14:40 09/09
Reuters: Το "πάρτι" τέλειωσε για τις ευρωπαϊκές αυτοκινητοβιομηχανίες
Αντιμετωπίζοντας την αβεβαιότητα από τους δασμούς και τον "πόλεμο" τιμών στην Κίνα
Βολές κατά της αδιάλλακτης στάσης των τραπεζών να υποστηρίξουν τις επιχειρήσεις του κλάδου με ικανή ρευστότητα και να συναινέσουν στην αναδιάρθρωση του δανεισμού τους ώστε να συνεχιστεί απρόσκοπτα η εξαγωγική τους δραστηριότητα, καθώς και κατά του ελληνικού Δημοσίου λόγω των καθυστερήσεων της απόδοσης ΦΠΑ, εξαπολύουν οι επικεφαλής των εταιρειών ιχθυοκαλλιέργειας.
«Είναι γεγονός ότι η ελληνική ιχθυοκαλλιέργεια, ο δεύτερος μεγαλύτερος αυτή τη στιγμή εξαγωγικός κλάδος της χώρας, αντιμετωπίζει προβλήματα που απορρέουν από τη στάση των τραπεζών. Είναι σαν να μας τραβάνε το χαλί κάτω από τα πόδια. Τη στιγμή που είναι περισσότερο απαραίτητη από ποτέ η ανάπτυξη και που η εσωτερική αγορά έχει περιέλθει σε ακινησία λόγω της οικονομικής κρίσης, οι εξαγωγές θα έπρεπε να βρίσκουν την υποστήριξη όλων. Θα περίμενε κανείς ότι οι τράπεζες θα ήταν συνοδοιπόρος μας, κι όμως βλέπουμε ότι διατηρούν μια άκαμπτη στάση η οποία μόνο εμπόδια θέτει. Εκτιμώ ότι εάν δεν πρυτανεύσει αφενός η κοινή λογική και αφετέρου το εθνικό συμφέρον θα θρηνήσουμε και τους ελπιδοφόρους επιχειρηματικούς σχηματισμούς», αναφέρει ο Γιάννης Στεφανής, επικεφαλής του ομίλου Σελόντα.
Μόλις προ ημερών, ακόμη μια εταιρεία, η Φόρκυς κατέθεσε αίτηση υπαγωγής στο άρθρο 99, ενώ δεκάδες άλλες κινούνται σε οριακό σημείο εξαιτίας της πίεσης να κλείσουν οι δανειακές τους θέσεις, χωρίς όμως περιθώρια αναχρηματοδότησης. Η αγωνία του κλάδου γίνεται δε εντονότερη ως προς τις προοπτικές του λόγω του ασταθούς ρυθμιστικού περιβάλλοντος, της απουσίας χωροθέτησης και τις ασαφείς διαδικασίες αδειοδότησης, ενώ την ίδια στιγμή, η παραγωγή της Τουρκίας αυξάνεται (το 2012 έφτασε τις 90.000 τόνους) και απειλεί να ξεπεράσει την ελληνική σε ορίζοντα διετίας.
Ο συνολικός κύκλος εργασιών του κλάδου διαμορφώνεται σήμερα στα περίπου 800 εκατ. ευρώ. Οι συνολικά 65 επιχειρήσεις ιχθυοκαλλιεργειών απασχολούν άμεσα και έμμεσα συνολικά 18.000 εργαζόμενους, συνδράμοντας με ποσοστό 0,4% στο ΑΕΠ της χώρας και έχει τη δυναμική να διπλασιάσει τη συνεισφορά του σε λιγότερο από 10 χρόνια. Ο καλύτερος πελάτης για τα προϊόντα του κλάδου είναι η ιταλική αγορά, η οποία απορροφά 44.000 τόνους, τη στιγμή που η ελληνική καταναλώνει μόλις 21.000 τόνους και ακολουθούν η ισπανική με 14.000 τόνους, η Γαλλία με 11.000 τόνους, και οι Πορτογαλία και Αγγλία με 6.000 τόνους έκαστη.
Παρά την αρνητική συγκυρία που διαμορφώνεται στον κλάδο, οι εγχώριες εταιρίες συνεχίζουν να εστιάζουν στην διατήρηση της ηγετικής θέσης στην τσιπούρα και το λαβράκι στις κύριες ευρωπαϊκές αγορές (π.χ., Ιταλία, Ισπανία, Γαλλία), στην β) την επέκταση της γεωγραφικής κάλυψης στην Ευρώπη με το υπάρχον προϊόν (π.χ., σε Ολλανδία, Ρωσία, Ουκρανία, Πολωνία), καθώς και στις ΗΠΑ και Ιαπωνία-Κίνα και στην επέκταση σε νέα είδη μεγαλύτερου μεγέθους και υψηλότερης προστιθέμενης αξίας.
Συγχρόνως γίνονται προσπάθειες διαρκούς βελτίωσης της ανταγωνιστικότητας μέσω οικονομιών κλίμακας, προϊοντικής εστίασης και αποδοτικότητας εργασίας, με επιλεκτική επιτάχυνση της υπάρχουσας τάσης «συγκέντρωσης», και την εισαγωγή μέτρων βελτίωσης της αποδοτικότητας για την αντιμετώπιση του μειονεκτήματος κόστους σε σχέση με τους διεθνείς ανταγωνιστές.