Συνεχης ενημερωση

    Τετάρτη, 29-Μαϊ-2024 00:03

    Για μια εκ νέου ανταγωνιστική Ευρώπη

    • Εκτύπωση
    • Αποστολή με email
    • Προσθήκη στη λίστα ανάγνωσης
    • Μεγαλύτερο μέγεθος κειμένου
    • Μικρότερο μέγεθος κειμένου

    Της Εύης Χριστοφιλοπούλου

    Οι σημερινές εξελίξεις είναι εκ διαμέτρου αντίθετες από την ευφορία που επικρατούσε στην Ευρώπη τις δεκαετίες του ’70 και του ’80. Τότε που το ΑΕΠ της Ευρωπαϊκής Ένωσης είχε φθάσει σε υψηλότερο επίπεδο από εκείνο των Ηνωμένων Πολιτειών. Από το 2008 όμως και μετά τα δεδομένα άλλαξαν. Το ΑΕΠ της Ευρωπαϊκής Ένωσης σε ονομαστικούς όρους μειώθηκε σημαντικά. Η έλλειψη σημαντικής επέκτασης της κοινής αγοράς σε νέες χώρες και η εστίαση στην άσκηση ενιαίας πολιτικής σε πολλά μη οικονομικά ζητήματα παγκόσμιας εμβέλειας όπως η κλιματική αλλαγή, η ασφάλεια και η βιώσιμη ανάπτυξη που έβαλαν περιορισμούς σε πολλούς οικονομικούς τομείς, επηρέασαν την οικονομία της. Επιπρόσθετα σημαντικά γεωπολιτικά γεγονότα όπως το Brexit και ο πόλεμος στην Ουκρανία επέφεραν αλλαγές στον ρόλο της Ευρωπαϊκής Ένωσης στο διεθνές επίπεδο. 

    Και παρότι η Ευρωπαϊκή Ένωση εξακολουθεί να είναι μια υπολογίσιμη οικονομική δύναμη, ο ρυθμός ανάπτυξής της είναι συγκριτικά βραδύτερος. Αυτός είναι ένας από τους κύριους λόγους για τους οποίους διεξάγεται ευρεία συζήτηση σε επίπεδο ΕΕ σχετικά με την ενίσχυση της ανταγωνιστικότητας της και την στρατηγική κατεύθυνση της ενιαίας αγοράς από την οποία θα καθορισθεί και η αξιοποίηση του οικονομικού δυναμικού της Ε.Ε. τα επόμενα χρόνια. Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο θεωρεί ότι η άρση των εμποδίων στην ενιαία αγορά αγαθών και υπηρεσιών έχει τη δυνατότητα να απελευθερώσει 713 δισ. ευρώ έως το τέλος του 2029. 

    Σίγουρα η Ευρωπαϊκή Ένωση είναι ένας πολύ σημαντικός παράγοντας στον παγκόσμιο οικονομικό χάρτη. Αυτό οφείλεται στο γεγονός ότι είναι μια αγορά με εκτεταμένες κανονιστικές απαιτήσεις, που προσφέρει πρόσβαση σε περισσότερους από 400 εκατομμύρια καταναλωτές. Σήμερα, ουσιαστικά καμία εταιρεία που δραστηριοποιείται παγκοσμίως δεν έχει την πολυτέλεια να μην δραστηριοποιείται, έστω και σε περιορισμένο βαθμό, στην Ευρωπαϊκή Ένωση. Αυτό έχει προφανώς θετικό αντίκτυπο στην οικονομία της, αλλά είναι ανοιχτό το ερώτημα εάν αυτή η κατάσταση θα συνεχιστεί και στο μέλλον.

    Και εδώ η απάντηση βρίσκεται στις εξελίξεις που θα σημειωθούν σε ευρωπαϊκό επίπεδο στα πεδία της έρευνας και της καινοτομίας. Οι ευρωπαϊκές εταιρείες αντιπροσωπεύουν το ένα τέταρτο της συνολικής βιομηχανικής Ε&Α στον κόσμο, ωστόσο, κατά την τελευταία δεκαετία, εταιρείες από τις Ηνωμένες Πολιτείες ενίσχυσαν σημαντικά την παγκόσμια ηγετική τους θέση και η Κίνα κάθε άλλο παρά υστερεί σε ρυθμούς τεχνολογικής προόδου. Αυτός ο παγκόσμιος ανταγωνισμός για την καινοτομία αποτελεί πρόκληση στην οποία καλείται να ανταποκριθεί η Ε.Ε. αν θέλει να βελτιώσει την ανταγωνιστικότητα της. 

    Και στο σημείο αυτό ανοίγει μία πολύ μεγάλη συζήτηση για το ρυθμιστικό περιβάλλον. Οι  κανονιστικές απαιτήσεις της Ευρωπαϊκής Ένωσης για τον τεχνολογικό τομέα είναι από τις πιο εκτεταμένες στον κόσμο. Αφενός, αυτό παρέχει μεγαλύτερη προστασία και έλεγχο των δεδομένων που επεξεργάζονται οι επιχειρήσεις, αλλά, αφετέρου, καθιστά δύσκολη την ανάληψη ιδιαίτερα καινοτόμων δραστηριοτήτων. Και είναι πολλοί εκείνοι που ισχυρίζονται ότι για την αύξηση της καινοτομίας χρειάζεται επανεξέταση της πρόσβασης στα δεδομένα και διασφάλιση μεγαλύτερου ανοίγματος και τυποποίησης. Με άλλα λόγια άρση των υπερβολικών κανονισμών και ασαφειών στη νομοθεσία της Ε.Ε. και αξιοποίηση του δυναμικού των παγκόσμιων εταιρειών.  

    Σε έναν δυναμικά εξελισσόμενο κόσμο, με την τεχνολογία να αποτελεί αναπόσπαστο μέρος της ζωής μας, η ψηφιακή ενιαία αγορά είναι το θεμέλιο του μέλλοντος της ευρωπαϊκής οικονομίας. Κάθε μία από τις πρόσφατες τεχνολογικές ανακαλύψεις– από την εισαγωγή των δικτύων πέμπτης γενιάς έως την ανάπτυξη της τεχνητής νοημοσύνης – έχει προκαλέσει σημαντικές αλλαγές στην οικονομία και στον τρόπο λειτουργίας των επιχειρήσεων. Οφείλουμε επομένως να επανεξετάσουμε τους κανόνες και τους περιορισμούς με βάση τα νέα δεδομένα ώστε να διασφαλίσουμε την αναγκαία ασφάλεια, αίροντας τις υπερβολικές δεσμεύσεις της νομοθεσίας που επηρεάζουν αρνητικά την έρευνα και τις εφαρμογές της. Σύμφωνα δε και με τις θέσεις της Νέας Δημοκρατίας αλλά και του Ευρωπαϊκού Λαϊκού Κόμματος οι οποίες στηρίζουν την υγιή και καινοτόμα επιχειρηματικότητα η αποτελεσματικότητα της ευρωπαϊκής ενιαίας αγοράς εξαρτάται σε μεγάλο βαθμό από την εξεύρεση της σωστής ισορροπίας μεταξύ της "απελευθέρωσης" του οικονομικού δυναμικού της ελεύθερης αγοράς και της επιβολής περαιτέρω υποχρεώσεων για την προστασία των συλλογικών συμφερόντων της κοινότητας.

    *Η Εύη Χριστοφιλοπούλου είναι υποψήφια ευρωβουλευτής με τη Νέα Δημοκρατία

    ΣΑΣ ΑΡΕΣΕ ΤΟ ΑΡΘΡΟ;

    ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