Παρασκευή, 19-Δεκ-2025 00:05
Γιατί η στρατηγική ασφαλείας "Πρώτα η Αμερική" του Τραμπ είναι παραπλανητική και επικίνδυνη
Τα πλήγματα που διέταξε η κυβέρνηση των ΗΠΑ στην Καραϊβική έχουν ανησυχήσει ακόμη και Ρεπουμπλικανούς, μέλη του Κογκρέσου -πλήγματα που αποτελούν μια παράνομη, ανήθικη και σαφώς αντιστρατηγική χρήση ενός εξαιρετικά επαγγελματικού στρατού. Κι όμως, η Εθνική Στρατηγική Ασφαλείας του 2025, που δημοσιεύθηκε την περασμένη εβδομάδα παρουσιάζει τα πλήγματα ως μια νόμιμη εφαρμογή του "δόγματος Τραμπ στο Δόγμα Μονρόε” και ως μία από τις πολλές "στοχευμένες αναπτύξεις" για την ασφάλιση των συνόρων και την καταπολέμηση των καρτέλ.
Αυτό το στρατηγικό έγγραφο επικεντρώνει την προσοχή των ΗΠΑ στο Δυτικό Ημισφαίριο. Ειδικότερα, υποβιβάζει στρατηγικά κρίσιμες περιοχές και συμμάχους, και στην περίπτωση της Ευρώπης, φτάνει σε ανοιχτή υπονόμευση. Υποτιμά την ΕΕ "και άλλους υπερεθνικούς οργανισμούς που υπονομεύουν την πολιτική ελευθερία και κυριαρχία”, ενώ υπονοεί ότι τα δεξιά, εθνοκεντρικά κόμματα της Ευρώπης μπορούν να λειτουργήσουν ως μέσα για "την καλλιέργεια αντίστασης στην τρέχουσα πορεία της Ευρώπης”. Η στρατηγική μοιάζει με το διττό πρόσωπο μιας αποσυντιθέμενης εγχώριας συνταγματικής τάξης, προσφέροντας γεωπολιτική κάλυψη για την εγχώρια αυταρχική διακυβέρνηση και την εταιρική μεγαλοπρέπεια.
Τα εθνικά στρατηγικά έγγραφα συνήθως επικεντρώνονταν σε εξωτερικές απειλές, από τη Σοβιετική Ένωση μέχρι τη διεθνιστική τζιχαντιστική τρομοκρατία και την Κίνα. Οι σημαντικοί κίνδυνοι για τα αμερικανικά συμφέροντα δεν βρίσκονται εντός των ΗΠΑ ή κατά μήκος των γεωγραφικών τους μηκών.
Η Κίνα διαθέτει 600 πυρηνικές κεφαλές, ένα επιθετικό πρόγραμμα επέκτασης και εκσυγχρονισμού του πυρηνικού της οπλοστασίου, ελάχιστο ενδιαφέρον για τον έλεγχο των εξοπλισμών, ένα ναυτικό ανοικτής θαλάσσης, μια τεράστια βιομηχανική βάση και εχθρικά σχέδια για την Ταϊβάν, έναν εταίρο των ΗΠΑ που εξαρτάται από την αμερικανική υποστήριξη για την άμυνά του, όμως η νέα στρατηγική παραμένει μάλλον "σιωπηλή" απέναντι στην Κίνα.
Το Ιράν έχει φυλάξει αρκετό σχάσιμο υλικό ώστε να μπορεί να παράγει έως και 10 πυρηνικές κεφαλές και θεωρείται αρκετά σοβαρή στρατηγική απειλή ώστε να δικαιολογεί μια αμερικανική αεροπορική εκστρατεία με χρήση προηγμένων συμβατικών όπλων. Το Ισλαμικό Κράτος, ένα αμείλικτα βίαιο ισλαμιστικό κίνημα με βάση τη Μέση Ανατολή, εμπνέει επιθέσεις εναντίον Αμερικανών και συμμάχων των ΗΠΑ.
