Συνεχης ενημερωση

    Παρασκευή, 25-Οκτ-2024 00:04

    Το σχέδιο Ντράγκι και τα λάθη του

    • Εκτύπωση
    • Αποστολή με email
    • Προσθήκη στη λίστα ανάγνωσης
    • Μεγαλύτερο μέγεθος κειμένου
    • Μικρότερο μέγεθος κειμένου

    Του Θάνου Κουρματζή

    Πρόσφατα ο πρώην ηγέτης της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας ανέλαβε και παρέδωσε στην Ευρωπαϊκή Επιτροπή πολυσήμαντη μελέτη για τις αναγκαίες μεταρρυθμιστικές πολιτικές που χρειάζεται να εφαρμοστούν αμέσως στην Ευρώπη. Ο Μάριο Ντράγκι διαπιστώνει μεγάλα οργανικά, διαρθρωτικά και οργανωτικά προβλήματα στην Ένωση στον οικονομικό, αμυντικό, ενεργειακό και τεχνολογικό τομέα δραστηριοτήτων.   

    Η αύξηση της έντασης του παγκόσμιου ανταγωνισμού ανάμεσα στις μεγάλες δυνάμεις και η συνεχής αντιπαράθεση της Δύσης με τον υπόλοιπο κόσμο κυρίως με την Κίνα και τη Ρωσική Ομοσπονδία, ή και τους BRICS + φέρνει την Ευρωπαϊκή Ένωση αντιμέτωπη με πλήθος προβλημάτων που αναζητούν επειγόντως τις λύσεις τους.  

    Η μελέτη είναι στοχευμένη, συγκεκριμένη και επιλεκτική με την έννοια ότι οι προτάσεις πολιτικής που υποδεικνύει είναι άμεσα εφαρμόσιμες. Δεν υπάρχει χρόνος για μη ανάληψη αποτελεσματικής δράσης γιατί ήδη έχει παρέλθει πολύς καιρός από τότε που η Ε. Ένωση έβλεπε το προϊόν της να αυξάνεται κατά 2 – 3%, γρηγορότερα δηλαδή από εκείνο των ανταγωνιστών της και μέχρι τις αρχές της δεκαετίας του 2000. 

    Τρία είναι τα στρατηγικά μειονεκτήματα που καλείται να ανατρέψει η Ένωση. Πρώτο, δεν διαθέτει στο έδαφος της ενεργειακούς πόρους ανάλογους με τις ανάγκες της, δεύτερο, δεν διαθέτει αμυντικό σχεδιασμό και επαρκή εξοπλιστική ικανότητα και τρίτο  εμφανίζει προβλήματα πολιτικού συντονισμού και ενιαίας δράσης. Τα μειονεκτήματα αυτά είναι τόσο ισχυρά που πολλές φορές την καθηλώνουν σε ακινησία και ίσως πολιτική παραλυσία. 

    Μπορούν όμως να αντιμετωπιστούν από τα πολύ μεγαλύτερα πλεονεκτήματα που δυνάμει διαθέτει αρκεί να αναληφθούν πρωτοβουλίες για εφαρμογή πολιτικών από ικανούς πολιτικούς που θα τα αξιοποιήσουν. Για παράδειγμα η συμφωνία για συλλογική μαζική προμήθεια ενεργειακών πόρων από τους προμηθευτές θα είχε τη δύναμη να δημιουργήσει τεράστιες οικονομίες κλίμακας ώστε να μειωθούν δραστικά οι τιμές από τα επίπεδα που καταγράφει η εθνική επί μέρους προμήθευση. 

    Κατά τα φαινόμενα το σχέδιο δράσης του Ντράγκι αποκτά επείγοντα χαρακτήρα γιατί πλέον δεν υπάρχει χρόνος για καθυστερήσεις και αναβολές. Μετά τις πρόσφατες εκλογές όλοι αναμένουν τις πολιτικές κατευθύνσεις που θα υποδείξει η Επιτροπή αλλά η επιτροπή δεν έχει σαφώς ενιαία επίγνωση των καταστάσεων και "εκούσα άκουσα" θα εφαρμόσει τις προτάσεις  Ντράγκι.  

