Συνεχης ενημερωση

    Κυριακή, 24-Νοε-2024 08:39

    Μελέτη: Bonus 4 δισ. στο ΑΕΠ από το ΑΙ

    Μελέτη: Bonus 4 δισ. στο ΑΕΠ από το ΑΙ
    • Εκτύπωση
    • Αποστολή με email
    • Προσθήκη στη λίστα ανάγνωσης
    • Μεγαλύτερο μέγεθος κειμένου
    • Μικρότερο μέγεθος κειμένου

    του Γιώργου Λαμπίρη

    Από 2 έως και 4 δισεκατομμύρια ευρώ μπορεί να προσθέσει εντός των επόμενων 3 έως 5 ετών η χρήση της Τεχνικής Νοημοσύνης (ΑΙ) στο ΑΕΠ της Ελλάδας. Αυτό επισημαίνει μιλώντας στο Capital ο Θωμάς Κελεπούρης, Partner της McKinsey Greece. Το παραπάνω ποσό, σύμφωνα με τον ίδιο, δύναται να διπλασιαστεί σε βάθος δεκαετίας. "Αν σε αυτά συνυπολογίσει κανείς τα 4,5 δισ. από τα οφέλη του ηλεκτρονικού εμπορίου, τότε το συνολικό όφελος αγγίζει τα 8 δισ. μέσα στα επόμενα 5 χρόνια. Οι τομείς που εκτιμάται ότι θα έχουν το μεγαλύτερο όφελος από την Τεχνητή Νοημοσύνη είναι το λιανεμπόριο, η εκπαίδευση, η βιομηχανία, ο χώρος της υγείας, οι χρηματοοικονομικές υπηρεσίες και οι υπηρεσίες πληροφορικής". 

    Αυτήν τη στιγμή ο βαθμός υιοθέτησης της Τεχνητής Νοημοσύνης από τις ελληνικές επιχειρήσεις ανέρχεται σε μόλις 4% σε σύγκριση με το αντίστοιχο ποσοστό των κρατών-μελών της Ευρωπαϊκής Ένωσης των "27", όπου ανέρχεται στο 8%, όπως δείχνουν τα στοιχεία της McKinsey που έχουμε στη διάθεσή μας. Τις υψηλότερες επιδόσεις στην Ενωμένη Ευρώπη εμφανίζουν η Δανία και η Φινλανδία με 15%, το Λουξεμβούργο και το Βέλγιο με 14%. "Η Ελλάδα θα μπορούσε να ωφεληθεί σημαντικά χρησιμοποιώντας τους πόρους των ευρωπαϊκών κονδυλίων για να επιταχύνει την υιοθέτηση της Τεχνητής Νοημοσύνης, ενισχύοντας την παραγωγικότητά της", επισημαίνει ο κ. Κελεπούρης.

    Ένας στους τέσσερις Έλληνες "φοβάται" ότι θα χαθούν θέσεις εργασίας 

    Tα στοιχεία της McKinsey δείχνουν ότι οι βραδείς ρυθμοί ενσωμάτωσης της Τεχνητής Νοημοσύνης στη λειτουργία των ελληνικών επιχειρήσεων οφείλονται σε μια σειρά από παράγοντες. Καίριο εύρημα της έρευνας αποτελεί ο φόβος των εργαζομένων για πιθανή απώλεια θέσεων απασχόλησης στην Ελλάδα, καθώς 1 στους 4 ανησυχεί ότι η εφαρμογή της σε τομείς δραστηριότητας μιας επιχείρησης συνεπάγεται ταυτόχρονα την απώλεια θέσεων εργασίας. Το αντίστοιχο ποσοστό επιφυλακτικότητας σε χώρες όπως η Γερμανία, η Ισπανία και η Γαλλία ανέρχεται περίπου στο 10% και στην Πορτογαλία στο 15%. 

    Η χώρα μας παρουσιάζει κενό δεξιοτήτων προσωπικού για την αξιοποίηση της Τεχνητής Νοημοσύνης, το οποίο ανέρχεται στο 51% και είναι το δεύτερο μετά την πρώτη στην κατάταξη Πορτογαλία, όπου το αντίστοιχο ποσοστό είναι 57%. Σε κάθε περίπτωση, το χαμηλό επίπεδο εκπαίδευσης των εργαζομένων στον συγκεκριμένο τομέα αποτελεί βασικό παράγοντα που γεννά επιφυλάξεις ως προς τη χρήση της Τεχνητής Νοημοσύνης και δημιουργεί ανασφάλεια για πιθανές απώλειες θέσεων εργασίας. Στο πεδίο έλλειψης δεξιοτήτων τρίτη είναι η Ισπανία με 49% και ακολουθούν το Λουξεμβούργο με 48%, η Ιρλανδία με 44%, η Γερμανία με 40%, η Γαλλία, η Σλοβακία και το Βέλγιο με 39%, η Πολωνία με 34% και η Τσεχία με 27%.

