρμόδια όργανα να κρίνουν ανεπηρέαστα την υπόθεση, χωρίς την πίεση της κοινής γνώμης ή τις αναλύσεις των εν αφθονία ειδικών. Σε κάποιες αγγλοσαξονικές χώρες, όταν δημοσιευθεί στα ΜΜΕ οτιδήποτε πέραν της δικαστικής διαδικασίας που μπορεί να επηρεάσει την κρίση των ενόρκων, η δίκη αναβάλλεται.
Το ζήτημα δεν είναι οι συγκεκριμένες άδικες πράξεις ούτε η συγκεκριμένη επισύνδεση του τηλεφώνου του κ. Ανδρουλάκη, που πήραν την κοινοβουλευτική και δικαστική πορεία τους αλλά, με δεδομένο ότι η ύπαρξη ανεξαρτήτων μυστικών υπηρεσιών με δυνατότητες παρακολουθήσεων, ερευνών και επισυνδέσεων είναι απαραίτητη για την εθνική και δημόσια ασφάλεια, ως εκ τούτου πρέπει να δημιουργηθούν αξιόπιστοι θεσμοί και διαδικασίες ελέγχου της συλλογής των πληροφοριών, ώστε να μην είναι δυνατή οποιαδήποτε παρέκκλιση. Σαφώς όλοι πρέπει, εφόσον κατά την κρίση των αρμόδιων οργάνων υπάρχει αποχρών λόγος, να αποτελούμε υποκείμενο ελέγχου, ακόμα και οι βουλευτές - και δεν νοείται η δια νόμου εξαίρεση τους.
Πολλές φορές όμως αποδείχθηκε στην πράξη ότι τίποτα δεν είναι δεδομένο και ότι οι φύλακες μας δέσανε, όπως συνέβη στη χώρα μας αρκετές φορές κατά την εποχή των στρατιωτικών κινημάτων και πρόσφατα με τη χούντα και συμβαίνει ακόμα σε τριτοκοσμικές χώρες και χώρες της Λατινικής Αμερικής ή σε πολλές χώρες έχει επικρατήσει μια ψευδεπίγραφη δημοκρατία, όπου οι ίδιοι οι φύλακες, που οι πολίτες μιας χώρας εκλέξανε δημοκρατικά να τους διοικήσουν, παραβιάζουν συστηματικά με την επίκληση συνήθως εθνικών κινδύνων το Σύνταγμά της και τα συνταγματικά δικαιώματα των πολιτών.
Βασική αρχή για την ομαλή λειτουργία ενός δημοκρατικού πολιτεύματος - και δεν αναφέρομαι σε θεοκρατικά η δικτατορικά καθεστώτα - που στηρίζεται στην πραγματική και όχι ψευδεπίγραφη διάκριση των εξουσιών είναι η μη άμεση ή έμμεση παρέμβαση της μιας εξουσίας στις αρμοδιότητες της άλλης. Ειδικά για τη χώρα μας, δεν μπορούμε να ισχυριστούμε μη παρέμβαση της εκτελεστικής-νομοθετικής (που ουσιαστικά ταυτίζονται) εξουσίας στα έργα της δικαστικής εξουσίας, γιατί συνέβη πολλές φορές με ψήφιση νόμων που ρυθμίζουν εκκρεμείς στη Δικαιοσύνη υποθέσεις.
Η προσφυγή στη Δικαιοσύνη, που είναι το τελευταίο καταφύγιο (ultimum refugium) για κάθε αδικημένο και ο μόνος θεσμός που μπορεί να εξασφαλίσει την κοινωνική ειρήνη, τουλάχιστον για τη χώρα μας, υπό τις παρούσες συνθήκες απονομής της φαίνεται ουτοπική. Οι δυσλειτουργίες της Δικαιοσύνης οφείλονται διαχρονικά σε πολλούς αλληλοκαλυπτόμενους παράγοντες και κυρίως σε άστοχες νομοθετικές ρυθμίσεις για χάρη ισχυρών κοινωνικών τάξεων, όπως των δικηγόρων ή για σκοπούς πολιτικούς ή λόγω της ατολμίας Υπουργών Δικαιοσύνης να συγκρουστούν με το κατεστημένο για την επίλυση σοβαρών προβλημάτων ή από τη θέσπιση διατάξεων που στηρίζονται στη θεωρία και όχι στην πράξη ή στην πολυνομία ή στην έλλειψη κοινωνικής πείρας των νέων δικαστών, ή στο δικαστικό και δικηγορικό συνδικαλισμό που αντιδρά σε οποιαδήποτε ρύθμιση που μπορεί να επηρεάσει τα κεκτημένα δικαιώματα των δικαστών και δικηγόρων και στην αφειδή χορήγηση αναβολών δίκης από τους δικαστές με αποτέλεσμα να έχει σωρευθεί μεγάλος μη διαχειρίσιμος όγκος ποινικών υποθέσεων, που δεν πρόκειται να διεκπεραιωθεί χωρίς την επέκταση του ωραρίου λειτουργίας των δικαστηρίων.
