Συνεχης ενημερωση

    Τετάρτη, 04-Απρ-2007 08:30

    Βιοχάλκο: Ο αλχημιστής των χρηματιστηριακών υπεραξιών

    • Εκτύπωση
    • Αποστολή με email
    • Προσθήκη στη λίστα ανάγνωσης
    • Μεγαλύτερο μέγεθος κειμένου
    • Μικρότερο μέγεθος κειμένου

    Του Βασίλη Γεώργα

    Ένα ακόμη κερδοσκοπικό παιχνίδι που θα κάνει την ιστορία να επαναληφθεί ως πικρό ανέκδοτο, ή γαϊτανάκι προεξόφλησης των άγνωστων στο ευρύ κοινό, επιχειρηματικών κινήσεων αναδιάρθρωσης που σχεδιάζει ο κρυψίνους όμιλος Βιοχάλκο για τις θυγατρικές του; Όπου και αν οφείλεται αυτό το ανά δεκαετία επαναλαμβανόμενο "θαύμα" της γέννησης υπεραξιών με επίκεντρο την πιο βαριά βιομηχανία μετάλλων της χώρας, το γεγονός είναι το ίδιο και το αυτό: η οικογένεια Στασινόπουλου έχει κάνει τους παροικούντες την Σοφοκλέους να παραμιλούν και να πίνουν νερό στο όνομα του ομίλου - αλχημιστή που βγάζει απο το μέταλλο χρυσάφι.

    Η τακτική που ακολουθήθηκε απο τον όμιλο με τα placements της Σιδενόρ και της ΧΑΛΚΟΡ, σε συνδυασμό με την έντονη φημολογία για ριζικές κινήσεις αναδιάρθρωσης της επιχειρηματικής δομής μέσω συγχωνεύσεων, ακόμη και την πώληση μεριδίου σε "στρατηγικούς επενδυτές", έχει βάλει φωτιά στις μετοχές όλων ανεξαιρέτως των θυγατρικών αλλά και της μητέρας Βιοχάλκο, εκτοξεύοντας τις τιμές τους σε επίπεδα που το ταμπλό είχε να γράψει απο το 2000 ή ακόμη και το 1999.

    Το "κακό" είναι οτι η εικόνα αυτή έχει επαναληφθεί και στο παρελθόν. Και λέμε "κακό" γιατί όσες φορές και αν ο όμιλος δημιούργησε χρηματιστηριακές υπεραξίες εν μέσω μεγάλων διακυμάνσεων τα τελευταία 20 χρόνια, οι μετοχές του γρήγορα ξεφούσκωσαν σαν παραγεμισμένες πομφόλυγες και πάντα έπεφταν σε χρόνιο λήθαργο μέχρι την επόμενη φορά.

    Η αλήθεια είναι πως τουλάχιστον αυτή τη φορά αρκετά ποιοτικά στοιχεία –με κυριότερο την ιδιαίτερα υψηλή κερδοφορία όλων των επιμέρους εταιρειών- κάνουν τη διαφορά σε σχέση με το παρελθόν. Η διατηρησιμότητα κερδών και υψηλών αποτιμήσεων μένει όμως να αποδειχθεί στο μέλλον.

    Στην πλειονότητά τους πάντως οι μετοχές του ομίλου αποτιμώνται σήμερα αρκετά ακριβότερα από τον μέσο πολλαπλασιαστή κερδών της Σοφοκλέους.

    Η Βιοχάλκο παρουσίασε το 2006 κέρδη 113,153 εκατ. ευρώ μετά απο φόρους και δικαιώματα μειοψηφίας και με βάση την κεφαλαιοποίηση των 2,441 δισ. ευρώ το Ρ/Ε διαμορφώνεται σε 21,5.

    Η Σίδενορ με κεφαλαιοποίηση 1,5 δισ. ευρώ και κέρδη 108,1 εκατ. ευρώ το 2006 είναι μακράν η φθηνότερη, καθώς τελεί υπό διαπραγμάτευση 13,8 φορές τα κέρδη της προηγούμενης χρήσης.

    Η ΕΛΒΑΛ πάλι είναι μακράν η ακριβότερη. Έχει κεφαλαιοποίηση πάνω απο 600 εκατ. ευρώ και καθαρά κέρδη 20,7 εκατ. ευρώ που διαμορφώνουν τον πολλαπλασιαστή στο 28,8.

