Δευτέρα, 17-Νοε-2025 19:21
ElvalHalcor: Στα €98,1 εκατ. τα καθαρά κέρδη στο 9μηνο
Ισχυρές επιδόσεις στο εννεάμηνο, με υψηλή λειτουργική κερδοφορία και μείωση του καθαρού δανεισμο, ανακοίνωσε η ElvalHalcor.
Αυξημένη οργανική κερδοφορία (a-EBITDA) στα 189,2 εκατ. ευρώ έναντι 180,0 εκατ. ευρώ στο εννεάμηνο του 2024.
Μείωση του δανεισμού κατά 102,7 εκατ. ευρώ και του καθαρού δανεισμού κατά 48,5 εκατ. ευρώ από τις 30.09.2024.
Μείωση του καθαρού χρηματοοικονομικού κόστους κατά 22,5% ή 7,8 εκατ. ευρώ το εννεάμηνο του 2025.
- Αύξηση του όγκου πωλήσεων κατά 3,0% έναντι του εννεαμήνου του 2024.
- Υψηλότερες τιμές LME το εννεάμηνο του 2025 σε σύγκριση με το εννεάμηνο του 2024.
- Αυξημένα κόστη ενέργειας.
- Επιβολή δασμού 50% στις εισαγωγές χαλκού και αλουμινίου στην αγορά των ΗΠΑ.
Σχολιάζοντας τα αποτελέσματα, ο Γενικός Διευθυντής του κλάδου αλουμινίου, Νικόλαος Καραμπατέας, δήλωσε:
"Μετά τo επιτυχημένο πρώτο εξάμηνο του 2025, ο κλάδος αλουμινίου συνέχισε την ανοδική του πορεία με αυξημένο όγκο πωλήσεων σε απαιτητικούς τομείς, ιδιαίτερα στην άκαμπτη και εύκαμπτη συσκευασία. Αξιοποιήσαμε περαιτέρω τη δυναμικότητα του εργοστασίου μας, μετά την ολοκλήρωση των πρόσφατων επενδύσεών μας. Κατά το τρίτο τρίμηνο παρακολουθήσαμε στενά τις διεθνείς εμπορικές συνθήκες, οι οποίες επηρεάστηκαν αναπόφευκτα από την επιβολή δασμών στις εισαγωγές των ΗΠΑ. Παρά το δυσμενές αυτό περιβάλλον, η οικονομική μας επίδοση παραμένει ισχυρή, επιβεβαιώνοντας τη στρατηγική μας να επενδύσουμε στην επέκταση της παραγωγικής μας δυναμικότητας και στις προηγμένες τεχνολογικές δυνατότητες, καθώς και να χτίσουμε ισχυρές σχέσεις με τους πελάτες μας. Με βάση αυτή τη δυναμική, συνεχίζουμε να ενισχύουμε την ανταγωνιστικότητά μας, δημιουργώντας βιώσιμη αξία μαζί με τους ανθρώπους μας, τους πελάτες μας και τους λοιπούς συμμέτοχους."
Σχολιάζοντας τα αποτελέσματα, ο Γενικός Διευθυντής του κλάδου χαλκού, Πάνος Λώλος, ανάφερε:
"Κατά το τρίτο τρίμηνο του 2025, ο κλάδος χαλκού παρουσίασε ισχυρές επιδόσεις, αυξάνοντας τον όγκο πωλήσεων. Το οικονομικό περιβάλλον παρέμεινε απαιτητικό, καθώς η απειλή των δασμών των ΗΠΑ και η επιβολή συντελεστή 50% τον Αύγουστο επηρέασαν τη διαθεσιμότητα των πρώτων υλών και αύξησαν την αβεβαιότητα. Αυτό επηρέασε περαιτέρω τους κλάδους στους οποίους κυρίως δραστηριοποιείται η εταιρεία, όπως οι βιομηχανικές εφαρμογές και ο τομέας των κατασκευών. Ωστόσο, οι επιδόσεις μας παρέμειναν ισχυρές, καθώς επικεντρωθήκαμε στην ανάπτυξη καινοτόμων προϊόντων και στην παροχή υπηρεσιών υψηλής ποιότητας, με έμφαση στη βελτίωση του κόστους και στη διαχείριση του κεφαλαίου κίνησης. Η πρόσφατη ολοκλήρωση του επενδυτικού μας προγράμματος στη θυγατρική Sofia Med ενισχύει τη θέση του κλάδου, επεκτείνοντας τη δυναμικότητα και το πελατολόγιό μας, ενώ παράλληλα ενδυναμώνει τη βιωσιμότητα των λειτουργιών μας."
Ισχυρές επιδόσεις για τον Όμιλο ElvalHalcor στο εννεάμηνο του 2025. Οι όγκοι πωλήσεων συνέχισαν την ανοδική τους πορεία, ιδιαίτερα στον κλάδο αλουμινίου, ο οποίος αξιοποίησε τη νέα δυναμικότητα μετά την ολοκλήρωση του επενδυτικού του προγράμματος. Από την άλλη πλευρά, το δυσμενές γεωπολιτικό περιβάλλον, οι εμπορικοί δασμοί και το αυξημένο ενεργειακό κόστος περιόρισαν, σε κάποιο βαθμό, τον ρυθμό αύξησης της κερδοφορίας του Ομίλου.
