08:00 06/09
Οι μαύρες αγκινάρες επιστρέφουν
Ο Αλ. Τσίπρας επανήλθε δριμύτερος, απειλώντας να μας… ξανασώσει!
Απο τη μακρινή εποχή της πρώτης γνωριμίας με το εξωτικό κακάο, οι Ευρωπαίοι παραγωγοί έχουν αναπτύξει βαθιά γνώση και παράδοση για τη μετατροπή του σε σοκολάτα και άλλα προϊόντα με βάση αυτήν την πρώτη ύλη. Αυτή η παράδοση πλαισιώνεται και υποστηρίζεται, τα τελευταία χρόνια, από υψηλά ευρωπαϊκά πρότυπα, συμβαδίζοντας με αυστηρούς κανονισμούς ασφάλειας και ποιότητας των τροφίμων. Υπάρχει ένα ευρύ φάσμα κοινοτικής νομοθεσίας που υποχρεούνται να ακολουθούν οι παραγωγοί της Ευρωπαϊκής Ένωσης (ΕΕ / Ένωση) σε όλες τις σχετικές διαδικασίες. Η ΕΕ έχει αναπτύξει πρότυπα που διασφαλίζουν την υγιεινή των τροφίμων, την υγεία και την καλή διαβίωση των ζώων και την υγεία των φυτών που συνδέονται με την παραγωγή των προϊόντων καθώς και τον έλεγχο της μόλυνσης από βλαπτικές ουσίες κατά τις διαδικασίες της επεξεργασίας τους.
Η ασφάλεια τηρείται ακόμη και όταν τα υλικά παραγωγής προέρχονται από χώρες εκτός Ένωσης. Τα εισαγόμενα αγαθά πρέπει να πληρούν τα ίδια πρότυπα και να υποβάλλονται στους ίδιους ελέγχους με τα τρόφιμα που παράγονται εντός της Ένωσης. Για να διασφαλιστεί ότι οι παραγωγοί ακολουθούν εξαιρετικά υψηλά πρότυπα ποιότητας τροφίμων, η ΕΕ έχει εγκρίνει ένα νομοθετικό πλαίσιο (Οδηγία 2000/36/ΕΚ και Κανονισμός 1169/2011/EE) που ορίζει συγκεκριμένους κανόνες για την παραγωγή αλλά και για την επισήμανση, την παρουσίαση και τη διαφήμιση τροφίμων, γενικά, και σχετικά με το κακάο και τη σοκολάτα, ειδικά.
Οι υπεύθυνοι επιχειρήσεων τροφίμων της ΕΕ πρέπει να επιδεικνύουν ιδιαίτερη επιμέλεια για να διασφαλίσουν ότι οι καταναλωτές μπορούν να βασίζονται στις παρεχόμενες πληροφορίες σχετικά με τα προϊόντα. Οι υπεύθυνοι των επιχειρήσεων πρέπει να παρέχουν στο αγοραστικό κοινό, μεταξύ άλλων, τη σωστή ονομασία του τροφίμου, έναν κατάλογο συστατικών που συμπεριλαμβάνει διατροφική δήλωση, ημερομηνία ελάχιστης διάρκειας ή ημερομηνία λήξης, τυχόν ειδικές συνθήκες αποθήκευσης ή/και συνθήκες χρήσης, ουσίες που προκαλούν αλλεργίες, ποσότητες ορισμένων συστατικών ή κατηγοριών συστατικών, καθαρή ποσότητα τροφίμου, όνομα ή εταιρική επωνυμία και διεύθυνση του υπευθύνου της επιχείρησης τροφίμων, χώρα προέλευσης ή τόπο προέλευσης, οδηγίες χρήσης (κατά περίπτωση).
Ειδικότερα σχετικά με τα προϊόντα κακάο και σοκολάτας, η νομοθεσία της ΕΕ καθορίζει το ελάχιστο ποσοστό βουτύρου κακάο, στερεών κακάο, σκόνης κακάο, λιπαρών γάλακτος ή ξηρών στερεών γάλακτος για συγκεκριμένα προϊόντα σοκολάτας ή κακάο. Τα παραγόμενα προϊόντα θα πρέπει να πληρούν τις απαιτήσεις της αντίστοιχης κατηγορίας. Τα φυτικά λίπη που χρησιμοποιούνται πρέπει να είναι ισοδύναμα βουτύρου κακάο, οριζόμενα σύμφωνα με τεχνικά / επιστημονικά κριτήρια.
Ακόμη, στο ίδιο πλαίσιο, καθορίζονται οι πληροφορίες σχετικά με τη σοκολάτα και άλλα προϊόντα κακάο που πρέπει να αποκαλύπτουν οι κατασκευαστές εκτός από τις πιο πάνω γενικές απαιτήσεις: οι παραγωγοί της ΕΕ πρέπει να αναφέρουν τη συνολική περιεκτικότητα σε ξηρά στερεά κακάο στις ετικέτες τους. Οι ετικέτες των προϊόντων του κακάο χωρίς λιπαρά και με μειωμένα λιπαρά και της σοκολάτας σε σκόνη πρέπει να δηλώνουν την περιεκτικότητα σε βούτυρο κακάο και, εάν στο τελικό προϊόν υπάρχουν φυτικά λίπη, η επισήμανσή του πρέπει να φέρει τη δήλωση "περιέχει φυτικά λίπη εκτός από βούτυρο κακάο".