    Δυστυχώς όμως τα πράγματα δεν είναι έτσι. Είναι διαφορετικά. Το προτεινόμενο σχέδιο έχει μια λογική συνοχή και αποδίδει λύσεις σε πολλά και οξυμένα προβλήματα αλλά τα κράτη μέλη δεν διαθέτουν πολιτική βούληση και αποφασιστικότητα να τις ακολουθήσουν. Το σχέδιο αναπτύσσεται με βάση ένα σύνολο διαπιστώσεων κατά κύριο λόγο αρνητικών οι οποίες και θεμελιώνουν την τρέχουσα εξασθενημένη δυναμική που εμφανίζει η Ένωση. 

    Οι διαπιστώσεις αυτές αναφέρονται σε όλα σχεδόν τα πεδία των οικονομικών και πολιτικών δραστηριοτήτων αλλά και στις στρατηγικές που εφαρμόσθηκαν στο παρελθόν και κυρίως μετά την καθιέρωση του ενιαίου νομίσματος. 

    Λόγω των σφοδρών αντιπαραθέσεων που αναπτύσσονται ανάμεσα στα μείζονα κράτη παγκοσμίως, η Ένωση αν δεν θέλει να παραμείνει εξαρτημένος ουραγός θα πρέπει να αναθεωρήσει θεμελιώδεις στρατηγικές επιλογές. Οι οποίες επέφεραν σημαντικές στρεβλώσεις στο εσωτερικό της όπως οι τεράστιες εισοδηματικές και τεχνολογικές ανισότητες, οι διαχωρισμοί σε μπλοκ χωρών, όπως οι βόρειοι, οι νότιοι και οι ανατολικοευρωπαίοι.  Όπως η προχωρημένη αποβιομηχάνιση, η συρρίκνωση του προϊόντος, η τεχνολογική υστέρηση, η ενίσχυση εθνικών επιλογών σε βάρος των συλλογικών και τελικά η προώθηση των τάσεων που οδηγούν στον εθνικό εγκλεισμό και στην ακραία αυταρχική αντισυστημική ατζέντα. 

    Capture

    Ο πίνακας μας δείχνει πόσο υστερεί η Ε. Ένωση τόσο από τις ΗΠΑ όσο και από την Κίνα και στη παραγωγή τεχνολογικών καινοτομικών προϊόντων και στη παραγωγή λογισμικών προγραμμάτων. 

    Σύμφωνα με το σχέδιο Ντράγκι (αλλά και τη μελέτη Λέττα), η Ευρώπη χρειάζεται να αυξήσει και να βελτιώσει τον δείκτη ανταγωνιστικότητας της παγκοσμίως. Για να το κάνει αυτό απαιτείται πρωτίστως η δραστική ανάπτυξη της παραγωγικότητας των οικονομικών δομών ενιαία.   Διαφορετικά οι ανισότητες μεταξύ των κρατών μελών θα μεγαλώνουν και θα μετατρέπονται σε επικίνδυνα χάσματα, απειλητικά για την ευρωπαϊκή συνοχή. 

    Ορισμένες μόνο χώρες όπως η Γερμανία και οι συν αυτώ βελτίωσαν την απόδοση τους αλλά το πλεονασματικό εμπορικό ισοζύγιο στηρίχθηκε στον περιορισμό των αμοιβών εργασίας και στα στενά δημοσιονομικά περιθώρια. Αυτό δημιούργησε περισσότερα προβλήματα από εκείνα που σκόπευε να επιλύσει μειώνοντας την εσωτερική ζήτηση και το βιοτικό επίπεδο

    Το μοντέλο ανάπτυξης που θα επιφέρει την αύξηση του προϊόντος οφείλει να θέσει ξανά σε δυναμική κίνηση την ευρωπαϊκή βιομηχανία συμμετρικά και ισοδύναμα στο πλαίσιο ενός ενιαίου ευρωπαϊκού σχεδιασμού με αποδοτική κατανομή εργασίας στις οικονομικές ζώνες. Οι ευρωπαϊκές πολιτικές δεν ακολουθούν τις παγκόσμιες τάσεις διαπιστώνει η μελέτη. Συνεχίζει να δίνει πολιτική έμφαση και πόρους στους παραδοσιακούς και φθίνοντες βιομηχανικούς κλάδους αγνοώντας εν πολλοίς τους δυναμικούς ανάλογους όπως το cloud computing και τη τεχνητή νοημοσύνη. Κατά συνέπεια κάτω από τους υπάρχοντες οικονομικούς όρους είναι αδύνατο να ανταγωνιστεί μεγάλες εταιρίες όπως η Microsoft, η Google, η Amazon, Intel, Apple και άλλες. 

