Τρίτη, 13-Μαϊ-2025 07:30
Tasteat: Η startup του Αλέξανδρου Βασιλικού που λύνει τον γρίφο του φαγητού για τουριστικά καταλύματα χωρίς κουζίνα

Της Ελευθερίας Πιπεροπούλου
Την διαδικασία άντλησης κεφαλαίων ολοκληρώνει αυτή την περίοδο η Tasteat, η καινοτόμος startup του γνωστού ξενοδόχου, Αλέξανδρου Βασιλικού. Η εταιρεία έχει στόχο να καλύψει ένα σημαντικό κενό στον τουριστικό τομέα, επιτρέποντας σε καταλύματα χωρίς εστιατόριο να παρέχουν φαγητό στους επισκέπτες τους, χωρίς να χρειάζονται δική τους κουζίνα.
Η ιδέα πίσω από το Tasteat γεννήθηκε από ένα καθημερινό περιστατικό σε ένα από τα ξενοδοχεία του Αλέξανδρου Βασιλικού. Ένας επισκέπτης ζήτησε από τη ρεσεψιόν να του προτείνουν καλό σουβλάκι και λίγο αργότερα, το delivery έφτασε στο ξενοδοχείο. Εκείνη τη στιγμή, ο Αλέξανδρος Βασιλικός συνειδητοποίησε ότι η ανάγκη για dine-in, σε τουριστικά καταλύματα, ασχέτως με την ύπαρξη εσωτερικής κουζίνας ή μη, είναι γεγονός. Είναι μια ανάγκη που συνεχώς αυξάνεται, καθώς οι επισκέπτες θέλουν να βιώνουν τις διακοπές σαν τους ντόπιους, με την άνεση που θα είχαν στο σπίτι τους.
Αυτό το απλό περιστατικό οδήγησε στη δημιουργία του Tasteat. Στη συνέχεια, στην ομάδα εντάχθηκε και ο Δημήτρης Σουσούδης ως CEO και συνιδρυτής, με εμπειρία στο business development από πολυετή πορεία στην ελληνική τεχνολογική πλατφόρμα MarineTraffic. Με στρατηγική προσέγγιση και έμφαση στη δημιουργία μιας αποτελεσματικής και ευέλικτης ομάδας, σήμερα 9 ατόμων, έθεσε ως στόχο την ταχεία ανάπτυξη του Tasteat σε όλους τους Ελληνικούς τουριστικούς προορισμούς. Πιστεύει βαθιά στην αξία της ικανοποίησης του επισκέπτη, και στη συνεχή αναπροσαρμογή της υπηρεσίας βάσει του άμεσου feedback από την ίδια την αγορά. Από την πρώτη στιγμή, η αποστολή της ομάδας ήταν ξεκάθαρη: να δοθεί μια ποιοτική, απλή και λειτουργική απάντηση στο πιο συνηθισμένο ερώτημα κάθε ταξιδιώτη — "Τι μπορούμε να φάμε εδώ;”.
Το Tasteat απευθύνεται σε όλα τα τουριστικά καταλύματα, κυρίως σε εκείνα που δεν διαθέτουν εστιατόριο ή κουζίνα. Μέσω της πλατφόρμας, οι επισκέπτες μπορούν να περιηγηθούν σε έναν ψηφιακό κατάλογο με διαθέσιμα εστιατόρια, να επιλέξουν το φαγητό τους, να προγραμματίσουν την παραγγελία τους ακόμα και για τις επόμενες ημέρες, και να πληρώσουν εύκολα και γρήγορα.
Η υπηρεσία υποστηρίζει πολλαπλές γλώσσες, πληρωμές μέσω καρτών και σύντομα θα προσφέρει υποστήριξη για δημοφιλή ηλεκτρονικά πορτοφόλια όπως Apple Wallet, Google Pay και PayPal. Παράλληλα, εξαλείφει την ανάγκη να γνωρίζει ο επισκέπτης την ακριβή διεύθυνση του καταλύματος, καθώς όλα τα καταλύματα της πλατφόρμας είναι καταχωρημένα με σαφείς οδηγίες παράδοσης.
Ο Δημήτρης Σουσούδης εξηγεί στο Capital.gr ότι ο επισκέπτης μπορεί να μπει στην πλατφόρμα μέσω ενός QR code, το οποίο βρίσκεται τοποθετημένο στο κατάλυμα ή το δωμάτιο του ξενοδοχείου. Πλέον, όπως προσθέτει, έχει προστεθεί και η δυνατότητα σύνδεσης με τα συστήματα διαχείρισης, ώστε ο επισκέπτης να λαμβάνει προσωπικό link που αντιστοιχεί στο δωμάτιό του. Στόχος για το μέλλον είναι να μην χρειάζεται καν να συμπληρώνει στοιχεία, καθώς αυτά θα αντλούνται αυτόματα από την κράτηση. Με το check-in, όπως λέει, θα γίνεται αυτόματα το assignment δωματίου, ενώ ήδη δοκιμάζεται και η δυνατότητα χρέωσης της παραγγελίας στο λογαριασμό του δωματίου.
