17:19 28/10
ΗΠΑ-Κίνα: Μονομαχία γιγάντων στον Ειρηνικό
Aνοιχτή σύγκρουση ή "άσπονδη φιλία"; Η δύσκολη σχέση ΗΠΑ και Κίνας καθορίζει τις ευρύτερες ισορροπίες δυνάμεων στην Ασία και τον Ειρηνικό. Ανάλυση DW.

Ήταν τέτοιες μέρες, τέλη Οκτωβρίου του 1922. όταν ο Μπενίτο Μουσολίνι εξήγγειλε τη διαβόητη "Πορεία προς τη Ρώμη" με στόχο την κατάληψη της εξουσίας από τους φασίστες. Στις 28 Οκτωβρίου τελικά η πορεία ξεκίνησε με μερικές χιλιάδες φασίστες που είχαν συγκεντρωθεί στα προάστια της ιταλικής πρωτεύουσας. Στις 29 Οκτωβρίου ο βασιλιάς Βίκτορ Εμμανουήλ ο 3ος κάλεσε τον Μουσολίνι, για να του αναθέσει τον σχηματισμό κυβέρνησης. Στις 31 Οκτωβρίου ο φασίστας ηγέτης γινόταν πρωθυπουργός.
Στα γεγονότα που προηγήθηκαν και ακολούθησαν μέχρι και τα τέλη της δεκαετίας του 1920 αναφέρεται το βιβλίο του Εμίλιο Λούσου, που κυκλοφόρησε πρόσφατα σε μετάφραση Βαγγέλη Ζήκου από τις εκδόσεις "Αλφειός". Το επίμετρο έγραψε ο Λάμπρος Φλιτούρης, ο οποίος μίλησε στην DW για τη σημασία αυτής της έκδοσης που φωτίζει πλευρές του φασισμού που δεν είναι γνωστές, και διαλύει και κάποιους μύθους σχετικά με τη διαβόητη πορεία προς τη Ρώμη.
"Φαίνεται λοιπόν ότι ο φασισμός και όλα αυτά τα κινήματα μπορούν να αντιμετωπιστούν, αν μπορέσουμε να τα κατανοήσουμε και να τα αντιμετωπίσουμε στη γέννησή τους" απαντά ο Φλιτούρης στο ερώτημα γιατί αξίζει να διαβαστεί το βιβλίο.
Ο Εμίλιο Λούσου από τη Σαρδηνία ήταν δημοκράτης βουλευτής, εκλεγμένος στο νησί, εκπρόσωπος του αγροτικού σοσιαλισμού και οπαδός τόσο του φεντεραλισμού, όσο και της μεγαλύτερης αυτονομίας των περιφερειών.
"Ήταν οπαδός της αναδιανομής του πλούτου, της διατήρησης του ιταλικού κράτους και μιας κοινωνικής δικαιοσύνης" εξηγεί ο Φλιτούρης, επισημαίνοντας ότι η συμμετοχή του στον Πρώτο Παγκόσμιο Πόλεμο τον στιγμάτισε βαθιά.
Ήταν από τους λίγους που παρέμειναν σταθεροί ενάντια στον φασισμό, κάτι που τον έφερε συχνά κοντά στον θάνατο. "Είχε μάλιστα πάρει μέρος ακόμα και στον αρχικό ένοπλο αγώνα κατά του καθεστώτος". Τελικά, το 1926, όταν πια το καθεστώς Μουσολίνι είχε σταθεροποιηθεί, τον συνέλαβε, τον φυλάκισε και τον καταδίκασε στη συνέχεια σε εξορία στο νησί Λίπαρι. Κατάφερε να αποδράσει και να βρει καταφύγιο στη Γαλλία, μέχρι τη στιγμή που κατέρρευσε ο Μουσολίνι. Στη Γαλλία έγραψε και το συγκεκριμένο βιβλίο που περιγράφει ακριβώς το διάστημα 1919-1929. Με τη συνθηκολόγηση της Ιταλίας το 1943 επέστρεψε στην πατρίδα του και παρέμεινε ενεργός πολιτικά. Ήταν υπουργός στις πρώτες κυβερνήσεις εθνικής ενότητας και γερουσιαστής από το 1948 έως το 1968. Μέχρι τον θάνατό του, το 1975, συνέχισε να αρθρογραφεί υποστηρίζοντας λογικές αποκέντρωσης και ενίσχυσης των περιφερειών.
Η πορεία προς τη Ρώμη, στην οποία η φασιστική προπαγάνδα έδωσε μυθικές διαστάσεις μιλώντας για ορδές εκατοντάδων χιλιάδων οπαδών που κατέλαβαν την ιταλική πρωτεύουσα, δεν ήταν παρά μια κακοστημένη σκηνοθεσία. Ο ίδιος ο Μουσολίνι έφτασε στη Ρώμη από το Μιλάνο με τρένο. Μερικές χιλιάδες, αν όχι εκατοντάδες οπαδοί του, οργάνωσαν μια πορεία που είχε την έννοια της επίδειξης ισχύος και τρομοκράτησης των αντιπάλων τους.
