Συνεχης ενημερωση

    Παρασκευή, 05-Σεπ-2025 00:03

    Δημογραφικό: Υπάρχει μέλλον για την Ελλάδα;

    • Εκτύπωση
    • Αποστολή με email
    • Προσθήκη στη λίστα ανάγνωσης
    • Μεγαλύτερο μέγεθος κειμένου
    • Μικρότερο μέγεθος κειμένου

    Το δημογραφικό πρόβλημα στην Ελλάδα είναι σαφώς οξύτερο από τον ευρωπαϊκό μέσο όρο και συνιστά ήδη έναν από τους βασικούς παράγοντες περιορισμού της ανάπτυξης. Ο δείκτης γονιμότητας κινείται γύρω στο 1,4 παιδί ανά γυναίκα, όταν το όριο αναπλήρωσης είναι 2,1. Ο πληθυσμός συρρικνώνεται σταθερά: από τα 10,7 εκατομμύρια το 2011 βρισκόμαστε σήμερα λίγο κάτω από τα 10,5 εκατομμύρια, με τις προβλέψεις για το 2050 να μιλούν για 9,2 εκατομμύρια στο ενδιάμεσο σενάριο, έως και 8,5 εκατομμύρια στο δυσμενές. Ήδη το 23% του πληθυσμού είναι άνω των 65 ετών και το ποσοστό αυτό εκτιμάται ότι θα ξεπεράσει το ένα τρίτο μέσα στις επόμενες δεκαετίες. Η αναλογία εργαζομένων προς συνταξιούχους μειώνεται, με άμεση συνέπεια σταθερά αυξανόμενες πιέσεις στο ασφαλιστικό σύστημα, στα δημόσια οικονομικά και στην αναπτυξιακή προοπτική γενικότερα.

    Οι γενικές αιτίες είναι γνωστές και κοινές με τις περισσότερες ανεπτυγμένες χώρες: καθυστέρηση της τεκνοποίησης και μικρότερες οικογένειες, αστικοποίηση και υψηλό κόστος στέγης, αλλαγή αξιακών προτύπων και πτώση θρησκευτικού αισθήματος, αύξηση της μακροβιότητας και διεύρυνση του ποσοστού ηλικιωμένων. Στην ελληνική περίπτωση, όμως, αυτές οι αιτίες συνδυάστηκαν με ειδικές επιβαρύνσεις που όξυναν περαιτέρω το πρόβλημα. 

    Η δεκαετής οικονομική κρίση συρρίκνωσε εισοδήματα και αύξησε την αίσθηση ανασφάλειας. Το brain drain οδήγησε περισσότερους από 450.000 νέους στο εξωτερικό, μειώνοντας το πιο παραγωγικό κομμάτι του πληθυσμού. Η στέγη ακρίβυνε υπερβολικά λόγω της αδύναμης και ανορθόδοξης στεγαστικής στρατηγικής και του τεράστιου αριθμού μη χρησιμοποιούμενων ακινήτων. Οι δομές παιδικής φροντίδας παραμένουν υποτυπώδεις, ιδιαίτερα στην περιφέρεια, ενώ το φορολογικό και ασφαλιστικό πλαίσιο ελάχιστα ενθαρρύνει τις οικογένειες. Την ίδια στιγμή, η εγκατάλειψη αγροτικών περιοχών και η υπερσυγκέντρωση σε Αθήνα και Θεσσαλονίκη επιδεινώνουν τις ανισορροπίες. Σε αυτά έρχεται να προστεθεί και μια πολιτισμική διάσταση: η βαθιά ριζωμένη τάση του Έλληνα προς το βόλεμα και την καλοπέραση, όπου τα μικρά παιδιά συχνά θεωρούνται παράγοντες "ταλαιπωρίας" και μείωσης της ελευθερίας και του επιπέδου ζωής, αποθαρρύνοντας έτσι την τεκνοποίηση.

    Απέναντι σε αυτήν την εικόνα, οι λύσεις δεν μπορούν να είναι αποσπασματικές αλλά χρειάζονται καλομελετημένη στρατηγικήβάθος και διάρκεια. Η οικονομική στήριξη των οικογενειών δεν αρκεί να περιοριστεί σε γενικά επιδόματα, πρέπει να είναι συνδεδεμένη με το πραγματικό κόστος ζωής και να διαφοροποιείται ανάλογα με τον αριθμό των παιδιών. Στο ίδιο πλαίσιο, οι φοροαπαλλαγές πρέπει να είναι ουσιαστικές και όχι συμβολικές, ώστε να κάνουν πράγματι ελκυστική την προοπτική μιας μεγαλύτερης οικογένειας. Η στεγαστική πολιτική χρειάζεται ριζική αναθεώρηση με μέτρα σχεδιασμένα ειδικά για νέα ζευγάρια, ουσιαστική διευκόλυνση της πρόσβασης στην ιδιοκατοίκηση και δέσμη κινήτρων και αντικινήτρων για τα "κλειστά ακίνητα". Με έμφαση στις περιοχές όπου το κόστος έχει εκτοξευθεί.

