Συνεχης ενημερωση

    Παρασκευή, 21-Φεβ-2025 11:11

    Ο Τραμπ ποντάρει ήδη στην πολυπολικότητα

    Ο Τραμπ ποντάρει ήδη στην πολυπολικότητα
    • Εκτύπωση
    • Αποστολή με email
    • Προσθήκη στη λίστα ανάγνωσης
    • Μεγαλύτερο μέγεθος κειμένου
    • Μικρότερο μέγεθος κειμένου

    Του Κώστα Ράπτη

    Βλέπουν όλοι μπροστά τους το φάντασμα του Κίσινγκερ. Η επιχειρούμενη επί των ημερών του Τραμπ ρωσο-αμερικανική επαναπροσέγγιση ανακαλεί στη μνήμη το μεγαλύτερο επίτευγμα του μακαρίτη "μάγου της διπλωματίας”: το μυστικό ταξίδι του στο Πεκίνο τον Ιούλιο του 1971, με την ιδιότητα του επικεφαλής του Στέιτ Ντιπάρτμεντ, το οποίο άνοιξε τον δρόμο για την επίσημη επίσκεψη λίγους μήνες μετά του προέδρου Ρίτσαρντ Νίξον στην Κίνα του Μάο Τσετούνγκ.

    Εκμεταλλευόμενη το σοβιετο-κινεζικό ρήγμα που είχε προκύψει εντός του "σοσιαλιστικού στρατοπέδου”, η Ουάσιγκτον έδρασε έτσι κυκλωτικά έναντι του κύριου ανταγωνιστή της στον Ψυχρό Πόλεμο, γεγονός που σε μεγάλο βαθμό καθόρισε και την έκβασή του.

    Στις μέρες μας, η πολιτική Τραμπ χαρακτηρίζεται από πολλούς αναλυτές ως κίνηση "reverse Kissinger”, ήτοι ως επανάληψη, αλλά από την ανάποδη, των πρωτοβουλιών της δεκαετίας του '70, ώστε με τον προσεταιρισμό της Μόσχας να χαλιναγωγηθεί η ανάδυση της χώρας του Σι Τζινπίνγκ ως ανταγωνιστή της αμερικανικής πρωτοκαθεδρίας.

    Με αυτή την έννοια, τα όσα εκτυλίσσονται αυτές τις ημέρες δεν προκαλούν μόνο την εμφανή και θορυβωδώς εκδηλούμενη αναστάτωση των Ευρωπαίων συμμάχων των ΗΠΑ, που είχαν επενδύσει τα πάντα στη συνέχιση του ουκρανικού πολέμου, αλλά ευλόγως εικάζεται ότι δημιουργούν μια νευρικότητα και στο Πεκίνο.

    Άλλωστε, όπως διακηρύχθηκε στη ρωσο-αμερικανική συνάντηση στο Ριάντ, στόχος των δρομολογημένων επαφών δεν είναι απλώς ο τερματισμός του πολέμου στην Ουκρανία αλλά (εφόσον αυτό επιτευχθεί) μια ευρύτερη "συνεργασία” των δύο πλευρών σε κοινού ενδιαφέροντος γεωπολιτικά και οικονομικά ζητήματα.

    Τα προηγούμενα χρόνια, εν πολλοίς σε απάντηση προς τις πιέσεις που δέχονταν αμφότερες από τη Δύση, η Ρωσία και η Κίνα έχουν διακηρύξει, μεταξύ άλλων και σε αλλεπάλληλες συναντήσεις των ηγετών τους, ότι έχουν μια "φιλία δίχως όρια”. Οι διακηρύξεις αυτές υλοποιούνται με τον πολιτικο-διπλωματικό συντονισμό των δύο πλευρών στα περισσότερα διεθνή μέτωπα, την εμβάθυνση της οικονομικής συνεργασίας, την διαπλοκή του κινεζικού νέου δρόμου του μεταξιού με την ρωσικής εμπνεύσεως ευρασιατική ολοκλήρωση, την συμμετοχή στον Οργανισμό της Σαγκάης, την διεξαγωγή κοινών στρατιωτικών ασκήσεων, την διεύρυνση της Ομάδας Brics κ.ο.κ. Πολύτιμος για τη Ρωσία μετά το τείχος κυρώσεων που ύψωσε απέναντί της η Δύση μετά την εισβολή στην Ουκρανία, ήταν ο αναπροσανατολισμός των ενεργειακών εξαγωγών της προς Ανατολάς και συνολικά η οικονομική συνεργασία της Κίνας.

