H επενδυτική, όπως μέχρι στιγμής χαρακτηρίζεται, κίνηση της Εurοbank, ενεργοποίησε τα αντανακλαστικά όλων των επικεφαλής των μεγάλων εμπορικών τραπεζών καθώς γίνεται φανερό ότι ανοίγει και πάλι το παιχνίδι της συγκέντρωσης του εγχώριου χρηματοπιστωτικού συστήματος της χώρας μας.
Επιπροσθέτως και στελέχη της Πειραιώς δηλώνουν ότι «δεν σχολιάζουμε κινήσεις του ανταγωνισμού αλλά τις παρακολουθούμε».
Ο επικεφαλής της Marfin, Ανδρέας Βγενόπουλος μιλώντας σε στενούς του συνεργάτες κράτησε κλειστά τα χαρτιά του. Επεσήμανε, όμως, ότι «δεν ενδιαφερόμαστε να αποκτήσουμε θέση στο Τ.Τ.». Ωστόσο, ταυτόχρονα αναρωτήθηκε «εάν σε αυτήν την περίπτωση η κυβέρνηση θα ενεργοποιήσει τον νόμο που απαγορεύει να επενδύσει κάποιος σε επιχειρήσεις στρατηγικού χαρακτήρα σε ποσοστό άνω του 20% όπως έκανε στην περίπτωση MIG - OTE.»
Η κίνηση αυτή του ομίλου Λάτση επί της ουσίας φέρνει προ των εξελίξεων τις κυβερνητικές προθέσεις σχετικά με το μέλλον του Ταχυδρομικού Ταμιευτηρίου. Μέχρι πρότινος ο Γιώργος Αλογοσκούφης ευνοούσε την πώληση του σε ξένο τραπεζικό όμιλο, καθώς φοβόταν την υπερσυγκεντρωση της ελληνικής τραπεζικής αγοράς.
Τραπεζίτες του Λονδίνου σχολίαζαν σκωπτικά ότι «επί της ουσίας ο όμιλος Λάτση πιέζει την κυβέρνηση με αυτή την κίνηση να ανοίξει το παιχνίδι της αποκρατικοποίησης του Ταχυδρομικού Ταμιευτηρίου. Ακολουθεί το μοντέλο Βγενοπουλου και σε λίγους μήνες εάν αγοράσει και άλλες μετοχές θα εμφανιστεί ισότιμος συνομιλητής και θα απαιτήσει την συνδιοικηση».
Πάντως η Eurobank μετά την κίνηση-ματ που έκανε αγοράζοντας το 5,7% των μετοχών του Τ.Τ. φαίνεται ότι δεν θα σταματήσει εδώ. Πέτυχε αυτό που ήθελε εν μέσω της πιστωτικής κρίσης αιφνιδιάζοντας τον ανταγωνισμό και απόκτησε προβάδισμα σε μια ενδεχόμενη αποκρατικοποίηση καθώς σχεδιάζει όπως λένε οι πληροφορίες να χτίσει ισχυρές θέσεις στο μετοχικό κεφάλαιο του οργανισμού.
Το Ταχυδρομικό Ταμιευτήριο αποτελούσε διακαή πόθο για τον όμιλο Λάτση εδώ και τουλάχιστον 6 χρόνια. Μάλιστα σε ανύποπτο χρόνο ο αναπληρωτής διευθύνων σύμβουλος της EFG Νίκος Καραμούζης είχε δηλώσει είναι η μοναδική τράπεζα που αξίζει να ασχοληθεί κανείς στην Ελλάδα. Και τούτο διότι έχει δυο ισχυρά πλεονεκτήματα
* διαθέτει μια «λίμνη καταθέσεων» που υπερβαίνουν τα 11,5 δισ. ευρώ, ενώ τα δάνεια του ανέρχονται στα 5,3 δισ. εύρώ. Έχει μερίδιο 8% στα δάνεια και 5,7% στις καταθέσεις.
* Το δίκτυο των υποκαταστημάτων του φθάνει στα 140, όμως έχει εγκαταστήσει αυτόνομες μονάδες που πουλάνε δάνεια και πιστωτικές κάρτες σε 840 καταστήματα των Ελληνικών Ταχυδρομείων σε όλη την Ελλάδα.