Οι δημοκρατικές δυνάμεις υποτίμησαν την αγριότητα του φασισμού, όταν έκανε την εμφάνισή του το 1919, θεωρώντας ότι θα αποτελέσει μια φούσκα που θα ξεφουσκώσει γρήγορα. Όταν τη συνειδητοποίησαν, ήταν αργά για να τον σταματήσουν.
Όπως παρατηρεί ο Φλιτούρης, για την τελική επικράτηση του φασισμού "οι δύο σημαντικότεροι παράγοντες ήταν η υποτίμηση και ο κατακερματισμός, κυρίως του δημοκρατικού και αριστερού χώρου".
Ακόμα και το 1924, σε μια στιγμή που το καθεστώς του Μουσολίνι έδειχνε να κλονίζεται, το μέτωπο των Δημοκρατικών περίμενε ότι τη λύση θα δώσει ουσιαστικά ο βασιλιάς, ο οποίος τελικά παρέμεινε στο πλευρό του Μουσολίνι, διαλύοντας και τις τελευταίες ελπίδες για επιστροφή στη δημοκρατική τάξη.
Η περίπτωση της Σαρδηνίας δείχνει πόσο αντιδημοφιλής ήταν ο φασισμός στην αρχή του, κυρίως ανάμεσα στους απλούς ανθρώπους, κάτι που κάνει ακόμα πιο δραματική τη μετέπειτα επιβολή του.
Η επιβολή του φασισμού έγινε σε στάδια, γι' αυτό και γίνεται λόγος για τον "πρωτοφασισμό" και τη δεύτερη φάση του. Πέραν των τραγελαφικών πτυχών του, κάποιες από τις οποίες με γλαφυρό τρόπο παραθέτει ο Λούσου και που αποτελούν ίσως μια σημαντική διαφορά του από τον ναζισμό στη Γερμανία, ήταν ένα στυγνό, αιματοβαμμένο καθεστώς, που στηρίχτηκε σε πρακτικές συμμοριών, όσο και αν ακόμη και σήμερα υπάρχουν κάποιοι που προσπαθούν να αμφισβητήσουν την αγριότητά του.
Ο Λούσου περιγράφει άπειρα περιστατικά απλών ανθρώπων, αλλά και πολιτικών, πολλοί από τους οποίους ήταν φίλοι του, που από τη μια στιγμή στην άλλη μεταπήδησαν στον φασισμό, ενώ προηγουμένως έδιναν όρκους αντίστασης.
Η δύναμη του βιβλίου έγκειται στο γεγονός ότι περιγράφει συγκλονιστικά γεγονότα χωρίς περιττούς μελοδραματισμούς, αλλά συχνά με σκωπτική διάθεση και πικρό σαρκασμό. Ακόμα και το περιστατικό που ο Λούσου, αμπαρωμένος στο σπίτι του, σκοτώνει έναν από τους επιτιθέμενους που έρχονται να τον λιντσάρουν, περιγράφεται με απλό και ψύχραιμο τρόπο.
Παράλληλα, ενώ είναι μια αρκετά προσωπική αφήγηση με περισσότερες λεπτομέρειες για την ιδιομορφία της Σαρδηνίας, καταγράφει συνολικά την άνοδο και επιβολή του φασισμού σε ολόκληρη την Ιταλία, με τρόπο που είναι ενδιαφέρον, σαρκαστικός, αλλά κατατοπιστικός ακόμα και για κάποιον που δεν γνωρίζει πολλές λεπτομέρειες για τη συγκεκριμένη περίοδο της ιταλικής και, κατ' επέκταση, ευρωπαϊκής Ιστορίας.
Όπως λέει ο Φλιτούρης, ο Λούσου καταφέρνει έτσι "να δείξει τη γελοιότητα του φασιστικού καθεστώτος, αλλά παράλληλα και την ανικανότητα των πολιτικών δυνάμεων της εποχής να αντιμετωπίσουν ανθρώπους, που υπό κανονικές συνθήκες θα λειτουργούσαν στο περιθώριο των κοινωνιών".
Η σκωπτική αναφορά στο τέλος στο γεγονός ότι στην Ευρώπη άρχιζαν εκείνη την περίοδο να επικρατούν "παντού δικτατορίες" είναι μια καλή προειδοποίηση και για τις μέρες μας, όπου σε μια σειρά από χώρες της Ευρώπης ακροδεξιά κόμματα και εθνολαϊκιστές κυβερνούν ήδη ή δηλώνουν έτοιμοι να κυβερνήσουν.
Πηγή: Deutsche Welle