Του Νίκου Σιακαντάρη*
Η πρόσφατη Απόφαση ΔΕΔ 1343/2025 σχετικά με την αλληλέγγυα και εις ολόκληρον ευθύνη του φορολογικού αντιπροσώπου για την απόδοση ΦΠΑ υπενθυμίζει, με τρόπο απολύτως σαφή, ότι ο θεσμός αυτός αποτελεί κρίσιμο εργαλείο για την προστασία των δημοσίων εσόδων. Ταυτόχρονα όμως αναδεικνύει και τις αδυναμίες του ισχύοντος πλαισίου, οι οποίες δημιουργούν σημαντικά λειτουργικά και επιχειρηματικά ζητήματα.
Η ευθύνη του αντιπροσώπου στηρίζεται στα άρθρα 55 περ. α’ και 36 παρ. 7 του Κώδικα ΦΠΑ. Ο νομοθέτης έχει από χρόνια υιοθετήσει μια αυστηρή λογική:
Από τη στιγμή που ένα φυσικό ή νομικό πρόσωπο αποδέχεται τον ρόλο του φορολογικού αντιπροσώπου, καθίσταται αυτοδικαίως συνυπόχρεο με τον υπόχρεο για κάθε ζήτημα δήλωσης και απόδοσης ΦΠΑ. Η Φορολογική Διοίκηση δικαιούται να στραφεί απευθείας εναντίον του χωρίς να απαιτείται προηγούμενη διερεύνηση ή εξάντληση ενεργειών κατά του αλλοδαπού υπόχρεου.
Η ερμηνεία αυτή, όπως επιβεβαιώνεται και από τη ΔΕΔ, έχει συνεκτική νομική βάση και υπηρετεί έναν βασικό στόχο: τη διασφάλιση ότι το Δημόσιο δεν θα παραμείνει εκτεθειμένο σε περιπτώσεις φορολογικών οφειλών επιχειρήσεων που δεν διαθέτουν ουσιαστική παρουσία στην Ελλάδα.
Το θεσμικό κενό: απουσία προστατευτικών μηχανισμών για τον αντιπρόσωπο
Παρά τη νομική ορθότητα της απόφασης, το πλαίσιο αυτό έχει μια σημαντική αδυναμία:
δεν προβλέπει μηχανισμούς ισορροπίας και ασφαλιστικές δικλείδες για τον ίδιο τον φορολογικό αντιπρόσωπο.
Σήμερα δεν υπάρχουν:
-
Δυνατότητα περιορισμού της ευθύνης ανάλογα με το είδος των συναλλαγών,
-
Ειδική ασφαλιστική κάλυψη προσαρμοσμένη στον θεσμό,
-
Διαδικασία απαλλαγής ευθύνης σε περιπτώσεις απάτης ή παραπλάνησης από τον αλλοδαπό υπόχρεο,
-
Πλαίσιο διαβάθμισης κινδύνου ανάλογα με το ύψος ή τη συχνότητα των συναλλαγών.
Αυτό οδηγεί σε ένα ασύμμετρο μοντέλο, όπου ο αντιπρόσωπος αναλαμβάνει πλήρη ευθύνη χωρίς να διαθέτει αντίστοιχα εργαλεία ελέγχου ή προστασίας. Το αποτέλεσμα είναι ότι αρκετοί επαγγελματίες αποφεύγουν να αναλάβουν τον ρόλο αυτό, περιορίζοντας την ευχέρεια ξένων εταιρειών να δραστηριοποιηθούν με σταθερό και θεσμικά ασφαλή τρόπο στην Ελλάδα.
Ανάγκη για εξορθολογισμό του θεσμικού πλαισίου
Η ΔΕΔ δεν δημιουργεί το πρόβλημα· απλώς το αναδεικνύει.
Το ισχύον πλαίσιο εκπληρώνει τον σκοπό της αποτελεσματικής είσπραξης ΦΠΑ. Ωστόσο, σε μια σύγχρονη οικονομία που επιδιώκει επενδύσεις, ψηφιακή δραστηριότητα και διεθνή παρουσία, η εξέλιξη του θεσμού του φορολογικού αντιπροσώπου είναι πλέον αναγκαία.
Ένας εξορθολογισμός θα μπορούσε να περιλαμβάνει:
-
Θέσπιση ασφαλιστικού μηχανισμού (insurance-backed guarantee) για την κάλυψη της ευθύνης σε συγκεκριμένες περιπτώσεις.
-
Διαβάθμιση ευθύνης ανάλογα με το προφίλ κινδύνου του υπόχρεου ή το αντικείμενο δραστηριότητας.
-
Προστατευτική ρήτρα για αποδεδειγμένες περιπτώσεις απάτης ή παραπλάνησης.
-
Ηλεκτρονική πλατφόρμα συνεχούς παρακολούθησης υποχρεώσεων ώστε ο αντιπρόσωπος να έχει πραγματικό έλεγχο των δηλωτικών και πληρωτικών ενεργειών.
-
Επανεξέταση της υποχρεωτικότητας του θεσμού στις περιπτώσεις που η επιχείρηση διαθέτει σταθερό τόπο εγκατάστασης ή εγκατάσταση μέσω One-Stop-Shop.
Συμπέρασμα
Η Απόφαση ΔΕΔ 1343/2025 είναι νομικά τεκμηριωμένη και εναρμονίζεται με την πάγια διοικητική πρακτική. Παράλληλα όμως αναδεικνύει την ανάγκη να μεταβούμε σε ένα πιο ισορροπημένο και λειτουργικά σύγχρονο πλαίσιο, το οποίο θα προστατεύει μεν τα συμφέροντα του Δημοσίου, αλλά και θα παρέχει εύλογη ασφάλεια στους επαγγελματίες που αναλαμβάνουν τον ρόλο του φορολογικού αντιπροσώπου.
Η ενίσχυση και ο εξορθολογισμός του θεσμού δεν είναι μόνο θέμα φορολογικής τεχνικής· αποτελεί βασική προϋπόθεση για μια πιο ανοικτή, διαφανή και προβλέψιμη οικονομία που θέλει να προσελκύει σοβαρή διεθνή δραστηριότητα.
*Managing Partner, Andersen in Greece