Συνεχης ενημερωση

    Παρασκευή, 21-Νοε-2025 00:05

    Ο Τραμπ μπορεί ακόμα να κάνει πίσω στη Βενεζουέλα

    Ο Τραμπ μπορεί ακόμα να κάνει πίσω στη Βενεζουέλα
    • Εκτύπωση
    • Αποστολή με email
    • Προσθήκη στη λίστα ανάγνωσης
    • Μεγαλύτερο μέγεθος κειμένου
    • Μικρότερο μέγεθος κειμένου

    Του Andreas Kluth

    Ας υποθέσουμε ότι ο Ντόναλντ Τραμπ έχει πλέον συνειδητοποιήσει ότι η επίθεση, ή ακόμα και η εισβολή, στη Βενεζουέλα μπορεί να εξελιχθεί σε καταστροφή. Θέλει να υποχωρήσει και να αποσύρει τον ισχυρό αμερικανικό στόλο στην Καραϊβική για να κάνει κάτι πιο χρήσιμο αλλού στον κόσμο. Μπορεί να το κάνει;

    Φυσικά και θα μπορούσε, τεχνικά. Ως πρόεδρος και αρχηγός των ενόπλων δυνάμεων, διέταξε την αποστολή αυτών των 15.000 περίπου στρατιωτών και όλου αυτού του εξοπλισμού, συμπεριλαμβανομένου του πιο εξελιγμένου αεροπλανοφόρου στον κόσμο, στην περιοχή χωρίς καν να ρωτήσει το Κογκρέσο. Έτσι, θα μπορούσε να εκδώσει άλλο ένα διάταγμα για να τους αποσύρει και να στείλει το αεροπλανοφόρο πίσω στη Μεσόγειο, από όπου ήρθε - ή, ακόμα καλύτερα, στον Ινδο-Ειρηνικό, όπου θα μπορούσε να δείξει στην Κίνα ότι οι ΗΠΑ σκοπεύουν να παραμείνουν μια μεγάλη δύναμη ακόμη και εκτός του δυτικού ημισφαιρίου.

    Στην πραγματικότητα, όμως, είναι δύσκολο να υποχωρήσεις μετά από μια τέτοια επίδειξη δύναμης. Αυτό είναι το δίδαγμα που μας προσφέρει η ιστορία και η μελέτη των διεθνών σχέσεων, η οποία εδώ και δεκαετίες ερευνά έννοιες όπως η εξάρτηση από τη χάραξη μιας πορείας (path dependency), οι παγίδες της δέσμευσης (commitment traps) και το κόστος του κοινού/ακροατηρίου (audience costs), για να εξηγήσει γιατί οι ηγέτες συχνά ακολουθούν μια κακή απόφαση κλιμάκωσης με ακόμη μεγαλύτερη κλιμάκωση. Όπως θα έλεγαν οι γνώστες του θεάτρου, οι διοικητές που κρεμούν το πιστόλι στον τοίχο της αρχικής σκηνής τείνουν να αισθάνονται στη δεύτερη ότι δεν έχουν άλλη επιλογή από το να το πυροβολήσουν (σσ. αναφορά στο "πιστόλι του Τσέχοφ").

    Η θεωρεία του "path dependency" μπορεί να πάρει πολλές μορφές στις διεθνείς σχέσεις. Μερικές φορές καταλήγει σε φαινομενικά τετριμμένες γραφειοκρατικές ή υλικοτεχνικές δυναμικές. Το 1914, όταν η Ρωσία άρχισε να κινητοποιεί δυνάμεις για να είναι έτοιμη για πόλεμο με την Αυστροουγγαρία, τα στρατιωτικά σχέδια της Γερμανίας "απαιτούσαν" να κινητοποιηθεί και αυτή και να εξουδετερώσει τη Γαλλία, πράγμα που σήμαινε να περάσει από το Βέλγιο. Προφανώς, αυτά δεν ήταν καλά σχέδια.

