Παρασκευή, 04-Απρ-2025 16:13
SCOHRE: Πολιτικές για την ενίσχυση της μείωσης της βλάβης από το κάπνισμα ζητούν οι ειδικοί από την Ε.Ε.
Για το πώς αντιμετωπίζονται τα εναλλακτικά προϊόντα καπνού από τα ευρωπαϊκά κράτη, τη στάση των ρυθμιστών της πολιτικής στο κάπνισμα και τον αντίκτυπο των μέχρις στιγμής μέτρων μίλησαν διεθνείς ειδικοί του κλάδου στο πρόσφατο webinar της SCOHRE, της Διεθνούς Οργάνωσης για τον Έλεγχο του Καπνίσματος και τη Μείωση της Βλάβης.
Τα ζητήματα που συζητήθηκαν ήταν πιο συγκεκριμένα, ο τρόπο αντιμετώπισης των εναλλακτικών προϊόντων καπνού και νικοτίνης από τις ρυθμιστικές αρχές διαφορετικών κρατών, που κυμαίνονται από την απαγόρευση της κυκλοφορίας τους, της πώλησής τους μόνο με ιατρική συνταγή, τους διάφορους τύπους περιορισμών όπως αυτός της κυκλοφορίας κάποιων γεύσεων, ή τα πολύ χαμηλά όρια στην περιεκτικότητά τους σε νικοτίνη, έως της κυκλοφορίας χωρίς περιορισμούς στην αγορά.
Κατά τη διάρκεια των τοποθετήσεών τους επισημάνθηκε ότι οι χώρες με υψηλό επιπολασμό καπνίσματος έχουν μεγαλύτερη τάση να εισάγουν όλο και πιο αυστηρούς περιορισμούς στα εναλλακτικά προϊόντα καπνού και νικοτίνης.
Πάντως, τονίστηκε, πως οι χώρες που έχουν πετύχει τη μείωση του καπνίσματος το οφείλουν στην ισχυρή υποδομή τους για τον έλεγχο του καπνίσματος που οδηγεί σε όλο και αυστηρότερη πρόσβαση στα παραδοσιακά τσιγάρα και άλλα καιόμενα προϊόντα, σε συνδυασμό με τη διαθεσιμότητα των εναλλακτικών επιλογών καπνού και νικοτίνης.
Ο Senior Researcher στο Ινστιτούτο Δημόσιας Υγείας της Νορβηγίας Karl Erik Lund κατά την τοποθέτηση του παρουσίασε μια σειρά από εισαγωγικούς προβληματισμούς σχετικά με τη νομιμότητα των κανονισμών για τη νικοτίνη, υπό τη σκοπιά των ρυθμιστικών αρχών.
Ανέλυσε την τυπολογία των διαφορετικών χρηστών προϊόντων νικοτίνης. Αυτοί χωρίστηκαν σε τρεις κατηγοριες.
Η πρώτη είναι αυτοί που δυσφορούν ως ένα βαθμό με τη χρήση, αλλά δεν μπορούν να διακόψουν και αναζητούν στις απαγορεύσεις που θέτουν οι ρυθμιστικές αρχές μια αφορμή για να προχωρήσουν σε διακοπή.
Η δεύτερη κατηγορία είναι οι "αμφίθυμοι χρήστες". Πρόκειται για καπνιστές που δεν έχουν αποφασίσει εάν θέλουν να διακόψουν ή να συνεχίζουν τη χρήση.
Η τρίτη κατηγορία είναι οι "αποφασισμένοι" χρήστες προϊόντων νικοτίνης. Αυτοί είναι ενημερωμένοι για τους κινδύνους και παρά ταύτα δεν ενδιαφέρονται να διακόψουν. Όσον αφορά τα ποσοστά της κάθε κατηγορίας χρηστών περίπου οι μισοί είναι οι "αποφασισμένοι", ενώ το 30% ανήκουν σε αυτούς που δυσφορούν και το υπόλοιπο 20% ανήκει στους "αμφίθυμους".
Πρόσθεσε, δε, ότι κάθε μία από αυτές τις κατηγορίες αντιδρά διαφορετικά στους περιορισμούς που ανακοινώνουν οι ρυθμιστικές αρχές.