Οι τιμές των μετάλλων στο LME σημείωσαν σημαντική άνοδο κατά το πρώτο τρίμηνο της χρήσης, ενώ αποκλιμακώθηκαν στα τέλη Μαρτίου. Για το υπόλοιπο διάστημα έως τις 30 Σεπτεμβρίου 2025, οι τιμές παρουσίασαν ανοδική τάση. Η μέση τιμή του αλουμινίου διαμορφώθηκε στα 2.300 ευρώ ανά τόνο το εννεάμηνο του 2025 έναντι 2.178 ευρώ ανά τόνο το αντίστοιχο διάστημα του 2024, δηλαδή αυξημένη κατά 5,6%. Η μέση τιμή του χαλκού ήταν 8.554 ευρώ ανά τόνο έναντι 8.403 ευρώ ανά τόνο το αντίστοιχο διάστημα του 2024, αυξημένη κατά 1,8%, ενώ η μέση τιμή του ψευδαργύρου ανήλθε σε 2.483 ευρώ ανά τόνο έναντι 2.473 ευρώ ανά τόνο το εννεάμηνο του 2024, σημειώνοντας αύξηση 0,4%.
Οι ενοποιημένες πωλήσεις για το εννεάμηνο του 2025 ανήλθαν σε 2.741,5 εκατ. ευρώ, αυξημένες κατά 5,8% σε σύγκριση με 2.590,5 εκατ. ευρώ το εννεάμηνο του 2024, ως αποτέλεσμα τόσο της αύξησης των όγκων όσο και των υψηλότερων τιμών LME. Τα αναπροσαρμοσμένα ενοποιημένα κέρδη πριν από φόρους, τόκους, αποσβέσεις, αποτελέσματα μετάλλου και λοιπά έκτακτα κέρδη και ζημίες (a-EBITDA), τα οποία απεικονίζουν καλύτερα την οργανική κερδοφορία του Ομίλου, αυξήθηκαν κατά 5,1%, φτάνοντας τα 189,2 εκατ. ευρώ στο εννεάμηνο του 2025 έναντι 180,0 εκατ. ευρώ το αντίστοιχο διάστημα του 2024.
Οι αυξημένοι όγκοι πωλήσεων και οι βελτιωμένες τιμές κατεργασίας συνέβαλαν στη βελτίωση των λειτουργικών επιδόσεων του Ομίλου. Ωστόσο, το υψηλότερο ενεργειακό κόστος και το δυσμενές μίγμα πωλήσεων επηρέασαν αρνητικά την κερδοφορία του Ομίλου. Τα λογιστικά αποτελέσματα μετάλλου ανήλθαν σε κέρδος 6,5 εκατ. ευρώ έναντι κερδών 3,7 εκατ. ευρώ την αντίστοιχη περίοδο του προηγούμενου έτους λόγω των υψηλότερων τιμών LME, ενώ τα ενοποιημένα κέρδη προ τόκων, φόρων και αποσβέσεων (EBITDA) ανήλθαν σε 191,0 εκατ. ευρώ έναντι 173,2 εκατ. ευρώ το εννεάμηνο του 2024.
Η σημαντική μείωση του καθαρού δανεισμού του Ομίλου κατά 48,5 εκατ. ευρώ από την 30.09.2024, σε συνδυασμό με τα χαμηλότερα επιτόκια, οδήγησαν σε μείωση του καθαρού χρηματοοικονομικού κόστους κατά 22,5%, στα 26,8 εκατ. ευρώ το εννεάμηνο του 2025, από 34,5 εκατ. ευρώ το εννεάμηνο του 2024. Ο συνολικός δανεισμός διαμορφώθηκε σε 686,0 εκατ. ευρώ έναντι 788,8 εκατ. ευρώ στις 30.09.2024 και, αντίστοιχα, ο καθαρός δανεισμός σε 643,0 εκατ. ευρώ από 691,5 εκατ. ευρώ. Η μείωση αυτή επιτεύχθηκε μέσω της ισχυρής κερδοφορίας και των περιορισμένων επενδύσεων (57,7 εκατ. ευρώ), παρά τη σημαντική καταβολή μερισμάτων ύψους 33,8 εκατ. ευρώ (αυξημένα κατά 125% σε σχέση με το 2024). Ενώ η διαχείριση κεφαλαίου κίνησης παραμένει υψηλή προτεραιότητα και για τους δύο κλάδους, οι υψηλές τιμές LME, η ακανόνιστη ροή πρώτων υλών και η εποχικότητα επηρέασαν και τους δύο κλάδους.
Τέλος, τα ενοποιημένα κέρδη μετά από φόρους ανήλθαν στα 98,1 εκατ. ευρώ για το εννεάμηνο του 2025, έναντι 75,8 εκατ. ευρώ το εννεάμηνο του 2024, ενώ τα ενοποιημένα κέρδη μετά από φόρους και δικαιώματα μειοψηφίας ανήλθαν σε 93,6 εκατ. ευρώ για την περίοδο (ή 0,2499 ευρώ ανά μετοχή) από 70,9 εκατ. ευρώ την αντίστοιχη περίοδο του 2024 (ή 0,1891 ευρώ ανά μετοχή).