Παρασκευή, 20-Ιουν-2025 00:05
Το λάθος μήνυμα που έστειλε ο Τραμπ μέσω Λος Άντζελες

Ο Αμερικανός πρόεδρος Ντόναλντ Τραμπ πιστεύει ότι έστειλε ένα μήνυμα. Αναπτύσσοντας διαδοχικά κύματα από άνδρες της Εθνοφρουράς και πεζοναύτες στο Λος Άντζελες, προσπάθησε να δείξει ότι είναι ισχυρός και έχει τον έλεγχο και πως όποιος διαμαρτύρεται για τις πολιτικές του θα πληρώσει το τίμημα. Αυτή είναι μια κλασική στρατηγική αποτροπής: χτυπάς δυνατά σε ένα μέρος για να φοβίσεις τους Αμερικανούς ώστε να μείνουν σπίτι.
Αλλά αυτή η στρατηγική συχνά έχει τα αντίθετα αποτελέσματα. Αν η πλειοψηφία των διαδηλωτών ανά τις ΗΠΑ απορρίψει στο μέλλον τη βία, ο Τραμπ μπορεί να καταλήξει να αποδείξει το αντίθετο από αυτό που σκόπευε: ότι φοβάται, ότι οι διαδηλωτές είναι πειθαρχημένοι και ότι η απειλή δεν είναι ο λαός - είναι ο ίδιος ο πρόεδρος.
Οι ειδικοί στην αντιμετώπιση των εξεγέρσεων έχουν κατανοήσει εδώ και καιρό αυτή τη δυναμική. Αν θέλετε να οδηγήσετε έναν πληθυσμό στη ριζοσπαστικοποίηση, δεν υπάρχει πιο γρήγορος τρόπος από το να χρησιμοποιήσετε δυσανάλογη βία εναντίον αμάχων. Ο Ντέιβιντ Κίλκαλεν, πρώην ανώτερος σύμβουλος του στρατηγού Ντέιβιντ Πετρέους στο Ιράκ, ξεκαθάρισε το εξής: Η υπέρμετρη κρατική βία δεν επιλύει τις πολιτικές διαφωνίες, αλλά τις οξύνει περαιτέρω.
Μια άλλη ομοσπονδιακή αρχή, το FBI, έμαθε αυτό το μάθημα με τον δύσκολο τρόπο. Το 1992 στο Ruby Ridge του Άινταχο, ένας ελεύθερος σκοπευτής του FBI πυροβόλησε και σκότωσε τη σύζυγο του Ράντι Γουίβερ ενώ στεκόταν στην πόρτα του σπιτιού της, κρατώντας το μωρό της. Το FBI είχε κληθεί να υποστηρίξει τους σερίφηδες της περιοχής που προσπαθούσαν να συλλάβουν τον Γουίβερ.
Ένα χρόνο αργότερα, στο Waco του Τέξας, ομοσπονδιακοί πράκτορες ενεπλάκησαν σε μια αντιπαράθεση 51 ημερών με τους Branch Davidians, μια θρησκευτική αίρεση της οποίας ο ηγέτης, Ντέιβιντ Κορές ήταν υπό έρευνα για φερόμενη κακοποίηση παιδιών και παράνομη κατοχή όπλων. Η πολιορκία κατέληξε σε καταστροφή: Το συγκρότημα κατοικιών τυλίχτηκε στις φλόγες και περισσότεροι από 75 άνθρωποι, συμπεριλαμβανομένων τουλάχιστον 20 παιδιών, σκοτώθηκαν. Η εμπιστοσύνη του κοινού στις ομοσπονδιακές αρχές επιβολής του νόμου κατρακύλησε. Οι ένοπλες μη κυβερνητικές ομάδες εξερράγησαν σε μέγεθος και αριθμό. Ο Τίμοθι ΜακΒέι αργότερα ανέφερε το Waco ως έναν από τους λόγους για τους οποίους έβαλε τη βόμβα στο ομοσπονδιακό κτίριο της Οκλαχόμα Σίτι το 1995.
