Δευτέρα, 06-Οκτ-2025 07:30
Οι δικαστές σηκώνουν τείχος κατά των "συμπληγάδων του λαϊκισμού και της επιδίωξης χειραγώγησης"

Του Παναγιώτη Στάθη
Μηνύματα πως η Δικαιοσύνη κινδυνεύει να συνθλιβεί ανάμεσα στον λαϊκισμό και τις προσπάθειες χειραγώγησης, έστειλαν οι δικαστές κατά τη διάρκεια των εορτασμών του προστάτη της, Διονυσίου Αρεοπαγίτου. Με αφορμή -προφανώς- τις υποθέσεις της επικαιρότητας και κυρίως αυτής των Τεμπών, όπου η Δικαιοσύνη έχει τεθεί στο στόχαστρο και τα ευρήματα από μετρήσεις της κοινής γνώμης την τοποθετούν σε πολύ χαμηλούς δείκτες αποδοχής, ο πρόεδρος της μεγαλύτερης συνδικαλιστικής δικαστικής ένωσης (Ενωση Δικαστών Εισαγγελέων) Χρ. Σεβαστίδης, έστειλε ένα ξεκάθαρο μήνυμα πως "η Δικαιοσύνη βρίσκεται απέναντι στις συμπληγάδες του λαϊκισμού και της επιδίωξης χειραγώγησης", επισημαίνοντας πως "η περίοδος που πλησιάζει θα είναι η δυσκολότερη και για τη Δικαιοσύνη και για τους άλλους θεσμούς της Δημοκρατίας".
Στην ομιλία του ο κ. Σεβαστίδης ανέφερε πως "σε εποχές έντονης κοινωνικής αμφισβήτησης ενός θεσμού ίσως μοιάζει και υπερβολικός ένα τέτοιος αυτοαναφορικός εορτασμός" και κάλεσε σε αυτοκριτική το δικαστικό σώμα, αφήνοντας αιχμές κατά κομμάτων και του δικηγορικού κλάδου.
"Ως Δικαστικό Σώμα θα πρέπει να ξεκινήσουμε την αυτοκριτική μας και να εξηγήσουμε τους λόγους για τους οποίους στη χώρα μας η εγκληματικότητα του λευκού κολάρου, οι ευθύνες των πολιτικών προσώπων δύσκολα καταλήγουν σε καταδικαστικές αποφάσεις γεγονός που εμπεδώνει την αντίληψη πως η δικαιοσύνη λειτουργεί αποτελεσματικά μόνο σε βάρος των ασθενέστερων κοινωνικών ομάδων" σημείωσε κατά την ομιλία του.
Παράλληλα, όμως, δεν παρέλειψε τις ευθύνες των κομμάτων. Όπως υπογράμμισε ο πρόεδρος της ΕνΔΕ "τα κόμματα που κυβέρνησαν τη χώρα μετά την μεταπολίτευση και ανησυχούν σήμερα από το διογκούμενο κύμα αγανάκτησης, που απειλεί θεσμούς και σταθερότητα, ας ψάξουν να βρουν τις αιτίες στην άρνηση υιοθέτησης προτάσεων σε συνταγματικό επίπεδο οι οποίες θα χειραφετούσαν τη Δικαιοσύνη, στην καλλιέργεια μιας αποπολιτικοποιημένης κουλτούρας μέσα στην κοινωνία".
Ιδιαίτερα επικριτικός υπήρξε προς τους δικηγόρους. "Οι δικηγόροι να συνειδητοποιήσουν πως ο αδιάκριτος και ισοπεδωτικός αντιδικαστικός βερμπαλισμός δεν είναι παράσημο που επιδεικνύεται πριν από τις αρχαιρεσίες των συλλόγων αλλά πριόνι που ροκανίζει την δική τους οντότητα και υπονομεύει το δικό τους επαγγελματικό μέλλον" τόνισε.