    Η Χαλκόρ με κέρδη 35,9 εκατ. ευρώ και αξία 636 εκατ. ευρώ έχει Ρ/Ε 17,6.

    Η ΕΤΕΜ στην κεφαλαιοποίηση των 106 εκατ. Ευρώ αποτιμάται 26,5 φορές τα κέρδη της χρήσης 2006 (4 εκατ. ευρώ).

    Η Σωλ. Κορίνθου είχε πέρυσι κέρδη 36,4 εκατ. ευρώ, ενώ η τρέχουσα χρηματιστηριακή αξία των 690 εκατ. ευρώ διαμορφώνει λόγο τιμής προς κέρδη στο 19.

    Η εταιρεία Ελληνικά Καλώδια με κεφαλαιοποίηση 158 εκατ. ευρώ και κέρδη 14,9 εκατ. ευρώ έχει Ρ/Ε κοντά στο 10,5.

    Βιοχάλκο

    Παρότι θεωρητικά η μετοχή της Βιοχάλκο αποτελεί ένα απο τα "βαρύτερα" και λογικά δυσκίνητα χαρτιά της Σοφοκλέους, διακρίνεται για τις μεγάλες διακυμάνσεις και την υψηλή μεταβλητότητα της αποτίμησής της. Στην πολύχρονη χρηματιστηριακή ιστορία της, η ναυαρχίδα των επιχειρηματικών συμμετοχών της οικογένεια Στασινόπουλου έχει πραγματοποιήσει τουλάχιστον έξι μεγάλες ανοδικές κινήσεις και μέχρι σήμερα πέντε αντίστοιχα υψηλές πτώσεις που έχουν ουσιαστικά πάρει πίσω τα κέρδη του παρελθόντος.

    Το πρώτο σημαντικό ράλι της μετοχής έγινε στην τριετία Ιουνίου 1995- Μαΐου 1998. Η μετοχή της Βιοχάλκο ανέβηκε τότε απο τα 2,5 στα 8,5 ευρώ, διευρύνοντας την κεφαλαιοποίησή της περίπου κατά 250%. Στους πέντε μήνες που ακολούθησαν μέχρι τον Οκτώβριο του 1998 η αξία της είχε υποχωρήσει πάνω απο 50% με την τιμή της να διαμορφώνεται στα 5,50 ευρώ.


    Από την βάση των 5,5 ευρώ ξεκινά το δεύτερο και μεγαλύτερο ράλι ανόδου που διήρκεσε περίπου ένα χρόνο. Μέχρι τον Οκτώβριο του 1999 η μετοχή είχε εκτιναχθεί 350% υψηλότερα στα 25,18 ευρώ που είναι και το ιστορικό υψηλό της. Η πτώση που ακολουθεί είναι βαθιά και διαρκεί ως τον Αύγουστο του 2000 οπότε έχοντας χάσει πάνω απο 63%, "προσγειώνεται" ανώμαλα στα 9,40 ευρώ.


    Το τρίτο ανοδικό κύμα της μετοχής –που ουσιαστικά αποτελεί διάλειμμα στην εκτεταμένη διόρθωση που ξεκίνησε το 1999- εκδηλώθηκε στο διάστημα απο τον Αύγουστο μέχρι το Σεπτέμβριο του 2000. Μέσα σε ένα μήνα η μετοχή κέρδισε περίπου 85% και έφτασε στα 17,40 ευρώ. Αυτή ήταν και η τελευταία φορά για πολλά χρόνια που η Βιοχάλκο είχε διψήφιο νούμερο τιμής. Η μετοχή της κατέρρευσε στη συνέχεια ως και τα 2,71 ευρώ χάνοντας σχεδόν το 85% της αξίας της. Απο υψηλό σε χαμηλό οι απώλειες ήταν πάνω απο 90% ενώ από χαμηλό σε υψηλό τα κέρδη ξεπέρασαν το 900%.


