Δευτέρα, 04-Σεπ-2023 07:30
Uni.Fund: "Γκάζι" για νέες επενδύσεις σε startups
Της Ελευθερίας Πιπεροπούλου
Σε αρκετά προχωρημένο στάδιο με δύο εταιρείες, των οποίων οι επενδύσεις αναμένεται να ολοκληρωθούν μέσα στον Σεπτέμβριο, και τουλάχιστον έξι ακόμα, των οποίων οι επενδύσεις αναμένεται να κλείσουν μέχρι τέλος του 2023, βρίσκεται το Uni.Fund, το οποίο ανακοίνωσε πρόσφατα την έναρξη του δεύτερού του fund, ύψους 50 εκατ. ευρώ.
"Με το δεύτερο fund, η ομάδα διαχείρισης του Uni.Fund συνεχίζει να επενδύει σε φιλόδοξους ιδρυτές καινοτόμων τεχνολογικών εταιρειών που βρίσκονται σε pre-seed, seed και early Series A στάδιο”, αναφέρει στο Capital.gr, ο Γιώργος Σαπέρας, Partner & CFO του Uni.Fund.
Οι κλάδοι στους οποίους εστιάζει το δεύτερο fund είναι τόσο οι κλάδοι στους οποίους είχε επικεντρωθεί το πρώτο, όπως SaaS, IoT, Data analysis, mobility, travel & tourism, HealthTech, smart cities, HRTech, marketing tech, (Bio)Diagnostics και Biotechnology, όσο και τεχνολογίες αιχμής, όπως η τεχνητή νοημοσύνη. Πέρα από τις επενδύσεις σε τεχνολογικές startups, ιδιαίτερο ενδιαφέρον υπάρχει για spin-off εταιρείες με προϊόντα που αποτελούν αντικείμενο εμπορικής αξιοποίησης έρευνας από πανεπιστήμια και ερευνητικά ιδρύματα.
Το ύψος της αρχικής επένδυσης του fund κυμαίνεται μεταξύ 200 χιλ. ευρώ και 1,5 εκατ. ευρώ, ενώ η στρατηγική επενδύσεων περιλαμβάνει και follow-on επενδύσεις στις εταιρείες που εμφανίζουν εμπορική επιτυχία.
"Σαν Fund Managers, ποτέ δεν σταματήσαμε να ασχολούμαστε με μία από τις βασικές μας δραστηριότητες, την εξεύρεση νέων deals. Οπότε παράλληλα με την προετοιμασία του Unifund II έχουμε κάνει σημαντική δουλειά και στο πεδίο του dealflow, με επαφές, συναντήσεις, διερευνήσεις αγορών και αξιολογήσεις εταιρειών. Κατά συνέπεια, είμαστε σε αρκετά προχωρημένο στάδιο με 2 εταιρείες, των οποίων οι επενδύσεις θα ολοκληρωθούν μέσα στον Σεπτέμβριο, και τουλάχιστον έξι ακόμα, των οποίων οι επενδύσεις θα κλείσουν τον Οκτώβριο-Νοέμβριο”, αναφέρει ο κ. Σαπέρας.
Σημειωτέον πως το Unifund I δημιουργήθηκε το 2018 με στόχευση επενδύσεις πρώιμου σταδίου (pre-seed & seed) σε εταιρείες τεχνολογίας, καινοτομίας καθώς και σε τεχνοβλαστούς των ελληνικών πανεπιστημίων και τεχνολογικών κέντρων. Τα υπό διαχείριση κεφάλαιά του ανέρχονται σε 30 εκατ. ευρώ και προέρχονται από την επενδυτική πλατφόρμα του Equifund (ΕΠΑΝΕΚ & Ευρωπαϊκό Ταμείο Επενδύσεων) καθώς και από θεσμικούς και ιδιώτες επενδυτές, μεταξύ των οποίων και τη διαχειρίστρια ομάδα του Fund (δεύτερος μεγαλύτερος επενδυτής μετά το Equifund). Αυτήν τη στιγμή βρίσκεται στον έκτο χρόνο λειτουργίας του, έχοντας επενδύσει έως τώρα 22 εκατ. ευρώ σε 23 νεοφυείς εταιρείες.
