Συνεχης ενημερωση

    Τετάρτη, 29-Ιαν-2025 00:05

    Η Πολιτιστική Κληρονομιά σε Aναμονή: Το "Διατηρώ" και η ευθύνη που μας βαραίνει

    • Εκτύπωση
    • Αποστολή με email
    • Προσθήκη στη λίστα ανάγνωσης
    • Μεγαλύτερο μέγεθος κειμένου
    • Μικρότερο μέγεθος κειμένου

    Της Εύης Μαμιδάκη

    Η πολιτιστική και αρχιτεκτονική κληρονομιά της Ελλάδας αποτελεί τη ζωντανή ιστορία του έθνους μας. Ωστόσο, η διατήρησή της μοιάζει να παραμένει σε δεύτερη μοίρα, και οι προσπάθειες για την προστασία της συχνά φαίνεται να είναι άνισες και αντιφατικές.

    Σε μια  αξιοσημείωτη και ελπιδοφόρα εξαίρεση, το Υπουργείο Περιβάλλοντος και Ενέργειας (ΥΠΕΝ) προχώρησε στη δημιουργία του προγράμματος "Διατηρώ". Αυτή η πρωτοβουλία, η οποία σηματοδοτεί την πρώτη ουσιαστική παρέμβαση στον τομέα της προστασίας της αρχιτεκτονικής κληρονομιάς έπειτα από περισσότερα από 35 χρόνια κρατικής αδιαφορίας, έρχεται να προσφέρει πραγματικές λύσεις, λειτουργώντας ως ένα κρίσιμο χρηματοδοτικό εργαλείο.

    Η διαμόρφωση του προγράμματος απαίτησε δύο χρόνια εντατικής εργασίας και τεχνικής προσαρμογής, ώστε να εναρμονιστεί με τις απαιτήσεις των χρηματοδοτικών εργαλείων της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Ο σχεδιασμός του υπήρξε αποτέλεσμα συλλογικών προσπαθειών, με καθοριστική τη συμβολή του Γενικού Γραμματέα Αστικού Περιβάλλοντος, κ. Ευθύμιου Μπακογιάννη, και της ομάδας του στο ΥΠΕΝ. 

    Παρά τις δυσκολίες, το πρόγραμμα "Διατηρώ", το οποίο πρόσφατα τέθηκε σε δημόσια διαβούλευση, Οδηγός Χρηματοδότησης του νέου Προγράμματος "ΔΙΑΤΗΡΩ Ιδιωτικού Τομέα" – ΥΠΕΝ Διαβούλευση,  κατόρθωσε να ενταχθεί στο ΕΣΠΑ, ανοίγοντας τον δρόμο για μια πραγματική ευκαιρία διάσωσης της αρχιτεκτονικής μας κληρονομιάς και προβλέπει επιδοτήσεις ύψους 50% για παρεμβάσεις όπως ο καθαρισμός προσόψεων, η στατική ενίσχυση, η αποκατάσταση εσωτερικών χώρων, η ενεργειακή αναβάθμιση και η ενσωμάτωση νέων χρήσεων. 

    Παρά τις αρχικές όμως εξαγγελίες για έναν φιλόδοξο προϋπολογισμό 70 εκατομμυρίων ευρώ, το τελικό ύψος του προϋπολογισμού του περιορίστηκε δραματικά στα μόλις 20 εκατομμύρια ευρώ. Αυτή η απόφαση, προερχόμενη από το Υπουργείο Οικονομικών, όχι μόνο απογοητεύει, αλλά και καταδεικνύει τη δυσαναλογία μεταξύ των πραγματικών αναγκών για την διάσωση της αρχιτεκτονικής μας κληρονομιάς και της πολιτικής βούλησης να επενδυθούν οι αναγκαίοι πόροι.

    Αρκεί να αναλογιστεί κανείς τον τεράστιο αριθμό των διατηρητέων κτιρίων που χρήζουν προστασίας: πάνω από 20.000 διατηρητέα και άλλα 200.000 σε παραδοσιακούς οικισμούς με ομαδικούς χαρακτηρισμούς. 