    Το Μάρτιο του 2003 ο όμιλος γυρίζει χρηματιστηριακή σελίδα. Η μετοχή από τα 2,70 ευρώ ίπταται μέσα σε λιγότερο απο δύο χρόνια στα 7,30 ευρώ ( τέλη Ιανουαρίου 2005) κερδίζοντας περίπου 170%. Η διόρθωση που ακολούθησε ως τα 5,12 ευρώ μέχρι τις 18 Μαϊου 2005 (-30%) ήταν μεν μεγάλη αλλά όχι τόσο ώστε να εκτρέψει απο την ανοδική τροχιά την μετοχή. Μέχρι τις 8 Φεβρουαρίου 2006 η μετοχή έχει διπλασιάσει την αξία της απο τα 5,12 στα 10,96 ευρώ, για να ακολουθήσει ακόμη μια γερή πτώση κατά 40% στην περιοχή των 6,54 ευρώ τον Ιούνιο του 2006. Στα επίπεδα αυτά το χαρτί έχει "μαζευτεί" και ξεκινά πάλι η αντίστροφη μέτρηση.

    Σήμερα, περίπου 10 μήνες μετά η μετοχή της Βιοχάλκο έχει ενισχυθεί κατά 100% απο τότε και διαμορφώνεται πάνω απο τα 12,24 ευρώ έχοντας κερδίσει περίπου 350% σε σχέση με τα χαμηλά των 2,71 ευρώ του 2003.


    Σίδενορ


    Η μετοχή της Σίδενορ, της μεγαλύτερης σήμερα σε αξία θυγατρικής του ομίλου Βιοχάλκο με κεφαλαιοποίηση που ξεπερνά το 1,5 δισ. ευρώ, έχει αναδειχθεί σε μια από τις χρυσοτόκες όρνιθες της Σοφοκλέους και ταυτόχρονα παίζει το ρόλο της γεννήτριας τεράστιων υπεραξιών για τη μητρική της.

    Σε βάθος 5ετίας, η αποτίμησή της έχει αυξηθεί κατά 335%, στην τριετία η απόδοσή της ξεπερνά το 550% και τον τελευταίο ένα χρόνο το 210%. Η μετοχή περιστρέφεται σε τροχιά υπεραπόδοσης και το 2007 με κέρδη που από την αρχή του έτους ξεπερνούν το 70%, ενώ μόνο τον τελευταίο μήνα φτάνουν το 50% και την τελευταία εβδομάδα το 10%. Με λίγα λόγια εδώ και περίπου επτά χρόνια βρίσκεται σε ράλι χωρίς ανάσα και για του λόγου το αληθές με την τιμή της να διαμορφώνεται πλέον στα 15,62 ευρώ απέχει μόλις ένα …limit up από τα ιστορικά υψηλά του 1999 (17,62 ευρώ).

    Στη χρηματιστηριακή της ιστορία που ξεκίνησε περίπου 13 χρόνια πριν η Σίδενορ είχε γνωρίσει μέχρι και το 2003 άλλες δύο περιόδους εξαιρετικών αποδόσεων και ισάριθμες φάσεις επίπονου "ξεφουσκώματος". Την τριετία 1994-1997 η μετοχή παρέμενε "ακούνητη" στην περιοχή των 2 έως 2,75 ευρώ.

    Τον Ιούνιο του 1997 η Σίδενορ άρχισε να ξεδιπλώνει τις αρετές της ξεκινώντας ένα πολύμηνο ράλι η πρώτη φάση του οποίου ολοκληρώθηκε τον Απρίλιο του 1998 με απόδοση της τάξης του 200% και την τιμή της να διαμορφώνεται στα 6 ευρώ.

    Αμέσως μετά η και για αρκετούς μήνες η αξία της υποχώρησε ως και 45% επιστρέφοντας στην περιοχή των 3,30-3,40 ευρώ. Απο τα επίπεδα αυτά ξεκινά ο δεύτερος και εντονότερος ανοδικός κύκλος. Απο τα 3,5 ευρώ τον Οκτώβριο του 1998 "πέταξε" μέσα σε ένα χρόνο στα 17,62 ευρώ που ήταν και η υψηλότερη τιμή στην ιστορία της. Το κοντέρ των αποδόσεων σταμάτησε κάπου στο + 400%. Η πρώτη διόρθωση απο τα υψηλά φέρνει τη μετοχή μέχρι και τα τέλη Δεκεμβρίου 1999 στα 10,43 ευρώ.

    Η συνέχεια ήταν πολύ πιο επώδυνη. Ακολουθεί η κατάρρευση της μετοχής που τερματίζεται στα 1,97 ευρώ (ιστορικό χαμηλό) στις 5 Φεβρουαρίου 2003 με σωρευτικές απώλειες πάνω απο 90% συγκριτικά με τα υψηλά της και την επιστροφή της αξίας τις τιμές του 1994.