Φυσικά υπάρχουν τεράστια κοινωνικά και οικονομικά προβλήματα που ταλαιπωρούν τους πολίτες, όπως η έλλειψη δημόσιας ασφάλειας, η έξαρση της εγκληματικότητας από αλλοδαπούς και ημεδαπούς συγκεκριμένης κοινωνικής ομάδας, που έχουν τη δικιά τους κοσμοθεωρία περί ιδιοκτησίας, η ακρίβεια και ο πληθωρισμός, η ενεργειακή κρίση και οι υπέρογκοι λογαριασμοί που θα κληθούμε να πληρώσομε, η αισχροκέρδεια, τα ναρκωτικά και το μαύρο χρήμα που κυκλοφορεί και διαφθείρει συνειδήσεις.
Για την αντιμετώπιση κάποιων από αυτά έχουν ιδρυθεί θεσμοί, οργανώσεις, κρατικές δομές που αν υπήρχε συνεχής πολιτική βούληση διαχρονικά θα μπορούσαν να αντιμετωπιστούν τα παραπάνω προβλήματα πιο ικανοποιητικά, γιατί κάποια από τα όργανα που τα στελεχώνουν για διαφόρους λόγους δεν εκπληρώνουν ικανοποιητικά την αποστολή τους είναι δηλαδή και αυτοί κάποιοι φύλακες που δεν μας φυλάνε σε βαθμό που επιβάλλεται από τα νόμο και το καθήκον τους.
Επομένως το αρχικό ερώτημα μπορεί να συμπληρωθεί ως εξής: Ποιος θα μας φυλάξει όχι μόνο από τις ενεργητικές παράνομες πράξεις των φυλάκων, αλλά και από τις μη ενεργητικές δια παραλείψεως συνειδητές ή από υπαλληλική νωχέλεια απραξίες κάποιων φυλάκων στους παραπάνω τομείς, που πρέπει να προσφέρουν τις υπηρεσίες τους για να μας διασφαλίσουν τα αγαθά που προσφέρει ένα κράτος δικαίου.
Στο ολοκληρωμένο αυτό ερώτημα υπάρχει η αφελής απάντηση, που ονομάζομε στη Λογική αρχή του ζητουμένου (petitio principii) με αντιστροφή της ερώτησης, δηλαδή να υπάρχουν θεσμοί και να λειτουργούν σωστά. Είναι γεγονός ότι από την εποχή της Αντιβασιλείας του Όθωνα ιδρύθηκαν θεσμοί βάση των οποίων με το νόμο της αδράνειας λειτουργεί ακόμα το κράτος και κατά καιρούς δίνεται μία ώθηση, που του επιτρέπει να συνεχίσει τη λειτουργία του. Τέτοια πρόσφατη ώθηση ήταν η εισδοχή μας στην Ε.Ε. και ο πακτωλός των χρημάτων που έφερε και κάποιες οδηγίες της Ε.Ε. που εισάχθηκαν στο εσωτερικό μας δίκαιο. Το ευχάριστο είναι ότι η παλιά διαίρεση της χώρας σε αναπτυγμένα αστικά κέντρα και υπανάπτυκτη περιφέρεια σχεδόν έχει εκλείψει. Το πελατειακό κράτος εξακολουθεί να υπάρχει και οι κομματικές αντιπαραθέσεις εξακολουθούν να είναι έντονες, που μαζί με τις συνδικαλιστικές αγκυλώσεις σε κρίσιμους τομείς με το ρεσιτάλ λαϊκισμού καθυστερούν την πρόοδο και τον εκσυγχρονισμό.
Σαφώς απαιτείται μια γενικότερη πραγματική και όχι ψευδεπίγραφη, ως πολιτικό σύνθημα, αλλαγή του πολιτικού συστήματος, για την οποία απαιτείται ο σχηματισμός μιας κρίσιμης μάζας, που υπολογίζεται τουλάχιστον στο 20% των πολιτών, αλλά πολύ δύσκολα μπορεί να επιτευχθεί με τις κρατούσες σήμερα συνθήκες, την αδιαφορία των πολιτών για τα κοινά και τη νοοτροπία της πρόταξης του ιδιωτικού αντί του δημοσίου συμφέροντος, που είναι αποτελέσματα της διαχρονικής πρακτικής των εκάστοτε κυβερνήσεων, των πολιτικών δυνάμεων και των άλλων θεσμών που δημιούργησαν το πελατειακό κράτος και μέσω αυτού συνεχίζουν τη διαδρομή τους.
* Ο Λέανδρος Τ. Ρακιντζής είναι Αρεοπαγίτης ε.τ.