Συνεχης ενημερωση

    Τρίτη, 30-Σεπ-2025 11:29

    Πώς η επαναφορά των κυρώσεων φέρνει πιο κοντά το Ιράν με την Κίνα και τη Ρωσία

    Πώς η επαναφορά των κυρώσεων φέρνει πιο κοντά το Ιράν με την Κίνα και τη Ρωσία
    • Εκτύπωση
    • Αποστολή με email
    • Προσθήκη στη λίστα ανάγνωσης
    • Μεγαλύτερο μέγεθος κειμένου
    • Μικρότερο μέγεθος κειμένου

    Του Κώστα Ράπτη

    Γιατί το Ισραήλ δείχνει να επείγεται για "έναν δεύτερο γύρο" σύγκρουσης με το Ιράν, παρά τα πενιχρά αποτελέσματα του "Πολέμου των Δώδεκα Ημερών” νωρίτερα φέτος; Διότι το "παράθυρο ευκαιρίας” για μια αναμέτρηση με το Ιράν από θέση υπεροπλίας κλείνει ταχύτατα – καθώς οι ευρασιατικές δυνάμεις εξοπλίζουν εντατικά τη σύμμαχό τους Ισλαμική Δημοκρατία, γεγονός που ιδίως για την Κίνα συνιστά ανατροπή της πολιτικής χαμηλού στρατιωτικού προφίλ εκτός συνόρων.

    Η επαναφορά από χθες Κυριακή (με αρχική πρωτοβουλία Βρετανίας, Γαλλίας και Γερμανίας) των διεθνών κυρώσεων κατά του Ιράν, βάσει του αυτόματου μηχανισμού (snapback) που ήταν ενσωματωμένος στη διεθνή συμφωνία (JCPOA) του 2015 για το πυρηνικό πρόγραμμα της Τεχεράνης, σχολιάζεται από τις δυτικές πρωτεύουσες ως προσπάθεια, υπό τύπον "μυώδους διπλωματίας”, να εξασφαλιστεί η συνεργασία του ιρανικού καθεστώτος με τη Διεθνή Υπηρεσία Ατομικής Ενέργειας (IAEA). Στην πραγματικότητα, ωστόσο, πρόκειται για προετοιμασία του εδάφους, ώστε να ενοχοποιηθεί το Ιράν για ό,τι είναι ενδεχομένως ήδη σχεδιασμένο να ακολουθήσει από πλευράς ΗΠΑ και Ισραήλ, διότι βεβαίως υπό καθεστώς κυρώσεων πολλαπλασιάζονται οι πιθανότητες να εγκαταλείψει η Τεχεράνη όχι απλώς τη συνεργασία με την IAEA, αλλά την ίδια τη Συνθήκη Μη Διάδοσης των Πυρηνικών Όπλων. Η κυβέρνηση του μεταρρυθμιστή Μασούντ Πεζεσκιάν ελίσσεται με αλλεπάλληλες διπλωματικές επαφές, όπως αυτές που πραγματοποίησε στο περιθώριο της Γενικής Συνέλευσης των Ηνωμένων Εθνών στη Νέα Υόρκη, ενώ την ίδια στιγμή το ιρανικό κοινοβούλιο, όπου κυριαρχούν οι συντηρητικοί, συνεδριάζει με αντικείμενο την αναθεώρηση του κρατικού πυρηνικού δόγματος, το οποίο απαγορεύει τη μετατροπή του πυρηνικού προγράμματος της χώρας σε στρατιωτικό.

    Οι "τρεις μεγάλοι” της Ευρώπης, οι οποίοι σε προηγούμενους καιρούς πρωτοστάτησαν στις ζυμώσεις οι οποίες οδήγησαν στην JCPOA, αποδείχθηκαν αδύναμοι να διασώσουν την ουσία της συμφωνίας μετά την εγκατάλειψή της από τον Ντόναλντ Τραμπ το 2018. Λειτουργούν, ωστόσο, σήμερα ως "διευκολυντές” μιας πολιτικής κλιμάκωσης των πιέσεων (ίσως και των στρατιωτικών εντάσεων), στο πλαίσιο πιθανότατα της προσπάθειάς τους να πετύχουν επωφελείς συμβιβασμούς με τον ένοικο του Λευκού Οίκου.

    Στην άλλη πλευρά, Ρωσία και Κίνα συσφίγγουν τις σχέσεις τους με την Τεχεράνη, καταγγέλλουν την επαναφορά των κυρώσεων και επιχείρησαν ανεπιτυχώς στο Συμβούλιο Ασφαλείας του ΟΗΕ να μεταθέσουν την έναρξή της κατά έξι μήνες. Όμως δεν περιορίζονται στις διπλωματικές κινήσεις.

