Τετάρτη, 07-Μαϊ-2025 07:30
Τα μηνύματα των αποτελεσμάτων της Πειραιώς για την πορεία των τραπεζών σε περιβάλλον χαμηλών επιτοκίων

Του Νίκου Κωτσικόπουλου
Επαναλαμβάνοντας μετά τα καθαρά κέρδη 284 εκατ. ευρώ του πρώτου τριμήνου τις αρχικές εκτιμήσεις της τράπεζας για το σύνολο του 2025 στους ξένους και ελληνικούς οίκους, ο Διευθύνων Σύμβουλος της Πειραιώς Χρήστος Μεγάλου, άφησε ανοιχτό παράθυρο για την πιθανότητα η πιστωτική επέκταση να είναι μεγαλύτερη της αρχικής εκτίμησης για καθαρά νέα δάνεια 2,4 δισ. ευρώ το 2025.
Απολύτως ευθυγραμμισμένα με τις εκτιμήσεις των αναλυτών ήταν τα ισχυρά αποτελέσματα πρώτου τριμήνου, τόσο στην κορυφή με τα καθαρά έσοδα από τόκους στα 481 εκατ. ευρώ 7% κάτω από το πρώτο τρίμηνο πέρυσι, όσο και στην τελική γραμμή με τα καθαρά κέρδη 284 εκατ. ευρώ 22% αυξημένα από πέρυσι, παρά τα μικρότερα έσοδα από τόκους.
Η συνταγή της Πειραιώς για φέτος είναι η ίδια που θα ακολουθήσουν όλες οι ελληνικές τράπεζες. Περισσότερα δάνεια για να καλυφθεί η απώλεια από το μειωμένο περιθώριο επιτοκίων και έμφαση σε έσοδα από προμήθειες, όπου η πολιτική των προμηθειών στα δάνεια αποκάλυψε και το παράπλευρο όφελος υπέρ των προμηθειών, από την πιστωτική επέκταση.
Βεβαίως η Πειραιώς παρουσίασε σημαντική αύξηση εσόδων και από τη διαχείριση κεφαλαίων, όπως και από τα τραπεζοασφαλιστικά προϊόντα, ενώ μετράει εκεί και μερικά μη τραπεζικά έσοδα (ενοίκια). Πάντως αναβάθμισε την εκτίμησή της και ο νέος στόχος για έσοδα από προμήθειες είναι 650 εκατ. ευρώ φέτος.
Στο άλλο σκέλος των δαπανών, η έμφαση είναι στις μειώσεις δαπανών, πάση θυσία και σε όλα τα μέτωπα, σε όλα τα κόστη. Μαζί με αυτά δουλεύουν οι αντισταθμίσεις- hedges και η παράλληλη σταδιακή καθοδική προσαρμογή των επιτοκίων καταθέσεων, που θα μειώνει την αντιστάθμιση απελευθερώνοντας κεφάλαια. Μαζί και η μείωση προβλέψεων για κόκκινα δάνεια, μείωση κόστους ρίσκου και πάσης φύσεως μειώσεις στα κόστη.
Ωστόσο η συνταγή αυτή γενικά, δεν σημαίνει και απόλυτη ταύτιση στον τρόπο που θα επιτευχθεί από τις τράπεζες. Η Eurobank και η Alpha Bank αναμένουν φέτος έσοδα και κέρδη εκτός συνόρων να ενισχύσουν την προσπάθεια, ενώ η Εθνική θα αξιοποιεί τη μεγάλη της ρευστότητα "χτυπώντας" στις διατραπεζικές αγορές στα ομόλογα και στα κοινοπρακτικά δάνεια από τη Μέση Ανατολή, μέχρι τα Βαλκάνια και την Ιταλία.
Το άλλο στοιχείο που προέκυψε από το πρώτο τρίμηνο της Πειραιώς είναι ότι τα αποτελέσματα μπορούν να προκύψουν σύμφωνα με την καθοδήγηση, παρά τις αποκλίσεις στις ενδιάμεσες γραμμές. Έτσι η μείωση των προβλέψεων έναντι πιθανών επισφαλειών ήταν αναμενόμενη, αφού έτσι κι αλλιώς τα κόκκινα δάνεια της τράπεζας μειώθηκαν στο 2,6% και η μείωση των επιτοκίων διευκολύνει γενικά στην εξυπηρέτηση των δανείων, αλλά η μείωση περισσότερο από 70% των προβλέψεων έναντι του τέταρτου τριμήνου 2024 (και 40%) έναντι του πρώτου τριμήνου πέρυσι, είναι μεγάλη. Το κόστος ρίσκου υποχώρησε στο ιστορικό χαμηλό του 35% από 50%.
Από την άλλη οι δαπάνες ήταν ελαφρώς υψηλότερες από τις προσδοκίες, με δαπάνες εθελουσίας εξόδου και αυξημένες μεταβλητές αποδοχές προσωπικού, φόρων, αλλά και εύλογων επενδύσεων στην πληροφορική ή του μικρού κόστους έναρξης της Snappi και του κόστους της συμφωνίας για την εξαγορά της Εθνικής Ασφαλιστικής.
Η Πειραιώς αύξησε τα ενσώματα κεφάλαιά της κατά 300 εκατ. ευρώ και εξασφάλισε περίπου το ήμισυ του μελλοντικού της μερίσματος από τα φετινά κέρδη. Γενικά τα κεφάλαια ήταν καλύτερα του αναμενομένου, παρά τον αντίκτυπο της Βασιλείας IV που ισχύει από φέτος με προβλεπόμενο δείκτη CET1 FL 14,40%.
Η απόδοση ιδίων κεφαλαίων της Πειραιώς στο 14,7%, είναι πολύ ανταγωνιστική και εκτιμάται ότι θα είναι χαρακτηριστικό όλων των ελληνικών τραπεζών που περιμένουν ανάπτυξη σε σχέση με τις ευρωπαϊκές τράπεζες κι έχουν μεγάλο περιθώριο νέων δανείων χωρίς να δανειστούν οι ίδιες.
Τέλος εξοικονόμηση δαπανών θα προέλθει στη συνέχεια από τα επιτόκια καταθέσεων όπου μειώθηκαν τα επιτόκια με ρυθμό στο 52% των καταθέσεων, μικρότερο ποσοστό από ότι αρχικά αναμενόταν, αλλά αυτό επιτρέπει προοπτική νέας εξοικονόμησης φέτος. Οι καταθέσεις μειώθηκαν κατά 1,4 δισ. ευρώ, αλλά ο για τα διαχειριζόμενα κεφάλαια ξεπεράστηκε κατά μισό δισ. ευρώ, ήδη στο πρώτο τρίμηνο. Περίπου 10 δισ. ευρώ swaps αντισταθμίζουν τα επιτόκια των καταθέσεων, έναντι περίπου 13 δισ. ευρώ προθεσμιακών καταθέσεων.
Η επίπτωση από τη μείωση των επιτοκίων (sensitivity) προκύπτει από κόστος 60 εκατ. ευρώ ανά μείωση 25 μονάδων βάσης στα επιτόκια, μείον 20 εκατ. ευρώ από τις καταθέσεις και μείον άλλα 10 εκατ. ευρώ από τα swaps που αντισταθμίζουν, που δίνει επίπτωση 30 εκατ. ευρώ ανά μείωση 0,25%.