Συνεχης ενημερωση

    Κυριακή, 16-Νοε-2025 12:00

    Καλώδιο Ελλάδας - Κύπρου: Περιμένοντας τους Αμερικανούς

    Καλώδιο Ελλάδας - Κύπρου: Περιμένοντας τους Αμερικανούς
    • Εκτύπωση
    • Αποστολή με email
    • Προσθήκη στη λίστα ανάγνωσης
    • Μεγαλύτερο μέγεθος κειμένου
    • Μικρότερο μέγεθος κειμένου

    Του Χάρη Φλουδόπουλου 

    Σε τροχιά παρατεταμένης αβεβαιότητας εισέρχεται ξανά το έργο της ηλεκτρικής διασύνδεσης Ελλάδας - Κύπρου (Great Sea Interconnector - GSI), μετά την απόφαση Αθήνας και Λευκωσίας για επικαιροποίηση των βασικών οικονομοτεχνικών παραμέτρων, μια κίνηση που πρακτικά μεταθέτει το έργο τουλάχιστον ένα χρόνο πίσω, αν όχι στις ελληνικές και κυπριακές καλένδες. Την ίδια ώρα, επανέρχεται στο προσκήνιο το μόνο σενάριο που μπορεί να αποτρέψει το τελικό "πάγωμα": η επανενεργοποίηση του αμερικανικού ενδιαφέροντος, όπως αυτό είχε εκδηλωθεί στο παρελθόν μέσω του αναπτυξιακού fund DFC των ΗΠΑ. 

    Οι δηλώσεις του πρωθυπουργού, Κυριάκου Μητσοτάκη, και του προέδρου της Κυπριακής Δημοκρατίας, Νίκου Χριστοδουλίδη, μετά τη συνάντησή τους στην Αθήνα, έβαλαν τέλος σε οποιοδήποτε περιθώριο αμφιβολίας: το έργο, όπως έχει σχεδιαστεί μέχρι σήμερα, δεν προχωρά. "Προχωράμε στην άμεση επικαιροποίηση των οικονομοτεχνικών παραμέτρων του έργου", δήλωσε ο πρωθυπουργός, αφήνοντας για πρώτη φορά να εννοηθεί ότι οι υφιστάμενες παραδοχές δεν επαρκούν για να σταθεί η διασύνδεση με επενδυτικούς όρους. 

    Την ίδια γραμμή ακολούθησε στις Βρυξέλλες και ο υπουργός Ενέργειας, Σταύρος Παπασταύρου, μετά τη συνάντησή του με τον Ευρωπαίο επίτροπο Ενέργειας, Νταν Γιόργκενσεν, και τον Κύπριο ομόλογό του, Γιώργο Παπαναστασίου. Ο Έλληνας υπουργός επιβεβαίωσε ότι απαιτείται "επικαιροποίηση των οικονομικών και τεχνικών στοιχείων", ενόψει ενδεχόμενης εισόδου νέων επενδυτών. 

    Πρακτικά, αυτή η "επικαιροποίηση" σημαίνει restart του έργου. Η μελέτη του 2016 δεν ανταποκρίνεται πλέον στα δεδομένα της αγοράς, ενώ η προσαρμογή της στα σημερινά μεγέθη –από το κόστος του καλωδίου μέχρι τις χρεώσεις συστήματος και την κατανομή δαπανών μεταξύ Ελλάδας και Κύπρου– απαιτεί μήνες εργασίας και νέες αποφάσεις σε όλες τις βαθμίδες. 

    Προσεκτική επανεξέταση

    Πριν από λίγους μήνες, η ελληνική πλευρά διαβεβαίωνε ότι το έργο είναι απολύτως βιώσιμο. Σήμερα, ωστόσο, η ρητορική έχει αλλάξει. Η κυβέρνηση μιλά για "ανάγκη επανεξέτασης", ουσιαστικά αποδεχόμενη ότι η υφιστάμενη δομή δεν βγαίνει οικονομικά, αμφισβητώντας ακόμη και το ίδιο το επιχειρηματικό μοντέλο που είχε υιοθετηθεί. 

    Ουσιαστικά οι δύο κυβερνήσεις Ελλάδας και Κύπρου ανεβάζουν τον πήχη, τροφοδοτώντας τις προσδοκίες ότι η επικαιροποίηση θα φέρει υψηλότερο IRR, χαμηλότερο WACC και νέους πόρους από τρίτους επενδυτές – κάτι που όμως απαιτεί άλμα εμπιστοσύνης, ρύθμισης και γεωπολιτικής σταθερότητας. 

    Ανεπίσημος "πάγος"

    Με την ανάθεση της νέας μελέτης, το έργο μπαίνει ουσιαστικά σε μια φάση ημιεπίσημου παγώματος. Η επανεξέταση όλων των παραδοχών θα διαρκέσει μήνες, ίσως και πάνω από έναν χρόνο, κι αυτό χωρίς να συνυπολογιστούν οι πολιτικές και τεχνικές εκκρεμότητες:

    - οι υποχρεώσεις της Κυπριακής Δημοκρατίας (όπως η κατάθεση της πρώτης δόσης των 25 εκατ. ευρώ) αναβάλλονται,

    - η υποχρέωση της Ελλάδας να εκδώσει NAVTEX για συνέχιση υποθαλάσσιων ερευνών μετατίθεται,

    - η Nexans, που έχει να πληρωθεί από τον Ιούνιο, καλείται να συνεχίσει την κατασκευή χωρίς σαφές χρονοδιάγραμμα εξόφλησης. 