Και κατέληξε: "Απέναντι στις συμπληγάδες του λαϊκισμού από την μια μεριά και της επιδίωξης χειραγώγησης από την άλλη, οι Δικαστικές Ενώσεις θα βρίσκονται σε επαγρύπνηση".
"Αισθάνομαι ντροπή όταν και μέσα στο Κοινοβούλιο ακούω ακόμη και αρχηγούς κομμάτων να κατηγορούν άκριτα και επιπόλαια ανώτατους δικαστικούς λειτουργούς ότι είναι ευεπίφοροι σε πιέσεις της εκτελεστικής εξουσίας και έτοιμοι να κάμψουν τη συνείδησή τους και να θυσιάσουν την ηθική τους ακεραιότητα με αντάλλαγμα θέσεις, που θα λάβουν μετά την αφυπηρέτησή τους", επισήμανε ο υφυπουργός Δικαιοσύνης Ιωάννης Μπούγας στη δική του ομιλία.
Παράλληλα, ο κ. Μπούγας, επισήμανε: "Η Ελλάδα βρέθηκε για δεκαετίες αντιμέτωπη με το πιο οξύ πρόβλημα καθυστερήσεων στην Ευρώπη. Τα στοιχεία το επιβεβαιώνουν. Το 2022 ο μέσος χρόνος για την έκδοση τελεσίδικης απόφασης ανερχόταν στις 1.492 ημέρες, υπερδιπλάσιος χρόνος του μέσου όρου των χωρών του Συμβουλίου της Ευρώπης, ο οποίος ανέρχεται στις 650 ημέρες. Τέσσερα ολόκληρα χρόνια για να εκδοθεί τελεσίδικη απόφαση!
Η υπερβολική βραδύτητα δεν είναι απλώς μια οργανωτική ανεπάρκεια. Συνιστά κατ’ ουσίαν παραβίαση του δικαιώματος δικαστικής προστασίας. Πλήττει κυρίως τους ασθενέστερους, ενώ επιδρά αρνητικά στην προσέλκυση των επενδύσεων, στην επιχειρηματικότητα και κατ’ επέκταση στην ανάπτυξη της εθνικής οικονομίας".
Σε άλλο σημείο της ομιλίας του ο υφυπουργός Δικαιοσύνης τόνισε ότι "ο δικαστής υποτάσσεται μόνο στο νόμο και καθοδηγείται αποκλειστικά από τη συνείδησή του" και προσέθεσε:
"Είναι ελεύθερος να διαμορφώνει δικανική πεποίθηση και να αποφασίζει αντικειμενικά και αμερόληπτα για την υπόθεση που άγεται προς επίλυση ενώπιόν του, στηριζόμενος αποκλειστικά στα πραγματικά περιστατικά της υπόθεσης, χωρίς να υπόκειται σε πολιτική πίεση ή εκφοβισμό ή επιρροή από οποιαδήποτε πηγή και αν προέρχονται".
Οι δικαστές μας, συνέχισε ο κ. Μπούγας, "έχουν την αναγκαία θεσμική θωράκιση, περιβαλλόμενοι από εγγυήσεις προσωπικής και λειτουργικής ανεξαρτησίας, που τους παρέχει το δικαίωμα και ταυτόχρονα τους επιβάλλει το καθήκον να αποκρούσουν οποιαδήποτε παρέμβαση στα δικαιοδοτικά τους καθήκοντα".
