Συνεχης ενημερωση

    Σάββατο, 14-Οκτ-2023 08:00

    "Αγκάθι" για τα ελληνικά ψάρια οι ανατιμήσεις

    Η ΕΛΟΠΥ παρούσα στο 1ο Αραβο-Ελληνικό Συνέδριο Τροφίμων
    • Εκτύπωση
    • Αποστολή με email
    • Προσθήκη στη λίστα ανάγνωσης
    • Μεγαλύτερο μέγεθος κειμένου
    • Μικρότερο μέγεθος κειμένου

    Του Γιώργου Λαμπίρη 

    Κυρίαρχο ζήτημα για τις ελληνικές ιχθυοκαλλιέργειες είναι αυτό των ανατιμήσεων, κάτι που αναδείχθηκε στη διάρκεια του 2022, δεδομένης της αύξησης του κόστους παραγωγής ανά κιλό κατά 10%. Η κυριότερη επιβάρυνση για τις επιχειρήσεις του κλάδου προήλθε από τις πρώτες ύλες ιχθυοτροφών, όπου η τιμή ανήλθε μεσοσταθμικά στα 1,45 ευρώ ανά κιλό. Σε ό,τι αφορά τις τιμές για τα δύο βασικά παραγόμενα είδη ψαριών στην Ελλάδα, ήταν ανοδικές, καθώς η μέση τιμή για όλα τα μεγέθη και τις αγορές στην τσιπούρα ανήλθε στα 4,8 ευρώ ανά κιλό, αυξημένη κατά 3%, ενώ στο λαβράκι έφτασε στα 6,3 ευρώ το κιλό, αυξημένη κατά 19%, όπως προκύπτει από την ετήσια Έκθεση Υδατοκαλλιέργειας, που εκδόθηκε από την Ελληνική Οργάνωση Παραγωγών Υδατοκαλλιέργειας.

    Εκκρεμότητα οι ΠΟΑΥ

    Σημαντική εκκρεμότητα για τον κλάδο παραμένει η ολοκλήρωση της ίδρυσης των Περιοχών Οργανωμένης Ανάπτυξης Υδατοκαλλιεργειών (ΠΟΑΥ). Επισημαίνουμε ότι το Ειδικό Χωροταξικό Πλαίσιο των Υδατοκαλλιεργειών (ΕΠΣΧΑΥ) εγκρίθηκε το 2011 και προσδιόρισε Περιοχές Ανάπτυξης Υδατοκαλλιεργειών (ΠΑΥ), ήτοι θαλάσσιων περιοχών που πληρούν συγκεκριμένα χαρακτηριστικά για την ανάπτυξη των υδατοκαλλιεργειών". Το χωροταξικό προέβλεπε ότι μέσα στις ΠΑΥ θα δημιουργούνται Περιοχές Οργανωμένης Ανάπτυξης Υδατοκαλλιεργειών (ΠΟΑΥ), οργανωμένες θαλάσσιες εκτάσεις εντός των οποίων θα χωροθετούνται μονάδες υδατοκαλλιέργειας. Παρά το γεγονός ότι η αρχική προθεσμία ίδρυσης των ΠΟΑΥ ήταν το 2017, δοθήκαν διαδοχικές παρατάσεις και ορίστηκε νέα προθεσμία τον Νοέμβριο 2023. Συνολικά κατατέθηκαν εμπρόθεσμα 25 αιτήματα ίδρυσης ΠΟΑΥ (23 για ψάρια και 2 για όστρακα). Το 2022 ιδρύθηκε άλλη μία ΠΟΑΥ, ανεβάζοντάς τες συνολικά σε 6. 

    Οριακή αύξηση στην παραγωγή

    Στη διάρκεια του 2022 η παραγωγή μεσογειακών ειδών ιχθυοκαλλιέργειας ανήλθε σε 137.000 τόνους, αξίας 744 εκατ. ευρώ, παρουσιάζοντας αύξηση 1% ως προς τον όγκο και 14% ως προς την αξία πωλήσεων. Εξ αυτών, η τσιπούρα και το λαβράκι αποτελούν τα κυριότερα εκτρεφόμενα ειδή (126.700 τόνοι, 692 εκατ. ευρώ). Οι εξαγωγές ελληνικής τσιπούρας και λαβρακιού το 2022 ανήλθαν σε 104.192 τόνους αξίας 600,6 εκατ. ευρώ, αυξημένες κατά 3,8% ως προς τον όγκο και 20% ως προς την αξία πωλήσεων σε σχέση με το 2021. Το 2023 εκτιμάται πως η παραγωγή τσιπούρας και λαβρακιού θα κυμανθεί στους 125.000 τόνους. 

    Σημειώνεται ότι κατά την τελευταία δεκαετία η παραγωγή των δύο ειδών ψαριού αυξήθηκε κατά 9,2%. Σημαντική εκκρεμότητα παραμένει πάντως σε επίπεδο επιχειρήσεων το τι θα συμβεί με την υπόθεση της Avramar, η οποία αποτελεί τον μεγαλύτερο παραγωγό και το τελευταίο διάστημα αντιμετωπίζει σοβαρά οικονομικά προβλήματα, διαπραγματευόμενη με τις τράπεζες την επόμενή της μέρα και το ενδεχόμενο πώλησης σε νέους ιδιοκτήτες.