Μάλιστα, όταν οι χρήστες προϊόντων καπνού είναι ενημερωμένοι και συμμορφώνονται με τις οδηγίες, όπως π.χ. να μην κάνουν χρήση παρά μόνο σε επιτρεπόμενους χώρους και να έχουν γνώση των κινδύνων της χρήσης των εν λόγω προϊόντων, θεωρούν τις συνεχείς αυξήσεις των περιορισμών από την πλευρά των ρυθμιστικών αρχών ως μη δικαιολογημένες παρεμβάσεις και κατά συνέπεια αντιδρούν σε αυτές.
Ένα ακόμα θέμα είναι το γεγονός ότι τα στοιχεία που παρουσιάζονται στις έρευνες έχουν ως κύριο στόχο να παρέχουν νομιμοποιητική και ηθική βάση στα μέτρα που έχουν ήδη αποφασίσει να προωθήσουν οι εκάστοτε κυβερνήσεις και ρυθμιστικές αρχές. Με αυτό τον τρόπο, καταλήγουμε σε στοιχεία κατευθυνόμενα από πολιτικές (policy-based evidence) και όχι σε πολιτικές βασισμένες σε στοιχεία (evidence-based policies),
Ο Damian Sweeney, που είναι Πρόεδρος της New Nicotine Alliance Ireland, μιας ένωσης υπεράσπισης των καταναλωτών και μέλος του ETHRA, μιας ανεξάρτητης οργάνωσης-ομπρέλας με μέλη οργανώσεις καταναλωτών, επεξήγησε τι ζητούν οι καταναλωτές από τις ρυθμιστικές αρχές.
Επιχειρηματολόγησε πως αντί για την συνεχή αυστηροποίηση από την πλευρά των ρυθμιστικών αρχών σε όλη την ΕΕ, θα ήταν περισσότερο επιτυχής μια πολιτική που να προσφέρει διέξοδο στους καταναλωτές που επιθυμούν να διακόψουν το κάπνισμα, με την υποστήριξη προϊόντων μείωσης της βλάβης, δίνοντας το δικαίωμα στους καταναλωτές να επιλέξουν προϊόντα που έχουν μικρότερη επιβάρυνση για την υγεία τους.
Πρότεινε, δε, να μην επιβάλλονται σε εναλλακτικά προϊόντα καπνού με μικρότερη επιβάρυνση για την υγεία μεγαλύτεροι περιορισμοί και απαγορεύσεις από ότι αυτές για τα τσιγάρα.
Επίσης, μια διευρυμένη γκάμα εναλλακτικών προϊόντων μπορεί να βοηθήσει τους καπνιστές να διακόψουν, γιατί όλοι οι άνθρωποι δεν είναι ίδιοι και ένα προϊόν βοηθητικό για ένα άτομο, μπορεί να μην έχει την ίδια επίδραση σε ένα άλλο άτομο.
Μέσα από δοκιμή, το άτομο που καπνίζει θα βρει τη δική του λύση στο πρόβλημα του καπνίσματος.
Σχολίασε, επιπλέον πως οι απαγορεύσεις έχουν τα ακριβώς αντίθετα καθώς στρέφουν μεγάλο μέρος του κόσμου στην παράνομη αγορά προϊόντων καπνού, με δραματικές συνέπειες, τόσο για την υγεία τους, όσο και για τα δημόσια έσοδα.
Ο Διευθυντής του Counterfactual, ενός συμβουλευτικού φορέα για θέματα βιώσιμης ανάπτυξης, ενέργειας και δημόσιας υγείας, με επίκεντρο τη μείωση της βλάβης, Clive Bates, ανέφερε ένα αρκετά μακαβριο χαρακτηριστικό σχετικά με τις επιπτώσεις του καπνίσματος.
Αυτό δεν είναι άλλο από το γεγονός ότι το κάπνισμα ευθύνεται για οκτώ εκατομμύρια θανάτους παγκοσμίως, εκ των οποίων 700.000 στην Ευρωπαϊκή Ένωση, όσα δηλαδή ήταν τα θύματα της πανδημίας Covid-19, όμως όχι μια φορά, αλλά κάθε χρόνο.
Επομένως, το κάπνισμα είναι μια μάστιγα, που απαιτεί προσεκτική και συστηματική αντιμετώπιση.
Σε πολιτικό και κοινοτικό επίπεδο εντός της Ευρώπης η Ευρωπαϊκή Ένωση εξέδωσε κοινοτικές οδηγίες το 2003 και το 2014 ενώ προσφατα έχει ξεκινήσει η τρίτη αναθεώρηση. Σε όλες τις οδηγίες περιλαμβάνονται μέτρα περιορισμού του καπνίσματος. Ο τελικός στόχος είναι να μειωθεί το κάπνισμα των ενηλίκων στο 5% το 2040, με ενδιάμεσο στόχο το 20% το 2025. Βεβαια, ο στόχος για το 2025 δεν έχει επιτευχθεί, καθώς το ποσοστό βρίσκεται γύρω στο 24%.