Η απόφαση της Eurobank να επενδύσει στο Τ.Τ. ελήφθη στις αρχές Μαρτίου. Με δεδομένο ότι η τιμή της μετοχής του Τ.Τ. είχε υποχωρήσει στα 8,70 ευρώ από τα 12,60 ευρώ που ήταν η τιμή εισαγωγής του στο ελληνικό χρηματιστήριο (πριν από ένα χρόνο μάλιστα η κυβέρνηση είχε πουλήσει ποσοστό μετοχών του Τ.Τ. σε ξένους θεσμικούς επενδυτές στα 18 ευρώ) η διοίκηση της τράπεζας έδωσε «κρυφά» εντολή (όπως είχε ήδη αναφέρει το Capital.gr) στην Goldman Sachs να αγοράσει μετοχές από ξένους και Έλληνες θεσμικούς επενδυτές στην τιμή πέριξ των 9,70 ευρω (μέσω βιβλίου προσφορών).
Όμως η προσπάθεια αυτή απέτυχε καθώς κανείς θεσμικός επενδυτής δεν «έδωσε» τις μετοχές του. Ωστόσο, την προηγούμενη Πέμπτη η επενδυτική τράπεζα Lehman Brothers αποφάσισε να πουλήσει ένα ποσοστό μετοχών που είχε στο χαρτοφυλάκιο της που έφθανε το 3,9% στην τιμή των 10,50 εύρώ. Επιπροσθέτως εδώ και 2-3 εβδομάδες άλλες θυγατρικές εταιρείες της Eurobank αγόρασαν μέσω της χρηματιστηριακής αγοράς ένα επιπλέον 1,8% με αποτέλεσμα το συνολικό ποσοστό να αγγίζει τώρα το 5,7%.
Στο υπουργείο Οικονομίας φαίνεται ότι αιφνιδιάστηκαν από την εισβολή του ομίλου Λάτση στο μετοχικό κεφάλαιο μιας τράπεζας που το δημόσιο έχει υψηλό ποσοστό μετοχών. Ο Γιώργος Αλογοσκούφης πάντως τόνισε με νόημα ότι «δεν πρόκειται να ενεργοποιηθεί ο νόμος που απαγορεύει τη συμμετοχή σε κρατική επιχείρηση στρατηγικού συμφέροντος σε ποσοστό άνω του 20%».
Όμως εμμέσως πλην σαφώς ανοίγει με αυτόν τον τρόπο τον δρόμο για την αύξηση των ποσοστών της Eurobank στην υπό κρατικό έλεγχο τράπεζα. Το ερώτημα που προκύπτει είναι τι θα κάνει η κυβέρνηση εάν ο όμιλος Λάτση αγοράσει ποσοστό του άνω του 20% του μετοχικού κεφαλαίου του Τ.Τ. Σε αυτή την περίπτωση, μπορεί να ενοποιεί τα κέρδη του Τ.Τ. στα αποτελέσματα του ομίλου, να απαιτήσει την εκπροσώπηση του στο Δ.Σ. της τράπεζας να έχει λόγο στα πεπραγμένα της διοίκησης άλλα και να δημιουργήσει συνέργιες μεταξύ των δυο τραπεζών.
Λαμβάνοντας τα "φιλοπολεμικά" μηνύματα της αγοράς ο αναπληρωτής διευθύνων σύμβουλος του ομίλου Νίκος Καραμούζης μιλώντας σε στενούς του συνεργάτες έλεγε ότι «για ποιο λόγο διαμαρτύρονται οι συνάδελφοι; Εμείς βρήκαμε μια ευκαιρία και επενδύσαμε. Άλλωστε δεν πρόκειται για μια στρατηγική επένδυση. Δεν ακολουθούμε τη στρατηγική Βγενόπουλου όπως έκανε με τον ΟΤΕ που στην αρχή αγόρασε το 5% και στην συνέχεια το ποσοστό αυτό ανήλθε στο 20%. H δικιά μας τοποθετηση είναι επενδυτικού χαρακτήρα.»
