00:04 08/09
Το φορολογικό σύστημα ακυρώνει την εφαρμογή της τεχνητής νοημοσύνης
Σύμφωνα με τα σχέδια της ΑΑΔΕ, η Τεχνητή Νοημοσύνη (ΑΙ) θα ενσωματωθεί στον Ελεγκτικό και Εισπρακτικό Μηχανισμό.
Η απόφαση της κυβέρνησης να φέρει μεταρρυθμιστικό νόμο για την τριτοβάθμια εκπαίδευση βρίσκεται στο επίκεντρο έντονων προβληματισμών και θερμών συζητήσεων.
Βασικό επιχείρημα (ουσιαστικά, φόβος) της σφόδρα αντιτιθέμενης πλευράς είναι ότι η έμμεση άρση της συνταγματικής απαγόρευσης ίδρυσης και λειτουργίας μη κρατικών, μη κερδοσκοπιών πανεπιστημίων δια του κυοφορούμενου κυβερνητικού νομοθετήματος θα ανοίξει διάπλατα τον δρόμο στην εμπορευματοποίηση της τριτοβάθμιας εκπαίδευσης, μετατρέποντας ένα αγαθό που, κατά την άποψή τους, είναι και θα έπρεπε να παραμείνει δημόσιο σε αντικείμενο στυγνής καταναλωτικής εκμετάλλευσης και συναλλαγής.
Ένα τέτοιο επιχείρημα είναι, όμως, θύμα της αυτοαναίρεσής του, αφού όλοι εμπειρικά γνωρίζουμε, αλλά είναι και ερευνητικά τεκμηριωμένο, ότι το "δημόσιο αγαθό" της τριτοβάθμιας εκπαίδευσης στην ουσία ήδη αγοράζεται και, μάλιστα, αρκετά ακριβά, αφού στηρίζεται σε αθρόες ιδιωτικές δαπάνες, αρχικά, φροντιστηριακής προετοιμασίας για την αύξηση των πιθανοτήτων εισαγωγής των υποψηφίων στα πανεπιστημιακά ιδρύματα και, εν συνεχεία, οικονομικής υποστήριξης εκείνων των φοιτητών που θα αναγκαστούν να σπουδάσουν σε πόλεις εκτός του τόπου κατοικίας τους για την (επί τουλάχιστον τετραετία) κάλυψη των μηνιαίων εξόδων διαβίωσης.
Επομένως, η πρόσβαση στη "δωρεάν" τριτοβάθμια εκπαίδευση, όπως έχει καθιερωθεί και προσφέρεται στη χώρα μας, είναι στην ουσία εξόχως ανταγωνιστική με κοινωνικο-οικονομικούς όρους, άρα ευθέως ταξική, αφού οι έχοντες περισσότερους οικονομικούς πόρους μπορούν να καλύψουν τις προκαλούμενες ιδιωτικές δαπάνες ευκολότερα.
Δηλαδή, μπορούν: Πρώτον, να αυξήσουν θεαματικά τις πιθανότητες εισαγωγής των υποψηφίων τέκνων τους όχι γενικώς και αορίστως σε κάποιο πανεπιστημιακό ίδρυμα, αλλά σε εκείνα που βρίσκονται ανάμεσα στις top επιλογές τους (συνήθως, ιατρικές, πολυτεχνικές και νομικές σχολές), αφήνοντας, έτσι, κενές θέσεις κυρίως σε πανεπιστημιακές σχολές και τμήματα χαμηλότερης ζήτησης που, συμπτωματικά, προσφέρουν και ειδικότητες χαμηλότερης μελλοντικής επαγγελματικής αποκατάστασης (άρα, αυξάνουν και τα ποσοστά της ανεργίας των νέων). Δεύτερον, μπορούν να υποστηρίξουν με μεγαλύτερη οικονομική άνεση τους φοιτητές καθ’ όλη τη διάρκεια των σπουδών τους, τη στιγμή που φοιτητές προερχόμενοι από οικογένειες με μικρότερες οικονομικές δυνατότητες είναι περισσότερο επιρρεπείς στο drop out και, εν τέλει, στη μη αποφοίτηση.
