08:00 06/09
Οι μαύρες αγκινάρες επιστρέφουν
Ο Αλ. Τσίπρας επανήλθε δριμύτερος, απειλώντας να μας… ξανασώσει!
Τα τελευταία χρόνια, η δημιουργία πρωτόγνωρων οικονομικών αναγκών των νοικοκυριών και η ασκούμενη πίεση στην πολιτεία για την άμεση και χωρίς πολύ γραφειοκρατία κάλυψή τους εισήγαγαν κατά κόρον στο καθημερινό μας λεξιλόγιο την έννοια των πάσης φύσης "passes" (κουπονιών/vouchers): Από fuel pass, power pass και market pass, μέχρι North Evia-Samos pass, freedom pass, youth pass, dentist pass και ποιος ξέρει τι άλλου είδους pass πρόκειται να δούμε ανάλογα με τις εκάστοτε περιστάσεις. Θα λέγαμε, κάπως απλουστευτικά, ότι η διανομή κουπονιών προσιδιάζει σε ένα σύστημα απόδοσης οικονομικών δικαιωμάτων για προϊόντα ή υπηρεσίες, τα οποία οι πολίτες μπορούν να εξαργυρώσουν σε συναλλαγές τους με προμηθευτές.
Η πολιτεία υιοθέτησε τη συγκεκριμένη οικονομική πολιτική ως ανακουφιστικό μέτρο στοχευμένης (με εισοδηματικά κριτήρια) ενίσχυσης για την αντιμετώπιση της ραγδαίας και αστάθμητης αύξησης του κόστους ζωής σε πολλούς τομείς της αγοράς (ενέργεια, τρόφιμα, καύσιμα, κ.λπ.), που προκλήθηκε από την άνευ προηγουμένου επέλαση μιας συγκυριακής τέλειας καταιγίδας (πόλεμος, ενεργειακή κρίση, διεθνές κύμα ακρίβειας, πληθωρισμός).
Με την εξαίρεση του power pass, που προορίζεται για την κάλυψη μέρους της αύξησης του κόστους κατανάλωσης σε λογαριασμούς ηλεκτρικού ρεύματος που εκδίδουν οι πάροχοι, με τους οποίους είναι συμβεβλημένοι οι καταναλωτές, η πλειονότητα των υπόλοιπων passes αφορούν σε κρατικές οικονομικές ενισχύσεις που πιστώνονται σε τραπεζικούς λογαριασμούς των δικαιούχων, ώστε οι ίδιοι κατόπιν να αποφασίσουν πώς, πού, πότε και με ποιον προμηθευτή θα συμβληθούν για την αξιοποίηση των χρημάτων που λαμβάνουν.
Από μία τέτοια σκοπιά, πρόκειται για ένα μηχανισμό που εκτείνεται πέρα από την έννοια της απλής φορολογικής ανακούφισης και της αναδιανομής οικονομικών πόρων υπό την αιγίδα του κοινωνικού κράτους, για να συμπεριλάβει, επιπλέον, τα συστατικά της αυτό-οργάνωσης, της προσωπικής οικονομικής ελευθερίας και της ατομικής επιλογής των πολιτών, όχι μόνο σε σχέση με ποιο συγκεκριμένο αγαθό επιθυμούν να αγοράσουν μία δεδομένη στιγμή, αλλά και σε σχέση με τον καθορισμό της συνολικής κατανομής των δαπανών τους σε διαφορετικά είδη προϊόντων και τύπους υπηρεσιών. Με άλλα λόγια, τα κουπόνια είναι μία μορφή κρατικής χρηματοδότησης που ενδυναμώνει τους πολίτες-καταναλωτές, μεταφέροντας σε αυτούς την αγοραστική δύναμη.
Η φιλοσοφία και η αρχιτεκτονική αυτής της ενισχυτικής πολιτικής, που φαίνεται να διαδίδεται όλο και περισσότερο και, ίσως, να μονιμοποιείται, δεν αποτελούν εντελώς νέα στοιχεία, αφού τα έχουμε δει να εφαρμόζονται και στο παρελθόν.
Τέτοια ήταν, για παράδειγμα, η περίπτωση του training voucher των αρχών της προηγούμενης δεκαετίας, που πρόσφερε τη δυνατότητα σε ωφελούμενους να επιλέγουν οι ίδιοι πιστοποιημένους παρόχους υπηρεσιών επαγγελματικής εκπαίδευσης και κατάρτισης. Η ουσιαστική διαφορά είναι ότι, πλέον, η διάθεση και χρήση των vouchers αποκτούν καθολικότερα χαρακτηριστικά, αφού δεν απευθύνονται περιοριστικά σε κλειστές ομάδες δικαιούχων, αλλά οριζόντια σε πλατύτερα κοινωνικά στρώματα. Όλοι σχεδόν έχουμε φίλους και συγγενείς στον περίγυρό μας, που κάνουν χρήση κάποιου είδους voucher που δικαιούνται. Κατ’ αυτόν τον τρόπο, μεθοδεύεται η εξοικείωση και καλλιεργείται ευρέως στη συνείδηση των πολιτών η κουλτούρα χρήσης ενός μηχανισμού, ο οποίος εάν υποτεθεί ότι επεκτείνεται σε ακόμα περισσότερα πεδία της κοινωνικής και οικονομικής ζωής, που σήμερα αποτελούν ταμπού προς φόβο εμπορευματοποίησης αγαθών που θεωρούνται ως πρωτεύουσα υποχρέωση του κράτους, θα επέλθουν κοσμογονικές αλλαγές.