    Η αναπτυξιακή κατεύθυνση των πόρων για Τεχνητή Νοημοσύνη

    Στα κύρια συμπεράσματα της ίδιας έρευνας είναι ότι οι πόροι, ανθρώπινοι και οικονομικοί, που ελευθερώνονται από το ΑΙ θα πρέπει να αξιοποιηθούν αναπτυξιακά. Επισημαίνεται ότι ο κόστος που γλιτώνει μια επιχείρηση από δραστηριότητες χαμηλής προστιθέμενης αξίας καλείται να το επενδύσει στην ανάπτυξη πωλήσεων ή στην καλύτερη εξυπηρέτηση πελάτη, εν γένει σε δραστηριότητες μεγαλύτερης προστιθέμενης αξίας. "Θα αλλάξει ο τρόπος εργασίας σε πολλούς κλάδους. Πλέον θα πρέπει να μάθουμε να δουλεύουμε μαζί με την ΤΝ ως ανταγωνιστικό πλεονέκτημα και δεν θα πρέπει να τη θεωρούμε απειλή για θέσεις εργασίας", επισημαίνει ο Θ. Κελεπούρης.

    Χαμηλό επίπεδο ψηφιοποίησης στις μικρομεσαίες επιχειρήσεις

    Σύμφωνα με τη McKinsey, οι ελληνικές μικρομεσαίες επιχειρήσεις συγκριτικά με τις μεγαλύτερες επιχειρηματικές οντότητες είναι κατά έξι φορές λιγότερο παραγωγικές, ενώ στην Ε.Ε. οι μεγαλύτερες επιχειρήσεις είναι δύο φορές περισσότερο παραγωγικές από τις μικρομεσαίες. Το χάσμα παραγωγικότητας συνδέεται σε μεγάλο βαθμό με το χαμηλό επίπεδο ψηφιοποίησης που παρουσιάζουν οι ελληνικές μικρομεσαίες επιχειρήσεις, καθώς, συγκριτικά με τους ανταγωνιστές τους στην Ε.Ε., υπολείπονται κατά περίπου 25% ως προς τον βαθμό ψηφιακής ωριμότητας, ενώ το αντίστοιχο κενό στις μεγάλες επιχειρήσεις βρίσκεται στο 16%.

    Σε πρόσφατη έρευνα της McKinsey για το ψηφιακό εμπόριο στην Ελλάδα, γινόταν σαφές ότι οι μικρομεσαίες επιχειρήσεις θα ωφεληθούν από την υιοθέτηση λύσεων ψηφιοποίησης, με μια προβλεπόμενη ενίσχυση του ΕΒΙΤ κατά 15%, το οποίο αντιστοιχεί σε μια πιθανή αύξηση της παραγωγικότητάς τους από 2 έως 4 φορές. To 55% με 60% της εκτιμώμενης αύξησης του EBIT προέρχεται από την εφαρμογή βασικών και μέσης έντασης ψηφιακών λύσεων, όπως η απόκτηση φυσικών και ψηφιακών εργαλείων που απαιτούνται για την ψηφιοποίηση των αλληλεπιδράσεων με τους πελάτες, η καθιέρωση μιας διαδικτυακής παρουσίας σε διάφορα κανάλια και η προσέλκυση πελατών μέσω ψηφιακού μάρκετινγκ.

    Σημειώνεται ότι στην αποτύπωση της McKinsey λαμβάνονται υπόψη 11 χώρες-μέλη της Ευρωπαϊκής Ένωσης, και συγκεκριμένα: Ελλάδα, Πολωνία, Σλοβακία, Λουξεμβούργο, Πορτογαλία, Γερμανία, Ισπανία, Γαλλία, Βέλγιο, Ιρλανδία, Τσεχία.

     

    Διαβάστε ακόμα για:

    ΣΑΣ ΑΡΕΣΕ ΤΟ ΑΡΘΡΟ;

    ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