Για συνθήκες ασφυξίας στην αγορά ενέργειας έκανε λόγο ο πρόεδρος του ΕΣΗΑΠΕ (Ελληνικός Σύνδεσμος Ηλεκτροπαραγωγών ΑΠΕ) και επικεφαλής του ομίλου ΓΕΚ ΤΕΡΝΑ Γ. Περιστέρης σε ομιλία του σε εκδήλωση των ΚΕΠΠ – ΙΕΝΕ με θέμα "Ενέργεια και Επενδύσεις στην Ελλάδα".
Ανοίγοντας την ομιλία του ο κ. Περιστέρης αναφέρθηκε σε ορισμένες χαρακτηριστικές περιπτώσεις του πώς αντιλαμβάνεται το ελληνικό κράτος τις επενδύσεις στον τομέα της Ενέργειας, ενώ μεταξύ άλλων υπογράμμισε την περίπτωση του λιγνιτωρυχείου της Βεύης, σημειώνοντας:
"Εδώ και πολλά χρόνια περιμένουμε με αγωνία να δούμε αν θα δεήσει τελικά το ελληνικό δημόσιο να προχωρήσει στην ολοκλήρωση του διαγωνισμού για την παραχώρηση του λιγνιτωρυχείου της Βεύης. Τεράστια ποσά δίνονται σε γειτονικές χώρες για εισαγωγή λιγνίτη, εκατοντάδες θέσεις εργασίες χάνονται, τεράστια έσοδα για το ελληνικό δημόσιο επίσης χάνονται και την ίδια στιγμή διαδοχικές πολιτικές ηγεσίες του αρμόδιου υπουργείου δεν κάνουν απολύτως τίποτα ή μάλλον κάνουν ό,τι μπορούν για να μη γίνει τίποτα. Ταυτόχρονα, εξαιτίας του ότι το λιγνιτωρυχείο της Βεύης παραμένει κλειστό, υπολειτουργεί η πλέον σύγχρονη λιγνιτική μονάδα της ΔΕΗ, ο ΑΗΣ Μελίτης".
Αναφέρθηκε επίσης στις παλινωδίες που παρατηρήθηκαν σε σχέση με την προώθηση των επενδύσεων σε ΑΠΕ, ειδικά σε τεχνολογίες αυξημένης εγχώριας προστιθέμενης αξίας. "Δείτε τι έγινε με τα off shore αιολικά πάρκα ή τα υδροηλεκτρικά έργα. Το φωνάζαμε πριν 2-3 χρόνια ότι οι αλλαγές που προωθούνται θα μας φέρουν πολύ πίσω και σε λίγο καιρό δεν θα μπορούμε πλέον λόγω των οικονομικών συνθηκών να κάνουμε όσα τότε σχεδιάζαμε. Δυστυχώς, η εξέλιξη των πραγμάτων επιβεβαίωσε τους φόβους και τις προβλέψεις μας. Δείτε τι γίνεται με τις επενδύσεις γενικά στον τομέα των ΑΠΕ", ανέφερε χαρακτηριστικά.
Ο πρόεδρος του ΕΣΗΑΠΕ υπογράμμισε, ωστόσο, ότι "το πιο επικίνδυνο είναι ότι δεν φαίνεται να υπάρχει εθνική ενεργειακή στρατηγική για το μέλλον. Αλήθεια, έχει σκεφθεί σοβαρά κανείς πώς θα αντιμετωπιστεί το μεγάλο έλλειμμα ενέργειας και ισχύος που θα προκύψει τα επόμενα χρόνια εξαιτίας της σταδιακής απόσυρσης λιγνιτικών μονάδων συνολικής ισχύος 3.500 MW έως το 2020;.
Με την εξαίρεση της προσπάθειας κατασκευής της νέας λιγνιτικής μονάδας Πτολεμαϊδα 5, εμείς δεν έχουμε σαφή εικόνα για την ύπαρξη κάποιου οργανωμένου σχεδίου αντιμετώπισης της κρίσης που έρχεται, με δεδομένο ότι δεν υπάρχει στα σκαριά κατασκευή κάποιας άλλης μονάδας.
Παρόλα αυτά, εμείς επειδή είμαστε υποχρεωμένοι να προετοιμαζόμαστε για το μέλλον, δουλεύουμε πάνω σε διάφορα σενάρια από τα οποία προκύπτουν πραγματικά εντυπωσιακά συμπεράσματα.
Π.χ. δουλέψαμε πάνω σε δύο εναλλακτικές λύσεις για το πρόβλημα. Η μία περιλαμβάνει την κατασκευή κι άλλων μονάδων φυσικού αερίου παράλληλα με τα μέχρι τώρα προγραμματισμένα έργα ΑΠΕ και τη νέα λιγνιτική μονάδα Πτολεμαϊδα 5 και η άλλη λύση περιλαμβάνει την μεγαλύτερη αξιοποίηση των ΑΠΕ και την υλοποίηση αντλησοταμιευτικών έργων σε συνδυασμό με την νέα μονάδα Πτολεμαϊδα 5.
