Σάββατο, 21-Ιουν-2025 08:00
ΗΠΑ: Από υπερδύναμη αρχών σε Αμερική του Τραμπ

Κατά τη διάρκεια του τελευταίου αιώνα, η εξωτερική πολιτική των Ηνωμένων Πολιτειών της Αμερικής βασίστηκε στη θεμελιώδη αρχή ότι η χώρα θα μπορούσε να ευημερήσει προσφέροντας βοήθεια στους συμμάχους και τους γείτονές της – ότι δηλαδή η ηθική προσφορά συνοδευόταν κατά κανόνα από υλικές ανταμοιβές. Η κυβέρνηση του προέδρου Ντόναλντ Τραμπ, ωστόσο, έχει αποδομήσει αυτή τη φιλοσοφία με εντυπωσιακή ταχύτητα. Ο τρόπος με τον οποίο θα αντιδράσουν τα υπόλοιπα θεσμικά όργανα των ΗΠΑ, άλλες χώρες και πολυεθνικές επιχειρήσεις τα επόμενα χρόνια θα καθορίσει σε μεγάλο βαθμό το μέλλον του πλανήτη.
Οι ΗΠΑ, καθ’ όλη την πορεία τους ως διεθνής δύναμη, διακρίνονταν για τη φλογερή ρητορική και τις αρχές μιας αλτρουιστικής διπλωματίας. Το 1947 ο υπουργός Εξωτερικών Τζορτζ Μάρσαλ, απευθυνόμενος στους φοιτητές του Χάρβαρντ, δήλωνε: "Δεν χρειάζεται να σας πω ότι η παγκόσμια κατάσταση είναι πολύ σοβαρή".
Με αυτά τα λόγια εισήγαγε το περίφημο Σχέδιο Μάρσαλ, το πρόγραμμα ανοικοδόμησης της κατεστραμμένης από τον Β' Παγκόσμιο Πόλεμο Ευρώπης. "Είναι λογικό οι ΗΠΑ να κάνουν ό,τι είναι δυνατόν για να συμβάλουν στην αποκατάσταση της οικονομικής υγείας του κόσμου – χωρίς την οποία δεν μπορεί να υπάρξει πολιτική σταθερότητα και διαρκής ειρήνη".
Το Σχέδιο Μάρσαλ, ύψους περίπου 170 δισεκατομμυρίων δολαρίων σε σημερινές τιμές, έχει δικαίως υμνηθεί από τους ιστορικούς. Δεν ήταν το πρώτο δείγμα τέτοιας πολιτικής. Μέσω του προγράμματος "δανεισμού και μίσθωσης", ο Φράνκλιν Ρούζβελτ είχε προμηθεύσει τη Μεγάλη Βρετανία με όπλα κατά του ναζισμού, χωρίς οικονομικά ανταλλάγματα, λέγοντας χαρακτηριστικά: "Όταν το σπίτι του γείτονα καίγεται, του δίνεις το λάστιχο να σβήσει τη φωτιά – δεν διαπραγματεύεσαι την τιμή". Ο Ουίνστον Τσόρτσιλ χαρακτήρισε την ενέργεια αυτή "την πιο ανιδιοτελή πράξη στην καταγεγραμμένη ιστορία".
Φυσικά, οι ΗΠΑ έχουν κατά καιρούς αποτύχει να τηρήσουν τις ίδιες τους τις αρχές. Ο πόλεμος στο Βιετνάμ, η στήριξη αυταρχικών καθεστώτων στη Μέση Ανατολή και τη Λατινική Αμερική, η εισβολή στο Ιράκ και το σκάνδαλο του Αμπού Γκράιμπ αποτελούν σκοτεινές σελίδες στην ιστορία τους. Όμως, ανεξαρτήτως κομματικής προέλευσης, οι περισσότεροι πρόεδροι διατήρησαν την εικόνα των ΗΠΑ ως ηθικής υπερδύναμης. Από τον Τζίμι Κάρτερ, που τοποθέτησε τα ανθρώπινα δικαιώματα στο επίκεντρο της εξωτερικής του πολιτικής, έως τον Ρόναλντ Ρίγκαν, που συνδύαζε την ηθική ρητορική με σκληρή αντικομμουνιστική στάση, η ηθική ηγεσία των ΗΠΑ θεωρείτο αδιαπραγμάτευτη.
Ο Τραμπ βασίζεται σε μια διαφορετική παράδοση της αμερικανικής πολιτικής: τον απομονωτισμό, τον εθνικισμό και το στενό οικονομικό συμφέρον. Οι πολιτικοί του πρόγονοι είναι ο Χένρι Φορντ, ο ραδιοφωνικός δημαγωγός Τσαρλς Κάφλιν και ο γερουσιαστής ΜακΚάρθι - όλοι τους υπερασπίζονταν την άποψη ότι η ασφάλεια και η ευημερία στο εσωτερικό είχαν προτεραιότητα έναντι οποιασδήποτε διεθνούς αποστολής. Όπως δήλωσε χαρακτηριστικά ο υπουργός Εξωτερικών Μάρκο Ρούμπιο κατά την ακρόασή του στη Γερουσία: "Κάθε δολάριο Αμερικανού φορολογούμενου πρέπει να ξοδεύεται σοφά, με αποκλειστικό γνώμονα το συμφέρον της Αμερικής". Ο ίδιος ο Τραμπ διατύπωσε το δόγμα πιο ωμά στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης: "Τέρμα η δωρεάν αρωγή. Από εδώ και πέρα δίνουμε μόνο δάνεια. Αν δεν μας πληρώνουν, δεν θα παίρνουν τίποτα".