Από την πλευρά του ο επικεφαλής της MIG Ανδρέας Βγενόπουλος σχολιάζοντας την κίνηση του ομίλου Λάτση μιλώντας σε στενούς του συνεργάτες εκτίμησε ότι «προσπαθούν να μας μιμηθούν άλλα το κάνουν με λάθος τρόπο. Είναι λάθος κατά την γνώμη μου η απόφαση της EFG να τοποθετηθεί στρατηγικά στο Τ.Τ. καθώς διαφέρει από την περίπτωση του ΟΤΕ. Στο Ταχυδρομικό Ταμιευτήριο το δημόσιο κατέχει το 45% του μετοχικού του κεφαλαίου (καταστατική πλειοψηφία), ενώ στον ΟΤΕ κατέχει μόλις το 28%. Άρα θεωρώ ότι για να αποκτήσει βαρύτητα μια τέτοια επένδυση η κυβέρνηση πρέπει να αποφασίσει την αποκρατικοποίησή του. Αυτό πιστεύω ότι δεν μπορεί να γίνει άμεσα καθώς θα πρέπει να περιμένει να ομαλοποιηθούν οι αγορές.»
Κάμψη 68% στα κέρδη του 2007
Στα 43,45 εκατ. ευρώ από 137,17 εκατ. ευρώ υποχώρησαν τα καθαρά κέρδη του Ταχυδρομικού Ταμιευτηρίου για το σύνολο του 2007, εμφανίζοντας πτώση της τάξης του 68,33% σε σχέση με πέρυσι, σύμφωνα με σχετική ανακοίνωση.
Όπως αναφέρουν οι ΑΧΕ, τα καθαρά κέρδη για το 2007 του Ταχυδρομικού Ταμιευτηρίου αποδείχθηκαν χαμηλότερα από τις συγκλίνουσες εκτιμήσεις.
Τα καθαρά έσοδα από τόκους για το 2007 αυξήθηκαν 16,09% στα 294,37 εκατ. ευρώ από 253,57 εκατ. ευρώ πέρυσι.
Η κάμψη της κερδοφορίας αποδίδεται στη μείωση των αποτελεσμάτων από χρηματοοικονομικές πράξεις, λόγω των επενδύσεων στα δομημένα προϊόντα διασφαλισμένα με ενυπόθηκα δάνεια υψηλού κινδύνου(CDO), σύμφωνα με έκθεση της HSBC με αντικείμενο το σχολιασμό των αποτελεσμάτων της τράπεζας.
Οι τόκοι και εξομοιούμενα έσοδα διαμορφώθηκαν στο επίπεδο των 614,22 εκατ. ευρώ, έναντι 475,22 εκατ. ευρώ, της προηγούμενης χρήσεως, παρουσιάζοντας σημαντική αύξηση της τάξεως του 29,25%. Η αύξηση αυτή αντικατοπτρίζει κυρίως τον συνεχιζόμενο ρυθμό αύξησης του χαρτοφυλακίου των χορηγήσεων, αλλά και την βελτίωση των επιτοκίων.
Οι τόκοι και εξομοιούμενα έξοδα διαμορφώθηκαν στο επίπεδο των 319,85 εκατ. ευρώ, έναντι 221,64 εκατ. ευρώ, της προηγούμενης χρήσεως, παρουσιάζοντας αύξηση της τάξεως του 44,31%. Σημειώνεται ότι το κύριο μέρος της αύξησης αντανακλά την ανοδική πορεία των επιτοκίων των καταθέσεων.
Τα έσοδα από μερίσματα διαμορφώθηκαν στο επίπεδο των 4,14 εκατ. ευρώ, έναντι 4,66 εκατ. ευρώ, της προηγούμενης χρήσεως, παρουσιάζοντας μείωση της τάξεως του 11,04%.
Τα αποτελέσματα χρηματοοικονομικών πράξεων παρουσίασαν ζημία της τάξεως των 17,36 εκατ. ευρώ, έναντι 126,40 εκ. Ευρώ, της προηγούμενης χρήσεως, καταδεικνύοντας την επίδραση των αρνητικών αποτιμήσεων του χαρτοφυλακίου των επενδύσεων.
Τα λοιπά έσοδα εκμετάλλευσης διαμορφώθηκαν στο ποσό των 1,04 εκατ. ευρώ έναντι 2,68 εκατ. ευρώ της προηγούμενης χρήσης παρουσιάζοντας μείωση κατά 60,97%.
Οι αμοιβές του προσωπικού ανήλθαν στο ποσό των 101,08 εκατ. ευρώ, έναντι 84,72 εκατ. ευρώ της χρήσης 2006 παρουσιάζοντας αύξηση της τάξεως του 19,32%.