    Στην πράξη, η επανεκκίνηση λειτουργεί ως "τενεκεδάκι" που κλωτσιέται παρακάτω, προσφέροντας πολιτικό χρόνο, αλλά όχι λύση.

    Η Τουρκία και η πολιτική πίεση

    Οι δύο κυβερνήσεις δεν μπορούν να παραδεχθούν δημόσια ότι ο βασικός παράγοντας καθυστέρησης είναι η Τουρκία και οι αντιδράσεις της σε NAVTEX και ερευνητικές δραστηριότητες στην περιοχή μεταξύ Ρόδου - Καρπάθου - Κάσου. Έτσι, η επιλογή μιας νέας μελέτης λειτουργεί και ως διέξοδος από το blame game Αθήνας - Λευκωσίας, το οποίο το τελευταίο διάστημα δηλητηρίασε τις σχέσεις των δύο πλευρών. 

    Ωστόσο, κανείς δεν μπορεί να εγγυηθεί ότι η Άγκυρα θα αλλάξει στάση μέσα στον επόμενο χρόνο· ούτε ότι οι πολιτικές διαφωνίες στην Κύπρο για τη βιωσιμότητα του έργου θα εκλείψουν. 

    Ο IMEC και η αμερικανική στροφή

    Θεωρητικά, πάντως, υπάρχει η ελπίδα κάποια στιγμή το έργο να επανέλθει στο προσκήνιο. 

    Χαρακτηριστική είναι η θέση που διατύπωσε ο υπουργός Ενέργειας τονίζοντας τη σημασία του εμπορικού διαδρόμου Ινδίας - Μέσης Ανατολής - Ευρώπης (IMEC), στον οποίο η Ελλάδα θέλει να λειτουργήσει ως πύλη εισόδου προϊόντων και ενέργειας στην Ε.Ε. 

    Σε αυτό το πλαίσιο, οι ενεργειακές διασυνδέσεις –και η Ελλάδα– αποκτούν ρόλο-κλειδί. "Εκεί δημιουργήθηκαν συνθήκες ευρύτερου ενδιαφέροντος", είπε χαρακτηριστικά, υπονοώντας ότι το GSI δεν είναι μόνο έργο ασφάλειας, αλλά και έργο νέας γεωπολιτικής οικονομίας. 

    Αυτό το νέο περιβάλλον καθιστά εκ νέου κρίσιμη την αμερικανική παρουσία. Οι ΗΠΑ αναζητούν τρόπους να μειώσουν την κινεζική επιρροή σε κρίσιμες υποδομές και να ελέγξουν στρατηγικούς κόμβους της Ανατολικής Μεσογείου. Το GSI ανήκει ακριβώς σε αυτή την κατηγορία – και γι’ αυτό το αμερικανικό fund DFC παραμένει στο κάδρο. 

    Επιστροφή του DFC και αμερικανικών κεφαλαίων

    Από τις αρχές του 2024 ο αμερικανικός κρατικός οργανισμός χρηματοδότησης DFC είχε δείξει ενδιαφέρον για συμμετοχή στο έργο. Το ενδιαφέρον αυτό φαίνεται ότι αναθερμαίνεται, σύμφωνα με πηγές που αναφέρουν ότι στις τελευταίες εξελίξεις υπήρξαν νέες επαφές με τον ΑΔΜΗΕ. 

    Σύμφωνα με το ρεπορτάζ, το ίδιο ισχύει και για το γαλλικό fund Meridiem, το οποίο έχει από παλιά υπογράψει MoU με τον ΑΔΜΗΕ. Ωστόσο, και οι δύο επενδυτές περιμένουν τα αποτελέσματα της νέας μελέτης, πριν δεσμευθούν. 

    Σε περίπτωση που οι ΗΠΑ αποφασίσουν να ενισχύσουν ενεργά το έργο –ειδικά εάν αυτό ενταχθεί επίσημα στο IMEC– ο GSI μπορεί να αποκτήσει νέα δυναμική. Διαφορετικά, η πιθανότητα να παραμείνει "παγωμένο" για χρόνια δεν μπορεί να αποκλειστεί.

    Καθοριστικός σταθμός για το μέλλον του έργου αναμένεται να είναι η επερχόμενη συνάντηση των τεσσάρων υπουργών Ενέργειας (Ελλάδας, Κύπρου, Ισραήλ και ΗΠΑ) στην Ουάσινγκτον, στο πλαίσιο του σχήματος 3+1. Εκεί θα συζητηθεί η ένταξη του GSI στον IMEC και πιθανή αμερικανική συμμετοχή. 
    Εάν η Ουάσινγκτον αποφασίσει να υποστηρίξει το έργο –είτε μέσω DFC είτε μέσω πολιτικής κάλυψης–, το GSI θα αποκτήσει νέα πνοή. Αν όχι, οι αποφάσεις Αθήνας και Λευκωσίας πιθανότατα θα ανοίξουν έναν κύκλο καθυστερήσεων που δύσκολα θα κλείσει.
     

    ΣΑΣ ΑΡΕΣΕ ΤΟ ΑΡΘΡΟ;

    ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