    Άλλες φορές, οι ηγέτες αισθάνονται την πίεση μιας πιθανής απώλειας της υπόληψής τους, καθώς και από τα μη ανακτήσιμα κόστη, σε εξοπλισμό ή αίμα, που έχουν ήδη υποστεί. Οι διαδοχικές κυβερνήσεις των ΗΠΑ θα μπορούσαν να είχαν σταματήσει στην αποστολή συμβούλων και εξοπλισμού στο Βιετνάμ και στη συνέχεια να είχαν αποσυρθεί διακριτικά. Αντ' αυτού, για πολύ καιρό, ενέτειναν τις προσπάθειές τους, όπως έκαναν αργότερα οι Σοβιετικοί στο Αφγανιστάν, ή οι Αμερικανοί ξανά στο Ιράκ και το Αφγανιστάν. Οι δύο τελευταίες συγκρούσεις, φυσικά, συγκαταλέγονται στους "αιώνιους πολέμους" από τους οποίους ο Τραμπ υποσχέθηκε στους υποστηρικτές του MAGA να κρατήσει μακριά τις ΗΠΑ.

    Σύμφωνα με τη θεωρία, όταν οι ηγέτες έχουν δηλώσει τη δέσμευσή τους στέλνοντας στρατεύματα, γίνεται πιο δύσκολο όχι μόνο ψυχολογικά αλλά και πολιτικά να αντιστρέψουν την πορεία που επέλεξαν. Το 1994, ο μελετητής Τζέιμς Φίρον ονόμασε αυτή τη φθορά της φήμης που προκύπτει από την εμφάνιση δειλίας "κόστος του κοινού/ακροατηριου".

    Το ακροατήριο είναι τόσο εγχώριο, συμπεριλαμβανομένων των ψηφοφόρων και των νομοθετών, όσο και διεθνές, συμπεριλαμβανομένων όχι μόνο του στόχου της αντιπαράθεσης - στην περίπτωση αυτή της Βενεζουέλας - αλλά και όλων των αντιπάλων, καθώς και των συμμάχων.

    Κάποιος θα μπορούσε να σκεφτεί ότι το κόστος θα ήταν ιδιαίτερα υψηλό για έναν πρόεδρο του οποίου το σύνθημα είναι "ειρήνη μέσω ισχύος" και του οποίου η ανεπίσημη ψυχολογική διάθεση βασίζεται στη "θεωρία του τρελού", σύμφωνα με την οποία μπορεί να βομβαρδίσει οτιδήποτε και οποιονδήποτε όταν τον προσβάλλουν. Αν αποσύρει τις αμερικανικές δυνάμεις από την Καραϊβική (δεν μπορούν να παραμείνουν εκεί για πάντα, άλλωστε), η Κίνα, η Ρωσία και η Βόρεια Κορέα μπορεί να καταλήξουν στο συμπέρασμα ότι είναι ένας δειλός πολεμοχαρής.

    Ρώτησα τον Φίρον αν αυτό σημαίνει ότι ο Τραμπ έχει ήδη ξεπεράσει το σημείο χωρίς επιστροφή στη Βενεζουέλα. "Δεν νομίζω ότι οι συνήθεις εκτιμήσεις ισχύουν στην περίπτωσή του", απάντησε ο Φίρον, που είναι στο Πανεπιστήμιο του Στάνφορντ, σε ένα email.

    Αυτό που είναι διαφορετικό, μου είπε, είναι ότι ο Τραμπ "εξαπολύει τόσες πολλές απειλές που δεν υλοποιεί, ή στην πραγματικότητα αντιστρέφει την πορεία του", ώστε το εγχώριο κοινό μπορεί να μην παρατηρεί πλέον την αλλαγή στάσης. "Ο θόρυβος είναι τόσο έντονος, τόσο από τα μέσα ενημέρωσης όσο και από τους λεονταρισμούς σε τόσους πολλούς τομείς", προσθέτει ο Φίρον, που ο Τραμπ μπορεί να αισθάνεται απρόσβλητος από το λεγόμενο κόστος του κοινού. Και σε διεθνές επίπεδο, ένας πρόεδρος που έχει ήδη ελάχιστη αξιοπιστία μπορεί να πιστεύει ότι δεν έχει τίποτα να χάσει.

