Κυριακή, 28-Ιαν-2024 08:38
Startups: Πού επενδύουν και τι ζητούν τα ελληνικά VCs

Της Ελευθερίας Πιπεροπούλου
Φιλοδοξία και αλλαγή κουλτούρας είναι, σύμφωνα με τα ελληνικά VCs, τα δύο συστατικά που χρειάζεται το ελληνικό οικοσύστημα καινοτομίας προκειμένου να
μπορέσει να… ανέβει επίπεδο.
Αυτό ήταν το βασικό συμπέρασμα που προέκυψε από τις τοποθετήσεις των επικεφαλής ορισμένων εκ των σημαντικότερων VCs στην Ελλάδα στο πάνελ "Seed Stage Funds” του διήμερου συνεδρίου "Innovation Greece 5.0: Η καινοτομία στην Ελλάδα και οι φορείς που τη στηρίζουν”, που διοργάνωσε ο Ευρωπαϊκός Κόμβος Καινοτομίας Smart Attica στις εγκαταστάσεις του ΕΚΕΦΕ Δημόκριτος.
Για έλλειψη φιλοδοξίας των Ελλήνων, έκανε λόγο ο Μάρκος Βερέμης, Partner του Big Pi Ventures. "Τα εθνικά στερεότυπα δεν έχουν μεγάλη αξία. Ικανοί άνθρωποι μπορούν να κάνουν τη μεγάλη διαφορά ανεξάρτητα από τον τόπο προέλευσής τους.
Στην Ελλάδα το πρόβλημα είναι η έλλειψη φιλοδοξίας. Δεν είμαστε λιγότερο εργατικοί ή εφευρετικοί, απλά είμαστε λιγότερο φιλόδοξοι, γιατί δεν μας έχει επιτραπεί να είμαστε τόσο φιλόδοξοι όσο ο μέσος Αμερικάνος, ο οποίος μεγαλώνει πιστεύοντας ότι ο στόχος είναι το αδύνατον”, δήλωσε ο κ. Βερέμης.
Ο κ. Βερέμης πρόσθεσε ότι οι Έλληνες φοβούνται να αναλάβουν ρίσκο γιατί φοβούνται την αποτυχία. "Ο Αμερικανός πρόεδρος Ρόναλντ Ρέιγκαν είχε πει μετά την τραγωδία του Τσάλεντζερ ότι ‘πάνω σε αυτές τις αποτυχίες χτίζεται το μέλλον’. Όταν αποκτήσουμε κάποιες μεγάλες επιτυχίες στην Ελλάδα, με εταιρείες που θα έχουν αντιμετωπίσει ένα μεγάλο παγκόσμιο πρόβλημα, θα μπορέσουμε κι εμείς να τολμήσουμε”.
Για το επενδυτικό κλίμα στην Ελλάδα, ο κ. Βερέμης υπογράμμισε ότι υπερτιμάμε το πόσο "σέξι” είμαστε. "Τα πάμε καλά σε σχέση με το παρελθόν, αλλά παραμένει
δύσκολο να φέρουμε ξένους επενδυτές. Ο μόνος τρόπος για να υπερβούμε αυτό το εμπόδιο δεν είναι οι δημόσιες σχέσεις αλλά οι πράξεις. Χρειάζεται να έχεις μεγάλες εταιρείες για τις οποίες να είσαι περήφανος και αυτό απαιτεί χρόνο”, επεσήμανε.
Το Big Pi διαχειρίζεται περίπου 100 εκατ. ευρώ, επενδύοντας από 500 χιλ. – έως 5 εκατ. ευρώ, ενώ εστιάζει κυρίως σε startups που διαθέτουν ήδη προϊόν και -
ενδεχομένως- και τον πρώτο τους πελάτη και οι οποίες προσπαθούν να λύσουν ένα μεγάλο παγκόσμιο πρόβλημα.
Στην ανάγκη αναβάθμισης των ελληνικών πανεπιστημίων και του ρόλου των καθηγητών, ώστε να μπορεί να καλλιεργείται στους φοιτητές η επιχειρηματικότητα και η ανάληψη ρίσκου, αναφέρθηκε με τη σειρά του ο Γιώργος Καραντώνης, Partner του Metavallon.