    Μία από τις βασικές διαπιστώσεις της μελέτης είναι ότι η ευρωπαϊκή οικονομία έχει χάσει τον δυναμισμό της και ότι περιβάλλεται από πολύ ισχυρότερους ανταγωνιστές όπως οι ΗΠΑ και η Κίνα. 

    Η χρήση όμως γενικών όρων, όπως ευρωπαϊκή οικονομία έστω και αν την αντιλαμβάνεται κανείς ως μέσο όρο κρύβει όχι τις λεπτομέρειες αλλά τεράστιες διαφορές που υπάρχουν ανάμεσα στις εθνικές οικονομίες. Το πρώτο λάθος που διαπράττει η μελέτη Ντράγκι είναι ότι θεωρεί την ευρωπαϊκή Ένωση ως ενιαία πολιτική οντότητα δηλαδή κάτι σαν ομοσπονδία όπου οι πολιτικές που προτείνονται θα τύχουν ευρείας αποδοχής και εφαρμογής. Επεξεργάζεται και προτείνει υπέρ εθνικές πολιτικές που τις περισσότερες φορές είναι ορθές και κατάλληλες αλλά αυτές οφείλουν να εφαρμοσθούν σε εθνικό επίπεδο και από εθνικές κυβερνήσεις, κάτι που ασφαλώς θα οδηγήσει στην αλλοίωση αν όχι στην ακύρωση τους. Ένα τέτοιο παράδειγμα είναι η πολιτική χαλάρωσης των κρατικών προϋπολογισμών που προτείνεται και κατά συνέπεια του κοινοτικού κάτι που προσέκρουσε στην άρνηση κιόλας του Γερμανού υπουργού οικονομικών Κρίστιαν Λίντνερ.  

    Θα ήταν απείρως χρησιμότερο το σχέδιο αν οι πολιτικές που  περιέχει αναφέρονταν σε μια ενιαία οικονομική περιοχή πολιτικά ολοκληρωμένη.  

    Το σχέδιο για την βελτίωση της ανταγωνιστικότητας μέσω της αύξησης της παραγωγικότητας σε ένα κόσμο βαθιά ανταγωνιστικό θα έπρεπε να περιείχε τα εξής στοιχεία:  

    Πρώτο: ολιστικότητα μέσω της διαφοροποίησης. Αυτό σημαίνει πως κάθε ευρωπαϊκή περιοχή ανάλογα με το συγκριτικό της πλεονέκτημα θα έπρεπε να εξειδικευθεί σε ορισμένους κλάδους και τομείς της οικονομίας. 

    Δεύτερο: εκσυγχρονισμός των οριζόντιων υποδομών σε περιφερειακό, εθνικό και ευρωπαϊκό επίπεδο 

    Τρίτο: ολοκλήρωση και εφαρμογή ενιαίας  οικονομικής πολιτικής και όχι μόνο νομισματικής. 

    Μια ανάλογη στρατηγική ανάπτυξης και ενοποίησης των παραγόντων μέσω της συμπληρωματικότητας θα ελαχιστοποιούσε τις τρεις μεγάλες εξαρτήσεις που εντοπίζει το σχέδιο Ντράγκι. Δηλαδή ενεργειακή εξάρτηση από τη Ρωσική ομοσπονδία, από τη Κίνα εξάρτηση για τη πράσινη ενέργεια και από τις ΗΠΑ εξάρτηση για την ασφάλεια και την άμυνα

    Η στρατηγική της απεξάρτησης σωστά προτείνει η μελέτη ότι δεν μπορεί  να μη λάβει υπόψη της την ανάγκη για μεγάλες επενδύσεις στους τομείς που απαιτούν τεχνολογικές καινοτομίες όπως το  cloud computing και η τεχνική νοημοσύνη, την απαλλαγή από τις ανθρακούχες εκπομπές άνθρακα και την αξιοποίηση και ενίσχυση των κοινών αμυντικών δυνατοτήτων.  