Για τη νικοτίνη, τόνισε ότι επιδρά στο κέντρο επιβράβευσης του εγκεφάλου, προκαλώντας την έκλυση ντοπαμίνης, της ορμόνης της επιβράβευσης. Επίσης, ανέφερε ότι πλέον υπάρχει μεγάλος όγκος έρευνας σε σχέση με τα εναλλακτικά προϊόντα νικοτίνης με μειωμένη επιβάρυνση για την υγεία, καθώς και επιστημονικά επιβεβαιωμένες καλές πρακτικές από χώρες όπως η Σουηδία, που χρησιμοποιώντας προϊόντα, όπως το snus, κατάφεραν σημαντικά επιτεύγματα στον τομέα της μείωσης τόσο του ποσοστού των καπνιστών όσο και των θανάτων από το κάπνισμα.
Μάλιστα για τη Σουηδία παρατήρησε πως έχει τον χαμηλότερο αριθμό καπνιστών στην Ευρώπη, παρότι έχει το μεγαλύτερο ποσοστό χρήσης προϊόντων νικοτίνης, λόγω του snus.
Από την άλλη πλευρά σε χώρες που δεν υπάρχει η εναλλακτική λύση του snus, όπως για παράδειγμα στη Γερμανία, ο αριθμός των καπνιστών είναι σημαντικά αυξημένος.
Σε επίπεδο περιστατικών καρκίνου του πνεύμονα, εάν συγκρίνουμε τις δύο χώρες, θα δει κανείς ότι η Σουηδία έχει τον μισό αριθμό περιστατικών σε σύγκριση με τη Γερμανία.
Χαρακτήρισε, επομένως, ως ακατανόητες την απόφαση απαγόρευσης του snus σε όλη την Ευρώπη πλην της Σουηδίας. Αυτό έχει ως αποτέλεσμα, 100 εκατομμύρια καπνιστές στην Ευρώπη δεν επιτρέπεται να έχουν νόμιμη πρόσβαση στο προϊόν που έκανε τόσο επιτυχημένη τη Σουηδία στον έλεγχο του καπνίσματος.
Ο Clive Bates παρουσίασε και τους εκτιμώμενους κινδύνους για την υγεία σε 15 διαφορετικά καπνικά προϊόντα, όπου η διαφορά ανάμεσα στα προϊόντα καύσης του καπνού και στα προϊόντα που δεν περιλαμβάνουν καύση είναι τεράστια.
Τοποθετήθηκε, επίσης, για τα μέτρα ελέγχου του καπνού και στην αποτελεσματικότητά τους.
Ορισμένα μέτρα, όπως η απαγόρευση πώλησης προϊόντων με διαφορετικές γεύσεις, μέτρο που έχουν υιοθετήσει κάποιες χώρες της Ε.Ε. έχει οδηγήσει σε αύξηση του καπνίσματος και διόγκωση του παράνομου εμπορίου, όπως δείχνουν μελέτες του 2023.
Για την αύξηση της φορολογίας, στα καπνικά προϊόντα παρατήρησε πως δεν έχει πάντα ως αποτέλεσμα τη μείωση του καπνίσματος. Η διαπίστωση αυτό προκύπτει από στατιστικά στοιχεία από τη Βρετανία που δείχνουν ότι η αύξηση της φορολογίας στα ηλεκτρονικά τσιγάρα, είχε ως αποτέλεσμα να στραφούν οι χρήστες, ειδικά οι ανήλικοι, στο κάπνισμα τσιγάρων. Συνεπώς, κάθε επιβολή φόρων στα καπνικά προϊόντα θα έπρεπε να γίνεται με μεγάλη προσοχή και με τελικό στόχο τον έλεγχο του καπνίσματος.
Αναφέρθηκε και στις συνέπειες του ηλεκτρονικού εμπορίου και παραεμπορίου, καθώς και τον ρόλο των κοινωνικών δικτύων στην προώθηση νόμιμων και παράνομων καπνικών προϊόντων καθώς μέσω αυτών έχουν εξελιχθεί νέες μορφές εμπορίου, που αποστέλλουν προϊόντα σε χαμηλότερες τιμές.