    Μέχρι και τον Οκτώβριο του 1998 η μετοχή "αναπαύεται" μεταξύ των 2-3 ευρώ. Το νέο ράλι που ακολουθεί στη συνέχεια φέρνει την τιμή της πάνω απο τα 6 ευρώ. Λίγο χαμηλότερα απο τα επίπεδα αυτά, την ανακαλύπτει η UBS που ξεκινά να παρακολουθεί την εταιρεία ως επενδυτική ευκαιρία και συστήνει αγορά με τιμή στόχο τα 6,36 ευρώ. Ένα μήνα πριν ο ξένος οίκος ξεκινήσει την κάλυψη, η μετοχή είχε υποχωρήσει στα 4 ευρώ. Μέχρι το Νοέμβριο του 2006, και ενώ με νεότερη έκθεσή της η UBS είχε υποβαθμίσει σε ουδέτερη την σύστασή της αυξάνοντας την τιμή στόχο στα 7,14 ευρώ, η μετοχή είχε ήδη "πιάσει" τα 7 ευρώ.

    Είχαν ωριμάσει οι συνθήκες και η "σωστή" αποτίμηση για το placement. H Βιοχάλκο πουλά το 19,9% του μετοχικού κεφαλαίου στην τιμή των 6,5 ευρώ, βάζει στο ταμείο της πάνω από 123 εκατ. ευρώ, και σηματοδοτεί την συνέχεια του ενάρετου ανοδικού κύκλου της αξίας της θυγατρικής της. Έκτοτε η μετοχή έχει ξεκινήσει ένα ακόμη ξέφρενο ράλι που μέσα σε 6 μήνες έχει οδηγήσει την κεφαλαιοποίησή της 120% υψηλότερα, μόλις 2 ευρώ από τα ιστορικά υψηλά της και περίπου 700% πάνω από το χαμηλό του 2003.

    Η UBS άλλαξε ξανά την σύστασή της και τώρα προτείνει αγορά της μετοχής με τιμή στόχο τα 11,90 ευρώ που πλέον μοιάζει παρωχημένη, προσδοκώντας σε κέρδη 150 εκατ. ευρώ το 2008. Στο κλαμπ των υποστηρικτών της Σίδενορ έχουν προστεθεί πλέον και οι δύο χρηματοοικονομικοί οίκοι που συντόνισαν το placement του 20%. Η Morgan Stanley με σύσταση overweight και στόχο τα 14,80 ευρώ, και η Alpha Finance που συστήνει επίσης αγορά της μετοχής.

    Χαλκόρ

    Η μετοχή της έχει γίνει ανάρπαστη. Ιδιαίτερα δε μετά το placement που έκανε η Βιοχάλκο πουλώντας το 17,7% του μετοχικού της κεφαλαίου η Χαλκόρ έχει τον... ασταμάτητο. Ας μην αναρωτιέται κανείς το γιατί. Δεν κάνει δα και τίποτα περισσότερο απο ότι οι άλλες θυγατέρες της Βιοχάλκο, αφήστε που έβγαλε φέτος σούπερ κέρδη και θεωρείται και φτηνή. Στην περίπτωση του συγκεκριμένου ομίλου άλλωστε οι εξηγήσεις περιττεύουν αφού το ταμπλό –και όσοι κινούν τα νήματα πίσω απο αυτό- μιλά ξεκάθαρα.

    Αυτό που επίσης είναι ξεκάθαρο είναι η ιστορία της Χαλκόρ στο ταμπλό. Μια ιστορία γεμάτη ανατροπές. Μια ιστορία υψηλών αποδόσεων και μεγάλης χασούρας. Ποιος βάζει στοίχημα αν θα επαναληφθεί;

    Απο τις αρχές του 1997 μέχρι και το Μάρτιο του 1998 η μετοχή ήταν ουσιαστικά "ακίνητη" παίζοντας μεταξύ 2 και 3 ευρώ.