Η Ρωσία έχει εισβάλει σε έναν ευρωπαϊκό γείτονα, έχει σκοτώσει τουλάχιστον 75.000 αμάχους και στρατιώτες, έχει στείλει ένοπλα drones και μαχητικά αεροσκάφη στον εναέριο χώρο συμμάχων του ΝΑΤΟ και έχει απειλήσει ανοιχτά την ασφάλεια άλλων.
Η κυβέρνηση Τραμπ δικαιολογεί τον προτεινόμενο προϋπολογισμό άμυνας του $1 τρισ., επικαλουμενη αυτές τις απειλές από μακροχρόνιους αντιπάλους και η πρόσφατα δημοσιευμένη Εθνική Στρατηγική Ασφαλείας τις αναφέρει τυπικά. Όμως η έκκλησή της για "αναπροσαρμογή της παγκόσμιας στρατιωτικής παρουσίας μας ώστε να αντιμετωπιστούν άμεσες απειλές στο ημισφαίριό μας” προδίδει μια βαθύτερη στρατηγική εσφαλμένη εκτίμηση, καθώς αποστραγγίζει πόρους από περιοχές που παραμένουν στρατηγικά κρίσιμες, προκειμένου να προωθηθεί η καταδίωξη λατινοαμερικανικών εγκληματικών συμμοριών και φανταστικών ομάδων antifa.
Η Βόρεια και η Νότια Διοίκηση των ΗΠΑ, που καλύπτουν το Δυτικό Ημισφαίριο, παραδοσιακά διαθέτουν σχετικά περιορισμένους πόρους, αλλά με τη συσσώρευση αμερικανικών δυνάμεων στην Καραϊβική απορροφούν πλέον μέσα που κανονικά κατανέμονται στη Διοίκηση Ινδο-Ειρηνικού, τη Διοίκηση Ευρώπης και τη Διοίκηση Κεντρικής Περιοχής, οι οποίες είναι υπεύθυνες για πιο απαιτητικές περιοχές.
Το πιο σημαντικό είναι ότι, με πρόσχημα την προστασία της χώρας από την "πολιτισμική υπονόμευση” και την άσκηση "πλήρους ελέγχου των συνόρων μας”, η στρατηγική υφαίνει μαζί τις εσωτερικές και διεθνείς ατζέντες του America First και ενοποιεί τη Βόρεια και τη Νότια Αμερική ως μία γεωπολιτική ενότητα. Αυτή η αναδιάρθρωση έχει βαθιές στρατηγικές συνέπειες.
Πρώτον, συρρικνώνει το αμυντικό περίγραμμα των ΗΠΑ στις ακτογραμμές αυτών των δύο ηπείρων, μακριά από τις περιοχές της Ασίας-Ειρηνικού, της Ευρώπης και της Μέσης Ανατολής που το καθόρισαν από τη δεκαετία του 1950. Δεύτερον, καταργεί όρια και περιορισμούς στη χρήση του στρατού από τον πρόεδρο.
Η νέα στρατηγική καθιερώνει μια ουσιαστικά αδιαφοροποίητη ηπειρωτική "πατρίδα" -δηλαδή τη Βόρεια και τη Νότια Αμερική- στην οποία ο πρόεδρος είναι ελεύθερος να ενεργεί μονομερώς. Οτιδήποτε αντιλαμβάνεται ως κακή συμπεριφορά μέσα σε αυτόν τον χώρο μετατρέπεται σε πρόβλημα εθνικής ασφάλειας που απαιτεί δράση, παρόλο που η περιοχή παραμένει σταθερή.