Σε ό,τι αφορά τη μεγάλη εικόνα, το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο ενέκρινε επισήμως νέο Κανονισμό στις 31 Μαΐου 2023 (Κανονισμός 1115/2023/ΕΕ) για την καταπολέμηση της παγκόσμιας αποψίλωσης των δασών από καλλιέργειες παραγωγής κακάο, καφέ, φοινικέλαιου, σόγιας, ξύλου, καουτσούκ κ.ά., ο οποίος υποχρεώνει τις εταιρείες να διασφαλίζουν ότι τα προϊόντα που πωλούνται στην ΕΕ δεν έχουν προκαλέσει αποψίλωση και υποβάθμιση των δασών. Συνολική περιοχή δάσους μεγαλύτερη σε έκταση από την ΕΕ χάθηκε λόγω αποψίλωσης μεταξύ 1990 και 2020, με την κατανάλωση της ΕΕ να ευθύνεται για περίπου το 10% των απωλειών, σύμφωνα με έκθεση της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Σύμφωνα με τη σχετική εκτίμηση επιπτώσεων, τα κύρια προϊόντα που εισάγει η ΕΕ από αποψιλωμένα εδάφη είναι το φοινικέλαιο, η σόγια, η ξυλεία, το κακάο, ο καφές, το καουτσούκ και το καλαμπόκι.
Οι εταιρείες θα επιτρέπεται να πωλούν προϊόντα στην ΕΕ μόνο εάν ο προμηθευτής του προϊόντος έχει εκδώσει τη λεγόμενη δήλωση "δέουσας επιμέλειας" που βεβαιώνει ότι το προϊόν δεν προέρχεται από αποψιλωμένη γη ή έχει οδηγήσει στην υποβάθμιση των δασών μετά τις 31 Δεκεμβρίου 2020. Οι εταιρείες θα πρέπει επίσης να επαληθεύσουν ότι αυτά τα προϊόντα συμμορφώνονται με τη σχετική νομοθεσία της χώρας παραγωγής, συμπεριλαμβανομένης αυτής των ανθρωπίνων δικαιωμάτων, και ότι έχουν γίνει σεβαστά τα δικαιώματα των θιγόμενων αυτόχθονων πληθυσμών. Οι κυρώσεις για μη συμμόρφωση περιλαμβάνουν και πρόστιμο υπολογιζόμενο επί του συνολικού ετήσιου κύκλου εργασιών στην ΕΕ του μη συμμορφούμενου φορέα εκμετάλλευσης ή εμπόρου.
Η νομοθεσία έχει λάβει ευρεία υποστήριξη από τον τομέα της αγοράς του κακάο. Εκτιμάται ότι θα ενισχύσει την ιχνηλασιμότητα προϊόντων και διαδικασιών σε ολόκληρη τη σχετική αλυσίδα παραγωγής και διάθεσης, κάτι που θα συμβάλει στην προώθηση της απαιτούμενης αλλαγής νοοτροπίας και πρακτικών. Οι επηρεαζόμενες εταιρείες έχουν στη διάθεσή τους άλλους 14 μήνες για να υποβάλουν τις εκτιμήσεις κινδύνου στις αρμόδιες αρχές και να εφαρμόσουν στρατηγικές αποκατάστασης ή διαχείρισης κινδύνου οικονομικών κυρώσεων και πιθανών διαταραχών της αλυσίδας εφοδιασμού.
Μετά την ψηφοφορία, ο εισηγητής του Κανονισμού στο Ευρωκοινοβούλιο δήλωσε: "...οι Ευρωπαίοι καταναλωτές μπορούν πλέον να είναι σίγουροι ότι δεν θα είναι πια άθελά τους συνένοχοι στην αποψίλωση των δασών. Οι νέοι κανόνες δεν είναι μόνο απαραίτητοι στον αγώνα μας κατά της κλιματικής αλλαγής και της απώλειας βιοποικιλότητας, αλλά θα πρέπει επίσης να διασπάσουν το αδιέξοδο που μας εμποδίζει να εμβαθύνουμε τις εμπορικές σχέσεις με χώρες που μοιράζονται τις περιβαλλοντικές αξίες και φιλοδοξίες μας".
Πρόκειται για νομοθετικό ορόσημο που σηματοδοτεί ένα σημείο καμπής για τα δάση του κόσμου και για την αντιμετώπιση της κλιματικής αλλαγής. Εξαιρετικά νέα για τους αυτόχθονες πληθυσμούς και την άγρια ζωή που εξαρτώνται από τα (τροπικά) δάση για την επιβίωσή τους, αλλά και για τους καταναλωτές που αισθάνονται αποστροφή για την καταστροφή του παγκόσμιου δασικού πλούτου. Είναι, δε, κατανοητό ότι η επίτευξη στόχων αειφορίας και προστασίας των οικοσυστημάτων σημαίνει και καλύτερες προοπτικές βιωσιμότητας και για τις ελεγχόμενες καλλιέργειες μελλοντικά.
Καθώς παρόμοιοι κανόνες και ευρύτερες θεσμικές πρωτοβουλίες υιοθετούνται και ενισχύονται στην Ευρώπη και πέρα από αυτήν, οι εταιρείες θα χρειαστούν βελτιωμένες λύσεις και αποτελεσματικότερες μεθόδους για να επιτύχουν αλλά και ν’ αποδείξουν αναμφίβολα τη συμμόρφωσή τους.
* Ο Ιωάννης Σιδηρόπουλος είναι Δικηγόρος DS Partners Law Firm, LL.MLSE Commercial Law, LL.M UVA International Trade and Investment