Από τότε, το FBI είναι πιο προσεκτικό όταν αντιμετωπίζει Αμερικανούς πολίτες, ειδικά ένοπλους. Το 2014, με τον κτηνοτρόφο της Νεβάδα, Κλάιβεν Μπάντι να αρνείται να πληρώσει ομοσπονδιακά τέλη έχοντας δίπλα του εκατοντάδες ένοπλους υποστηρικτές για να αντιμετωπίσουν τους ομοσπονδιακούς πράκτορες, οι αρχές επιβολής του νόμου επέλεξαν να υποχωρήσουν, αντί να διακινδυνεύσουν άλλο ένα Waco. Και δύο χρόνια αργότερα, κατά τη διάρκεια της κατάληψης του Εθνικού Καταφυγίου Άγριας Ζωής Malheur στο Όρεγκον το 2016 (αυτή τη φορά με επικεφαλής τους γιους του Μπάντι, Άμμον και Ράιαν Μπάντι), το FBI και πάλι έδειξε υπομονή. Για εβδομάδες οι πράκτορες απέφευγαν μια άμεση αντιπαράθεση, επιλέγοντας να περιμένουν, να διαπραγματεύονται και να αποκλιμακώνουν. Φαίνεται τελικά ότι αυτή η στρατηγική είναι πιο αποτελεσματική στην αποφυγή της βίας.
Αυτές οι επιλογές δεν έγιναν λόγω αδυναμίας. Έδειχναν απλά εξυπνάδα. Το FBI γνώριζε ότι μια δυσανάλογη αντίδραση θα μπορούσε να διαβρώσει την εμπιστοσύνη του κόσμου, ενδεχομένως πυροδοτώντας αντικυβερνητική βία. Αλλά αυτή η θεσμική μνήμη φαίνεται πια να έχει ξεθωριάσει.
Ο Τραμπ επέστρεψε στον Λευκό Οίκο και βρίσκεται στο επίκεντρο των αποφάσεων που λαμβάνουν όλες οι υπηρεσίες που βρίσκονται υπό τον έλεγχό του. Ο Πιτ Χέγκσεθ, ένα πιστό στέλεχος του Τραμπ, διαχειρίστηκε την ανάπτυξη των ομοσπονδιακών δυνάμεων στο Λος Άντζελες. Μαζί με άλλα μέλη του υπουργικού συμβουλίου, όπως η Κρίστι Νόεμ και ο Κας Πατέλ, που έχουν εμπλακεί για να υποστηρίξουν αυτές τις προσπάθειες, το μήνυμα ήταν σαφές: Η μετριοπάθεια και η συνταγματική αυτοσυγκράτηση έχουν εξαφανιστεί. Ο Λευκός Οίκος δίνει προτεραιότητα στην αφοσίωση, την επιθετικότητα και τις δημόσιες επιδείξεις δύναμης.
Αυτό που μπορεί να μην καταλαβαίνει όμως είναι ότι βάζοντας την Εθνοφρουρά και τον στρατό απέναντι σε Αμερικανούς διαδηλωτές ρισκάρεις να αντιμετωπίσεις μια έκρηξη: όχι επειδή ο λαός θα αντισταθεί με ανάλογη δύναμη. Αλλά επειδή εκατομμύρια Αμερικανοί μπορεί τελικά να σταματήσουν πλήρως να αναγνωρίζουν την κυβέρνηση των ΗΠΑ ως νόμιμη.