Τα γενικά έξοδα διοικήσεως διαμορφώθηκαν στο επίπεδο των 99,31 εκ. Ευρώ, έναντι 85,19 εκ. Ευρώ, της προηγούμενης χρήσεως, παρουσιάζοντας μια αύξηση της τάξεως του 16,59%. Η αύξηση αυτή αντανακλά κυρίως την αύξηση των εργασιών, αλλά και των εργασιών outsourcing προσωπικού.
Οι αποσβέσεις διαμορφώθηκαν στο επίπεδο των 10,18 εκατ. ευρώ, έναντι 9,14 εκατ. ευρώ, της προηγούμενης χρήσεως, παρουσιάζοντας μικρή αυξητική μεταβολή, κυρίως λόγω των συνεχιζόμενων επενδύσεων για την υλοποίηση του ολοκληρωμένου πληροφοριακού συστήματος και των βελτιώσεων των εγκαταστάσεων κυρίως των κεντρικών υπηρεσιών αλλά και του δικτύου των καταστημάτων.
Τα λοιπά έξοδα διαμορφώθηκαν στο επίπεδο των 3,91 εκατ. ευρώ, έναντι 23,55 εκατ. ευρώ, της προηγούμενης χρήσεως, παρουσιάζοντας σημαντική μείωση της τάξεως του 83,38%, λόγω της αναγνώρισης κατά την χρήση του 2006, σύμφωνα με τα Δ.Π.Χ.Π., του κόστους της αρχικής εισφοράς προς το Ταμείο Εγγύησης Καταθέσεων των τραπεζών στην Ελλάδα, δεδομένου ότι από τον Απρίλιο του 2006 η Τράπεζα έλαβε την προβλεπόμενη από τον ν.3082/2002, αδείας από την Τράπεζα της Ελλάδος. Το κόστος αυτό ανήλθε στο ποσό των 22,32 εκ. ευρώ και ήταν μη επαναλαμβανόμενο.
Οι προβλέψεις απομείωσης αξίας απαιτήσεων διαμορφώθηκαν στο επίπεδο των 28,71 εκατ. ευρώ, έναντι 24,06 εκατ. ευρώ, της προηγούμενης χρήσεως, παρουσιάζοντας αύξηση 19,32%, εξαιτίας της ανόδου των χορηγήσεων. Ο υπολογισμός των προβλέψεων είναι σύμφωνος με τις ελάχιστες απαιτούμενες με βάση την Τράπεζα της Ελλάδος.
Τα ίδια κεφάλαια της Τράπεζας ανήλθαν μετά από τον αναλογούντα φόρο εισοδήματος της χρήσεως, σε 747,02 εκατ. ευρώ, έναντι 869,42 εκατ. ευρώ, της προηγούμενης χρήσεως.
Το Σύνολο Ενεργητικού αυξήθηκε κατά 7,09% και διαμορφώθηκε στα 13.182,36 εκατ. ευρώ στο τέλος του 2007, έναντι 12.309,13 εκατ. ευρώ στο τέλος της προηγούμενη χρήσης.
Τα δάνεια προ προβλέψεων σημείωσαν σημαντική αύξηση της τάξεως του 25,65% στο δωδεκάμηνο και διαμορφώθηκαν στα 6.110,36 εκατ. ευρώ, έναντι 4.862,81 εκατ. ευρώ στο τέλος της προηγούμενης χρήσης.
Οι καταθέσεις σημείωσαν αύξηση της τάξεως του 4,01% ανερχόμενες στα 11.155,69 εκατ. Ευρώ στο τέλος του 2007, έναντι 10.725,96. εκατ. ευρώ στο τέλος της προηγούμενης χρήσης.
Ο πρόεδρος του Ταχυδρομικού Ταμιευτηρίου, Α. Φιλιππίδης ανέφερε πως "τo 2007 απετέλεσε για το Ταχυδρομικό Ταμιευτήριο Ελλάδος μια δύσκολη χρονιά, γεγονός το οποίο αποτυπώθηκε στα οικονομικά του αποτελέσματα. Κυριότερος λόγος ήταν η επίδραση των αποτιμήσεων επί του χαρτοφυλακίου των εναλλακτικών επενδύσεων, γεγονός το οποίο είχε σημαντική επίδραση στα αποτελέσματα από χρηματοοικονομικές πράξεις.