Ο ιδιοκτήτης αποκτά πρόσβαση σε μια "εξωτερική κουζίνα” χωρίς να χρειάζεται να επενδύσει σε υποδομές ή προσωπικό. Ακόμα και τα καταλύματα που ήδη διαθέτουν κουζίνα βρίσκουν αξία στη συνεργασία, καθώς μπορούν να καλύψουν τις ανάγκες των πελατών που ζητούν φαγητό εκτός του μενού τους – όπως street food, πίτσες ή ethnic κουζίνες. Ταυτόχρονα, διατηρούν μέρος του εσόδου, για παράδειγμα από την πώληση ποτών και αναψυκτικών που συνοδεύουν το φαγητό.
Επιπλέον, η εταιρεία μοιράζεται τα έσοδά της με τους οικοδεσπότες, ενώ η εμπειρία δημιουργεί θετικά reviews τόσο για την πλατφόρμα όσο και για τα καταλύματα, καθώς – όπως τονίζει ο κ. Σουσούδης – το φαγητό είναι μια ανελαστική ανάγκη που, όταν καλύπτεται ποιοτικά και εύκολα, προσφέρει μεγάλη ευκολία και ικανοποίηση στον επισκέπτη.
Η πλατφόρμα επιτρέπει επίσης στους ξενοδόχους να προσφέρουν πιο οικονομικές λύσεις και μεγαλύτερο ωράριο εξυπηρέτησης, κάτι που δεν θα μπορούσαν να κάνουν εύκολα αν έπρεπε να επανδρώσουν μια κανονική κουζίνα για λίγες παραγγελίες ολόκληρη την ημέρα. Το επιχειρηματικό μοντέλο της startup βασίζεται σε προμήθεια από κάθε παραγγελία, η οποία μοιράζεται με τον ξενοδόχο. Παράλληλα, υπάρχει ένα μικρό service fee για τον επισκέπτη, όπως σε κάθε πλατφόρμα food delivery.
Η εταιρεία ξεκίνησε με ένα πιλοτικό soft launch στα ξενοδοχεία του Αλέξανδρου Βασιλικού λίγο πριν το τέλος του 2023. Από την 1η Ιανουαρίου 2023 ξεκίνησε να επεκτείνεται σε διάφορες περιοχές της Ελλάδας, για να φτάσει σήμερα να εξυπηρετεί: Αθήνα, Θεσσαλονίκη, Σαντορίνη, Πάρο, Νάξο, Μύκονο, Κω, Καβάλα, Γιάννενα, Αράχωβα, Καρπενήσι, Πάτρα, Καλάβρυτα, Ναύπλιο και Καλαμάτα. Το επόμενο βήμα είναι το άνοιγμα σε Ηράκλειο, Χανιά, Ρέθυμνο, Ρόδο και στη συνέχεια και σε άλλα νησιά, με την Κέρκυρα να βρίσκεται ήδη στα άμεσα πλάνα.
Όσο για το εξωτερικό, η επέκταση είναι στους επόμενους στόχους της εταιρείας, αλλά αφού πρώτα εδραιωθεί στην Ελλάδα. Το πλάνο περιλαμβάνει τουριστικούς προορισμούς και όχι γενικά χώρες. Όπως εξηγεί ο κ. Σουσούδης, η εταιρεία δεν στοχεύει να γίνει μια ακόμα πλατφόρμα food delivery για μόνιμους κατοίκους, αλλά να καλύψει ένα πολύ συγκεκριμένο κάθετο κομμάτι της αγοράς: τον επισκέπτη που βρίσκεται σε έναν τόπο που δεν γνωρίζει, είτε είναι τουρίστας από το εξωτερικό είτε business ταξιδιώτης.
Η εταιρεία έχει έδρα την Αθήνα και μέχρι πρόσφατα στηριζόταν πλήρως σε ίδια κεφάλαια, αλλά τώρα βρίσκεται στο κλείσιμο του πρώτου της γύρου χρηματοδότησης. Όπως αναφέρει ο κ. Σουσούδης, "θέσαμε έναν αρχικό στόχο, τον ξεπεράσαμε και πλέον έχουμε κάνει ένα extension του γύρου”. Επιπλέον, ένα κομμάτι της χρηματοδότησης έχει αφιερωθεί σε crowdfunding campaign που η startup τρέχει αυτή την περίοδο.
Ο Δημήτρης Σουσούδης τονίζει πως το Tasteat έχει επιλέξει να εστιάσει στο φαγητό, επιδιώκοντας να προσφέρει μια υπηρεσία κορυφαίας ποιότητας που εξυπηρετεί τόσο τον επισκέπτη όσο και τον ιδιοκτήτη του καταλύματος. Όπως εξηγεί, μελλοντικά μπορεί να προστεθούν και άλλες υπηρεσίες, αλλά άμεσα σχετικές με τις βασικές ανάγκες του ταξιδιώτη. Για εκείνον, επιτυχία μιας startup δεν σημαίνει απλώς ανάπτυξη, αλλά δημιουργία αξίας σε όλα τα επίπεδα: ευχαριστημένοι ταξιδιώτες, ικανοποιημένοι ιδιοκτήτες και ωφελημένοι τοπικοί προμηθευτές.
Υπογραμμίζει ότι βασικός στόχος της ομάδας είναι η ενδυνάμωση του τοπικού οικοσυστήματος, καθώς η πλατφόρμα δεν έρχεται να αφαιρέσει πόρους από την τοπική οικονομία, αλλά να τη στηρίξει και να τη διευρύνει. Ο ίδιος επισημαίνει πως μια startup πρέπει να παραμένει αφοσιωμένη στον στόχο που έχει θέσει, λαμβάνοντας βεβαίως υπόψη το feedback της αγοράς.