H επενδυτική περίοδος του πρώτου fund έχει ολοκληρωθεί, αλλά, όπως επισημαίνει ο κ. Σαπέρας, σίγουρα θα επενδυθούν επιπλέον 2-3 εκατ. ευρώ σε υφιστάμενες εταιρείες του χαρτοφυλακίου του Unifund σε follow-on γύρους. Αξίζει να σημειωθεί πως οι εταιρείες του Unifund έχουν πετύχει μέσο ετήσιο ρυθμό ανάπτυξης (CAGR) στα έσοδα από πωλήσεις της τάξης του 70%, έχουν εμπορική παρουσία σε πάνω από 60 χώρες, έχουν δημιουργήσει πάνω από 600 θέσεις εργασίας και έχουν μοχλεύσει πάνω από 80 εκατ. ευρώ συνολικά επενδυτικά κεφάλαια.
Επίσης, είναι αξιοσημείωτο πως αρκετές από τις εταιρείες του Unifund έχουν δεχτεί συγκεκριμένες προτάσεις (term sheets) ή/και κρούσεις για εξαγορά, τις οποίες πρωτίστως οι ίδιοι οι founders έχουν αρνηθεί, αναγνωρίζοντας τη δυναμική και τις πολλαπλασιαστικές υπεραποδόσεις που μπορούν να επιτευχθούν στο άμεσο μέλλον. "Στο Unifund, φιλοσοφία μας είναι ότι το VC σε πρώιμα στάδια χρειάζεται επιμονή και υπομονή. Σαν διαχειριστές συμβάλουμε στη δημιουργία αξίας για τις εταιρείες μας με τελικό στόχο την επίτευξη σημαντικών αποδόσεων για τους επενδυτές μας”, τονίζει ο κ. Σαπέρας.
Σύμφωνα με τον κ. Σαπέρα, "αναμφισβήτητα”, το ελληνικό οικοσύστημα των startups "βρίσκεται σε τροχιά συνεχόμενης ανάπτυξης τα τελευταία 10 χρόνια”. Όπως επισημαίνει, το ταλέντο και η καινοτομία που παράγει η χώρα, η ανάπτυξη του επενδυτικού συστήματος, αλλά και η ευελιξία και προσαρμοστικότητα των ελληνικών startups αποτελούν βασικούς παράγοντες γι’ αυτό. "Δεν είναι, εξάλλου, τυχαίο, ότι οι ελληνικές νεοφυείς επιχειρήσεις μπαίνουν στο ραντάρ και υποστηρίζονται όλο και περισσότερο από διεθνή επενδυτικά κεφάλαια, μεγάλες εταιρείες προχωρούν σε εξαγορές ελληνικών νεοφυών εταιρειών, ενώ και η χώρα κάνει σημαντικά βήματα στην προσέλκυση παγκόσμιων τεχνολογικών κολοσσών, οι οποίοι μας επιλέγουν για την εγκατάσταση μέρους των λειτουργιών τους”.
Ο κ. Σαπέρας κάνει ιδιαίτερη αναφορά στον ρόλο των φορέων και του κρατικού μηχανισμού: "Μετά από αρκετά χρόνια δραστηριοποίησης, οι φορείς που στηρίζουν την εγχώρια επιχειρηματικότητα πλέον βρίσκουν ο καθένας τον ιδιαίτερο και συμπληρωματικό του χώρο μέσα στο οικοσύστημα, δημιουργώντας μια αλυσίδα που οδηγεί σταδιακά στη δημιουργία υγιών και βιώσιμων επιχειρήσεων. Από την άλλη, σημαντικότατο ρόλο διαδραματίζει η στήριξη του κρατικού μηχανισμού σε πολλαπλά επίπεδα (π.χ. διάθεση επενδυτικών κεφαλαίων, νομικές και φορολογικές παρεμβάσεις που βελτιώνουν το επενδυτικό κλίμα, στήριξη των δομών μεταφοράς τεχνολογίας κ.λπ.), η οποία είναι συνεχής και στηρίζεται απ’ όλα σχεδόν τα κόμματα ή τουλάχιστον από αυτά που εναλλάσσονται στην κυβέρνηση”.
Βέβαια, σύμφωνα με τον ίδιο, η Ελλάδα δεν έχει γίνει ακόμη… Silicon Valley και ακόμη χρειάζεται να γίνουν πολλά: "Όταν συγκρίνεις κάτι με το μηδέν δεν μπορεί παρά να υπάρχει βελτίωση. Από την ανυπαρξία και πλήρη ανυποληψία που υπήρχε πριν 10-12 χρόνια στο startup οικοσύστημα, το παρόν φαντάζει σαν να έχουμε πάει στο διάστημα. Η πραγματικότητα είναι όμως ότι δεν έχουμε γίνει ούτε Silicon Valley, ούτε Ισραήλ, ούτε καν Εσθονία ή Λετονία. Το ελληνικό startup οικοσύστημα βρίσκεται στις τελευταίες θέσεις της Ευρώπης σε όρους συνεισφοράς στο ΑΕΠ και απασχολούμενου ανθρώπινου δυναμικού και μόλις πρόσφατα απέκτησε τα δύο πρώτα Unicorns (Viva Wallet και Peoplecert).
