Δευτέρα, 24-Νοε-2025 00:05
Γιατί Ουκρανία και Ευρώπη δεν πρέπει να δεχτούν το σχέδιο Τραμπ
Του Marc Champion
Το αμερικανικό σχέδιο για τον τερματισμό της ρωσικής εισβολής είναι ένα ιδιαίτερο έγγραφο. Ανταμείβει την επιθετικότητα και τιμωρεί το θύμα. Υπονομεύει την πιο σημαντική αρχή του διεθνούς δικαίου, που είναι ότι τα κυρίαρχα σύνορα δεν μπορούν να αλλάζουν με τη βία. Προτείνει εγγυήσεις ασφάλειας, αλλά δεν αναφέρει πώς θα εφαρμοστούν - και στη συνέχεια περιορίζει τα μέσα με τα οποία θα μπορούσαν να εφαρμοστούν.
Συνιστά την επιβολή της συνθηκολόγησης της Ουκρανίας για το κέρδος και το όφελος, το σχέδιο για ένα σύγχρονο Σύμφωνο Μολότοφ-Ρίμπεντροπ, στο οποίο το συμφέρον της μιας πλευράς για τη διαίρεση της Ουκρανίας είναι εδαφικό και της άλλης εμπορικό. Με μια λέξη, είναι ντροπιαστικό.
Ωστόσο, άλλο είναι το κρίσιμο ερώτημα: Είναι αυτή η καλύτερη συμφωνία που θα μπορούσαν να ελπίζουν να επιτύχουν η Ουκρανία και οι εναπομείναντες Ευρωπαίοι σύμμαχοί της σε αυτό το σημείο; Η απάντηση είναι όχι, και έχουν ήδη απορρίψει τους βασικούς της όρους. Δυστυχώς, όμως, η ερώτηση αυτή είναι περίπλοκη, "κυκλική" θα λέγαμε, επειδή η απάντηση εξαρτάται σχεδόν εξ ολοκλήρου από τον Ντόναλντ Τραμπ.
Πρώτον, η ίδια η συμφωνία. Όσον αφορά στα εδάφη, η ηγεσία του Κιέβου και οι περισσότεροι Ουκρανοί έχουν αποδεχθεί εδώ και καιρό ότι θα πρέπει να παραχωρήσουν τον έλεγχο των εδαφών που έχει καταλάβει η Ρωσία. Ωστόσο, η συμφωνία αυτή θα είχε πολύ μεγαλύτερες επιπτώσεις. Προσφέρει στη Ρωσία "de facto αναγνώριση" από τη διεθνή κοινότητα σχεδόν όλων των ουκρανικών εδαφών που κατέχει από το 2014 μέχρι την ημέρα της υπογραφής, καθώς και της λεγόμενης "Fortress Belt" (ζώνη φρούριο) του Ντόνετσκ, την οποία δεν έχει καταφέρει να καταλάβει. Η περιοχή αυτή - κρίσιμη για την άμυνα της Ουκρανίας - θα μετατραπεί σε αποστρατιωτικοποιημένη ζώνη.
Η de facto αποδοχή ήταν αυτό που συνέβη στην Ανατολική Γερμανία και στις χώρες της Βαλτικής μετά τον Β' Παγκόσμιο Πόλεμο. Το ΝΑΤΟ δεν αμφισβήτησε ποτέ τον έλεγχο της Σοβιετικής Ένωσης σε αυτές τις χώρες, αλλά ούτε αναγνώρισε ποτέ την κυριαρχία της Σοβιετικής Ένωσης ή την ύπαρξη της Λαϊκής Δημοκρατίας της Γερμανίας ως κράτος ξεχωριστό από τη Δυτική Γερμανία. Τελικά, δεκαετίες αργότερα, όλα αυτά τα σοβιετικά κατασκευάσματα επανήλθαν στους νόμιμους ιδιοκτήτες τους. Δεν υπάρχει λόγος να συμπεριληφθεί η λέξη "αναγνώριση" σε μια συμφωνία, de facto ή όχι, εκτός αν ο στόχος είναι να επισημανθεί η τελική αναγνώριση της ρωσικής κυριαρχίας.