Με μικρότερο ρυθμό συνεχίστηκε η ανάπτυξη των εργασιών στον τομέα των χορηγήσεων, ο οποίος αποτελεί την κύρια δραστηριότητά του. Το μερίδιο που κατείχε κατά την 31η Δεκεμβρίου 2007, έφθασε στο 6,70% της αγοράς των χορηγήσεων σε στεγαστικά δάνεια και στο 9% της αγοράς των χορηγήσεων σε καταναλωτικά δάνεια. Παράλληλα, διατήρησε το μερίδιό του στον τομέα των καταθέσεων ταμιευτηρίου, παραμένοντας περίπου στο 10% της αγοράς, ενώ ταυτόχρονα αύξησε το μερίδιο αγοράς στις καταθέσεις προθεσμίας σε 4,15% κατά το τέλος της χρήσεως. Η σχέση τέλος χορηγήσεων προς καταθέσεις, στο τέλος Δεκεμβρίου του 2007, ανήλθε στο 54,77%.
Στις οικονομικές καταστάσεις του δωδεκαμήνου που παρουσιάζουμε, τα αποτελέσματα μετά από φόρους είναι χαμηλότερα κατά ποσοστό 68,33%, σε σχέση με το αντίστοιχο δωδεκάμηνο του 2006, κυρίως λόγω των ζημιών εξ αποτιμήσεων.
Περαιτέρω, η πορεία των εσόδων του Ταχυδρομικού Ταμιευτηρίου από επαναλαμβανόμενες πηγές, ήταν αυξητική. Τα καθαρά επιτοκιακά έσοδα της περιόδου από 1ης Ιανουαρίου έως 31ης Δεκεμβρίου 2007, παρουσίασαν αύξηση της τάξεως του 16,09%, σε σχέση με την αντίστοιχη περίοδο του 2006, ενώ η αύξηση των χορηγήσεων ανήλθε από την αρχή του έτους σε ποσοστό της τάξεως του 25,65%, ποσοστό που κυμάνθηκε υψηλότερα από τον ρυθμό αύξησης της αγοράς στον τομέα της λιανικής τραπεζικής (14,70%).
Η νέα Διοίκηση του Ταχυδρομικού Ταμιευτηρίου έχει ξεκινήσει μία μεγάλη προσπάθεια εσωτερικής αναδιοργάνωσης και ανάπτυξης δραστηριοτήτων και σε νέες περιοχές, προκειμένου να ανταποκριθεί στις καθημερινές προκλήσεις του συνεχώς μεταβαλλόμενου χρηματοπιστωτικού περιβάλλοντος. Η ταχεία αναδιοργάνωση του ενεργητικού της Τράπεζας αποτελεί πρώτη προτεραιότητα της νέας Διοίκησης, με στόχο αφενός την δημιουργία γερών βάσεων ώστε τα ενδυναμωθούν οι επαναλαμβανόμενες (λειτουργικές) πηγές εσόδων και αφετέρου να επιτευχθεί η μείωση του αναλαμβανόμενου κινδύνου και ιδιαιτέρως στο χαρτοφυλάκιο των επενδύσεών του, μέσω της μείωσης του χαρτοφυλακίου εναλλακτικών επενδύσεων, μια στρατηγική η οποία έχει επιταχυνθεί. Παράλληλα, θεωρήθηκε σκόπιμη η διατήρηση της υψηλής ρευστότητας της Τράπεζας, ειδικότερα μετά τις συνθήκες που διαμορφώθηκαν από την κρίση του δευτέρου εξαμήνου του 2007.
Στο τέλος του 2007 ολοκληρώθηκε ο σχεδιασμός για την αναδιοργάνωση και την προσαρμογή των εσωτερικών διαδικασιών και των συστημάτων, αφενός στις καθημερινές απαιτήσεις μιας σύγχρονης τράπεζας που λειτουργεί με ιδιωτικοοικονομικά κριτήρια και αφετέρου στο υφιστάμενου θεσμικό πλαίσιο.
Βασικό σημείο των διαρθρωτικών αλλαγών ήταν ο επανασχεδιασμός του Οργανογράμματος της Τράπεζας, ώστε αυτό να είναι προσαρμοσμένο στο σύγχρονο τρόπο λειτουργίας των Τραπεζών. Το Οργανόγραμμα ολοκληρώθηκε το Φεβρουάριο του 2008, οπότε και ξεκίνησε η πλήρωση των νέων θέσεων που δημιουργήθηκαν, με στελέχη από την τραπεζική αγορά. Δημιουργήθηκαν επίσης νέες επιτροπές υποστήριξης του έργου της Διοίκησης και υποβοήθησης της καθημερινής λειτουργίας της Τράπεζας, με κυριότερη την Εκτελεστική Επιτροπή.