Τίποτα δεν ριζοσπαστικοποιεί έναν πληθυσμό πιο γρήγορα από το θέαμα κρατικών πρακτόρων να κακοποιούν άοπλους πολίτες. Ο Μαχάτμα Γκάντι το κατάλαβε αυτό. Το ίδιο έκαναν και ο Νέλσον Μαντέλα και ο Μάρτιν Λούθερ Κινγκ Τζούνιορ. Τα κινήματα τους πέτυχαν όχι μόνο επειδή ήταν ηθικά δίκαια, αλλά και επειδή χρησιμοποιούσαν τη μη βία ως στρατηγικό όπλο. Όταν ειρηνικοί διαδηλωτές δέχονται επίθεση από τις ίδιες τους τις κυβερνήσεις, ο κόσμος το προσέχει. Το ηθικό υπόβαθρο αλλάζει. Και οι άνθρωποι αρχίζουν να βλέπουν τους ηγέτες τους για αυτό που πραγματικά είναι.
Οι πορείες του Δρ. Κινγκ στο Μπέρμιγχαμ και τη Σέλμα δεν είχαν σκοπό να αποφύγουν την αντιπαράθεση. Σχεδιάστηκαν για να αναγκάσουν την πολιτεία να αναλάβει δράση. Ο Δρ. Κινγκ κατάλαβε ότι ο μέσος Αμερικανός δεν θα μπορούσε να συνεχίσει να αρνείται την αδικία αν έβλεπε σε εθνική μετάδοση τις αρχές να αντιμετωπίζουν νέους ανθρώπους με πυροσβεστικές μάνικες και γκλομπ. Αυτό θα έφερνε στο φως τα ψέματα που του έλεγε η κυβέρνηση και θα έδειχνε ποια είναι η πραγματικά μοχθηρή πλευρά.
Ο Τραμπ και ο στενός του κύκλος δεν φαίνεται να το καταλαβαίνουν αυτό. Επιμένοντας προσχηματικά ότι ομοσπονδιακοί αξιωματούχοι βρίσκονταν σε κίνδυνο και ότι οι τοπικές αρχές ήταν ανεπαρκείς, η ομοσπονδιακή κυβέρνηση επέλεξε να κλιμακώσει την κατάσταση σε κάθε βήμα. Μπορεί να πιστεύουν ότι η ωμή βία δείχνει δύναμη. Αλλά η ιστορία δείχνει το αντίθετο: Αποκαλύπτει φόβο. Αποκαλύπτει αδυναμία. Και τροφοδοτεί την αντίσταση.
Μια διαταγή του Τραμπ για γενική καταστολή των διαδηλώσεων - ειδικά αν οι διαδηλωτές είναι ειρηνικοί, πολυφυλετικοί και από διαφορετικές γενιές - θα μπορούσε να αποτελέσει το μεγαλύτερο πολιτικό του λάθος μέχρι σήμερα. Η δημόσια εικόνα θα είναι καταστροφική. Ακόμα και άνθρωποι που έχουν αποσυνδεθεί από την πολιτική ενδεχομένως να ξυπνήσουν. Ακόμα και εκείνοι που υποστήριξαν τον Τραμπ μπορεί να ξαφνιαστούν.
Αυτό δεν σημαίνει ότι η πολιτική αντίσταση είναι εύκολη ή ότι πάντα κερδίζει. Αλλά δυναμώνει όταν αντιμετωπίζεται με βία. Αυτό είναι κάτι που ξεχνούν οι αυταρχικοί ηγέτες. Η καταστολή μπορεί να σωπαίνει για λίγο τους ανθρώπους, αλλά επίσης τους αφυπνίζει και τότε είναι που η εξουσία αρχίζει να κλυδωνίζεται.
Αν οι αξιωματούχοι που επιβάλουν τις αποφάσεις του Τραμπ θέλουν να διατηρήσουν ό,τι έχει απομείνει από τη χώρα που ισχυρίζονται ότι αγαπούν, καλά θα κάνουν να θυμούνται το Ruby Ridge και το Waco. Και τα μακρά, επώδυνα μαθήματα από την καταστολή εξεγέρσεων εδώ στις ΗΠΑ.
© 2025 Διατίθεται από το "The New York Times Licensing Group"