    Το πρώτο μεγάλο ράλι της έχει αφετηρία τα μέσα Μαρτίου του 1998, όταν απο τα 2,60 ευρώ φτάνει τον Ιούνιο της ίδιας χρονιάς μέχρι τα 5,34% (+200%). Η διόρθωση που ακολουθεί στη μετοχή την πιέζει μέχρι και 45% χαμηλότερα στα 3 ευρώ. Απο τα επίπεδα αυτά και αφού μεσολαβεί ένα ικανό διάστημα συσσώρευσης, κερδών και χασούρας μεταξύ 3 και 5 ευρώ κατά την περίοδο Οκτωβρίου 1998 – Νοεμβρίου 1999, η Χαλκόρ ξεκινά το μεγαλύτερο ράλι στην ιστορία της, φτάνοντας μέχρι και τα 12,60 ευρώ (κέρδη πάνω απο 300%).  Το κράχ που ακολουθεί στη Σοφοκλέους έχει σαν αποτέλεσμα η χρηματιστηριακή αξία της εταιρείας να ξεφουσκώσει θεαματικά αφού η μετοχή έχασε πάνω απο 90%.

    Απο τον Γενάρη του 2003 μέχρι τον Μάϊο του 2005 ακολούθησε νέα περίοδος "άπνοιας" για τη μετοχή που σταθεροποιήθηκε κοντά στο 1 ευρώ. Η τιμή των 1,5 ευρώ ανά μετοχή αποτελεί την καινούρια αφετηρία για το ράλι που ακολούθησε. Μέχρι το Φεβρουάριο του 2006 η μετοχή είχε ξεπεράσει τα 4,1 ευρώ. Έπεται νέα ισχυρή διόρθωση για τη μετοχή που χάνει περίπου 45% και προσγειώνεται ανώμαλα στα 2,46 ευρώ (7/3/2006).

    Η επόμενη ανοδική κίνηση της χρονιάς επαναφέρει τη μετοχή στα 4,24 ευρώ (+80%) για να ακολουθήσει πανομοιότυπο ξεφόρτωμα μέχρι τα 2,88 ευρώ (-35%). Έκτοτε η μετοχή όχι μόνο έχει επανέλθει σε τροχιά ανάκαμψης αλλά με μια κούρσα που δεν έχει τελειωμό, υπερδιπλασίασε μέχρι σήμερα την αξία της.

    Στις 13 του Μαρτίου που μας πέρασε και ενώ η τιμή της είχε πιάσει λίγο νωρίτερα τα 6,30 ευρώ, ο όμιλος Βιοχάλκο διέθεσε σε ξένους θεσμικούς επενδυτές το 17,7% του μετοχικού κεφαλαίου της Χαλκόρ στην τιμή των 5 ευρώ. Οι επενδυτές που συμμετείχαν στην ιδιωτική τοποθέτηση αγόρασαν με προνομιακούς όρους τις μετοχές καθώς τους δόθηκε discount περίπου 15% σε σχέση με την τότε τρέχουσα τιμή στο ταμπλό. Η μετοχή έδειξε αδύναμη για λίγες συνεδριάσεις μετά το placement που συνέπεσε και με τη διεθνή χρηματιστηριακή διόρθωση, όμως γρήγορα ανένηψε και βρέθηκε πάνω και απο τα 6,70 ευρώ χαρίζοντας κέρδη πάνω απο 35% σε όσους κάλυψαν την ιδιωτική τοποθέτηση. Η μετοχή έχει ενισχυθεί κατά 45% απο την αρχή του 2007, περίπου 100% σε βάθος 52 εβδομάδων και περίπου 300% την τελευταία τριετία...

    ΕΛΒΑΛ

    Συγκριτικά με άλλες μετοχές του όμιλου Βιοχάλκο οι αποδόσεις της ΕΛΒΑΛ (5,06 ευρώ) φαντάζουν "φτωχές". Τα τρία τελευταία χρόνια έχει ενισχυθεί "μόλις" κατά 160%, τον τελευταίο χρόνο κατά 80% ενώ απο την αρχή του έτους κερδίζει περίπου 30%. Το γεγονός πάντως οτι στο τελευταίο 7ήμερο η απόδοσή της προσεγγίζει το 20% δείχνει οτι μάλλον το "χαρτί" ετοιμάζεται να... ξεκινήσει.

    Την περίοδο 1996-1998 η μετοχή της ΕΛΒΑΛ, όπως και οι περισσότερες απο τις θυγατρικές της Βιοχάλκο, παρέμενε "εγκλωβισμένη" σε σχετικά στενό εύρος διακύμανσης μεταξύ 2,80 και 3,60 ευρώ. Το πρώτο ράλι ξεκίνησε το Μάρτιο του 1998 όταν η μετοχή μέσα σε λιγότερο απο 1 μήνες βρέθηκε απο τα 2,90 στα 5,17 ευρώ, με απόδοση 80%. Η διόρθωση που ακολούθησε μέχρι και το Σεπτέμβριο της ίδιας χρονιάς μείωσε την αξία κατά 35% στα 3,37 ευρώ.