Το συμπέρασμα στο οποίο κατέληξε ήταν πως ο επανασχεδιασμός των πολιτικών ελέγχου του καπνού είναι απαραίτητες, και πρέπει να ληφθούν σοβαρά υπόψη τα εξής:
1. Οι ρυθμιστικές αρχές θα πρέπει να αναθεωρήσουν τις απόψεις τους σχετικά με τη νικοτίνη και να εστιάσουν στη μείωση της βλάβης.
2. Θα πρέπει να δράσουν άμεσα κατά του παράνομου εμπορίου καπνού και καπνικών προϊόντων.
3. Στα μέτρα ελέγχου του καπνού, θα πρέπει να επιδιώκεται η συναίνεση και όχι ο εξαναγκασμός.
4. Θα πρέπει να υπάρξει αντιμετώπιση των ανησυχιών σε σχέση με τη νεολαία και τη χρήση καπνικών προϊόντων.
5. Τα προτεινόμενα μέτρα θα πρέπει να είναι ρεαλιστικά και να λαμβάνουν υπόψιν τους το νέο περιβάλλον που έχουν διαμορφώσει τα κοινωνικά δίκτυα και το ηλεκτρονικό εμπόριο.
Ο Καθηγητής στην Ιατρική Σχολή του Cardinal Stefan Wyszyński University και Πρόεδρος του Διοικητικού Συμβουλίου της Πολωνικής Εταιρείας Δημόσιας Υγείας από το 2014, Andrzej Fal, ανέλυσε το εάν η νέα κοινοτική οδηγία για τον έλεγχο του καπνίσματος μπορεί να ανταποκριθεί στις προσδοκίες.
Μέσω μιας αναδρομής στις παλαιότερες κοινοτικές οδηγίες για τον έλεγχο του καπνού και τα αποτελέσματά τους στη μείωση του καπνίσματος, κατέληξε στο συμπέρασμα ότι τα αποτελέσματα τους είναι πενιχρά.
Αρχικά στις περισσότερες χώρες της Ευρώπης, ο αριθμός των καπνιστών παρέμεινε σε ποσοστά πάνω από 25% του συνολικού πληθυσμού από το 2000-2016, ενώ ελάχιστες χώρες, κυρίως Σκανδιναβικές, κατάφεραν να μειώσουν τα ποσοστά των καπνιστών στα επιδιωκόμενα, δηλαδή κάτω από 25% του συνολικού πληθυσμού.
Σύμφωνα με τον Andrzej Fal, τα μέτρα για τον έλεγχο του καπνίσματος θα πρέπει να περιλαμβάνουν τα κάτωθι:
Ειδικά κέντρα πρόληψης του καπνίσματος σε όλη τη χώρα. Ειδική αδειοδότηση των καταστημάτων πώλησης προϊόντων καπνού, με προσεκτικά σχεδιασμένο περιορισμό διαθεσιμότητας των προϊόντων, ειδικά σε χώρους όπως πρατήρια καυσίμων και με απαγόρευση της έκθεσης των προϊόντων σε κοινή θέα.
Δραστική αύξηση της φορολογίας και κατά συνέπεια και της τιμής των τσιγάρων, καθώς έρευνες έχουν αποδείξει ότι αυτό μπορεί να οδηγήσει σε διακοπή του καπνίσματος, λόγω αδυναμίας αντιμετώπισης του κόστους από τον καταναλωτή.
Η εφαρμογή ελάχιστης τιμής για κάθε πακέτο τσιγάρα, σε συνδυασμό με τον μέσο μισθό κάθε χώρας. Επίσης, θα έπρεπε να επανεξεταστεί η φορολογία των εναλλακτικών προϊόντων μειωμένης βλάβης, στη λογική "μειωμένη βλάβη, μειωμένος φόρος".
Χρηματοδότηση μέσω δημοσίων κονδυλίων της έρευνας για τη μείωση της βλάβης από το κάπνισμα και αξιοποίηση της εμπειρίας χωρών που έχουν καταγράψει σημαντικές επιτυχίες αναφορικά με τον έλεγχο του καπνίσματος, όπως η Σουηδία.
Αναθεώρηση της νομοθεσίας, ούτως ώστε όλα τα προϊόντα που σχετίζονται με τον καπνό και τη νικοτίνη να έχουν την ίδια αντιμετώπιση όσον αφορά τη διαθεσιμότητα και τις προωθητικές ενέργειες.