Ως προς τις προκλήσεις που αντιμετωπίζει ο κλάδος, ο κ. Σαπέρας τονίζει πως καταρχάς οι ελληνικές startups αντιμετωπίζουν ή αντιμετώπισαν προκλήσεις που αφορούν το παγκόσμιο επιχειρηματικό περιβάλλον και κατ’ επέκταση όλες τις εταιρείες που δραστηριοποιούνται σε αυτό (πανδημία, ενεργειακή κρίση, πόλεμος Ουκρανίας-Ρωσίας, άνοδος επιτοκίων, κατάρρευση Silicon Valley Bank κ.λπ.). "Σε αυτές τις προκλήσεις οι ελληνικές νεοφυείς εταιρείες επέδειξαν την ευελιξία και την προσαρμοστικότητα που απαιτήθηκε για να παραμείνουν βιώσιμες και να αναπτυχθούν, ακόμη και σε δυσμενείς συνθήκες, με περιορισμένα μέσα και κεφάλαια”.
Αναφορικά με τις προκλήσεις που αφορούν το ελληνικό επιχειρηματικό περιβάλλον των startups, ο κ. Σαπέρας αναφέρει τα εξής: τον συντηρητισμό στην αποδοχή νέων ιδεών, το μικρό μέγεθος ελληνικής αγοράς, την ψηφιακή καθυστέρηση, την έλλειψη εμπειρίας και επιχειρηματικής κουλτούρας, τα περιορισμένα κανάλια χρηματοδότησης και τα ελλιπή φορολογικά και ασφαλιστικά κίνητρα εκ μέρους του κράτους.
"Σε αυτές τις προκλήσεις πρέπει να απαντήσουμε με ανάληψη περισσότερου ρίσκου εκ μέρους των θεσμικών φορέων και ιδίως των τραπεζών, καλύτερη συνδεσιμότητα και γρήγορο διαδίκτυο, γρηγορότερη ψηφιοποίηση της κοινωνίας και του παραδοσιακού επιχειρηματικού κόσμου, επαναδραστηριοποίηση του χρηματιστηρίου, μεγαλύτερη διάχυση της επιχειρηματικής κουλτούρας και εκπαίδευσης στους νέους, κίνητρα εκ μέρους της πολιτείας για μείωση του εργοδοτικού κόστους ιδίως στα πρώτα χρόνια λειτουργίας μιας startup”, σημειώνει.
Σύμφωνα με τον κ. Σαπέρα, οι ελληνικές startups, τουλάχιστον οι μεγαλύτερες και πιο ώριμες από αυτές, έχουν μπει στη στόχευση των ξένων funds αποδεικνύοντας τη δυναμική τους. Έχουν γίνει εντυπωσιακά deals αυξήσεων κεφαλαίων (Flexcar, Instacar, Hack the Box, Causaly, Douleytaras κ.λπ.), τα οποία, σε κάποιες περιπτώσεις, έχουν συνδυαστεί και με μόχλευση δανειακών κεφαλαίων. Αρκετά περισσότερα είναι και τα πιο "μικρά” deals, όπως η Convert, η Bibecoffee κ.λπ.
"Φυσικά δεν λείπουν και τα exits, όπως η περίπτωση της Augmenta. Εκτιμάται ότι η αξία των ανωτέρω ξεπερνάει τα 300 εκατ. ευρώ για το α’ εξάμηνο του 2023”, αναφέρει ο κ. Σαπέρας.
Όσον αφορά στο ποιες ελληνικές εταιρείες θα μπορούσαν πιθανόν να είναι οι επόμενοι "μονόκεροι”, ο κ. Σαπέρας αναφέρει την Blueground, τη Workable, τη Flexcar κ.ά. "Κατά τη γνώμη μου, θεωρώ πολύ πιο σημαντικό για το ελληνικό startup οικοσύστημα να υπάρξουν πολλά και συνεχόμενα deals την τάξεως των 100-200 εκατ. ευρώ. Αν συμβεί αυτό θα έρθουν και οι μονόκεροι στην ώρα τους”, καταλήγει.