Δευτέρα, 30-Ιαν-2023 12:27
Ο Όλαφ Σολτς αδυνατεί να τετραγωνίσει τον κύκλο

Του Κώστα Ράπτη
Μια αναδίπλωση φαίνεται πως δεν είναι ποτέ αρκετή. Και ο Σοσιαλδημοκράτης καγκελάριος της Γερμανίας, Όλαφ Σολτς με δυσφορία διαπιστώνει ότι ευθύς μόλις υποχώρησε στο ζήτημα της αποστολής αρμάτων Leopard-2 στην Ουκρανία δρομολογήθηκε, με αίτημα του Ουκρανού προέδρου Βολοντίμιρ Ζελένσκι την Τετάρτη, νέος γύρος πιέσεων για την παροχή στο Κίεβο μαχητικών αεροσκαφών.
"Όταν η επόμενη συζήτηση ξεκινά μόλις έχει ληφθεί μια απόφαση, αυτό δεν φαίνεται πολύ σοβαρό και κλονίζει την εμπιστοσύνη των πολιτών στις κρατικές αποφάσεις” παρατήρησε ο Σολτς μιλώντας στο Tagesspiegel.
Στην ίδια συνέντευξη, ο καγκελάριος υπεραμύνθηκε της επιλογής του να παραμείνει διαθέσιμος σε απευθείας επαφές με τον Βλαντίμιρ Πούτιν, επισημαίνοντας ότι αυτές υπήρξαν κατά καιρούς χρήσιμες σε επιμέρους ζητήματα όπως οι ανταλλαγές κρατουμένων, οι εξαγωγές σιτηρών από την Ουκρανία και η προστασία του πυρηνικού σταθμού της Ζαπορίζια. Όμως το μέγα και επιτακτικό ζήτημα είναι ο ίδιος ο τερματισμός του πολέμου – ο οποίος, πάντως, κατά Σολτς, δεν έχει ως προϋπόθεση παρά την αποχώρηση των ρωσικών στρατευμάτων από την Ουκρανία.
Όμως ο επικεφαλής του γερμανικού κυβερνητικού συνασπισμού χρειάζεται πραγματικά να τετραγωνίσει τον κύκλο. Να πείσει δηλαδή ότι ο χώρα του επιδιώκει τον τερματισμό του πολέμου και οπωσδήποτε δεν αποτελεί μέρος του, ενώ ταυτοχρόνως εξοπλίζει την Ουκρανία.
"Πρόκειται για πόλεμο μεταξύ Ρωσίας και Ουκρανίας. Αυτό δεν αλλάζει εάν παρέχουμε στην Ουκρανία οικονομική, ανθρωπιστική βοήθεια ή παραδίδουμε όπλα” δήλωσε ο Σολτς σε συνέντευξη Τύπου που έδωσε το Σάββατο στο Μπουένος Άιρες στο πλαίσιο περιοδείας του σε Βραζιλία, Αργεντινή και Χιλή. Κυρίως δε, τόνισε, η Γερμανία "θα κάνει τα πάντα” για να διασφαλίσει ότι δεν θα υπάρξει κλιμάκωση που να οδηγεί σε πόλεμο μεταξύ της Ρωσίας και των χωρών του ΝΑΤΟ.
Η διολίσθηση στην κλιμάκωση είναι υπαρκτός κίνδυνος. Όμως το Βερολίνο δεν μπορεί παρά να σκέπτεται και την "επόμενη μέρα” και τις δικές του δυνατότητες να αποκαταστήσει επωφελείς διαύλους επικοινωνίας με τη Μόσχα.
Κάτι τέτοιο μοιάζει πλέον λιγότερο πιθανό από ποτέ. Οι πρόσφατες δηλώσεις της Άγκελα Μέρκελ και του Φρανσουά Ολάντ, που αναδρομικά παρουσίασαν τις Συμφωνίες του Μινσκ ως τέχνασμα εξαγοράς χρόνου υπέρ της Ουκρανίας, έχουν στερήσει από την ευρωπαϊκή πλευρά κάθε αξιοπιστία στα μάτια των Ρώσων ιθυνόντων.
Και τα πράγματα κάνει πολύ χειρότερα στο σήμερα η ελαφρότητα της Πράσινης υπουργού Εξωτερικών της Γερμανίας Αναλένα Μπέρμποκ, η οποία την περασμένη Τρίτη δήλωσε ενώπιον της Κοινοβουλευτικής Συνέλευσης του Συμβουλίου της Ευρώπης ότι "διεξάγουμε πόλεμο με τη Ρωσία”.
Με τις δικές του δηλώσεις ο Σολτς επιχειρεί στην πραγματικότητα να ανασκευάσει εκ των υστέρων τα όσα είπε η Μπέρμποκ. Αποκαλύπτει έτσι για άλλη μία φορά τις διαφορές που τον χωρίζουν από την υπουργό του των Εξωτερικών, στους κόλπους ενός υπουργικού συμβουλίου όπου οι μεν Σοσιαλδημοκράτες πιέζουν για μια λιγότερο συγκρουσιακή εξωτερική πολιτική αλλά και για γενναία χρηματοδότηση των ενόπλων δυνάμεων, οι Πράσινοι υπερθεματίζουν σε ατλαντισμό αλλά προκρίνουν εφάμιλλη αύξηση των μη στρατιωτικών δαπανών υπέρ της διπλωματίας και οι Φιλελεύθεροι επιμένουν στους ισοσκελισμένους προϋπολογισμούς, ενώ όλοι μαζί μάχονται για την αυτοτέλεια του υπουργείου που ελέγχει ο καθένας.
Σε κάθε περίπτωση, η Γερμανία δυσκολεύεται ολοένα και περισσότερο με τους διεθνείς συνομιλητές της. Στις παρατηρήσεις του Σολτς ότι το ουκρανικό δεν είναι πρόβλημα ευρωπαϊκό, αλλά παγκόσμιας εμβέλειας, οι ηγέτες της Λατινικής Αμερικής απάντησαν ότι δεν πρόκειται να αποστείλουν οπλισμό στην Ουκρανία ή οποιαδήποτε άλλη εστία πολέμου.
Η δε εκπρόσωπος του ρωσικού υπουργείου Εξωτερικών Μαρία Ζαχάροβα κατηγόρησε τον Σολτς (απευθυνόμενη αποκλειστικά σε αυτόν, διότι, όπως είπε, δεν έχει νόημα να απευθυνθεί στη Μπέρμποκ) ότι κατέστρεψε την διπλωματική κληρονομιά της Γερμανίας, επικύρωσε την απώλεια της κυριαρχίας της και ξύπνησε εφιαλτικές μνήμες του Β' Παγκοσμίου Πολέμου με την αποστολή των αρμάτων Leopard-2.