    Δεν ήταν ιστορικά προκαθορισμένη η σύζευξη αυτή, καθώς οι ρωσο-κινεζικές σχέσεις ήταν παραδοσιακά ανταγωνιστικές, ακόμη και όταν οι δύο χώρες όμνυαν στο λάβαρο της σοσιαλιστικής επανάστασης, ενώ ειδικότερα η Ρωσία (που πάντα, τουλάχιστον πριν η ανάγκη την ωθήσει να ανακαλύψει τις χάρες του ευρασιατισμού, θεωρούσε τον εαυτό της ως ευρωπαϊκή δύναμη, επιφορτισμένη μάλιστα με το καθήκον να "βάζει σε τάξη” τη γηραιά ήπειρο σε μεγάλες καμπές όπως οι ναπολεόντειοι και οι παγκόσμιοι πόλεμο) διακατέχεται από μιαν ανασφάλεια για την γειτνίαση της αραιοκατοικημένης Σιβηρίας με έναν δημογραφικό κολοσσό. Άλλωστε τμήματα της σημερινής ρωσικής επικράτειας αποτελούν αλλοτινές κινεζικές επαρχίες που κατακτήθηκαν τον 19ο, ακόμη και τον 10ο αιώνα.

    Τέτοιου τύπου σκέψεις μπορούν να ενθαρρύνουν προσδοκίες στην άλλη άκρη του Ατλαντικού για "απόσπαση” της Ρωσίας από την αγκαλιά της Κίνας. Όμως τα πράγματα είναι περισσότερο σύνθετα.

    Ο Κίσινγκερ εκμεταλλεύθηκε ένα προϋπάρχον ρήγμα – δεν το δημιούργησε εκ του μηδενός. Και σίγουρα η Μόσχα δεν έχει την αφροσύνη να μετατρέψει τυχόν ευπρόσδεκτη εξισορρόπηση των σχέσεών της με την Κίνα, που κινδυνεύουν να γίνουν ασύμμετρες, σε ρήγμα. Η έλλειψη εμπιστοσύνης προς την Ουάσιγκτον που δημιουργούν οι εναλλαγές των πολιτικών της, η ιστορικά τεκμηριωμένη επιθετικότητά της και οι αθετήσεις προηγούμενων συμφωνιών γεννά την ανάγκη της ρωσικής ηγεσίας να διατηρεί αντίβαρα και ασφαλιστικές δικλείδες, πόσω μάλλον όταν η μετατόπιση του κέντρου βάρους της παγκόσμιας οικονομίας στην Ασία, την μετατρέπει σε χώρο ευκαιριών.

    Προς το παρόν, αν παρατηρείται ένα πρώτο ρήγμα, αυτό είναι στις σχέσεις ΗΠΑ και Ευρώπης – χωρίς η τελευταία ωστόσο να είναι έτοιμη να συναγάγει το συμπέρασμα ότι επείγει καλύτερος συντονισμός της με τον έτερο θιασώτη της "συμπεριληπτικής παγκοσμιοποίησης”, δηλ. την Κίνα.

    Στην πραγματικότητα οι κυρίαρχες δυνάμεις της Ε.Ε. δίνουν μια μάχη οπισθοφυλακής στο όνομα μιας ηγεμονίας της Ουάσιγκτον που η τελευταία δεν επιθυμεί να την ασκεί πια με τον ίδιο τρόπο.

    Από αυτή την άποψη, παρατηρεί ο επιχειρηματίας και αναλυτής Αρνό Μπερτράν, η Αμερική του Τραμπ βρίσκεται ένα βήμα πιο μπροστά. Οι κινήσεις της θα πρέπει να ερμηνευθούν ως προκαταβολική αναγνώριση μιας πολυπολικής πραγματικότητας, στην οποία ΗΠΑ, Κίνα και Ρωσία θα λειτουργούν στη λογική του "κοντσέρτου των μεγάλων δυνάμεων”, έχοντας οριοθετήσει τους χώρους τους και συνεχίζοντας τον ανταγωνισμό τους με νέους κανόνες.

    Δεν είναι τυχαίο από αυτή την άποψη, ότι το άνοιγμα του Τραμπ στη Ρωσία συνοδεύεται και από αντίστοιχο, αλλά λιγότερο προσεγμένο, άνοιγμα και προς την Κίνα και μια πολύ πιο θερμή προσπάθεια προσεταιρισμού της Ινδίας, ενώ ταυτοχρόνως ο Ρώσος υπουργός Εξωτερικών Σεργκέι Λαβρόφ έσπευσε καθησυχαστικά να συναντήσει τον Κινέζο ομόλογό του Ουανγκ Γι. Ο τελευταίος με την πρόσφατη παρουσία του στη Διάσκεψη Ασφαλείας του Μονάχου ήταν εξίσου αυστηρός προς το ακροατήριό του με τον Αμερικανό αντιπρόεδρο Τζ. Ντ. Βανς, αν και με τον προσεκτικό κινεζικό τρόπο και όχι με την προκλητική γλώσσα του τελευταίου.

    ΣΑΣ ΑΡΕΣΕ ΤΟ ΑΡΘΡΟ;

    ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