Πέμπτη, 16-Μαρ-2023 11:03
Οι λόγοι που κλυδώνισαν την Credit Suisse - Τα επόμενα βήματα

Ο ρόλος της Ελβετίας ως "τραπεζίτης για τους πλούσιους" του κόσμου βασίζεται στη φήμη που επικρατεί περί θεσμικής διακριτικότητας και ανιαρής αξιοπιστίας. Αυτό από μόνο του κάνει τα σκάνδαλα, τις δημόσιες νομικές μάχες και τις αυξανόμενες απώλειες στην Credit Suisse πιο εντυπωσιακές και πιο δύσκολα κατανοητές. Στα μέσα Μαρτίου, η ανησυχία για τα αυξανόμενα προβλήματα της τράπεζας επικράτησε και οι μετοχές της κατρακύλησαν, ωθώντας την τράπεζα να δανειστεί έως και 50 δισ. φράγκα (54 δισ. δολάρια) από την κεντρική τράπεζα της Ελβετίας για να ενισχύσει την εμπιστοσύνη της αγοράς.
Οι αποτυχίες της Credit Suisse περιλαμβάνουν ποινική καταδίκη επειδή επέτρεψε σε εμπόρους ναρκωτικών να ξεπλύνουν χρήματα στη Βουλγαρία, εμπλοκή σε υπόθεση διαφθοράς στη Μοζαμβίκη, σκάνδαλο κατασκοπείας με έναν πρώην υπάλληλο και ένα στέλεχος και μια τεράστια διαρροή δεδομένων πελατών στα ΜΜΕ. Η συσχέτισή της με τον χρηματοδότη Λεξ Γκρίνσιλ και την Archegos με έδρα τη Νέα Υόρκη ενίσχυσε το αίσθημα πως πρόκειται για ένα ίδρυμα που δεν είχε σταθερό έλεγχο στις υποθέσεις του. Πολλοί απηυδισμένοι πελάτες απέσυραν τη στήριξή τους, οδηγώντας σε άνευ προηγουμένου εκροές στα τέλη του 2022.
Ο Διευθύνων Σύμβουλος Ούλριχ Κέρνερ ξεκίνησε μια μαζική προσπάθεια προσέγγισης των ανήσυχων πελατών και κατ επέκταση των μετρητών τους. Η προσπάθεια φάνηκε να αποδίδει τον Ιανουάριο, καθώς η Credit Suisse ανακοίνωσε "καθαρή θετική" αύξηση καταθέσεων. Ωστόσο, στις 9 Μαρτίου, η Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς των ΗΠΑ ζήτησε την ετήσια έκθεση της τράπεζας, γεγονός που την ανάγκασε να καθυστερήσει τη δημοσίευσή της. Πανικός εξαπλώθηκε μετά τη χρεοκοπία της περιφερειακής τράπεζας Silicon Valley Bank των ΗΠΑ, θύμα εν μέρει ριψοκίνδυνων επενδύσεων και αυξανόμενων παγκόσμιων επιτοκίων που διέβρωσαν την αξία των ομολόγων της. Οι επενδυτές άρχισαν να απορρίπτουν οτιδήποτε "μύριζε" τραπεζικό κίνδυνο και φυγή καταθέσεων.
Στις 15 Μαρτίου, η μετοχή της Credit Suisse υποχώρησε εκ νέου όταν ο πρόεδρος του μεγαλύτερου μετόχου της, της Saudi National Bank, απέκλεισε το ενδεχόμενο να επενδύσει πλέον στην εταιρεία. Αυτό ώθησε την Credit Suisse να ζητήσει από την ελβετική κεντρική τράπεζα μια δημόσια δήλωση υποστήριξης. Το κόστος ασφάλισης των ομολόγων της τράπεζας έναντι χρεοκοπίας για ένα έτος εκτινάχθηκε σε επίπεδα που δεν είχαν δει οι μεγάλες διεθνείς τράπεζες από την οικονομική κρίση του 2008. Καθώς άλλες τράπεζες προσπαθούσαν να αντισταθμίσουν τον κίνδυνο αντισυμβαλλομένου για συναλλαγές με την Credit Suisse, οι τιμές ενός έτους των CDS εκτινάχθηκαν από τις 836 μονάδες βάσης, υποδεικνύοντας πιθανότητα αθέτησης 10%, στις 14 Μαρτίου σε υψηλότερες από 3.000 μονάδες βάσης. Λίγες, αριθμητικά, πραγματικές συναλλαγές πραγματοποιήθηκαν καθώς η ρευστότητα στην αγορά εξαντλήθηκε. Σε ένα ακόμη σημάδι άγχους, τα πρόσθετα ομόλογα 1ης βαθμίδας της Credit Suisse - τα οποία είναι σε κατώτερη θέση σε όλες τις άλλες βαθμίδες χρέους και μπορούν να διαγραφούν εάν το κεφάλαιο πέσει κάτω από ένα προκαθορισμένο επίπεδο - διαπραγματεύονταν κάτω από το 80% της ονομαστικής αξίας, ένα επίπεδο που συνήθως σηματοδοτεί κίνδυνο. Ακόμη και τα ομόλογα που λήγουν τον Απρίλιο διαπραγματεύονταν σε τιμές πολύ χαμηλότερες από την ονομαστική τους αξία.