    Το Ιράν επιβεβαίωσε επίσημα την προηγούμενη εβδομάδα την παραλαβή ρωσικών μαχητικών αεροσκαφών MiG-29, μια εξέλιξη που σηματοδοτεί την αποφασιστικότητα της Τεχεράνης να εκσυγχρονίσει την αεροπορία της παρά τις δεκαετίες κυρώσεων και την περιφερειακή απομόνωση. Σύμφωνα με το Defence Security Asia, ο Αμπουλφάζλ Ζοχρεβάντ, μέλος της επιτροπής εθνικής ασφάλειας και εξωτερικής πολιτικής του κοινοβουλίου του Ιράν, χαρακτήρισε την παράδοση ως "βραχυπρόθεσμη λύση”, εν αναμονή της άφιξης πιο προηγμένων πλατφορμών, όπως τα ρωσικά μαχητικά Su-35 και τα κινεζικά συστήματα πυραύλων εδάφους-αέρος μεγάλου βεληνεκούς HQ-9. Οι παρατηρήσεις του υπογραμμίζουν μια ευρύτερη στρατιωτική στροφή του Ιράν που περιλαμβάνει όχι μόνο ρωσικά αεροσκάφη, αλλά και προηγμένα συστήματα αεράμυνας τόσο από τη Ρωσία όσο και από την Κίνα, τοποθετώντας την Τεχεράνη σταθερά στην τροχιά των επεκτεινόμενων αμυντικών δικτύων της Μόσχας και του Πεκίνου. Ο Ζοχρεβάντ αποκάλυψε ότι τα MiG-29 βρίσκονται ήδη επιχειρησιακά σταθμευμένα στη Σιράζ, μία από τις πιο στρατηγικές αεροπορικές βάσεις του Ιράν, με αποστολή την υπεράσπιση των κεντρικών και νότιων περιοχών της Ισλαμικής Δημοκρατίας από πιθανές ισραηλινές ή αμερικανικές εισβολές. Ταυτόχρονα, επέμεινε ότι οι παραδόσεις Su-35 θα συνεχιστούν σταδιακά, περιγράφοντας το Flanker-E ως τη ραχοκοκαλιά της μελλοντικής αεροπορικής ισχύος του Ιράν, ενώ παράλληλα τόνισε ότι αυτές οι παραδόσεις "προχωρούν εντατικά”, παρά τις προηγούμενες αμφιβολίες που είχαν διατυπωθεί σχετικά με τη βιωσιμότητα της σχετικής συμφωνίας.

    Εξίσου σημαντικό είναι ότι ο Ζοχρεβάντ επιβεβαίωσε πως το HQ-9, ναυαρχίδα του κινεζικού συστήματος SAM μεγάλου βεληνεκούς, παραδίδεται ήδη σε "μεγάλες ποσότητες”, ενισχύοντας το πολυεπίπεδο αμυντικό δίκτυο του Ιράν και υπογραμμίζοντας τον επεκτεινόμενο ρόλο του Πεκίνου στην ενίσχυση της στρατιωτικής θέσης της Τεχεράνης.

    Οι αναλυτές επισημαίνουν ότι η παράλληλη παράδοση των MiG-29 και των συστημάτων HQ-9 παρέχει στο Ιράν μια ολοκληρωμένη αμυντική ασπίδα βραχείας έως μεγάλης εμβέλειας, επιτρέποντας στην Τεχεράνη να περιπλέξει τον σχεδιασμό εχθρικών επιθέσεων και να επεκτείνει την επιτήρηση με ραντάρ βαθιά στον αμφισβητούμενο εναέριο χώρο. Η πρόοδος των παραδόσεων Su-35, εάν συνεχιστεί, θα σηματοδοτήσει το σημαντικότερο άλμα του Ιράν στην αεροπορική ισχύ από την Επανάσταση του 1979, παρέχοντάς του μαχητικά αεροσκάφη πολλαπλών ρόλων ικανά να αμφισβητήσουν τις ισραηλινές αεροπορικές δυνάμεις και τις αεροπορικές δυνάμεις του Κόλπου τόσο σε αμυντικές όσο και σε επιθετικές αποστολές. Συνδέοντας ταυτόχρονα την προσπάθεια εκσυγχρονισμού του με τη Μόσχα και το Πεκίνο, το Ιράν ουσιαστικά δημιουργεί μια γραμμή εφοδιασμού διπλής προέλευσης που μειώνει την ευπάθειά του σε γεωπολιτικές πιέσεις από οποιονδήποτε μεμονωμένο εταίρο, ενώ παράλληλα σηματοδοτεί την πρόθεσή του να αγκυροβοληθεί σταθερά εντός ενός άξονα άμυνας της Ευρασίας.

    Αξίζει να σημειωθεί ότι στο περιθώριο της Γενικής Συνέλευσης των Ηνωμένων Εθνών, η Ρωσία, η Κίνα, το Ιράν και το Πακιστάν πραγματοποίησαν την προηγούμενη εβδομάδα, κατόπιν ρωσικής προσκλήσεως, τετραμερή συνάντηση σε επίπεδο υπουργών Εξωτερικών, την τέταρτη κατά σειρά, με αντικείμενο την κατάσταση στο Αφγανιστάν. Προϊόν της συνάντησης υπήρξε η συνυπογραφή κοινής δήλωσης με την οποία υπεραμύνονται της ανεξαρτησίας και ακεραιότητας του Αφγανιστάν, της (υπό όρους πολιτικής και εθνοτικής συμπεριληπτικότητας και σεβασμού των δικαιωμάτων των γυναικών) ενσωμάτωσης του καθεστώτος των Ταλιμπάν στην περιφερειακή τάξη, της συνέχισης της απροϋπόθετης ροής βοήθειας προς τον αφγανικό πληθυσμό (με το βάρος να πέφτει κυρίως στις χώρες του ΝΑΤΟ, που κατονομάζονται ως κατεξοχήν υπεύθυνες για την παρούσα κατάσταση). Κυρίως, όμως, οι "τέσσερις" στέκονται στην ανάγκη να κατασταλεί το ναρκεμπόριο και η παρουσία τζιχαντιστικών ομάδων (έξω από τον έλεγχο των Ταλιμπάν), ενώ αποκρούεται κάθε σκέψη για επαναφορά της στρατιωτικής παρουσίας στο Αφγανιστάν τρίτων δυνάμεων – όπως, εννοείται, οι ΗΠΑ του Ντόναλντ Τραμπ, ο οποίος διεκδικεί την ανάκτηση της βάσης του Μπαγκράμ.

    ΣΑΣ ΑΡΕΣΕ ΤΟ ΑΡΘΡΟ;

    ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