Από την σύγκριση των σεναρίων αυτών προκύπτει ότι είναι πολλαπλά συμφερότερη η επιλογή της μεγαλύτερης αξιοποίησης των ΑΠΕ μέσω των αντλησοταμειυτικών έργων.
Συγκεκριμένα, αν το έλλειμμα στην παραγωγή ενέργειας και ισχύος μετά την διακοπή λειτουργίας των πεπαλαιωμένων λιγνιτικών μονάδων καλυφθεί κυρίως με νέες μονάδες φυσικού αερίου κι όχι με ένταση της διείσδυσης των ΑΠΕ μέσω αντλησοταμιευτικών, τότε θα χρειαστούν νέες μονάδες φ.α. συνολικής ισχύος 2.800 MW και θα απαιτηθούν για την κατασκευή τους συνολικά κεφάλαια 2,1 δις. ευρώ, από τα οποία, όμως, μόνο 600 εκατ. ευρώ. αφορούν ελληνική συμμετοχή για την ανέγερση των μονάδων, ενώ 1,5 δις. ευρώ είναι συνάλλαγμα. Μάλιστα, σε αυτά τα ποσά δεν συμπεριλαμβάνονται τα ετήσια κόστη για την επιπλέον εισαγωγή φυσικού αερίου που θα απαιτηθεί και τα οποία αντιστοιχούν σε περίπου 0,5 δις. ευρώ το χρόνο, δηλαδή σε μη σημερινές τιμές για 20 χρόνια το συνολικό ποσό που θα «φύγει» από την Ελλάδα είναι περίπου 11,5 δις. ευρώ.
Αντιθέτως, αν επιλεγεί η λύση της εντατικής αξιοποίησης των ΑΠΕ μέσω της υλοποίησης αντλησοταμιευτικών έργων ισχύος περίπου 4.000 MW, τότε θα δαπανηθούν περίπου 3,2 δις. ευρώ, από τα οποία άνω των 2,5 δις. αφορούν εγχώρια προστιθέμενη αξία.
Επίσης, το σενάριο που βασίζεται κυρίως στην υλοποίηση αντλησοταμιευτικών έργων οδηγεί στην δημιουργία πολύ περισσότερων θέσεων εργασίας σε σχέση με το σενάριο που βασίζεται κυρίως στην κατασκευή νέων μονάδων φυσικού αερίου.
Τα αποτελέσματα των μελετών αυτών αποδεικνύουν, λοιπόν, ότι οφείλουμε να επενδύσουμε με ακόμα μεγαλύτερη ένταση στις ΑΠΕ και κυρίως σε νέες τεχνολογίες όπως είναι τα αντλησοταμιευτικά έργα, καθώς και καλύτερο οικονομικό αποτέλεσμα πετυχαίνουμε και μεγαλύτερη εγχώρια αξία παράγουμε και περισσότερες θέσεις εργασίας δημιουργούμε".
Στη συνέχεια ο κ. Περιστέρης αναφέρθηκε ειδικότερα στον τομέα των ΑΠΕ σημειώνοντας ότι "πολλές επιστημονικές μελέτες και στην Ελλάδα και στο εξωτερικό έχουν πλέον αποδείξει πέραν πάσης αμφιβολίας ότι η μεγάλη διείσδυση Α.Π.Ε. κινητοποιεί σημαντικό ύψος κεφαλαίων, με ευεργετική επίδραση στην οικονομική δραστηριότητα και στην απασχόληση, κάτι εξαιρετικά σημαντικό στην παρούσα συγκυρία. Επιπλέον, βελτιώνει το ισοζύγιο των τρεχουσών συναλλαγών λόγω της προκύπτουσας μείωσης των εισαγομένων καυσίμων.
Επίσης, η μεγάλη διείσδυση των Α.Π.Ε. δεν οδηγεί σε αύξηση της εύλογης χρέωσης καταναλωτή, μετά την κατάργηση της δωρεάν διάθεσης δικαιωμάτων CO2 το 2013. Κι εξηγώ:
-Η στήριξη των Α.Π.Ε., παρά την αυξανόμενη διείσδυση, εξακολουθεί να αποτελεί σχετικά μικρό μέρος της συνολικής εύλογης χρέωσης καταναλωτή, ήτοι μόλις 3,3% κατά μέσον όρο τη δεκαετία 2011-20
-Οι Α.Π.Ε. μειώνουν το κόστος για δικαιώματα εκπομπών CO2. Παράλληλα μειώνουν την Οριακή Τιμή Συστήματος και συνεισφέρουν ισχύ στο σύστημα.
