Συνεχης ενημερωση

    Δευτέρα, 04-Νοε-2024 16:43

    Μπαράζ εκδόσεων ομολόγων από τράπεζες και μεγάλες επιχειρήσεις – Το κόστος και τα οφέλη

    Μπαράζ εκδόσεων ομολόγων από τράπεζες και μεγάλες επιχειρήσεις – Το κόστος και τα οφέλη
    • Εκτύπωση
    • Αποστολή με email
    • Προσθήκη στη λίστα ανάγνωσης
    • Μεγαλύτερο μέγεθος κειμένου
    • Μικρότερο μέγεθος κειμένου

    Της Αγγελικής Βελεσιώτη 

    Έξοδο στις αγορές πραγματοποιούν μαζικά το τελευταίο διάστημα τράπεζες και μεγάλες επιχειρήσεις, εκδίδοντας ομόλογα, τα έσοδα από τα οποία κατευθύνονται είτε στην αναχρηματοδότηση παλαιότερων – και κατά συνέπεια ακριβότερων – τίτλων είτε στη χρηματοδότηση νέων projects. 

    Σύμφωνα με την Τράπεζα της Ελλάδος (ΤτΕ), οι τέσσερις συστημικές τράπεζες έχουν από το 2018 εκδώσει ομόλογα, συνολικής αξίας περίπου 16,9 δισ. ευρώ. Από το υφιστάμενο υπόλοιπο, ύψους περίπου 15 δισ. ευρώ, τα 9,1 δισ. ευρώ έχουν αντληθεί μέσω έκδοσης τίτλων υψηλής εξοφλητικής προτεραιότητας (senior), ενώ τα 5,9 δισ. ευρώ με την έκδοση τίτλων χαμηλής εξοφλητικής προτεραιότητας (subordinated). Με βάση τα στοιχεία του Ενιαίου Συμβουλίου Εξυγίανσης, στο τέλος Δεκεμβρίου του 2023 απέμεναν περίπου 5,2 δισ. ευρώ που έπρεπε να καλυφθούν από αντίστοιχες ομολογιακές εκδόσεις έως το τέλος του 2025. Από τις αρχές του 2024, ωστόσο, οι τράπεζες άντλησαν επιπλέον κεφάλαια, ύψους 6,5 δισ. ευρώ. 

    Πιο αναλυτικά, προχώρησαν σε εκδόσεις ομολόγων υψηλής εξοφλητικής προτεραιότητας (senior unsecured bonds), ονομαστικής αξίας 3,750 δισ. ευρώ, σε εκδόσεις ομολόγων χαμηλής εξοφλητικής προτεραιότητας ονομαστικής (Tier 2), αξίας 2,450 δισ. ευρώ και σε εκδόσεις πρόσθετων κεφαλαιακών µέσων της Κατηγορίας 1 (Additional Tier 1 - ΑΤ1), ονομαστικής αξίας 300 εκατ. ευρώ. 

    "Η έκδοση μη καλυμμένου χρέους αναμένεται να συνεχιστεί, όχι μόνο λόγω των απαιτήσεων του MREL, αλλά και ως εναλλακτική πηγή χρηματοδότησης, δεδομένης της μείωσης της εξάρτησης των τραπεζών από το Ευρωσύστημα. Μάλιστα, τυχόν μελλοντικές αναβαθμίσεις της πιστοληπτικής διαβάθμισης των τεσσάρων σημαντικών τραπεζών θα συμβάλουν περαιτέρω θετικά στη δυνατότητα άντλησης κεφαλαίων με χαμηλότερο κόστος", εξηγεί η ΤτΕ.

    Οι επιχειρήσεις από την πλευρά τους, από το 2013 έχουν εκδώσει σε διεθνείς αγορές, μέσω θυγατρικών τους, ομόλογα, συνολικής αξίας περίπου 12,6 δισ. ευρώ, ενώ το υφιστάμενο υπόλοιπο, μετά τις ενδιάμεσες λήξεις, είναι 4,6 δισ. ευρώ. Στην εγχώρια αγορά, έως τον Μάρτιο του 2024 είχαν εκδοθεί ομόλογα, συνολικού ύψους περίπου 4,9 δισ. ευρώ, με υφιστάμενο υπόλοιπο περίπου 4,1 δισ. ευρώ. Η εκδοτική δραστηριότητα δε, συνεχίζεται και, όπως εκτιμούν αρμόδιες πηγές θα ενταθεί το προσεχές διάστημα για μία σειρά από λόγους. 

    "Καταρχάς, ο δανεισμός από τις τράπεζες δεν είναι απεριόριστος. Αυτό πρακτικά σημαίνει πως εάν η εταιρεία θέλει να διατηρήσει τα όριά της, τότε μπορεί κάλλιστα να βγει στις αγορές για χρηματοδότηση", σχολιάζουν στο Capital.gr αρμόδιες πηγές, υπενθυμίζοντας πως παρά το γεγονός πως ο τραπεζικός δανεισμός είναι τη δεδομένη χρονική στιγμή πιο φθηνός (σ.σ. ανάλογα με την εταιρεία, καθώς οι τράπεζες τιμολογούν διαφορετικά τη σχέση, αλλά και την κατάσταση και τις προοπτικές της εκάστοτε επιχείρησης), εντούτοις τα ομόλογα έχουν το πλεονέκτημα ότι δεν έχουν αποπληρωμές για μία πενταετία. "Αυτή, βέβαια, είναι μία παράμετρος που μάλλον δεν λαμβάνεται υπόψη από τις μεγάλες εταιρείες", προσθέτουν.

