Τρίτη, 24-Ιαν-2023 00:05
S&P: Καλά εξοπλισμένες οι ελληνικές τράπεζες για τις προκλήσεις του δύσκολου 2023

Της Ελευθερίας Κούρταλη
Οι ελληνικές τράπεζες είναι αντιμέτωπες με ένα δύσκολο έτος λόγω της επιδείνωσης των οικονομικών προοπτικών αναφέρει η S&P σε νέα έκθεσή της για τον κλάδο, ωστόσο είναι σε πολύ καλύτερη θέση σε σχέση με το παρελθόν για να ανταπεξέλθουν στις προκλήσεις αυτές και οι προοπτικές τους παραμένουν θετικές. Μάλιστα εκτιμά πως η κερδοφορία τους θα συνεχίσει να αυξάνεται και φέτος θα πλησιάσει αυτήν των ευρωπαϊκών τραπεζών.
Ειδικότερα, όπως σημειώνει ο οίκος, η χαμηλή ανάπτυξη, ο υψηλός πληθωρισμός και τα υψηλά επιτόκια αποτελούν τη νέα πραγματικότητα για την Ευρώπη, με τις προοπτικές του 2023 να έχουν επιδεινωθεί και η Ελλάδα δεν θα μείνει αλώβητη. Όπως εκτιμά, η ανάπτυξη στη χώρα μας θα επιβραδυνθεί στο 1,4% φέτος, αν και θα παραμένει υψηλότερη από τις υπόλοιπες οικονομίες στην περιοχή, και αυτό οφείλεται εν μέρει στο Ταμείο Ανάκαμψης της Ε.Ε.
Σε αυτό το πλαίσιο, οι ελληνικές τράπεζες μπορούν να αντιμετωπίσουν την οικονομική αναταραχή από μια ισχυρότερη θέση από ό,τι στο παρελθόν, αν και οι "ουλές" εξακολουθούν να είναι ορατές. Ο κλάδος έχει προχωρήσει σε σημαντική απομόχλευση τα τελευταία χρόνια, παρόλα αυτά εμφανίζει υψηλότερους δείκτες NPE από ότι στις περισσότερες Ευρωπαϊκές χώρες και μεγαλύτερο μερίδιο ρυθμισμένων δανείων - τόσο εξυπηρετούμενων όσο και μη εξυπηρετούμενων - από τον μέσο όρο της ΕΕ που είναι 2%, τονίζει ο οίκος.
"Πιστεύουμε ότι τα χαρτοφυλάκια δανείων των ελληνικών τραπεζών έχουν ήδη δοκιμαστεί καθ' όλη τη διάρκεια του κύκλου, καθώς οι σημερινοί πελάτες έχουν επιβιώσει από πολλές κρίσεις. Ωστόσο, τα χαρτοφυλάκια αυτά αντικατοπτρίζουν την ελληνική οικονομία και έχουν αρκετή συγκέντρωση σε κυκλικούς τομείς όπως ο τουρισμός, τα ακίνητα, οι κατασκευές και η ναυτιλία, που ενδέχεται να υποφέρουν περισσότερο καθώς η οικονομία επιβραδύνεται", σημειώνει ο οίκος. Μετά από μια ισχυρή ανάκαμψη το 2022, η τουριστική περίοδος του 2023 θα είναι ένας από τους βασικούς καθοριστικούς παράγοντες της μελλοντικής ποιότητας του ενεργητικού των τραπεζών, όπως εκτιμά.
Όπως προσθέτει η S&P, η αγορά στεγαστικών δανείων παρέμεινε υποτονική τα τελευταία χρόνια, καθώς η Ελλάδα εξακολουθούσε να ανακάμπτει από την προηγούμενη οικονομική κρίση. Αυτό μειώνει τις πιθανότητες δημιουργίας ανισορροπιών στο χαρτοφυλάκιο. Επιπλέον, αναφέρει ότι αναμένεται η απασχόληση στην Ελλάδας να δείξει ανθεκτικότητα, ενώ το πρόγραμμα προσωρινής επιδότησης που ανακοίνωσε η κυβέρνηση για ευάλωτους δανειολήπτες στεγαστικών δανείων θα στηρίξει την οικονομική ικανότητα των νοικοκυριών παρά την αύξηση των επιτοκίων και τον πληθωρισμό. Συνολικά, η S&P αναμένει ότι το κόστος κινδύνου για το σύνολο του ελληνικού τραπεζικού συστήματος θα φθάσει τις 80 μονάδες βάσης το 2023, μετά από μέσο όρο άνω των 300 μ.β το 2018-2021 καθώς οι τράπεζες ολοκλήρωσαν τις πωλήσεις/τιτλοποιήσεις NPE.