-Σημαντικό μέρος του θεσμοθετημένου κόστους στήριξης Α.Π.Ε. αντιστοιχεί σε κόστος που αποφεύγεται λόγω της διείσδυσης των Α.Π.Ε. Η συνδρομή της ενίσχυσης των Α.Π.Ε. αποτελεί μέρος μόνο του Ειδικού Τέλους Α.Π.Ε., όπως υπολογίζεται σήμερα.
Η στροφή στις ΑΠΕ και ειδικά στις τεχνολογίες με πολύ μεγάλη εγχώρια προστιθέμενη αξία (υδροηλεκτρικά, αιολικά πάρκα - θαλάσσια κι επίγεια, βιομάζα, κ.α.) δημιουργεί ανάπτυξη και χιλιάδες θέσεις εργασίας και αυξάνει τα δημόσια και τα δημοτικά έσοδα. Οι τεχνολογίες αυτές είναι εξαιρετικά ανταγωνιστικές σε επίπεδο τιμών, αν συγκριθούν επί ίσοις όροις με τις τεχνολογίες συμβατικής ηλεκτροπαραγωγής".
Τέλος, ο κ. Περιστέρης αναφέρθηκε σε ορισμένα ζητήματα που "καίνε" την ενεργειακή αγορά κι αναζητούν άμεσα λύση, μεταξύ των οποίων περιλαμβάνονται η άρση της στρέβλωσης με το λεγόμενο Ειδικό Τέλος ΑΠΕ, η ενίσχυση της ΡΑΕ και το θέμα των δικτύων. Για τα τρία αυτά θέματα ανέφερε χαρακτηριστικά:
"Κάποια στιγμή πρέπει επιτέλους να αρθεί η στρέβλωση του λεγόμενου Ειδικού Τέλους ΑΠΕ, το οποίο μόνο υπέρ των ΑΠΕ δεν είναι, όπως έχουμε κουραστεί να επαναλαμβάνουμε χρόνια τώρα. Μετά από καιρό φαίνεται ότι πλέον το έχουν καταλάβει όλοι. Η ιστορία με το λεγόμενο Τέλος ΑΠΕ πρέπει να λυθεί άμεσα. Εμείς ως ΕΣΗΑΠΕ έχουμε υποβάλει τις προτάσεις μας, συμμετέχουμε στον διάλογο, όμως σύντομα το θέμα πρέπει επιτέλους να λυθεί.
Εξαιρετικά κομβικός είναι και ο ρόλος της ΡΑΕ. Για αυτό, θεωρούμε απολύτως αναγκαίο να ενισχυθεί η ΡΑΕ με εξειδικευμένο προσωπικό και πόρους, προκειμένου να μπορέσει να ανταποκριθεί στις διαρκώς αυξανόμενες ανάγκες της ενεργειακής αγοράς.
Καυτό είναι, επίσης, το θέμα των δικτύων. Ο ΑΔΜΗΕ, είναι προφανές ότι αδυνατεί να επενδύσει τα κεφάλαια που απαιτούνται ώστε να δημιουργηθούν τα απαραίτητα δίκτυα. Κατά συνέπεια, στο έργο αυτό θα πρέπει να συμμετάσχουν ιδιώτες στο πλαίσιο συμφωνιών με συγκεκριμένα ανταλλάγματα. Αν, όμως, δεν ληφθούν άμεσα οι απαιτούμενες αποφάσεις και δεν δημιουργηθούν τα απαραίτητα δίκτυα, τότε δεν πρόκειται να πιάσουμε τους στόχους του προγράμματος 20 – 20 – 20. Αντιθέτως, το εν λόγω πρόγραμμα θα τιναχθεί στον αέρα προς μεγάλη χαρά των χωρών που εξάγουν καύσιμα".
Κλείνοντας, ο κ. Περιστέρης ανέφερε ότι "ο λιγνίτης ως εθνικό και φθηνό καύσιμο δεν πρέπει να κατασπαταλάται σε μονάδες αντιπαραγωγικές, αντιοικονομικές και περιβαλλοντικά καταστροφικές, όπως συμβαίνει τώρα. Αντιθέτως, πρέπει επιτέλους να χρησιμοποιηθεί σε αποδοτικούς οικονομικά και καθαρούς περιβαλλοντικά σταθμούς ηλεκτροπαραγωγής.
Επίσης, το φυσικό αέριο είναι το προφανές καύσιμο μετάβασης από την εποχή που κυρίαρχο ρόλο στο ενεργειακό μείγμα είχε ο λιγνίτης στην εποχή που κυρίαρχο ρόλο θα έχουν οι ΑΠΕ, με πλήρη αξιοποίηση των υφιστάμενων μόνο μονάδων φυσικού αερίου".