11:40 13/09
Nvidia και OpenAI σε συνομιλίες για μεγάλη επένδυση στις υποδομές ΑΙ της Βρετανίας
Οι ανακοινώσεις θα γίνουν την επόμενη βδομάδα στην επίσκεψη Τραμπ στο Λονδίνο.
Για βελτιωμένα οικονομικά στοιχεία που όμως επισκιάζονται από τα επερχόμενα stress tests, κάνει λόγο η Barclays σε έκθεσή της για τις ελληνικές τράπεζες με ημερομηνία 2 Σεπτεμβρίου 2014. Το τμήμα ανάλυσης μετοχών της βρετανικής τράπεζας διατηρεί σύσταση “overweight” για την Alpha Bank και την Eurobank και σύσταση “equalweight” για την Τρ. Πειραιώς και την Εθνική.
Σε ό,τι αφορά τις εκτιμήσεις για τις μετοχές, η Barclays διατηρεί αμετάβλητες τις τιμές-στόχους για τις Alpha Bank (0,92 ευρώ), Εθνική (3,14 ευρώ) και Πειραιώς (2,12 ευρώ), ενώ μειώνει την τιμή-στόχο για την Eurobank στα 0,46 ευρώ από 0,50 ευρώ προηγουμένως.
Πιο αναλυτικά η Barclays αναφέρει για κάθε τράπεζα τα εξής:
Alpha Bank: Με βάση την πλήρη ενσωμάτωση της Βασιλείας III στον δείκτη κεφαλαίων κοινών μετοχών CET1, η Alpha Bank παραμένει η καλύτερα κεφαλαιοποιημένη μεταξύ των ελληνικών τραπεζών, αυξάνοντας τον δείκτη κατά 10 μονάδες βάσης στο τρίμηνο στο 12% και διευρύνοντας τη διαφορά με την δεύτερη τράπεζα που είναι η Πειραιώς, της οποίας ο δείκτης υποχώρησε κατά 20 μονάδες βάσης στο 10,8%. Η μεγάλη μείωση των προ φόρων ζημιών στο τρίμηνο ήταν ιδιαίτερα καθησυχαστική, ωθούμενη από τη μεγαλύτερη διαδοχική πτώση των προβλέψεων μεταξύ των τεσσάρων τραπεζών. Τα στοιχεία υποδεικνύουν ότι η τράπεζα θα ισοσκελίσει τον ισολογισμό της στο τέλος του έτους, πριν από την Πειραιώς και την Eurobank. Η εξαγορά του δικτύου της Citi αναμένεται να ενισχύσει τα αποτελέσματα, να βελτιώσει το μείγμα των εσόδων και την χρηματοδοτική θέση αλλά και να φέρει εξειδίκευση στην διαχείριση επισφαλών απαιτήσεων.
Eurobank: Ο δείκτης κεφαλαίων κοινών μετοχών CET1 της τράπεζας με σταδιακή ενσωμάτωση της Βασιλείας III είναι ο υψηλότερος μεταξύ των ελληνικών τραπεζών. Αυτή είναι η βάση για την αξιολόγηση της ποιότητας ενεργητικού και τα stress tests. Όμως οι επενδυτές δίνουν έμφαση στο δείκτη με πλήρη ενσωμάτωση της Βασιλείας III όπου το 6,6% της Eurobank (ή 9,1% συμπεριλαμβανομένων των προνομιούχων μετοχών του δημοσίου ύψους 950 εκατ. ευρώ) παραμένει χαμηλό τόσο σε εγχώριο όσο και σε ευρωπαϊκό επίπεδο. Κατά συνέπεια, κάθε φορά που κλιμακώνονται οι ανησυχίες για τα stress tests και την πιθανότητα ο ελληνικός τραπεζικός κλάδος να χρειαστεί κεφάλαια, η Eurobank συνεχίζει να θεωρείται ως η πιο ευάλωτη. Παρ΄ όλα αυτά. Στην περίπτωση που γίνει η ρύθμιση και ο αναβαλλόμενος φόρος μετατραπεί σε φορολογική απαίτηση, τότε η Eurobank θα απολαύσει τα μεγαλύτερα οφέλη.
Πειραιώς: Η Πειραιώς “ηγείται” σε ότι αφορά στην εξέλιξη του καθαρού επιτοκιακού περιθωρίου. Ενώ και οι τέσσερις τράπεζες συνεχίζουν να βλέπουν την εξομάλυνση των επιτοκίων στις προθεσμιακές να δίνουν ώθηση στο καθαρό έσοδο από τόκους, η Πειραιώς είναι η μόνη τράπεζα που εμφανίζει και διεύρυνση των περιθωρίων. Προς το παρόν, είναι δύσκολο να πει κανείς αν η Πειραιώς κεφαλαιοποιεί το γεγονός ότι πλέον είναι η μεγαλύτερη τράπεζα πλέον. Σε κάθε περίπτωση, τα οφέλη της συγκέντρωσης συνεχίζουν να ενισχύουν τους δείκτες αποδοτικότητας και ο αυξημένος στόχος για κλείσιμο καταστημάτων θα συμβάλλει περαιτέρω. Οι όγκοι των χορηγήσεων είναι λιγότερο εντυπωσιακοί, έχουν υποστεί μεγαλύτερη συρρίκνωση από τον ανταγωνισμό στην εγχώρια αγορά.
Εθνική: Η Εθνική απολαμβάνει premium αξιολόγηση, εν μέρει κυρίως του γεγονότος ότι είναι η πρώτη τράπεζα που επέστρεψε σε κερδοφορία, αντικατοπτρίζοντας τη μεγάλη συνεισφορά από τις τουρκικές δραστηριότητες. Η πίεση να πουλήσει μειοψηφικό ποσοστό της Finansbank θα ενισχύσει τους δείκτες κεφαλαιακής επάρκειας, αλλά συνεπάγεται ότι η τράπεζα θα απωλέσει μία σημαντική πηγή κερδών. Η Εθνική ελπίζει να πουλήσει μικρότερο ποσοστό από το 40% που έχει συμφωνήσει με την Κομισιόν (και ελπίζει παράλληλα να έχει στη διάθεσή της περισσότερο χρόνο). Η ΕΤΕ εμφανίζει το 11,4% του δείκτη κεφαλαίων κοινών μετοχών CET1 με πλήρη ενσωμάτωση της Βασιλείας III ως pro-forma για τις κεφαλαιακές ενέργειες που έχουν ανακοινωθεί ή έχουν προγραμματιστεί αλλά δεν έχουν ολοκληρωθεί. Εξαιρουμένων των εν λόγω στοιχείων, υπολογίζουμε τον δείκτη κοντά στο 9,3%, αρκετά υψηλότερα από την Eurobank αλλά και χαμηλότερα από τα διψήφια ποσοστά των Alpha Bank και Πειραιώς.