Ας πάρουμε, φερ’ ειπείν, την εκπαίδευση και τη νοσοκομειακή ασφάλιση και ας φανταστούμε στη χώρα μας, όπως ήδη συμβαίνει σε χώρες του εξωτερικού, την εφαρμογή ενός προγράμματος, βάσει του οποίου η πολιτεία θα επέστρεφε κάθε χρόνο στους πολίτες μέσω κουπονιών αναλογικά ένα μέρος της καταβληθείσας φορολογίας τους για να επιδοτήσει, εν μέρει, είτε τα δίδακτρα ενός ιδιωτικού σχολείου που θα επέλεγαν οι ίδιοι για την εκπαίδευση των παιδιών τους είτε την αγορά υπηρεσιών υγείας από τον ιδιωτικό τομέα (ιδιαίτερα χρήσιμη επιλογή για ασθενείς που βρίσκονται σε μακρές λίστες αναμονής και δεν μπορούν να εξυπηρετηθούν εγκαίρως στα δημόσια νοσοκομεία) ή την προμήθεια ιδιωτικών ασφαλιστικών προγραμμάτων, ως συμπλήρωμα της υγειονομικής περίθαλψης που καλύπτεται από το σύστημα δημόσιας υγείας.
Σίγουρα, η γενικευμένη εφαρμογή τέτοιων προγραμμάτων είναι ένα περίπλοκο εγχείρημα, που προϋποθέτει ωρίμανση των κοινωνικο-πολιτικών συνθηκών, ενδελεχή μελέτη του ισοζυγίου πλεονεκτημάτων-μειονεκτημάτων και κυβερνητική τόλμη, καθώς επίσης, εν συνεχεία, καλή προετοιμασία, άριστο σχεδιασμό, υιοθέτηση διεθνών καλών πρακτικών και πολυ-επίπεδες δομικές αλλαγές. Μπορεί, όμως, να αποκλείσει κανείς με απόλυτη βεβαιότητα ότι ίσως μακροπρόθεσμα, μέσα από αυτό το μονοπάτι, οδηγηθούμε σε μία δικαιότερη κατάσταση, όχι μόνο διότι οι πολίτες δεν θα υποχρεούνται σε υπέρμετρες ιδιωτικές δαπάνες για παροχές που ήδη μέσω της φορολογίας τους έχουν πληρώσει για τη στήριξη του δημόσιου συστήματος, χωρίς, όμως, κατ’ ανάγκη να τις χρησιμοποιούν, αλλά και επειδή θα διευκολύνεται η πρόσβαση σε ποιοτικά αγαθά παρεχόμενα από ιδιώτες σε οικογένειες χαμηλού εισοδηματικού προφίλ, οι οποίες δεν θα είχαν διαφορετικά αυτή τη δυνατότητα;
Η άσκηση προνοιακής πολιτικής αξιοποιώντας ένα ανοιχτό σύστημα επιδοτήσεων μέσω κουπονιών, όπου, δηλαδή, οι λήπτες θα μπορούν ελεύθερα βάσει προσωπικών κριτηρίων να επιλέξουν πάροχο, μπορεί, εκτός του προφανούς κοινωνικού του ρόλου, να τονώσει επιπλέον την αγορά και να ωφελήσει τον υγιή ανταγωνισμό, υπό την έννοια ότι οι προμηθευτές θα έχουν συμφέρον να προσελκύουν καταναλωτές στις επιχειρήσεις τους, προκειμένου να ωφεληθούν από τη διόγκωση της αγοραστικής πίτας που προκαλεί η εξαργύρωση κουπονιών και, έτσι, να ενισχύσουν την οικονομική τους βιωσιμότητα. Το πρόγραμμα "ΑΝΑΚΥΚΛΩΝΩ-ΑΛΛΑΖΩ ΣΥΣΚΕΥΗ", που επιχορηγεί νοικοκυριά για την αντικατάσταση παλαιών ηλεκτρικών συσκευών, το κουπόνι υπερυψηλής ευρυζωνικότητας, που επιτρέπει σε ωφελούμενους να επιλέξουν οι ίδιοι τις υπηρεσίες που τους ενδιαφέρουν και τον τηλεπικοινωνιακό πάροχο που τις διαθέτει εμπορικά, καθώς και το book voucher για τη μετ’ εκπτώσεως αγορά βιβλίων, αποτελούν εν προκειμένω χαρακτηριστικά παραδείγματα. Το target group αφορά και καταναλωτές που, ενδεχομένως, επιθυμούν ένα ακριβότερο αγαθό από αυτό που μπορεί να χρηματοδοτήσει ένα κουπόνι, έχοντας τη δυνατότητα να συμπληρώσουν το υπόλοιπο της αξίας του με ατομικά κεφάλαια.
Η αίσθηση δικαιοσύνης, η διοικητική ευκολία, η προσαρμοστικότητα και πρακτικότητα ενός τέτοιου συστήματος, σε συνδυασμό με τον διαφαινόμενο υψηλό βαθμό εξοικείωσης και αποδοχής του από τους πολίτες, αλλά και την ανάδειξη της σημασίας που έχει, ιδίως για τις δυτικές κοινωνίες, η αντίληψη περί της ελευθερίας της οικονομικής συμπεριφοράς και των ατομικών επιλογών, είναι στοιχεία που δεν περνούν απαρατήρητα και που, ίσως, έχουν τη δυναμική να κάμψουν προοδευτικά καθεστηκυίες πολιτικο-κοινωνικές αντιλήψεις, ανοίγοντας την πόρτα σε ένα νέο τρόπο σκέψης και μία νέα εποχή.
* Ο Αριστοτέλης Σταμούλας είναι Διευθυντής Ευρωπαϊκού Κέντρου Καταναλωτή Ελλάδας