    Ενδιάμεσος σταθμός για πώληση τουρκικών ψαριών η Ελλάδα

    Εξαγωγικά, οι κυριότεροι προορισμοί για τα ελληνικά ψάρια είναι η Ιταλία, η Ισπανία και η Γαλλία. Σε αυτές τις τρεις χώρες διατίθεται πάνω από το 50% της εγχώριας παραγωγής ιχθύων. Στην Ιταλία, που αποτελεί τη σημαντικότερη αγορά απορρόφησης ελληνικών ψαριών, καθώς αγοράζει περίπου το 1/3 της παραγωγής τσιπούρας και λαβρακιού, το 2022 διατέθηκαν συνολικά 83.000 τόνοι από τα δύο είδη, από τους οποίους οι 37.700 τόνοι (45%) προήλθαν από την Ελλάδα.

    Σημειώνεται ότι η Ελλάδα αποτελεί ενδιάμεσο σταθμό για την εμπορία τουρκικών ψαριών, δραστηριότητα η οποία αυξήθηκε σε όγκο κατά 5,6% το 2022 σε σύγκριση με το 2021. Ειδικότερα, την περσινή χρονιά εισήχθησαν στη χώρα μας 12.614 τόνοι νωπών ψαριών –8.524 τόνοι τσιπούρας και 4.089 τόνοι λαβρακιού–, οι οποίοι στη συνέχεια εκτελωνίστηκαν στην Ελλάδα και στο σύνολό τους επαναπροωθήθηκαν ως τουρικό ψάρι σε άλλες χώρες της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

    Τα τελευταία χρόνια έχουν γίνει κινήσεις διαφοροποίησης από πλευράς προσφερόμενων προϊόντων, με τη σταδιακή ανάπτυξη ψαριών όπως το φαγκρί και ο κρανιός. Το 2022 βγήκαν από την παραγωγή 10.300 τόνοι των συγκεκριμένων ειδών, κυρίως φαγκρί και κρανιός, αξίας 51,5 εκατομμυρίων ευρώ, καταγράφοντας αύξηση 8% σε σύγκριση με το 2021. Η παραγωγή των "εναλλακτικών" ειδών ψαριών αντιστοιχεί στο 8% της συνολικής παραγωγής ειδών θαλάσσιας ιχθυοκαλλιέργειας και κινείται διαρκώς αυξανόμενη, καθότι η ζήτηση για τα είδη αυτά ενισχύεται, ενώ βελτιώνεται η τεχνογνωσία ως προς την εκτροφή και ανάπτυξή τους.

    Στην Ελλάδα τα σημαντικότερα εκτρεφόμενα είδη υδατοκαλλιέργειας είναι τα ψάρια και τα μύδια. Σημειώνεται ότι η εκτροφή των ψαριών σε θαλάσσια και εσωτερικά ύδατα το 2021 έφτασε τους 133.506 τόνους, αξίας 668 εκατομμυρίων ευρώ, εξαιρουμένων των εκμεταλλεύσεων σε λιμνοθάλασσες. Το παραπάνω ποσό αντιστοιχεί στο 91% του όγκου και της αξίας της συνολικής αγοράς υδατοκαλλιέργειας στη χώρα μας. Σε ό,τι αφορά τα οστρακοειδή, η παραγωγή τους το 2021 έφτασε τους 13.675 τόνους, αξίας 5,28 εκατομμυρίων ευρώ, αριθμοί που αντιστοιχούν στο 9% του όγκου και το 1% της αξίας της ελληνικής παραγωγής. 

    Το 2021 ο συνολικός αριθμός των εγκαταστάσεων υδατοκαλλιέργειας στην Ελλάδα ήταν 879. Από αυτές, το 82% βρίσκονται σε θάλασσες (μύδια και ψάρια), το 10% είναι μονάδες σε εσωτερικά ύδατα εγκατεστημένες σε χερσαίες εκτάσεις και το υπόλοιπο 8% αποτελούν εκτροφές σε λιμνοθάλασσες. Σε ό,τι αφορά τις περιοχές με τη μεγαλύτερη ανάπτυξη στα όστρακα, η Θεσσαλονίκη έχει το 26%, η Πιερία το 25%, η Ημαθία το 16%, η Καβάλα το 8%, η Φθιώτιδα το 6%. Το υπόλοιπο 10% κατανέμεται σε περιφερειακές ενότητες με λιγότερες από 10 μονάδες. Συγκεκριμένα, είναι η Πρέβεζα, η Ξάνθη, η Θεσπρωτία, η Ροδόπη, η Χαλκιδική, η Αττική, οι Σέρρες, η Λέσβος, η Εύβοια και η Αιτωλοακαρνανία.

    Διαβάστε ακόμα για:

    ΣΑΣ ΑΡΕΣΕ ΤΟ ΑΡΘΡΟ;

    ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