Στη συνέχεια, μια αποστρατιωτικοποιημένη ζώνη-φρούριο ακούγεται λογική. Ωστόσο, αυτό αποτελεί μια τεράστια παραχώρηση, διότι πιθανότατα θα χρειαζόταν τουλάχιστον ένας ακόμη χρόνος και δεκάδες χιλιάδες ζωές για να καταλάβουν οι ρωσικές δυνάμεις τις πόλεις που απαρτίζουν τη ζώνη, δύο από τις οποίες είναι πολύ μεγαλύτερες από οτιδήποτε έχει καταλάβει η Ρωσία από το 2022. Εν τω μεταξύ, μόλις εγκαταλειφθούν και παραδοθούν στον ρωσικό έλεγχο, αυτές οι πόλεις δεν θα μπορούν να ανακτηθούν, ούτε να αναπαραχθούν οι φυσικές άμυνές τους. Οι ρωσικές δυνάμεις θα μπορούσαν να κινηθούν γρήγορα προς τα δυτικά, τα βόρεια και τα νότια - εάν παραβιάσουν τις δεσμεύσεις τους για κατάπαυση του πυρός, όπως έχουν κάνει στο παρελθόν.
Εάν οι Ρώσοι δεσμευόντουσαν σοβαρά ως να μην επιτεθούν ξανά και οι ΗΠΑ να παρέχουν εγγυήσεις, θα υπήρχε μια ρητή εγκατάλειψη των περαιτέρω διεκδικήσεων προσάρτησης του Πούτιν, καθώς και μια σημαντική πρόβλεψη για μια ικανή διεθνή αποστολή που θα εξασφάλιζε ότι το Κρεμλίνο θα τηρούσε τις δεσμεύσεις του.
Οποιαδήποτε προσπάθεια για τον οριστικό τερματισμό του πολέμου θα επέβαλε επίσης την απόσυρση όλων των βαρέων όπλων, των επιθετικών drones και της συγκέντρωσης στρατευμάτων σε σημαντική απόσταση - δεκάδες χιλιόμετρα - από ολόκληρη τη γραμμή επαφής, συμπεριλαμβανομένης της Κριμαίας, έτσι ώστε η Ρωσία να μην μπορεί να θέσει σε κίνδυνο τα ουκρανικά λιμάνια και το εμπόριο. Τίποτα από τα παραπάνω δεν προβλέπεται.
Σχετικά με την οικονομική αποζημίωση. Το Κρεμλίνο θα παραιτηθεί από 100 δισεκατομμύρια δολάρια από τα περίπου 300 δισεκατομμύρια δολάρια των περιουσιακών στοιχείων της κεντρικής τράπεζας που οι δυτικές κυβερνήσεις δέσμευσαν στην αρχή του πολέμου. Οι ΗΠΑ θα εποπτεύουν τη χρήση αυτών των χρημάτων για την ανοικοδόμηση της Ουκρανίας και θα λάβουν όλα τα κέρδη από αυτά. Οι Ευρωπαίοι φορολογούμενοι θα καταβάλουν επιπλέον 100 δισεκατομμύρια δολάρια. Αυτό δεν αποτελεί μεγάλη παραχώρηση εκ μέρους της Ρωσίας: Κανένα από τα παγωμένα περιουσιακά στοιχεία δεν θα επιστραφεί ποτέ στη Μόσχα και οποιοδήποτε μεταπολεμικό δικαστήριο θα επέβαλε πολύ μεγαλύτερες πολεμικές αποζημιώσεις, ακόμη και αν δεν είναι δυνατόν να συγκεντρωθούν επιπλέον χρήματα.
Έτσι, η Ρωσία δεν χάνει τίποτα, οι ΗΠΑ κερδίζουν και η Ευρώπη μένει με τον λογαριασμό για την ανοικοδόμηση όσων κατέστρεψε η Ρωσία - ένα ποσό που η Παγκόσμια Τράπεζα εκτιμά σε περισσότερα από 500 δισεκατομμύρια δολάρια. Επειδή η Ευρώπη δεν διαθέτει αυτά τα χρήματα, το μέλλον της Ουκρανίας θα είναι αυτό της φτώχειας και της αστάθειας, με την ένταξη στην Ευρωπαϊκή Ένωση (που επιτρέπεται βάσει της συμφωνίας) να αποτελεί μακρινό όνειρο.
Οι κυρώσεις (εναντίον της Ρωσίας) θα αρθούν με την πάροδο του χρόνου και θα μπορούσαν να επανέλθουν. Αυτό, όπως και ολόκληρη η διαδικασία, θα βρίσκεται υπό τον έλεγχο των ΗΠΑ. Και δεδομένου ότι η συμφωνία ορίζει τη συνεργασία μεταξύ των ΗΠΑ και της Ρωσίας για την εκμετάλλευση κρίσιμων ορυκτών, να είστε σίγουροι ότι η πρόοδος στην εξασφάλιση αυτών των συμφωνιών θα καθορίσει τελικά τον ρυθμό της άρσης των κυρώσεων και όχι η συμπεριφορά της Ρωσίας απέναντι στην Ουκρανία.