    Ακολουθεί περίοδος συσσώρευσης μέχρι τα 4,40 ευρώ ώσπου τον Απρίλιο του 1999 η μετοχή "ξεσπά" σε ανοδικό κρεσέντο και μέσα σε πέντε μήνες, μέχρι τα μέσα Σεπτεμβρίου, έχει πιάσει τα 16 ευρώ, απόδοση δηλαδή της τάξης του 300%. Η υποχώρηση που ακολουθεί είναι σχεδόν μονοδιάσταη με μικρά ανοδικά διαλείμματα. Η μετοχή υποχωρεί μέχρι και τα 1,17 ευρώ στις 17/3/2004 με απώλειες που ξεπερνούν το 90% απο τα υψηλά της.

    Μέχρι και το τέλος του 2005 η ΕΛΒΑΛ βρίσκεται σε λήθαργο με εύρος διακύμανσης απο τα 1,8 ως τα 2,5 ευρώ. Ακολουθεί το πρώτο τίναγμα της μετοχής που διπλασιάζει την αξία της ως και τα 3,80 ευρώ. Ωστόσο η διόρθωση του περσινού Ιουνίου φέρνει ξανά τη μετοχή στα 2 ευρώ.

    Το ανοδικό κύμα που ξεκίνησε πέρυσι το καλοκαίρι βρίσκεται ακόμη σε εξέλιξη με την αξία της ΕΛΒΑΛ να έχει υπερδιπλασιαστεί από τα 2 στα 5 ευρώ (+150%).


    ΕΤΕΜ


    Η συμπεριφορά της ΕΤΕΜ, της μικρότερης σε κεφαλαιοποίηση εταιρείας του ομίλου, προσιδιάζει περισσότερο με αυτή της Βιοχάλκο, παρά με κάποια απο τις άλλες "αδελφές" της.

    "Ύπνος" απο το 1994 μέχρι και το 1996 οπότε η μετοχή κυμαίνεται μεταξύ 1,7-2,50 ευρώ, για να αφυπνιστεί αισθητά τον Ιανουάριο του 1997 και να υπερδιπλασιάσει την αξία τηςαπο τα 2 στα 4,25 ευρώ μέχρι τα τέλη Μαϊου της επόμενης χρονιάς. Η διόρθωση που έρχεται προξενεί απώλειες 45% στη μετοχή πιέζοντας την μέχρι τα 2,35 ευρώ τον Οκτώβριο του 1998.


    Η χρονιά γυρίζει σελίδα, έρχεται το 1999 και αφού μεσολαβεί μια άνυδρη περίοδος μεταξύ 2,5-3 ευρώ, η ΕΤΕΜ κάνει το μεγάλο σάλτο και και φτάνει μέχρι τα 11,84 ευρώ τον Σεπτέμβριο του 1999. Το κοντέρ σταμάτησε και σε αυτή την περίπτωση στο +400%.


    Η πορεία της μετοχής έκτοτε ήταν σταθερά πτωτική. Βραχύβιες και περιορισμένες ανοδικές αντιδράσεις της τάξης του 20-30% αλλά κάθε μήας που περνούσε η μετοχή κατέγραφε νέα χαμηλά. Στο τέλος του ‘99 ήταν στα 6,78 ευρώ, τον Απρίλιο του 2000 στα 4,24 ευρώ, τον Σεπτέμβριο του 2001 στα 2,6 ευρώ και την π΄ρώτη εβδομάδα του 2003 η αξία της έξυνε πάτο στα 1,18 ευρώ, την χαμηλότερη τιμή που είχε καταγράψει απο την εισαγωγή της στο Χ.Α Οι σωρευτικές απώλειες απο τα υψηλά του 99 μέχρι τα χαμηλά του 2003 ξεπέρασαν το 90% και η μετοχή επέστρεψε στην αποτίμηση της περιόδου 1994-1998.