    Αυτή η πραγματικότητα καταδεικνύει όχι μόνο τη σοβαρή υποχρηματοδότηση αλλά και την απουσία οποιασδήποτε συντονισμένης συνεργασίας μεταξύ των αρμόδιων υπουργείων.

    Πρωτίστως, προκύπτει το ερώτημα: Ποια είναι η θέση των υπόλοιπων υπουργείων σε αυτή την κρίσιμη προσπάθεια; Και, κυρίως, η θέση αλλά και ο ρόλος του Υπουργείου Πολιτισμού (ΥΠΠΟΑ); Ως θεσμικός στυλοβάτης της διατήρησης της αρχιτεκτονικής μας κληρονομιάς και πρωτεργάτης της κήρυξης διατηρητέων κτιρίων, η συνεισφορά του περιορίζεται απλά στον χαρακτηρισμό τους; Ενώ η ουσιαστική μέριμνα για τη διάσωσή τους έχει αφεθεί στην τύχη της;

    Δεν θα έπρεπε το ΥΠΠΟΑ, με την ex officio ευθύνη του, να πρωτοστατεί στην υλοποίηση του θεσμικού πλαισίου που το ίδιο έχει διαμορφώσει (Ν.3028/2002 για την προστασία της πολιτιστικής κληρονομιάς); Ιδίως όταν το Υπουργείο Περιβάλλοντος και Ενέργειας ήδη ενεργεί, αναλαμβάνοντας σημαντικές πρωτοβουλίες όπως το πρόγραμμα "Διατηρώ". 

    Επί τρεις μήνες οι προσπάθειες του Συλλόγου για συνάντηση με τον Υφυπουργό Εθνικής Οικονομίας και Οικονομικών, κ. Θάνο Πετραλιά, σχετικά με την προώθηση κρίσιμων ρυθμίσεων και οικονομικών ελαφρύνσεων, όπως η απαλλαγή του ΦΠΑ στις δαπάνες αποκατάστασης, η εξαίρεση εισοδημάτων από την ενοικίαση διατηρητέων, η άρση περιορισμών χρήσης για βραχυχρόνια μίσθωση και η κατάργηση παράλογων αντικινήτρων έχουν αποβεί άκαρπες,.

    Το ίδιο άκαρπες τυγχάνουν και οι επανειλημμένες εκκλήσεις προς το Υπουργείο Πολιτισμού και Αθλητισμού (ΥΠΠΟΑ), οι οποίες παραμένουν αναπάντητες, ενώ η κατάσταση καθίσταται ολοένα και πιο επιτακτική.

    Είναι πραγματικά ακατανόητο πώς, σε ένα ζήτημα τόσο ζωτικής σημασίας για την εθνική μας πολιτιστική κληρονομιά, απουσιάζει εκκωφαντικά μια συντονισμένη στρατηγική που θα μπορούσε να αξιοποιήσει τις τεράστιες προοπτικές διάσωσης της αρχιτεκτονικής μας παράδοσης. 

    Αυτά τα κτίρια δεν αποτελούν απλώς ένα κομμάτι της ιστορίας μας για αισθητική απόλαυση ή μια πολυτέλεια που μπορεί να θεωρηθεί δευτερεύουσα μπροστά σε άλλα φλέγοντα ζητήματα. Αντιθέτως, αντιπροσωπεύουν έναν ανεκτίμητο πόρο, όχι μόνο από την πολιτιστική, αλλά και από την οικονομική σκοπιά, με τεράστιες δυνατότητες ουσιαστικής αξιοποίησης.

    Αν όχι εμείς, τότε ποιοι θα αναλάβουν την ευθύνη για τη διάσωση αυτής της ιστορικής παρακαταθήκης; 

    Και αν όχι τώρα, πότε;

    Εξάλλου, η ιστορία δεν συγχωρεί αυτούς που τη λησμονούν...

    *Η Εύη Μαμιδάκη είναι Δικηγόρος  Α.Π. - LLM, Πρόεδρος Συλλόγου Ιδιοκτητών Διατηρητέων Κτηρίων και Μνημείων

    ΣΑΣ ΑΡΕΣΕ ΤΟ ΑΡΘΡΟ;

    ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