    Η εικόνα στα εταιρικά ομόλογα 

    "Οι αποδόσεις των εταιρικών ομολόγων αυξήθηκαν διεθνώς σημαντικά την προηγούμενη διετία, προεξοφλώντας με μεγάλη ταχύτητα την επερχόμενη αυστηροποίηση της νομισματικής πολιτικής, με αποτέλεσμα να επιβραδυνθούν σε κάποιο βαθμό οι διεθνείς εκδόσεις. Πλέον οι αποδόσεις έχουν υποχωρήσει σημαντικά σε σχέση με πριν από έναν χρόνο (περισσότερο από μία ποσοστιαία μονάδα για εταιρικά ομόλογα σε ευρώ υψηλής πιστοληπτικής διαβάθμισης και πολύ περισσότερο για ομόλογα χαμηλής πιστοληπτικής διαβάθμισης) και οι εταιρείες, αλλά και τα κράτη διεθνώς, επιτάχυναν τις εκδόσεις τους το 2024", σχολιάζει στο Capital.gr o επικεφαλής οικονομολόγος της Εθνικής Τράπεζας, διευθυντής Οικονομικής Ανάλυσης, κ. Νίκος Μαγγίνας. 

    Σύμφωνα με τον ίδιο, η σχετική τιμολόγηση των ελληνικών κρατικών ομολόγων, αλλά και των περισσότερων εταιρικών, έλαβε πρόσθετη ώθηση από την ανάκτηση της επενδυτικής βαθμίδας. "Πράγματι, το μεσοσταθμικό κόστος δανεισμού των ελληνικών επιχειρήσεων, ειδικά των κορυφαίων, από τις ελληνικές τράπεζες είναι εξαιρετικά ανταγωνιστικό, με την απόσταση από την ευρωζώνη να έχει μειωθεί σε ιστορικό χαμηλό, αν και το απόλυτο επίπεδο επιτοκίων είναι σχετικά υψηλό διεθνώς και αυτό αντανακλάται στο σχεδόν διψήφιο ρυθμό αύξησης των εταιρικών δανείων στην Ελλάδα και στην ισχυρή υπεραπόδοση από την ευρωζώνη την τελευταία 3ετία, όσον αφορά στον ρυθμό πιστωτικής επέκτασης", τονίζει και προσθέτει: "Για τις κορυφαίες επιχειρήσεις, ωστόσο, με διεθνείς φιλοδοξίες και παρουσία η αναχρηματοδότηση ή και επέκταση του δανεισμού τους από την αγορά αποτελεί σημαντική πτυχή της στρατηγικής τους, όχι μόνο με βάση τις τρέχουσες συνθήκες, αλλά και με πιο μακροπρόθεσμα κριτήρια και αναμένεται να συνεχιστεί και να ενταθεί. Είναι μία υγιής τάση που προβλέπεται να συνοδευτεί και από παράλληλη περαιτέρω ενίσχυση του τραπεζικού δανεισμού προς το σύνολο της οικονομίας". 

    Τα πρόσφατα παραδείγματα 

    Σημαντική πηγή χρηματοδότησης επενδύσεων και αναχρηματοδότησης χρέους έχουν καταστεί οι διεθνείς αγορές για πολλές μεγάλες επιχειρήσεις. 

    Η ΔΕΗ, για παράδειγμα, άντλησε πρόσφατα το ποσό των 600 εκατ. ευρώ – έναντι αρχικού στόχου για 500 εκατ. ευρώ – από την έκδοση 7ετούς ομολόγου. Το κουπόνι μειώθηκε τελικά στο 4,625% (από 4,75%) που, σύμφωνα με αρμόδιες πηγές, πρόκειται για το φθηνότερο που έχει βγάλει ευρωπαϊκή εταιρεία με το ίδιο credit rating από τον Φεβρουάριο του 2022. Μάλιστα, το spread στο ομόλογο της ΔΕΗ είναι το χαμηλότερο που έχει επιτύχει η εταιρεία σε όλα τα ομόλογα που έχει εκδώσει από το 2020 (200 μ.β. χαμηλότερο σε σχέση με τις εκδόσεις του 2020 και του 2021). Το ποσό θα χρησιμοποιηθεί για επενδύσεις της ίδιας και των θυγατρικών της, στο πλαίσιο του αναπτυξιακού business plan του Ομίλου.

    Στα 750 εκατ. ευρώ – από τα 500 εκατ. ευρώ αρχικά – διαμορφώθηκε το ύψος του πενταετούς "πράσινου" ομολόγου που εξέδωσε λίγο νωρίτερα η Metlen, με το κουπόνι να μειώνεται στο 4%, έχοντας αρχικά τοποθετηθεί στην περιοχή του 4,5%. Σκοπός της εταιρίας, όπως ανακοινώθηκε, είναι με τα κεφάλαια που άντλησε να προχωρήσει στην αποπληρωμή προηγούμενου ομολόγου.

    Στο 4,375% διαμορφώθηκε τελικά η απόδοση του 5ετούς ομολόγου της Helleniq Energy, σημαντικά χαμηλότερα της αρχικής απόδοσης του 4,75% κατά την έναρξη της διαδικασίας κατάρτισης του βιβλίου προσφορών. Το ποσό που αντλήθηκε "άγγιξε" τα 450 εκατ. ευρώ έναντι 400 εκατ. ευρώ αρχικώς και θα κατευθυνθεί για τη μερική εξαγορά και αναχρηματοδότηση των ομολογιών λήξης 2024, καθώς και για γενικούς εταιρικούς σκοπούς.

    ΣΑΣ ΑΡΕΣΕ ΤΟ ΑΡΘΡΟ;

    ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