    Το μοντέλο της ενίσχυσης της ευρωπαϊκής βιομηχανίας που προτείνεται απαιτεί μεγάλες μεταρρυθμίσεις και εκσυγχρονισμούς. Και αν είναι δύσκολο να ξεπεράσει το βιομηχανικό προϊόν των ΗΠΑ τουλάχιστον θα μπορούσε να αναμετρηθεί ισάξια με τη κινεζική βιομηχανία. Η βιομηχανική πολιτική θα έπρεπε να είναι λιγότερο αφελής υπογραμμίζει η μελέτη. Αν η Κίνα παραβιάζει τους κανόνες του ελεύθερου εμπορίου και τις επιταγές του ΠΟΕ, επιδοτώντας τις καινοτομικές επιχειρήσεις και ρυθμίζοντας την συναλλαγματική ισοτιμία του γουάν, η Ευρώπη δεν θα πρέπει να μένει απαθής στις στρεβλώσεις της αγοράς. Με παρεμβάσεις νομοθετικές και οικονομικές θα πρέπει να επισπεύσει τις λειτουργίες της περί αδειοδοτήσεων των νέων επιχειρήσεων, κυρίως αυτών των καινοτομικών και των νεοφυών, να εφαρμόσει πολιτικές προστασίας στα πρώτα τους στάδια ανάπτυξης  και να υλοποιήσει πολιτικές για τους ημιαγωγούς και τις ενεργειακές διασυνδέσεις έξω και πάνω από τις εθνικές νομοθεσίες

    Επιπρόσθετα η βιομηχανική πολιτική και η πολιτική του ανταγωνισμού οφείλει κατά τη μελέτη Ντράγκι να επιταχύνει τις διασυνοριακές συγχωνεύσεις των επιχειρήσεων κατά τρόπο ώστε να αυξηθούν οι οικονομίες κλίμακας ανταποκρινόμενες στον παγκόσμιο ανταγωνισμό. Αυτό απαιτεί μια πιο φιλική πολιτική προς τις επιχειρήσεις έστω και αν χρειαστεί να μεταφερθούν πόροι από πολιτικές με κοινωνικό προσανατολισμό. 

    Με άλλα λόγια προτείνεται η χρηματοδοτική ενίσχυση των επιχειρήσεων από τους κοινοτικούς προϋπολογισμούς κάτι που θα στερηθούν πόρους οι κοινωνικές ομάδες και βεβαίως οι καταναλωτές. Το γεγονός όμως ότι οι καταναλωτές καλούνται να ενισχύσουν τη πολιτική δημιουργίας κλίμακας αντίκειται προς τις ευρωπαϊκές καταστατικές αρχές οι οποίες είναι απόλυτα σαφείς ότι ο βασικός στόχος των ενωσιακών πολιτικών είναι η βελτίωση του βιοτικού επιπέδου των πολιτών και καταναλωτών. Έστω και αν η ενίσχυση αυτή αφορά στις καινοτομικές επιχειρήσεις και είναι παροδική συνιστά ένα ακόμα λάθος στις προτεινόμενες πολιτικές από τη μελέτη. Οι επιχειρήσεις θα μπορούσαν να εκτεθούν στον παγκόσμιο ανταγωνισμό όχι λαμβάνοντας κεφάλαια από το δημόσιο ταμείο όπως γίνεται στη Κίνα αλλά από την αύξηση των ιδιωτικών επενδύσεων και κεφαλαίων.  