    Αναρωτιέμαι πώς θα έμοιαζε μια υποχώρηση, ρώτησα τον Τζον Μπόλτον, ο οποίος ήταν ένας από τους συμβούλους εθνικής ασφάλειας του προέδρου, στην πρώτη θητεία του Τραμπ. Το πρώτο πράγμα που πρέπει να συνειδητοποιήσουμε, μου είπε ο Μπόλτον, είναι ότι ο Τραμπ δεν είχε ποτέ σχέδιο και είναι απλώς "ασυνάρτητος" στη Βενεζουέλα. Θέλει να σταματήσει το λαθρεμπόριο ναρκωτικών; Να ανατρέψει τον Νικολάς Μαδούρο, τον δικτάτορα της Βενεζουέλας; Κάτι άλλο;

    Και επειδή ο Τραμπ δεν "το έχει σκεφτεί από την αρχή μέχρι το τέλος", μου είπε ο Μπόλτον, μόνο τώρα σκέφτεται το επόμενο βήμα, στη δεύτερη σκηνή. Αυτό ταιριάζει με το πρόσφατο σχόλιο του Τραμπ ότι "έχει κάπως αποφασίσει".

    Δεδομένου ότι πρέπει να "συνειδητοποίησε" ότι η δική του βάση δεν θέλει έναν άλλο πόλεμο, ο Τραμπ πιθανώς να αναζητά μια διέξοδο, συνέχισε ο Μπόλτον. Αυτό μπορεί να εξηγεί γιατί ενέκρινε μυστικές ενέργειες στη Βενεζουέλα (αλλά η ανακοίνωσή τους δεν τις καθιστά φανερές;) ενώ ταυτόχρονα αφήνει να εννοηθεί ότι είναι ανοιχτός σε συνομιλίες με τον Μαδούρο (παρόλο που πρόσφατα είπε σε έναν ειδικό απεσταλμένο να διακόψει τις διαπραγματεύσεις που είχαν ήδη ξεκινήσει από τις αρχές περίπου του έτους).

    Η εκτίμησή μου είναι ότι ο Τραμπ θα αρπάξει σύντομα οτιδήποτε του προσφέρει ο Μαδούρο - για παράδειγμα, μεγαλύτερη πρόσβαση στο πετρέλαιο της Βενεζουέλας - ως δικαιολογία για να μειώσει την ένταση της εκστρατείας του στην Καραϊβική. "Είναι τόσο καλός στο να κηρύσσει νίκη ακόμα και όταν έχει υποστεί σαφή ήττα", είπε ο Μπόλτον, "που δεν θα έχει σημασία αν είναι αλήθεια ή όχι". Μια αναλογία θα μπορούσε να είναι η σύντομη εκστρατεία βομβαρδισμών του Τραμπ εναντίον των Χούθι στην Υεμένη νωρίτερα φέτος, την οποία τερμάτισε απότομα όταν έγινε πολύ δαπανηρή και άσκοπη, δηλώνοντας μια νίκη που κανείς εκτός από τους οπαδούς του δεν μπορούσε να προσδιορίσει ή να κατανοήσει.

    Και στην Καραϊβική, μια τέτοια ψεύτικη νίκη φαίνεται τώρα το λιγότερο κακό αποτέλεσμα. Σε αυτό το σενάριο, οι πολεμιστές της Αμερικής μπορούν επιτέλους να συνεχίσουν να κάνουν πιο σημαντικά πράγματα, και ο κόσμος μπορεί να βρει άλλα πράγματα για να ανησυχεί.

    Απόδοση - Επιμέλεια: Λυδία Ρουμποπούλου

    ΣΑΣ ΑΡΕΣΕ ΤΟ ΑΡΘΡΟ;

    ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