Η κυβέρνηση Τραμπ εφάρμοσε αμέσως το νέο δόγμα. Διέλυσε την Αμερικανική Υπηρεσία για τη Διεθνή Ανάπτυξη (USAID), περιέκοψε πάνω από 80% των επιχορηγήσεων προς αναπτυσσόμενες χώρες και ανέστειλε τμήματα του προγράμματος PEPFAR κατά του ιού HIV, που είχε ξεκινήσει ο Τζορτζ Μπους. Επιπλέον, αποσύρθηκε από διεθνείς συμφωνίες για το κλίμα και την υγεία, διέκοψε τη χρηματοδότηση προς τον Παγκόσμιο Οργανισμό Εμπορίου και πάγωσε την εφαρμογή νόμων κατά της διαφθοράς, στο όνομα της ενίσχυσης των αμερικανικών επιχειρήσεων. Πρόκειται για την πιο ωμή μορφή απομονωτισμού.
Ο κόσμος πράγματι αντιδρά. Σε δημοσκόπηση της Ipsos σε 29 χώρες, μόνο το 46% των ερωτηθέντων δήλωσε ότι οι ΗΠΑ θα έχουν θετική επίδραση στο μέλλον της ανθρωπότητας – έναντι 59% το προηγούμενο φθινόπωρο. Στον Καναδά, η μείωση της εμπιστοσύνης ήταν η μεγαλύτερη στην ιστορία της έρευνας: 33 ποσοστιαίες μονάδες. Για πρώτη φορά, περισσότεροι πολίτες παγκοσμίως πιστεύουν ότι η Κίνα θα έχει θετικότερο ρόλο στις διεθνείς εξελίξεις.
Αν οι αρχές και οι αξίες συνιστούν έναν τρόπο άσκησης ήπιας ισχύος –δηλαδή επιρροής μέσω του θαυμασμού και της εθελοντικής συνεργασίας– τότε ο Τραμπ εγκατέλειψε συνειδητά αυτό το πλεονέκτημα. Ο Αμερικανός πρόεδρος δεν ενδιαφέρεται για το εάν οι άλλοι θαυμάζουν την Αμερική. Θέλει να τον θαυμάζουν προσωπικά. Δεν τον νοιάζει αν η εικόνα της αμερικανικής κοινωνίας μεταφράζεται σε στήριξη της εξωτερικής πολιτικής των ΗΠΑ. Η Κίνα, παρά το γεγονός ότι δεν δίνει βάρος στα ανθρώπινα δικαιώματα, την ελευθερία του Τύπου ή τον ηθικό καπιταλισμό, φαίνεται να επωφελείται από αυτό το κενό.
Η ευθύνη πλέον πέφτει στους ώμους άλλων θεσμών, ώστε να επιβραδύνουν ή να αντισταθμίσουν την ηθική υποχώρηση της Αμερικής. Αν και το Κογκρέσο δείχνει διστακτικό, τα αμερικανικά δικαστήρια έχουν ενεργοποιηθεί: έχουν ακυρώσει εκτελεστικά προεδρικά διατάγματα, έχουν αποκαταστήσει βίζες σε φοιτητές και έχουν προστατεύσει μέσα όπως το Radio Free Europe. Παράλληλα, άλλες χώρες αναλαμβάνουν ηγετικό ρόλο. Ενώ οι ΗΠΑ χαλαρώνουν περιβαλλοντικές υποχρεώσεις, η Ευρωπαϊκή Ένωση θέτει αυστηρότερους κανόνες. Ενώ οι ΗΠΑ εγκατέλειπαν τη μάχη κατά της διαφθοράς, ευρωπαϊκές αρχές συγκρότησαν διεθνή ομάδα ελέγχου για τις πολυεθνικές.
Το 1947 ο Τζορτζ Μάρσαλ δήλωνε με βεβαιότητα: "Η πολιτική μας δεν στρέφεται ενάντια σε κάποια χώρα ή ιδεολογία, αλλά ενάντια στην πείνα, τη φτώχεια, την απελπισία και το χάος". Σήμερα, η κυβέρνηση Τραμπ υποστηρίζει ότι αυτή η προσέγγιση ζημίωσε την Αμερική. Αυτή είναι η ουσία του Δόγματος Τραμπ: το όραμα του Μάρσαλ θεωρείται πλέον ξεπερασμένο.
Απόδοση - Επιμέλεια: Γιώργος Δ. Παυλόπουλος