Ο κ. Καραντώνης πρόσθεσε ότι ένα βασικό πρόβλημα στην Ελλάδα είναι η έλλειψη εμπειρίας και γνώσης στο στάδιο του scale up. "Είναι μονόδρομος να δημιουργούνται μεικτές ομάδες, φέρνοντας άτομα και από το εξωτερικό. Οι Έλληνες όταν καλούνται να χτίσουν μια μεγάλη εταιρεία, δεν έχουν την εμπειρία, τη γνώση και τα απαραίτητα στελέχη”.
Το δεύτερο fund του Metavallon, το οποίο ξεκίνησε τον Μάιο του 2023, δεν έχει
κάποια επιχειρηματική εστίαση, αλλά επενδύει σε ελαφρώς πιο ώριμες εταιρείες από ό,τι το πρώτο, δηλαδή με λίγο μεγαλύτερη εμπειρία στην ομάδα και με έναν πρώτο πελάτη. Το fund εστιάζει περισσότερο σε Β2Β εταιρείες, από την Ελλάδα αλλά και από Έλληνες ιδρυτές του εξωτερικού.
Καθαρά πολιτισμικό είναι, σύμφωνα με τον Πάνο Παπαδόπουλο, Partner του
Marathon, το πρόβλημα στην Ελλάδα, που εμποδίζει το οικοσύστημα καινοτομίας να αναπτυχθεί.
"Δεν είναι ούτε η φορολογία ούτε η γραφειοκρατία, αλλά το γεγονός ότι στην Ελλάδα κατακρεουργούμε την αυτοπεποίθηση και την ελευθερία έκφρασης. Δεν
ενθαρρύνονται οι άνθρωποι να κυνηγήσουν τα ενδιαφέροντά τους”, τόνισε.
Σύμφωνα με τον ίδιο, ένα μεγάλο μερίδιο των ελληνικών startups δεν χαρακτηρίζεται από εξωστρέφεια και προσπαθούν να λύσουν μόνο ζητήματα της τοπικής κοινωνίας.
"Το βασικό πρόβλημα που υπάρχει στην Ελλάδα είναι η κουλτούρα”, υπογράμμισε,
προσθέτοντας ότι πρέπει να αναδεικνύονται τα καλά παραδείγματα.
Το Marathon βρίσκεται στη δεύτερη θητεία του και επενδύει από ένα όχημα 70 εκατ. ευρώ. "Το πρώτο fund πήγε εξαιρετικά καλά, επένδυσε λίγο λιγότερο από 30 εκατ. ευρώ κι έχει ήδη επιστρέψει αρκετές φορές τα χρήματα στους επενδυτές”, ανέφερε ο κ. Παπαδόπουλος.
Σύμφωνα με τον Παύλο Παυλάκη, Principal του Venture Friends II, η Ελλάδα δεν
υστερεί τόσο στο κομμάτι της χρηματοδότησης όσο στο κομμάτι του ανθρώπινου
δυναμικού.
"Στο κομμάτι της χρηματοδότησης στην Ελλάδα τα πάμε καλά, υπάρχουν αρκετά
funds που επενδύουν σε διάφορα στάδια. Σε επίπεδο ανθρώπινου δυναμικού, υστερούμε λίγο στο κομμάτι της ποσότητας”, τόνισε.
Όπως εξήγησε, πέρυσι ήταν μια δύσκολη χρονιά από άποψη επενδύσεων, γιατί
"κάποιοι ιδρυτές μπορεί να πίστευαν ότι δεν ήταν η κατάλληλη στιγμή, αλλά αυτό δεν ισχύει”. Σύμφωνα με τον ίδιο, αυτό που κάνουν καλύτερα στο εξωτερικό, είναι ότι υπάρχει μεγαλύτερη πρόσβαση σε πληροφορίες, άτομα και ερεθίσματα ως πηγή έμπνευσης.
Το Venture Friends ξεκίνησε το 2016 και διαχειρίζεται 170 εκατ. ευρώ. Αυτή τη στιγμή "τρέχει” το τρίτο fund, ενώ μέχρι στιγμής έχει επενδύσει περίπου σε 60 εταιρείες πάνω από 120 εκατ. ευρώ. Επενδύει κυρίως στο επίπεδο seed σε διάφορους τομείς, σε Ελλάδα και εξωτερικό, με ticket 500 χιλ. – 2 εκατ. ευρώ.
Για θέμα φιλοδοξίας και διαχείρισης ρίσκου, έκανε λόγο και η Δώρα Τραχανά, Partner του Uni.Fund. Όπως τόνισε, οι "ιδρυτές που ξεχωρίζουν είναι αυτοί που έχουν ένα εσωτερικό κίνητρο που τους ‘αναγκάζει’ να προχωρήσουν, που έχουν μια δημιουργική ‘τρέλα’ και που δεν βλέπουν τον ‘τοίχο’ μπροστά τους”.