Από την πλευρά του ο πρόεδρος της Ολομέλειας των προέδρων των Δικηγορικών Συλλόγων Ελλάδος Δημήτρης Βερβεσός τόνισε ότι "η φετινή εορτή του Αγίου Διονυσίου του Αρεοπαγίτη, λαμβάνει χώρα σε μια περίοδο που οι θεσμοί δοκιμάζονται, τα προβλήματα στον χώρο της απονομής της Δικαιοσύνης παραμένουν οξυμμένα και η εμπιστοσύνη των πολιτών σε αυτήν έχει σημαντικά κλονιστεί" και προσέθεσε:
"Δεν πρέπει να λησμονούμε ότι στην τελευταία έκθεση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής για τη Δικαιοσύνη το 56% των Ελλήνων πολιτών τοποθετούνται αρνητικά (πολύ ή λίγο) ως προς την ανεξαρτησία της ελληνικής δικαιοσύνης. Αυτή η έλλειψη αξιοπιστίας κλονίζει τα θεμέλια της Δημοκρατίας και την ασφάλεια δικαίου".
Ακόμη, ο κ. Βερβεσός απάντησε στις θέσεις που εξέφρασε η πρόεδρος του Αρείου Πάγου Αναστασία Παπαδοπούλου κατά τις εργασίες συνεδρίου, λέγοντας χαρακτηριστικά:
"Ακούγοντας κανείς την πρόεδρο του Αρείου Πάγου στο πρόσφατο συνέδριο που συνδιοργάνωσαν τα ανώτατα δικαστήρια με τον ΣΕΒ, θα νόμιζε κανείς ότι αποκλειστική σχεδόν αιτία των τεράστιων καθυστερήσεων που παρατηρούνται στη Δικαιοσύνη είναι οι αναβολές που ζητούν οι δικηγόροι, μια άποψη που έρχεται σε συνέχεια με την εξίσου προσφιλή σε δικαστικούς και λοιπούς κύκλους αιτίαση ότι ευθύνεται ο υπερπληθυσμός των δικηγόρων, που παράγει αχρείαστες υποθέσεις.
Είναι όμως έτσι τα πράγματα;
Κατ' αρχάς, αλλεπάλληλες νομοθετικές μεταρρυθμίσεις έχουν εστιάσει σχεδόν μονοσήμαντα στο ζήτημα των αναβολών. Το αποτέλεσμα είναι ότι για τις αστικές υποθέσεις, στη μεν τακτική διαδικασία, που είναι εκείνη στην οποία παρατηρούνται οι μεγαλύτερες καθυστερήσεις δεν προβλέπεται καμία αναβολή, ενώ στις ειδικές διαδικασίες επιτρέπεται μόνο μία αναβολή. Αντίστοιχα, στις ποινικές υποθέσεις για την αναβολή λόγω κωλύματος συνηγόρου καθιερώνονται, πλέον, αυστηρά κριτήρια απόδειξης της ανωτέρας βίας.
Παροράται, δε, στη σχετική συζήτηση ότι αναβολές στις ποινικές υποθέσεις δίνονται (και) σε πλείστες άλλες περιπτώσεις, ιδίως για κρείσσονες αποδείξεις και λόγω ωραρίου. Πράγματι, ακόμα και με τις αναβολές που χορηγούνται, σχεδόν πάντα μένουν αδίκαστες ποινικές υποθέσεις οι οποίες αναβάλλονται λόγω ωραρίου. Συνεπώς, η αναβολή μπορεί να επιδρά μεν στη συγκεκριμένη υπόθεση στην οποία δίδεται αλλά δεν επιδρά στο συνολικό ρυθμό απονομής της Ποινικής Δικαιοσύνης".
Κλείνοντας, ο κ. Βερβεσός, επισήμανε ότι "η ανάκτηση της εμπιστοσύνης των πολιτών στους δικαστικούς θεσμούς πρέπει να αποτελέσει συλλογικό στοίχημα, ώστε το κράτος δικαίου να μην είναι "πουκάμισο αδειανό", αλλά βιωμένη πραγματικότητα, ή -για να το πω με την ανυπέρβλητη γλώσσα του Ελύτη- "ώστε ο πιστός της Αιολίδας να συντονίζει τους δείκτες της ψυχής του, έτσι που το μεσημέρι να σημαίνει συνάμα και δίκαιον".