Τέλος, οι εγγυήσεις ασφάλειας. Υπάρχουν κάποιες αναφορές που απαιτούν αντίδραση σε οποιαδήποτε παραβίαση της συμφωνίας από τη Ρωσία, αλλά είναι ασαφείς και το όριο για την ανάληψη δράσης είναι υψηλό και ασύμμετρο. Οποιαδήποτε παραβίαση από τη Ρωσία πρέπει να είναι "σημαντική" και "διαρκής" για να προκαλέσει αντίδραση, ενώ μια μόνο ρουκέτα που θα εκτοξευθεί από την Ουκρανία στο ρωσικό έδαφος θα ακυρώσει οριστικά τις εγγυήσεις - παιχνιδάκι για τους ειδικούς της Ρωσίας στις επιχειρήσεις "πλαστής σημαίας" (false flag).
Όχι ότι αυτό θα είχε μεγάλη σημασία, επειδή τα 28 σημεία του σχεδίου δεν περιλαμβάνουν τίποτα σχετικά με το τι θα γινόταν, ή από ποιον, σε περίπτωση που η Ρωσία εισέβαλε ξανά. Αυτές είναι οι ίδιες ασαφείς διαβεβαιώσεις που έδωσαν η Γαλλία, η Ρωσία, το Ηνωμένο Βασίλειο και οι ΗΠΑ στην Ουκρανία σε αντάλλαγμα για την παραίτηση από την πυρηνική της αποτρεπτική δύναμη στο Μνημόνιο της Βουδαπέστης του 1994 - διαβεβαιώσεις που αποδείχθηκαν άχρηστες.
Άλλες ρήτρες υπονομεύουν τη μόνη εύλογη εγγύηση ασφάλειας που θα μπορούσε να δοθεί στην Ουκρανία, η οποία είναι η ενίσχυση της άμυνάς της σε τέτοιο βαθμό ώστε οποιαδήποτε μελλοντική ρωσική επίθεση να είναι μάταιη. Οι δυνάμεις της, που σήμερα αριθμούν 800.000 έως 900.000 άτομα, θα μειωθούν σύμφωνα με το σχέδιο του Τραμπ σε 600.000, ενώ η Ρωσία δεν θα έχει τέτοιους περιορισμούς, ακόμη και γεωγραφικά. Τα μέλη του ΝΑΤΟ δεν θα μπορούν να τοποθετήσουν στρατεύματα σε ουκρανικό έδαφος, περιορίζοντας περαιτέρω τις επιλογές είτε για εγγυήσεις είτε για επίβλεψη.
Ο Τραμπ θα μπορούσε, αν ήθελε, να πιέσει τον Πούτιν να υπογράψει ένα πραγματικό τέλος του πολέμου, αλλά επιλέγει να μην το κάνει επειδή έχει πολύ μεγαλύτερη επιρροή στο Κίεβο και πολύ περισσότερα να κερδίσει στη Μόσχα. Ακόμα κι έτσι, κανένας Ουκρανός ηγέτης δεν μπορεί ή δεν πρέπει να αποδεχτεί αυτή τη συμφωνία, ούτε και η Ευρώπη. Θα προκαλούσε εξέγερση στο εσωτερικό της χώρας και θα άνοιγε το δρόμο για μελλοντική αποσταθεροποίηση και επανεισβολή της Ρωσίας.
Ο πρόεδρος της Ουκρανίας Βολοντίμιρ Ζελένσκι βρίσκεται σε μια σχεδόν αδύνατη θέση. Ο τρόπος για να βγει από αυτή είναι να αποκαλύψει τις πραγματικές προθέσεις του Πούτιν, παρουσιάζοντάς του τροποποιήσεις - σημείο προς σημείο - που θα μετατρέψουν αυτό το σχέδιο από ένα έγγραφο βασισμένο στην εμπιστοσύνη στην ανύπαρκτη καλή πίστη του Κρεμλίνου, σε ένα έγγραφο που θα διαθέτει μηχανισμούς επαλήθευσης και ισχύ. Αυτό σημαίνει να επιμείνει στην παρουσία διεθνών ειρηνευτικών δυνάμεων και σε μια πολύ ευρύτερη αποστρατιωτικοποιημένη ζώνη. Σημαίνει την κατάργηση οποιουδήποτε περιορισμού στις ουκρανικές δυνάμεις ή στα όπλα που μπορούν να παρέχονται από τους συμμάχους, μεταξύ πολλών άλλων αλλαγών. Εάν το Κρεμλίνο δεν τις αποδεχτεί, θα πρέπει να είναι σαφές ακόμη και για τον Λευκό Οίκο ότι τον χρησιμοποιεί.