Ο οίκος επισημαίνει πως η ανάπτυξη των δανείων θα υποστηριχθεί από τις εισροές κεφαλαίων της ΕΕ, αλλά τα υψηλότερα επιτόκια και η οικονομική επιδείνωση θα επηρεάσουν την ανάκαμψη της αγοράς αυτής. Παράλληλα, εκτιμά πως οι αυξήσεις στο κόστος χρηματοδότησης θα είναι περιορισμένες χάρη στη δομή χρηματοδότησης των τραπεζών. Χρηματοδοτούμενες κυρίως από τις καταθέσεις, οι ελληνικές τράπεζες εμφανίζουν χαμηλούς δείκτες δανείων προς καταθέσεις σε σύγκριση με τις ευρωπαϊκές, οδηγώντας σε μέτριο ανταγωνισμό και περιορισμένη πίεση για ανατιμολόγηση, όπως αναφέρει.
Καθώς όμως η χρηματοδότηση των TLTROs τελειώνει, οι ελληνικές τράπεζες θα πρέπει να επιστρέψουν ένα σημαντικό ποσό στην ΕΚΤ με αποτέλεσμα να συμπιεστούν οι θέσεις ρευστότητάς τους. "Αν και δεν έχουμε καμία ανησυχία για τις θέσεις ρευστότητας των ελληνικών τραπεζών, θεωρούμε πιθανό ότι ενδέχεται να χρειαστεί να καταφύγουν σε άλλες πηγές χρηματοδότησης περισσότερο από ό,τι στο πρόσφατο παρελθόν και με υψηλότερο κόστος", σημειώνει ο οίκος.
Σε αυτό το πλαίσιο εκτιμά πως το κόστος της έκδοσης τίτλων MREL θα επιβαρύνει τα καθαρά έσοδα από τόκους. "Για να επιτύχουν τους στόχους τους, οι τράπεζες θα πρέπει να εκδώσουν μέσα MREL με πολύ υψηλότερο κόστος από ό,τι αρχικά περίμεναν. Αν και δεν είναι το βασικό μας σενάριο, ενδεχόμενη σημαντική αστάθεια στις αγορές θα μπορούσε επίσης να οδηγήσει ορισμένες τράπεζες να αντιμετωπίσουν προβλήματα όσον αφορά την επίτευξη των στόχων MREL", προσθέτει η S&P.
Τέλος, η S&P εμφανίζεται θετική για την πορεία κερδοφορίας των τεσσάρων συστημικών τραπεζών, εκτιμώντας ότι θα πλησιάσει τα επίπεδα των ευρωπαϊκών τραπεζών το 2023. Όπως τονίζει, η αυξανόμενη κερδοφορία των τραπεζών πιθανότατα θα ενισχύσει τις κεφαλαιακές τους θέσεις, κάτι που έρχεται σε έντονη αντίθεση με την εικόνα των τελευταίων πέντε ετών. Επίσης, είναι πιθανό να διανείμουν μερίσματα το 2023 και το 2024, σηματοδοτώντας το τέλος της αναδιάρθρωσής τους.
"Ενώ αναμένουμε βελτίωση των δεικτών προσαρμοσμένων ως προς τον κίνδυνο κεφαλαίου (RAC), ιδίως για την Εθνική Τράπεζα και τη Eurobank, με προβλεπόμενους δείκτες RAC άνω του 5% έως το τέλος του 2024, συνεχίζουμε να θεωρούμε ότι τα κεφάλαια είναι χαμηλής ποιότητας λόγω του υψηλού μεριδίου των αναβαλλόμενων φορολογικών πιστώσεων, που αποτελεί περιορισμό στην αξιολόγησή τους", τονίζει η S&P.