    Απο τα χαμηλά του Μαρτίου 2003 η μετοχή ξεκινά νέο ράλι και φτάνει μέχρι τα 2,93 ευρ (+150%) στις αρχές Αυγούστου 2003. Ενώ η υπόλοιπη αγορά συνεχίζει να κερδίζει έδαφος, η ΕΤΕΜ γυρίζει πάλι πίσω και χάνει μέχρι 60% ως τον Ιούλιο του 2005, οπότε και επιστρέφει ξανά κοντά στα χαμηλά της (1,23 ευρώ). Μέχρι και λίγο πριν το τέλος του 2005 η μετοχή παραμένει καθηλωμένη χωρίς το παραμικρό σημάδι αναζωογόνησης.

    Στη δύση του 2005 η μετοχή αιφνιδίως αποκτά πάλι οπαδούς. Ξεκινά νέο ράλι μέχρι τα 2,98 ευρώ (+150%) που ακολουθείται απο νέο κατήφορο ως τα 1,40 ευρώ (-50%). Έκτοτε βρίσκεται σε εξέλιξη ένας ακόμη ανοδικός κύκλος της τάξης του 150% που έχει ξαναφέρει τη μετοχή πάνω απο τα 3,50 ευρώ.


    Από την αρχή του 2007 κερδίζει περίπου 30%μ, ενώ σε βάθος ενός ετους ενισχύεται κατά 88%. Την τελευταία εβδομάδα έχει βγάλει φτερά και με διαδοχικές ανοδικές συνεδριάσεις καταγράφει απόδοση περίπου 20%.


    Σωληνουργεία Κορίνθου


    Θα μπορούσε να χαρακτηριστεί σαν τον γίγαντα που ξυπνά με αλαλαγμούς μετά απο χρόνια ύπνου. Το γράφημα της μετοχής δεν θυμίζει καν το τυπικό "ζωντανό" καρδιογράφημα. Αντίθετα, για μεγάλο χρονικό διάστημα που διήρκεσε μέχρι τον Ιανουάριο του 2003 το γράφημα της μετοχής αποτελείται απο μια ευθεία γραμμή εφαπτόμενη στην τιμή του 1 ευρώ. Μόνο όταν άρχισε να κάνει τον κύκλο της αγοράς η φημολογία οτι τα οικονομικά της μέχρι πρότινος ζημιογόνου εταιρείας ανακάμπτουν και θα μπορούσε να βγει απο την επιτήρηση, η ΣΩΛΚ ξεκίνησε να δίνει κάποια σημάδια ζωής.

    Η τιμής της διπλασιάστηκε και μέχρι τον Φεβρουάριο του 2006 "έπιασε" τα 2 ευρώ. Τη συνέχεια τα μηνύματα γίνονταν όλο και πιο αισιόδοξα και στα τέλη Οκτωβρίου της περασμένης χρονιάς η μετοχή είχε ήδη ανέβει στα 3,50 ευρώ. Η επιβεβαίωση των προσδοκιών και η έξοδος απο την επιτήρηση λίγο καιρό πριν βρίσκει τη μετοχή πια πάνω απο τα 5 ευρώ και η ανάνηψη καλά κρατεί μέχρι σήμερα που στην τιμή των 5,6 ευρώ αποτιμάται για περίπου 700 εκατ. Ευρώ.


    Στην πολύχρονη χρηματιστηριακή ιστορία της η Σωληνουργεία έχει δει και πολύ υψηλότερες αποτιμήσεις. Τον Φεβρουάριο του 1999 ξεκινούσε πάλι απο την ίδια αφετηρία -5,6 ευρώ- ένα ιλιγγιώδες ράλι που μέχρι τον Οκτώβριο της ίδιας χρονιάς είχε φέρει την μετοχή στο ιστορικό υψηλό των 24,53 ευρώ. Η πτώση που ακολούθησε ήταν ολική καταστροφή. Πρώτα στα 17,5 ευρώ, επόμενη στάση στ 11 ευρώ, στη συνέχεια ακόμη πιο πίσω στα 6, μετά στα 3, μέχρι που στις 12 Μαρτίου του 2003 η μετοχή των Σωληνουργείων Κορίνθου έφτασε να κοστίζει μισό ευρώ έχοντας χάσει το 97% της αξίας της απο τα υψηλά του 1999.


    Σήμερα η μετοχή κοιτάζει απο απόσταση 1000% μακριά το κακό της παρελθόν και "κατά τις γραφές" των παπαγάλων έχει ανηφόρα ακόμη να ανέβει. Απο τις αρχές του έτους πάντως η μετοχή κερδίζει ήδη πάνω απο 50%.

    ΣΑΣ ΑΡΕΣΕ ΤΟ ΑΡΘΡΟ;

    ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