    Σε ό,τι αφορά στην άμυνα και ασφάλεια της Ευρωπαϊκής Ένωσης η μελέτη σωστά προτείνει ένα κοινό αμυντικό προγραμματισμό και σχεδιασμό. Σχεδιασμό σε ενιαίο προγραμματισμό προμηθειών αμυντικών προϊόντων και υλοποίηση έργων κοινού ενδιαφέροντος και υψηλού αντικτύπου. Ο ρόλος της Ένωσης οφείλει να είναι συντονιστικός και καθοριστικός. Όμως ενδέχεται η πολιτική αυτή να ακυρωθεί από τις εθνικές εξουσίες γιατί εμφανίζονται απρόθυμες να εκχωρήσουν εθνική κυριαρχία στην ευρωπαϊκή επιτροπή. Κατά συνέπεια απαιτείται κοινή βούληση και θετική προσαρμογή στις διεθνείς απειλές. 


    Για να προωθηθεί ένα σχέδιο που απαιτεί την ενίσχυση της βιομηχανίας, της καινοτομίας, της ανάπτυξης της πράσινης ενέργειας, του ενιαίου αμυντικού σχεδιασμού, των τηλεπικοινωνιών και των διασυνοριακών συγχωνεύσεων, χρειάζονται χρηματοδοτικοί πόροι. Τα κεφάλαια αυτά μέχρι το 2030 υπολογίζονται στο 4,5 – 4,7% του ευρωπαϊκού ΑΕΠ ή 800 δις ευρώ. 

    Η κατανομή που προτείνει η μελέτη είναι η ακόλουθη:  450 δις για πολιτικές που επιτυγχάνουν την απαλλαγή από ανθρακούχες εκπομπές, 150 δις για ψηφιοποίηση  και δράσεις υψηλού αντικτύπου, καθώς και για επενδύσεις πρωτοπορίας, 50 δις για αμυντικές δαπάνες και 150 δις για έρευνα και καινοτομία. 

    Μεγάλο μέρος των πόρων αυτών θα εξασφαλισθεί από τη μείωση των κονδυλίων  των γεωργικών επιδοτήσεων κάτι δηλαδή που θα πλήξει τις λιγότερο αναπτυγμένες χώρες μέλη της Ένωσης. Κοντά στο 60% του κοινοτικού προϋπολογισμού πηγαίνει στις γεωργικές κοινές πολιτικές. Και αυτό είναι ένα επί πλέον λάθος γιατί  θα μπορούσε να συνδεθεί η βιομηχανική με την αγροτική νέα δυναμική παραγωγή δημιουργώντας και εφαρμόζοντας καινοτομίες. 

    Ταυτόχρονα προτείνεται και έκδοση κοινού ευρωπαϊκού χρέους 150 δισ. ευρώ για την χρηματοδότηση του σχεδίου βελτίωσης της ανταγωνιστικότητας. 

    Δεν είναι βέβαιο ότι, ακόμα και οι ορθές επισημάνσεις και πολιτικές που περιέχονται στη μελέτη, οι εθνικές κυβερνήσεις θα αποδεχθούν την εφαρμογή τους  και λόγω του υψηλού πολιτικού κόστους που περιέχεται σε πολλές απ’ αυτές ενδέχεται να τροποποιηθούν στο όνομα της προσαρμογής σε τέτοιο βαθμό ώστε να αλλοιωθούν εντελώς. 

    Αντίθετα αν το σχέδιο αυτό απέβλεπε στην ανάπτυξη μέσω της χωροθέτησης οικονομικών και βιομηχανικών δραστηριοτήτων ανάλογα με τα συγκριτικά πλεονεκτήματα κάθε οικονομικής γεωγραφικής ζώνης σε ένα ενιαίο όλον και με τη συμμετοχή στην εκπόνηση του των εθνικών φορέων τότε είναι βέβαιο πως θα επιτυγχάνονταν και η μείωση του χάσματος των περιφερειακών ζωνών και η εφαρμογή των πολιτικών από τις εθνικές κυβερνήσεις και η αύξηση της ανταγωνιστικότητας μέσω της βελτίωσης και ενίσχυσης της εσωτερικής ζήτησης των ευρωπαίων πολιτών. 

    * Ο Θάνος Κουρματζής είναι Οικονομολόγος / Στατιστικός / Συγγραφέας 

    ΣΑΣ ΑΡΕΣΕ ΤΟ ΑΡΘΡΟ;

    ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