    Εξίσου κρίσιμη είναι η επένδυση στις υποδομές παιδικής φροντίδας. Καθολική πρόσβαση σε βρεφονηπιακούς σταθμούς, ολοήμερα σχολεία που λειτουργούν πραγματικά ως στήριγμα για εργαζόμενους γονείς, υπηρεσίες φύλαξης ακόμη και σε μικρούς δήμους και νησιά. Χωρίς αυτά, η τεκνοποίηση παραμένει πρακτικά αδύνατη για οικογένειες με δύο εργαζόμενους γονείς. Οι πολιτικές εργασίας πρέπει επίσης να εξελιχθούν: ισότιμη γονική άδεια για άνδρες και γυναίκες, ευέλικτη και μη επισφαλής απασχόληση, ταυτόχρονα με κίνητρα προς τις επιχειρήσεις που στηρίζουν εργαζόμενους με οικογενειακές υποχρεώσεις.

    Η αναστροφή του brain drain έχει ξεκινήσει, αλλά παραμένει κρίσιμη και ιδιαίτερα δύσκολη υπόθεση. Τα τελευταία χρόνια θεσπίστηκαν κίνητρα, όπως η μείωση του φόρου εισοδήματος κατά 50% για όσους επιστρέφουν και η πλατφόρμα ReBrain Greece που συνδέει αποδήμους με ελληνικές επιχειρήσεις, ωστόσο, η ανταπόκριση είναι περιορισμένη· μόλις λίγες χιλιάδες (περίπου 6.000) έχουν επωφεληθεί. Το Brain Gain συμβαίνει αλλά με ιδιαίτερα αργά βήματα. Το 2023 για πρώτη φορά μετά από δεκαπέντε χρόνια η Ελλάδα είχε θετικό ισοζύγιο μετανάστευσης: περισσότεροι Έλληνες γύρισαν από όσους έφυγαν (+42.658 άτομα ). Σύμφωνα με τα υπάρχοντα στοιχεία, περίπου 400.000 από τους 600.000 που είχαν φύγει στην περίοδο της κρίσης έχουν ήδη επιστρέψει, σταδιακά. Πρόκειται για σημαντική αλλαγή τάσης, αν και δεν αφορά αποκλειστικά το πιο νεανικό και υψηλής εξειδίκευσης κομμάτι του πληθυσμού. Οι πρωτοβουλίες που έχουν ληφθεί λειτουργούν ξεκάθαρα ως καταλύτες, αλλά η πραγματική πρόκληση παραμένει: να προσφέρει η χώρα μισθούς, συνθήκες και προοπτικές που θα κάνουν την επιστροφή όχι απλώς ελκυστική, αλλά και βιώσιμη σε βάθος χρόνου.

    Η μετανάστευση μπορεί να προσφέρει μια μερική ανακούφιση, αλλά μόνο αν είναι στοχευμένη, αφορά συγκεκριμένα κοινωνικά στρώματα και συνοδεύεται από ειδικές πολιτικές ένταξης. Αλλιώς, το πρόβλημα απλώς μετατίθεται. Επίσης, σε σαφώς ευρύτερο επίπεδο, χρειάζεται και αλλαγή νοοτροπίας: δημόσιες καμπάνιες που θα προβάλουν θετικά την οικογένεια και θα ενθαρρύνουν την τεκνοποίηση χωρίς στιγματισμό της ατεκνίας, μια κουλτούρα που θα βλέπει τα παιδιά ως "επένδυση ζωής" και όχι μόνο σαν μία παράμετρο οικονομικού κόστους. 

    Το ελληνικό δημογραφικό πρόβλημα δεν είναι απλώς μία στατιστική καμπύλη· πρόκειται για θέμα που καθορίζει το μέλλον της χώρας. Αν οι λύσεις παραμείνουν ημιτελείς, μη πλήρως εφαρμοσμένες ή μόνο σε επίπεδο εξαγγελιών, η Ελλάδα κινδυνεύει να δει τον πληθυσμό της να κατεβαίνει κάτω από τα 9 εκατομμύρια και τον κοινωνικό της ιστό να κομματιάζεται. Μπορεί λοιπόν η πολιτεία να σχεδιάσει μια στρατηγική με ορίζοντα δεκαετιών και όχι στοχεύοντας σε εκλογικούς κύκλους; Μπορεί η οικονομία να στηρίξει ουσιαστικά τις νέες οικογένειες χωρίς να εγκλωβίζεται σε φορολογικά ημίμετρα; Και τελικά, μπορούμε ως κοινωνία να ξαναδούμε την οικογένεια όχι ως βάρος αλλά σαν την απαραίτητη προϋπόθεση για την συνέχεια ύπαρξης της Ελλάδας;

    Πέτρος Λάζος
    petros.lazos@capital.gr 

    ΣΑΣ ΑΡΕΣΕ ΤΟ ΑΡΘΡΟ;

    ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