Προχωρήσαμε στην προκήρυξη διαγωνισμού για την πρόσληψη 400 ατόμων με τραπεζική εμπειρία, ώστε να συμβάλλουν στην περαιτέρω ανάπτυξη της Τράπεζας, διαδικασία που αναμένεται να έχει ολοκληρωθεί πριν από το καλοκαίρι του τρέχοντος έτους.
Στις 12 Μαρτίου 2008 παρουσιάστηκε το νέο λογότυπο και η νέα εταιρική ταυτότητα του Ταχυδρομικού Ταμιευτηρίου, που επικοινωνούν την δυναμική ανάπτυξη στην οποία εισέρχεται η Τράπεζα, με όραμα «να καθιερωθεί η μεγάλη τράπεζα που νοιάζεται, προστατεύει και στηρίζει τους πολίτες». Στο πλαίσιο αυτό, η Τράπεζα απόκτα νέο πρόσωπο, ισχυρό και σύγχρονο, θα λειτουργεί δε πλέον με ιδιωτικοοικονομικά κριτήρια, μέσα από μια πορεία ασφαλούς, υγιούς και σταθερής ανάπτυξης.
Στόχο μας αποτελεί η ανάπτυξη της κερδοφορίας από επαναλαμβανόμενες πηγές εσόδων, σε επίπεδο λιανικής τραπεζικής, με την προσφορά ποικιλίας ανταγωνιστικών χρηματοοικονομικών προϊόντων και υπηρεσιών, που θα ανταποκρίνονται στις ανάγκες της πλειοψηφίας των Ελλήνων καταναλωτών. Τα εν λόγω προϊόντα και οι υπηρεσίες θα είναι απλά και ειλικρινά στη δομή τους, θα χαρακτηρίζονται από ελκυστική τιμολόγηση και θα είναι διαθέσιμα μέσω του μεγάλου δικτύου διανομής της Τράπεζας αλλά και του εναλλακτικού δικτύου των ΕΛ.ΤΑ., με τελικά επιδιωκόμενο αποτέλεσμα επωφελές για όλα τα εμπλεκόμενα μέρη, τους μετόχους, τους εργαζόμενους, τους πελάτες και τους Έλληνες πολίτες στο σύνολό τους.
Στην γραμμή αυτής της πολιτικής, θα πραγματοποιηθούν εντός του 2008, ανακαινίσεις στο δίκτυο των καταστημάτων μας, αλλά παράλληλα θα δημιουργηθούν 200 με 300 shops in the shop, μέσα στα καταστήματα των ΕΛ.ΤΑ.. Στόχος μας είναι η επανατοποθέτηση του Ταχυδρομικού Ταμιευτηρίου στην κοινωνική και οικονομική ζωή της χώρας, ούτως ώστε να ενισχυθεί η παραδοσιακή σχέση των Ελλήνων με αυτό, διευρύνοντας τη γκάμα των προϊόντων που θα μπορεί να προσφέρει, τόσο μέσω του ευρύτατου δικτύου καταστημάτων που διαθέτει το ίδιο, όσο και μέσω της συνεργασίας του με τα καταστήματα των Ελληνικών Ταχυδρομείων, μια σχέση τόσο παραδοσιακή όσο και η ιστορική του παρουσία.
Τέλος, η νέα Διοίκηση εξετάζει καινούργιες περιοχές δραστηριοποίησης, προκειμένου να ενισχυθεί η οργανική κερδοφορία και η αποτελεσματικότητά του Ταχυδρομικού Ταμιευτηρίου. Αναμένουμε πως η σημαντική προσπάθεια που καταβάλλεται, θα αρχίσει να αποδίδει καρπούς από το τέλος του 2008, οπότε και αναμένονται τα πρώτα αποτελέσματα της στρατηγικής μας, δηλαδή η αύξηση των επαναλαμβανόμενων εσόδων, η μείωση των εκτάκτων (και μη επαναλαμβανόμενων) κερδών και η μείωση του δείκτη έξοδα προς έσοδα".