Η Credit Suisse συζήτησε εναλλακτικές "σταθεροποίησης" με τις ελβετικές αρχές, ανέφερε το Bloomberg News, με το πρώτο βήμα να είναι μια δήλωση, που ήρθε καθυστερημένα, στις 15 Μαρτίου από την κεντρική τράπεζα της Ελβετίας και τη χρηματοοικονομική ρυθμιστική αρχή που λέει ότι η τράπεζα θα λάβει στήριξη ρευστότητας εάν χρειαστεί. Η ρυθμιστική αρχή επιβεβαίωσε επίσης ότι η Credit Suisse πληροί τις απαιτήσεις κεφαλαίου και ρευστότητας που επιβάλλει σε συστημικές σημαντικές τράπεζες. Στις 16 Μαρτίου, η Credit Suisse ανακοίνωσε ότι έχει συμφωνήσει να δανειστεί έως και 50 δισεκατομμύρια φράγκα από την Κεντρική Τράπεζα της Ελβετίας και ότι θα προχωρήσει σε δημόσια προσφορά για επαναγορά χρέους αξίας έως και τριών δισ. φράγκων, σε δολάρια και ευρώ. Άλλες επιλογές που συζητούνται περιλαμβάνουν τον διαχωρισμό της ελβετικής μονάδας της τράπεζας και μια διασύνδεση με τον μεγαλύτερο Ελβετό αντίπαλο της, UBS Group, αν και δεν είναι σαφές εάν αυτά τα βήματα θα υλοποιηθούν στην πράξη, όπως ανέφεραν πηγές που γνωρίζουν το θέμα. Η ελβετική κυβέρνηση έχει επίσης διατυπώσει την ιδέα να αποκτήσει μερίδιο στην Credit Suisse ως μέρος μιας αύξησης κεφαλαίου εάν χρειαστεί.
Τα δεινά της Credit Suisse έχουν προσθέσει λάδι στη φωτιά εν μέσω ευρύτερης φυγής από επισφαλείς κατηγορίες περιουσιακών στοιχείων, με τον δείκτη Bloomberg Commodity, που παρακολουθεί τις τιμές για 24 πρώτες ύλες, να υποχωρεί στο χαμηλότερο επίπεδο των τελευταίων 14 μηνών στις 15 Μαρτίου. Επίσης, αυξάνει τα ερωτήματα κατά πόσο οι κεντρικές τράπεζες θα σταματήσουν τις προσπάθειες σύσφιξης εν μέσω της αναταραχής των αγορών. Στο επίκεντρο τίθεται πλέον η συνεδρίαση πολιτικής της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας σήμερα, 16 Μαρτίου, και στο εάν οι υπεύθυνοι χάραξης πολιτικής θα προχωρήσουν σε μια σημαντική αύξηση μισής μονάδας στα επιτόκια ή θα επιλέξουν μια μικρότερη κίνηση και θα καθυστερήσουν τις προσπάθειές τους να δαμάσουν τον αυξανόμενο πληθωρισμό.
Ο γίγαντας της Wall Street, του οποίου η χρεοκοπία το 2008 πυροδότησε την παγκόσμια οικονομική κρίση, υπέκυψε όταν η χρηματοδότηση τελείωσε και άλλες τράπεζες έπαψαν να τον στηρίζουν. Σε αντίθεση με τη Lehman και την SVB, η Credit Suisse διαθέτει σημαντικά ρευστά περιουσιακά στοιχεία για χρήση και πρόσβαση σε δανειοδοτικές διευκολύνσεις από την κεντρική τράπεζα και είναι λιγότερο ευαίσθητη από πολλούς ανταγωνιστές στις απότομες κινήσεις των επιτοκίων. Έχει ξαναχτίσει το μαξιλάρι της έναντι αυξημένων αναλήψεων καταθέσεων μετά το χειρότερο κύμα εκροών τον Οκτώβριο. Έχει επίσης αρκετά εύκολα ρευστοποιήσιμα περιουσιακά στοιχεία (money-like assets) για να αποπληρώσει το ήμισυ του συνόλου των υποχρεώσεών της σε καταθέσεις και δάνεια από άλλες τράπεζες, σύμφωνα με τον τραπεζικό αρθρογράφο του Bloomberg Opinion, Πολ Ντέιβις. Ο Κέρνερ είπε ότι ο δείκτης κάλυψης ρευστότητας της εταιρείας έδειξε ότι μπορεί να αντιμετωπίσει έντονες εκροές επί ένα μήνα σε μια περίοδο ανασφάλειας.
Το τριετές σχέδιό του ανάκαμψης περιλαμβάνει περικοπή 9.000 θέσεων εργασίας, διάσπαση του μεγαθηρίου της επενδυτικής τραπεζικής που εξελίχθηκε στο σημείο που βρίσκεται σήμερα ύστερα από πέντε δεκαετίες και επαναφορά της Credit Suisse στις ρίζες της ως τραπεζίτης των εξαιρετικά πλουσίων του κόσμου. Αυτό σημαίνει απόσχιση της First Boston, μιας αμερικανικής επενδυτικής τράπεζας που εξαγόρασε το 1990 με σκοπό την είσοδό της στο χρηματιστήριο το 2025, και την πώληση τμημάτων της μονάδας τιτλοποιημένων προϊόντων της στην Apollo Global Management. Αυτή η διαδικασία κινδυνεύει τώρα να βαλτώσει εξαιτίας του sell-off που επικρατεί στον ευρύτερο χρηματοοικονομικό τομέα μετά την κατάρρευση της SVB και δύο ακόμη αμερικανικών τραπεζών.