Παρασκευή, 15-Φεβ-2019 07:57
Ήπιαμε 633,6 εκατ. λίτρα προϊόντων της Coca Cola το 2018

της Αλεξάνδρας Γκίτση
111,6 εκατομμύρια κιβώτια, δηλαδή 633,6 εκατ. λίτρα (ένα κιβώτιο αντιστοιχεί σε περίπου 5,678 λίτρα) ή με απλά λόγια 2,67 δισεκατομμύρια μερίδες (ένα κιβώτιο αντιστοιχεί σε 24 μερίδες). Αυτές είναι οι ποσότητες προϊόντων της Coca Cola HBC που καταναλώθηκαν πέρυσι στην Ελλάδα.
Ποσότητες αυξημένες κατά 4,5% σε σχέση με τις ποσότητες που πούλησε η εταιρεία το 2017. Η ανάπτυξη αυτή στον όγκο πωλήσεων στην Ελλάδα που αποτελεί την έκτη μεγαλύτερη αγορά της εταιρείας, αποδίδεται στην καλή τουριστική σεζόν και στο σταδιακά βελτιούμενο οικονομικό περιβάλλον.
Στην κατηγορία των ανθρακούχων αναψυκτικών σημειώθηκε ανάπτυξη κυρίως λόγω της Coca-Cola Zero και, σε μικρότερο βαθμό, την Coca-Cola Regular. Οι πωλήσεις Schweppes αυξήθηκαν στο μεσαίο επίπεδο του εύρους 10-20% και οι πωλήσεις Sprite ανέκαμψαν μετά από αρκετά χρόνια με τη βοήθεια της κυκλοφορίας της Sprite Zero με γεύση λεμόνι-μέντα. Στην κατηγορία των εμφιαλωμένων νερών καταγράφηκε για άλλη μια χρονιά μεσαίας τάξης μονοψήφια αύξηση. Από την άλλη, οι κατηγορίες των χυμών και του έτοιμου προς κατανάλωση τσαγιού υποχώρησαν.
Αποτέλεσμα αυτής της αύξησης του όγκου των πωλήσεων στην Ελλάδα αλλά και των επιδόσεων στην Ιρλανδία, ήταν ο όγκος πωλήσεων στις αναπτυγμένες αγορές όπου δραστηριοποιείται ο όμιλος να αυξηθεί κατά 1% στο σύνολο του έτους. Βασική συνεισφορά είχε η κατηγορία των ανθρακούχων αναψυκτικών, ακολουθούμενη από τις κατηγορίες των ποτών ενέργειας και των εμφιαλωμένων νερών. Τα καθαρά έσοδα από πωλήσεις αυξήθηκαν κατά 1,4% στο σύνολο του έτους.
Για τη φετινή χρονιά η CCHBC εκτιμά πως ο συνδυασμός αύξησης του όγκου πωλήσεων, βελτίωσης του μείγματος προϊόντων και τιμών και ο έλεγχος του κόστους θα οδηγήσουν σε αύξηση των εσόδων σε ουδέτερη συναλλαγματική βάση και σε διεύρυνση του περιθωρίου κέρδους. Πάντως εκτιμά πως τα συγκρίσιμα λειτουργικά κέρδη από τις συναλλαγματικές μεταβολές θα επηρεαστούν δυσμενώς κατά περίπου 50 εκατ. ευρώ σε ετήσια βάση.
Οι ετήσιες κεφαλαιουχικές δαπάνες αναμένεται να κυμανθούν μεταξύ του 5,5% και του 6,5% των καθαρών εσόδων από πωλήσεις σε μεσοπρόθεσμο ορίζοντα, εξαιρώντας την επίδραση από την υιοθέτηση του ΔΠΧΑ 16. Λαμβάνοντας υπόψη την επίδραση από την υιοθέτηση του ΔΠΧΑ 16, ο αναμορφωμένος στόχος εύρους κεφαλαιουχικών δαπανών γίνεται 6,5% με 7,5% των καθαρών εσόδων από πωλήσεις.
Στην ανακοίνωση των αποτελεσμάτων η εταιρεία αναφέρει επίσης πως δεδομένο ότι το ομόλογο ύψους 800 εκατ. ευρώ λήγει τον Ιούνιο του 2020, αναμένει την αναχρηματοδότηση αυτού του ομολόγου το 2019. Ως εκ τούτου, εκτιμά ότι τα χρηματοοικονομικά έξοδα το 2019 θα είναι σχεδόν διπλάσια αυτών του 2018, αποτελούμενα από το νέο κόστος κεφαλαίου και τα σχετικά έξοδα αναχρηματοδότησης, καθώς και την επίδραση από την υιοθέτηση του ΔΠΧΑ 16 από τον Ιανουάριο του 2019.