Είναι εξαιρετικά αμφίβολο κατά πόσο αυτός ο έντονος κοινωνικο-οικονομικός ανταγωνισμός που διατρέχει όχι μόνο την εισαγωγή στην τριτοβάθμια εκπαίδευση, αλλά και τη μετέπειτα φοιτητική ζωή, επιτρέπει τον χαρακτηρισμό "δημόσιο" για το αγαθό της πανεπιστημιακής εκπαίδευσης στη χώρα μας, δεδομένου ότι έρχεται να καταρριφθεί η ίδια η έννοια της ισότιμης εξασφάλισης και διανομής που θα έπρεπε θεμελιωδώς να συνοδεύει έναν τέτοιο χαρακτηρισμό, ώστε να μην καταλήγει υποκριτικός στη συζήτηση.
Θα πάψουν οι παραπάνω κοινωνικο-οικονομικοί ανταγωνισμοί να ισχύουν, εάν εισάγουμε θεσμικά την ίδρυση και λειτουργία μη κρατικών, μη κερδοσκοπιών πανεπιστημίων; Όχι, βέβαια, σε καμία περίπτωση. Αλλά θα πρόκειται για κοινωνικο-οικονομικούς ανταγωνισμούς που, καλώς ή κακώς, ήδη γνωρίζουμε ότι υπάρχουν και όχι για νέους, που θα δημιουργηθούν εξαιτίας μιας τέτοιας θεσμικής αλλαγής και θα μας αιφνιδιάσουν.
Το λάθος, λοιπόν, είναι να εμμένουμε στη θέαση της πανεπιστημιακής εκπαίδευσης περιοριστικά μέσα από το πρίσμα της ιδεολογικής πάλης "δημόσιο vs. ιδιωτικό", που όχι μόνο δεν ισχύει στην πραγματικότητα, αλλά, επιπλέον, διαιωνίζει τη συζήτηση σε μια ατέρμονη, ξεπερασμένη και εσωστρεφή διελκυστίνδα, αντί, πρωτίστως, με όρους εξασφάλισης ακαδημαϊκής ποιότητας, που θα έπρεπε εξ αντικειμένου (αφού μιλούμε για εκπαίδευση) να είναι το βασικό ζητούμενο, κατά τη διεθνή εμπειρία και πρακτική.
Η δημοκρατία στηρίζεται σε ελευθερίες και σε μη απαγορεύσεις, ώστε οι πολίτες να έχουν όχι μόνο την αίσθηση, αλλά και την πραγματική δυνατότητα των προσωπικών επιλογών. Σίγουρα, οι διαφορετικές διαβαθμίσεις (ανισότητες) του κοινωνικο-οικονομικού προφίλ των πολιτών είναι ένα στοιχείο που ενυπάρχει στις σύγχρονες δυτικές κοινωνίες και επηρεάζει, αναπόφευκτα, το περιεχόμενων αυτών των επιλογών σε σημαντικό βαθμό. Όχι μόνο στην εκπαίδευση, αλλά σε πολλούς τομείς της καθημερινότητας. Αλλά αυτό είναι ένα εγγενές χαρακτηριστικό των ελεύθερων (κοινωνικά και οικονομικά) κοινωνιών, που μόνο σε πολιτεύματα που εχθρεύονται τη διαφορετικότητα και στηρίζονται σε εξισωτικές λογικές θα μπορούσε εξ ολοκλήρου να σταματήσει να υπάρχει. Πού θέλουμε να ζούμε;
* Ο Αριστοτέλης Σταμούλας είναι Διευθυντής Ευρωπαϊκού Κέντρου Καταναλωτή Ελλάδας