Το Uni.Fund ξεκίνησε τον Ιανουάριο του 2018, "με στόχο αρχικά και όραμα να
βοηθήσει εταιρείες που ξεκινούσαν σαν τεχνοβλαστοί από πανεπιστήμια”, αλλά στην πορεία επεκτάθηκε και σε άλλους τομείς. Το Uni.Fund επενδύει κυρίως στο seed στάδιο στο κομμάτι των startups και στο pre seed στάδιο στο κομμάτι των spinoffs, αλλά με ένα σημαντικό ερευνητικό αποτύπωμα. Με το δεύτερο fund, που ξεκίνησε τον Ιούνιο του 2023, επεκτάθηκε και στο late seed.
Πρόβλημα νοοτροπίας εντοπίζει και ο Θωμάς Αθανασίου, Partner του L-Stone
Capital. "Στην Ελλάδα δεν έχουμε να ζηλέψουμε τίποτα από άποψη ποιότητας
ανθρώπων. Έχει να κάνει πιο πολύ με τη νοοτροπία. Ο Έλληνας φοβάται να κάνει μεγάλα πράγματα”. Όπως τόνισε, αυτό μπορεί να αλλάξει βλέποντας success stories και μεγάλα exits.
Σύμφωνα με τον κ. Αθανασίου, το περιβάλλον στην Ελλάδα είναι σήμερα πολύ
καλύτερο από ό,τι πριν από 3-5 χρόνια, αλλά υπάρχουν προκλήσεις και χρειάζεται
συνεργασία μεταξύ VCs και φορέων.
Όπως τόνισε ο ίδιος, το L-Stone Capital δεν αναζητά τόσο μια πρωτοποριακή ιδέα
όσο "ιδρυτές και ομάδες με τη φιλοδοξία να δημιουργήσουν μεγάλα πράγματα και να πάνε στο εξωτερικό”.
Για την ανάγκη μεγαλύτερης προσπάθειας στα σχολεία και τα πανεπιστήμια, έκανε λόγο ο Στέργιος Αναστασιάδης, Partner του Genesis Ventures. Σύμφωνα με τον ίδιο, αυτό που κάνει πιο επιτυχημένες ομάδες στο εξωτερικό, είναι η διαφορετική κουλτούρα, με την έννοια ότι θέλουν να μαθαίνουν, η ανάγκη για impact, δηλαδή ότι ξεκινούν με στόχο να έχουν ένα αποτέλεσμα, και η εξωστρέφεια.
Όπως τόνισε, αρχικός στόχος του Genesis ήταν να επενδύουν σε ιδέες αρχικού
σταδίου προερχόμενες από τα πανεπιστήμια, αλλά, όπως σημείωσε χαρακτηριστικά, αυτό δεν… βγήκε, οπότε στη συνέχεια απευθύνθηκε σε Έλληνες της διασποράς, από όπου και προήλθε το 60% των επενδύσεών του fund.
Το Genesis Ventures λειτουργεί τα δύο τελευταία χρόνια, με εστίαση στην Ελλάδα και στους Έλληνες της διασποράς, έχοντας 25 εκατ. ευρώ υπό διαχείριση, 5 εκατ. εκ των οποίων προήλθαν από angel investors. Έχει υλοποιήσει ήδη 32 επενδύσεις, οι πέντε εκ των οποίων στο αρχικό στάδιο.
Στο πάνελ συμμετείχε και ο Αντώνης Ηλίας, επικεφαλής του OK! Thess, που
βρίσκεται σε λειτουργία τα τρία τελευταία χρόνια. Είναι ένα fund 3,1 εκατ. ευρώ, το οποίο έχει υλοποιήσει 7 επενδύσεις σε εταιρείες pre seed σταδίου, με ticket 150 – 300 χιλ. ευρώ.
Σύμφωνα με τον κ. Ηλία, ως προς το startup οικοσύστημα η Αθήνα έχει προχωρήσει πολύ, ενώ η Θεσσαλονίκη βρίσκεται ακόμη στα πρώτα της βήματα. Σαν πρόβλημα νοοτροπίας στην Ελλάδα, ο κ. Ηλίας εντοπίζει το γεγονός ότι πολλές φορές οι ιδρυτές startup δεν προσπαθούν να γνωρίσουν και να προσαρμοστούν στην κουλτούρα μιας startup.