Προς όλες τις κατευθύνσεις θα κινηθεί η Εθνική Τράπεζα ούτως ώστε "να φωτιστούν και να γίνουν ευρύτερα αντιληπτά" τα θέματα που προκύπτουν για αυτήν και τους εργαζόμενους της από τις διατάξεις του Σχεδίου Νόμου με την πεποίθηση ότι θα "αποκατασταθεί η αρχή της ίσης μεταχείρισης", όπως αναφέρεται σε σχετική ανακοίνωση.
Ειδικότερα, στην ίδια ανακοίνωση σημειώνεται πως η Εθνική Τράπεζα "έγκαιρα και στο πλαίσιο πάντοτε του Νόμου", από τον Απρίλιο του έτους 2006, προχώρησε σε όλες τις αναγκαίες ενέργειες για να εξασφαλίσει την ένταξη του Ταμείου Συντάξεων Προσωπικού ΕΤΕ (ΤΣΠΕΤΕ), όπως προβλεπόταν, με όρους και προϋποθέσεις που βασίζονται στην αρχή της ίσης μεταχείρισης.
Οι διατάξεις του Σχεδίου Νόμου που αφορούν την Εθνική Τράπεζα οδηγούν στο συμπέρασμα ότι η ένταξη του ΤΣΠΕΤΕ γίνεται με όρους δυσμενέστερους από εκείνους των Ταμείων των Τραπεζών που έχουν ήδη ενταχθεί στο ΙΚΑ – ΕΤΑΜ, κάνοντας χρήση του ιδίου νομοθετικού πλαισίου μέσα στο οποίο κινήθηκε εμπρόθεσμα και η Εθνική Τράπεζα. Συγκεκριμένα, οι δυσμενέστεροι όροι είναι :
* Η μείωση των εισφορών τόσο των εργαζομένων όσο και του εργοδότη ξεκινά το 2013 και όχι αμέσως μετά την ένταξη στο ΙΚΑ – ΕΤΑΜ, όπως έγινε για τους εργαζόμενους στις άλλες Τράπεζες.
* Η κλιμάκωση της μείωσης των εισφορών γίνεται εντός 10ετίας και όχι εντός 5ετίας από το χρόνο ένταξης, όπως έγινε για τους εργαζόμενους στις άλλες Τράπεζες.
* Σε αντίθεση με τις άλλες Τράπεζες, η Εθνική υποχρεούται σε καταβολή συνολικά €382.500.000, παρόλο που το ΤΣΠΕΤΕ διαθέτει περιουσία 1 δισ. ευρώ περίπου, η οποία κατά το Σχέδιο Νόμου περιέρχεται από την ημερομηνία ένταξης στο ΙΚΑ-ΕΤΑΜ.
Τέλος, στην ίδια ανακοίνωση επισημαίνεται πως οι διαφοροποιήσεις αυτές αντιβαίνουν προς την αρχή της ίσης μεταχείρισης τόσο όσον αφορά τους εργαζόμενους στην Εθνική Τράπεζα όσον και την ίδια την τράπεζα. Η άνιση μεταχείριση "αναμφίβολα θέτει την τράπεζα σε δυσμενή θέση από πλευράς ανταγωνιστικότητας σε σχέση με τις άλλες Τράπεζες αλλά είναι και σε βάρος των εργαζομένων της καθώς δεν εξασφαλίζεται η άμεση αποκλιμάκωση των υψηλών εισφορών που επί σειρά ετών κατέβαλαν, από κοινού με την Τράπεζα, συνεισφέροντας έτσι στη δημιουργία της σημαντικής περιουσίας του Ταμείου".