Ένα πιθανό όφελος ενός συρρικνωμένου αμυντικού περιγράμματος και μιας μειωμένης προβολής δύναμης θα μπορούσε να είναι μεγαλύτερη αυτοσυγκράτηση. Η παραδοσιακή προωθημένη άμυνα των ΗΠΑ της προσέφερε στρατηγικό βάθος και ταχεία ανταπόκριση σε κρίσεις, αλλά έχει κακοδιαχειριστεί αυτά τα πλεονεκτήματα με βιαστικές επεμβάσεις, ιδίως στον πόλεμο του Ιράκ το 2003. Σε κάθε περίπτωση, οι κίνδυνοι αυτής της απομονωτικής στρατηγικής είναι πολύ μεγαλύτεροι. Όταν η Εθνική Στρατηγική Ασφαλείας προβλέπει "τη χρήση θανατηφόρας δύναμης για να αντικαταστήσει τη στρατηγική αποκλειστικά αστυνόμευσης των τελευταίων δεκαετιών" στο Δυτικό Ημισφαίριο, αναφέρεται στην προληπτική στρατιωτική επιχείρηση που βρίσκεται ήδη σε εξέλιξη εναντίον των καρτέλ ναρκωτικών, χωρίς σοβαρή αναφορά στα σύνορα.
Η πιο εμφανής κίνηση σε εκείνον τον πόλεμο είναι η χρήση αμερικανικών δυνάμεων για τη δολοφονία φερόμενων εμπόρων ναρκωτικών, που χαρακτηρίζονται λανθασμένα ως "τρομοκράτες" και δεν αποτελούν άμεση απειλή για Αμερικανούς, σε σκάφη της Βενεζουέλας σε διεθνή ύδατα.
Οι αντίπαλοι των ΗΠΑ θα έχουν σίγουρα προσέξει προσεκτικά τις δηλώσεις της κυβέρνησης Τραμπ για το Πόρτλαντ του Όρεγκον το 2025, σαν να ήταν το Στάλινγκραντ το 1943, καθώς και την κριτική και την αποστασιοποίηση του προέδρου από τους Αμερικανούς συμμάχους. Θα δουν ενισχυμένες ευκαιρίες να καλλιεργήσουν εσωτερικές εντάσεις στις ΗΠΑ -όπως κάνει η Ρωσία τουλάχιστον εδώ και μια δεκαετία- και έτσι να εντείνουν την περιορισμένη προσοχή της κυβέρνησης στους εγχώριους "εχθρούς" και να εμπλουτίσουν τα πρόσχηματά της για την στοχοποίησή τους. Η κυβέρνηση Τραμπ μπορεί τότε να ανταποδώσει τη χάρη, διατηρώντας τον όρκο της να υπονομεύσει την πολιτική ακεραιότητα της ΕΕ και του ΝΑΤΟ.
Παρά την παραπληροφόρηση της κυβέρνησης, η Καραϊβική δεν είναι ζώνη πολέμου. Αν οι εγχώριες στρατιωτικές επιχειρήσεις καταστούν θανατηφόρες, αν η στρατιωτική στοχοποίηση υπόπτων εγκληματιών γίνει μόνιμη πρακτική ή αν η κυβέρνηση Τραμπ προβεί σε εξαναγκαστική αλλαγή καθεστώτος στη Βενεζουέλα, το κύρος και η επιρροή των ΗΠΑ θα μειωθούν ακόμη περισσότερο. Η χώρα θα μείνει με υποβαθμισμένη εθνική ασφάλεια καθώς και μια διαλυμένη συνταγματική τάξη. Ίσως μάλιστα να αντιμετωπίσει "πολιτισμική εξάλειψη.”
Ο Steven Simon διδάσκει στο Dartmouth και κατείχε ανώτερες θέσεις στο Στέιτ Ντιπάρτμεντ και στο Εθνικό Συμβούλιο Ασφαλείας. Ο Jonathan Stevenson είναι ανώτερος ερευνητής στο Διεθνές Ινστιτούτο Στρατηγικών Μελετών και διευθυντής σύνταξης του περιοδικού Survival.
© 2025 Διατίθεται από το "The New York Times Licensing Group"